Παρασκευή, Ιουνίου 13, 2008

 

Ο Σημίτης αποστάτης; (13-06-2008)

Τη μια μέρα βγαίνει ο Βασ. Κοντογιαννόπουλος, φίλος του Κ. Σημίτη, και ζητά να φύγει από αρχηγός του ΠΑΣΟΚ ο Γ. Παπανδρέου. Την επομένη ανακοινώνεται ότι ιδρύεται Ίδρυμα για την προβολή και την υπεράσπιση των ιδεών και του έργου του τέως πρωθυπουργού. «Καπάκι» ο ίδιος ο Κ. Σημίτης στέλνει επιστολή στον Γ. Παπανδρέου με την οποίαν τον ψέγει για τη θέση υπέρ του δημοψηφίσματος όσον αφορά την κύρωση της Συνθήκης της Λισσαβώνας. Ταυτόχρονα, διοχετεύεται στον Τύπο ότι ο Κ. Σημίτης άμα τη λήξει των εργασιών της Σοσιαλιστικής Διεθνούς -όπου αναμένεται να επανεκλεγεί στη θέση του προέδρου ο Γ. Παπανδρέου- θα μιλήσει (στις 4 Ιουλίου) σε ανοιχτή εκδήλωση του ΟΠΕΚ στον Πύργο.

Υπάρχει ερμηνεία σ’ όλα αυτά; Οι υποψιασμένοι και οι καχύποπτοι θα πουν ότι «κάτι ετοιμάζει, στον Γιώργο, ο Σημίτης». Οι φίλοι (δυστυχώς για τον τέως πρωθυπουργό, ολοένα και πιο λίγοι) του Κ. Σημίτη λένε ότι δεν υπάρχει καμία συσχέτιση μεταξύ όλων αυτών.

Αναρωτιέμαι λοιπόν: Εντάξει, ο Σημίτης δεν ετοιμάζει κάποιο... κόλπο, ούτε οι προθέσεις του είναι να φέρει σε δύσκολη θέση τον Γιώργο και να κάνει άνω-κάτω το ΠΑΣΟΚ. Δεν αντιλαμβάνεται ότι συμποσούμενα όλα αυτά -και σ’ αυτήν ειδικά τη συγκυρία των δημοσκοπήσεων, των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση και της επανεμφάνισης της εσωστρέφειας του ΠΑΣΟΚ- βάζουν φωτιά στα... φρύγανα; Οκτώ χρόνια πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και της κυβέρνησης υπήρξε ο Κ. Σημίτης, δεν γνωρίζει ότι τέτοιου είδους παρεμβάσεις θα δώσουν τροφή για σενάρια; Δεν μπορεί να μην το γνωρίζει. Δεν είναι αδαής ή αθώος. Δεν είναι «παρθένα».

Αντίθετα, για τριάντα και πλέον χρόνια μεταξύ των τίτλων που απέκτησε είναι και αυτός του «συνωμότη», του «Ροβεσπιέρου» της πολιτικής. Γνώριζε λοιπόν το τι θα συμβεί; Το ήθελε; Το επεδίωκε; Άγνωστο. Όχι επειδή είναι άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, αλλά επειδή μπαίνει στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης για μια εισέτι φορά με αρνητικό τρόπο. Κι αυτό δεν είναι καθόλου συνετό για έναν σοβαρό, νουνεχή και εκσυγχρονιστή πολιτικό.

Κάποιοι λένε ότι ο Κ. Σημίτης το κάνει γιατί θέλει να προστατέψει την υστεροφημία του. Βλέπει ότι το έργο των κυβερνήσεών του συκοφαντείται, ότι ο Γ. Παπανδρέου λαμβάνει αποστάσεις όταν χρειάζεται και -κυρίως- όταν εγκαλούνται υπουργοί και στελέχη για πράξεις ή παραλείψεις την περίοδο 1996-2004.

Άλλοι λένε ότι ο Κ. Σημίτης δεν μπορεί να χωνέψει το γεγονός ότι η δημοφιλία του είναι ανύπαρκτη – όντως ποσοστά της τάξεως του 2% ή 3% δεν περιποιούν τιμή σε κάποιον που υπήρξε οκτώ χρόνια πρωθυπουργός της χώρας και πρόεδρος του ενός από τα δύο μεγάλα κυβερνητικά κόμματα.

Θα έλεγα μάλιστα ότι και τον αδικούν, καθώς -εκτός της διαφθοράς που κυριάρχησε ιδίως στη δεύτερη τετραετία της διακυβέρνησής του και της αποξένωσης του ΠΑΣΟΚ από τα παραδοσιακά λαϊκά στρώματα που το στήριζαν- προσέφερε έργο. Δεν είναι μόνον το γεγονός ότι επί των ημερών του μπήκε η χώρα στην ΟΝΕ και η Κύπρος στην Ε.Ε., αλλά και ότι έγιναν μεγάλα έργα, ενώ ενισχύθηκε και το κύρος της χώρας στην Ευρώπη.

Το γεγονός ότι τείνει να καταγραφεί στην ιστορία σαν ένας «λογιστής-κυβερνήτης» και όχι σαν ένας «πρωθυπουργός-ηγέτης» σίγουρα είναι οδυνηρό για έναν πολιτικό που προφανώς αλλιώς έχει φανταστεί τον εαυτό του στο πάνθεον της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας. Από του σημείου αυτού όμως και μέχρι του να «ρεφάρει» με άλλους, επιζήμιους όπως αποδεικνύεται, τρόπους για το κόμμα του υπάρχει μεγάλη απόσταση.

Ο Κ. Σημίτης, εφόσον ήθελε να προστατεύσει τον εαυτό του, την ιστορία του, το έργο του και την υστεροφημία του, όφειλε να αποστασιοποιηθεί εγκαίρως από την τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα. Να μη μετέχει σ’ αυτήν ως βουλευτής (τα καθήκοντα του οποίου εξάλλου -και ως είναι μάλλον φυσικό- ασκεί πλημμελώς, κάτι που είναι και εις βάρος του ΠΑΣΟΚ στον Πειραιά, αφού είναι και ο μόνος βουλευτής που έχει), αλλά να διεκδικήσει έναν άλλον ρόλο. Του «σοφού», του «υπεράνω» των τρεχουσών αντιθέσεων, ιδίως των κομματικών, του «εθνικού κεφαλαίου», όπως κάποιοι υποστηρικτές του πιστεύουν ότι είναι.

Ένας τέτοιος ρόλος δεν είναι και δεν σημαίνει «αποστρατεία» – αντίθετα, είναι αναγκαίος για την πολιτική, τη χώρα και το έθνος να υπάρχει και να υπηρετείται από κάποια πρόσωπα εγνωσμένων ικανοτήτων και ήθους. Σε περιόδους που η πολιτική δεν έχει έρμα ή δεν διαθέτει αντίβαρα, η ύπαρξη κάποιων τέτοιων προσωπικοτήτων είναι ωφέλιμη και χρήσιμη για τη χώρα. Τις τελευταίες ώρες στα πολιτικά παρασκήνια διακινούνται και άλλες τρεις εκδοχές.

Πρώτον, ότι η ενεργοποίηση Σημίτη σχετίζεται με τις εξελίξεις στην υπόθεση Siemens. Για να υπάρχει προσωπική εμπλοκή του Κ. Σημίτη στο σκάνδαλο το θεωρώ δύσκολο έως απίθανο. Ακόμη κι αν φέρει στην πασοκική διάλεκτο το προσωνύμιο «Γερμανός», ακόμη κι αν γνώριζε ή είχε σχέσεις με στελέχη της Siemens, ακόμη κι αν ο αδελφός του Σπύρος υπήρξε κορυφαίο στέλεχος υπηρεσιών της γερμανικής γραφειοκρατίας του Δημοσίου, είναι δύσκολο να πιστέψει κάποιος ότι ο Κ. Σημίτης είχε προσωπική ανάμειξη στο σκάνδαλο.

Αν αποδειχθεί κάτι διαφορετικό, θα εκπλαγώ πολύ γνωρίζοντας παλαιόθεν τον χαρακτήρα του ανδρός. Αντίθετα, ουδόλως θα εκπλαγώ αν στο σκάνδαλο της Siemens είναι μπλεγμένοι υπουργοί ή στελέχη των κυβερνήσεών του, περιλαμβανομένων και ορισμένων που έχουν καταγραφεί ως «σημιτοφύλακες». Θα έλεγα μάλιστα ότι θα εκπλαγώ από την αντίθετη, εάν δηλαδή δεν είναι μπλεγμένοι κυβερνητικοί ή κομματικοί παράγοντες της εποχής Σημίτη. Να προσπαθεί όμως ο Σημίτης να καλύψει τις ανομίες κάποιων, ακόμη και «εξαπτέρυγών» του, και γι’ αυτό να παρεμβαίνει μ’ αυτόν τον τρόπο και αυτή τη στιγμή στις κομματικές εξελίξεις το θεωρώ απίθανο. Εάν αποδειχθεί κάτι εις βάρος κάποιων δικών του ανθρώπων, είμαι σίγουρος ότι θα είναι ο πρώτος που θα τους καταδικάσει.

Δεύτερον, ότι η διαφοροποίηση Σημίτη όσον αφορά την κύρωση της Συνθήκης της Λισσαβώνας σχετίζεται με τη φιλοδοξία του να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην υπό διαμόρφωση ηγετική ομάδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ότι, δηλαδή, ο Κ. Σημίτης δίνει «διαπιστευτήρια» στις Βρυξέλλες.

Δεν το θεωρώ πιθανό, καθώς οι πληροφορίες λένε ότι οι υποψηφιότητες για τη θέση τόσο του προέδρου όσο και του υπουργού Εξωτερικών και Άμυνας της Ε.Ε. είναι άλλες και λίγο έως πολύ έχουν «κλειδώσει», και σ’ αυτές δεν περιλαμβάνεται το όνομα του Κ. Σημίτη. Ότι μπορεί ο Κ. Σημίτης, γνωρίζοντας το παρασκήνιο, να θέλει να μπει «σφήνα», ίσως να είναι μια εξήγηση.

Προς επίρρωσιν αυτού και όσοι υποστηρίζουν αυτό το σενάριο φέρνουν ως παράδειγμα και τη διαφοροποίησή του, στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Η αλλαγή της θέσης, που υπεστήριζε όταν ήταν πρωθυπουργός, από «πλήρη ένταξη» σε «ειδική σχέση», λένε ότι είναι ένα ακόμη «διαπιστευτήριο» προς την Μέρκελ και τον Σαρκοζί. Όμως είμαι σίγουρος ότι ο Κ. Σημίτης δεν κινήθηκε με αυτό το σκεπτικό. Εάν υπήρχε, και μακάρι για τη χώρα, μια τέτοια προοπτική, το πλέον πιθανό και σωστό που θα έκανε θα ήταν να ενημερώσει τον Γ. Παπανδρέου. Κατ’ ιδίαν θα του εξηγούσε πώς έχουν τα πράγματα και θα του ζητούσε να τον διευκολύνει.

Είμαι σίγουρος ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ασμένως θα τον συνέδραμε είτε αποδεσμεύοντάς τον από την κομματική γραμμή είτε συμβουλεύοντάς τον να απόσχει από την ψηφοφορία με εύσχημο τρόπο. Να είναι, ας πούμε, το βράδυ της ψηφοφορίας στην Ηλεία, τον τόπο καταγωγής του, που δοκιμάζεται από τους σεισμούς. Άρα ούτε το σενάριο των ευρωπαϊκών φιλοδοξιών Σημίτη στέκει.

Μήπως ο Κ. Σημίτης είναι ισχυρογνώμων και υπερασπίζεται την άποψή του περί κύρωσης της Συνθήκης από τη Βουλή και όχι με δημοψήφισμα; Διαφωνεί δηλαδή επί τους ουσίας του θέματος. Αυτά είναι αστεία πράγματα. Τη θέση του ΠΑΣΟΚ την επικρότησε το σύνολο των βουλευτών του. Ψήφισαν όλοι πλην Σημίτη. Εξάλλου, εάν ο Κ. Σημίτης διαφωνούσε, θα μπορούσε να το πράξει ενωρίτερον και όχι στέλνοντας την ημέρα της ψηφοφορίας επιστολή.

Η θέση υπέρ του δημοψηφίσματος έχει την πρόσφατη έγκριση όλων των κομματικών οργάνων. Επίσης είναι σε αρμονία με την ομόφωνη προ καιρού απόφαση του ΠΑΣΟΚ -ψηφισμένη και από το Συνέδριο- για το σύνταγμα της Ευρώπης. Είναι δικολαβίστικα τερτίπια αυτά που λέγονται ότι δήθεν ήταν άλλο το σύνταγμα και είναι άλλη η Συνθήκη. Ουσιαστικά πρόκειται για το ίδιο κείμενο, στο οποίο έχουν υπάρξει ορισμένες αλλαγές. Όμως, ακόμη και αν ο Κ. Σημίτης έχει διαφορετική γνώμη, θα μπορούσε -όπως είπαμε- να εκθέσει τις απόψεις του ενωρίτερα, και όχι υπό τύπον επιστολής-διαβήματος.

Επιπλέον, υπάρχει και ένας επιπρόσθετος λόγος. Γιατί έστω και για μια φορά η Ελλάδα να μη θέσει ένα κοινοτικό ντοκουμέντο, μια μείζονα ευρωπαϊκή επιλογή στην κρίση του λαού; Γιατί οι 20 από τις 27 χώρες το έχουν πράξει; Γιατί να μην αποκτήσει εντέλει η Συνθήκη της Λισσαβώνας ευρύτερη λαϊκή νομιμοποίηση;

Κι εδώ έρχομαι στην άλλη «κουτοπονηριά». Λένε ότι ο Κ. Σημίτης το κάνει γιατί δεν θέλει το ΠΑΣΟΚ να ταυτιστεί με το ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Μα τα δύο κόμματα της Αριστεράς είναι κατά της Συνθήκης. Σε περίπτωση δημοψηφίσματος θα την καταψήφιζαν. Αντίθετα, το ΠΑΣΟΚ θα την υπερψήφιζε. Θα αποκτούσε δηλαδή αυξημένη λαϊκή νομιμοποίηση η Συνθήκη, καθώς τα δύο μεγάλα κόμματα (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) είναι υπέρ.

Πιθανώς οι ευρωσκεπτικιστές (ψηφίζοντας «όχι») να κατέγραφαν μεγαλύτερη απήχηση απ’ ό,τι είναι η πραγματική εκλογική τους δύναμη. Πού είναι το κακό; Φοβούνται κάποιοι τον λαό; Αν είναι έτσι, να βγουν και να το πουν. Η Ευρώπη ή θα προχωρήσει μαζί με τον λαό ή, διαφορετικά, δεν έχει νόημα ύπαρξης. Η πολιτική ενοποίηση και η κοινωνική εμβάθυνση της Ευρώπης δεν μπορεί να προχωρούν ερήμην των πολιτών της.

Η Ευρώπη δεν είναι υπόθεση των ελίτ, είναι υπόθεση των πολιτών. Όσοι λοιπόν μιλούν στο όνομα της δημοκρατίας και των πολιτών της Ευρώπης, όπως έκανε προχθές στη Βουλή ο Κ. Σημίτης, θα πρέπει να δεχθούν και τη γνώμη των πολιτών. Άρα, λοιπόν, ούτε υπόθεση διαφωνίας επί της ουσίας της θέσης για δημοψήφισμα είναι η διαφοροποίηση Σημίτη. Τι είναι λοιπόν;

Ερχόμαστε στην τρίτη περίπτωση, που φαίνεται ότι βρίσκεται και πιο κοντά στην αλήθεια. Ο Κ. Σημίτης φαίνεται ότι έχει πειστεί ότι θα υπάρξουν πολιτικές εξελίξεις από την προοπτική μη αυτοδυναμίας ενός εκ των δύο κομμάτων στις εκλογές. Θέλει, λοιπόν, να είναι «μέσα» σ’ αυτές. Να παίξει ενεργό ρόλο. Κάποιοι (παράγοντες, οργανωμένα συμφέροντα κ.ά.) ίσως και να τον προτρέπουν να το πράξει. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και ασχέτως προθέσεων, η «ενεργοποίηση» Σημίτη παράγει πολιτικά αποτελέσματα. Ανακυκλώνει την εσωστρέφεια στο ΠΑΣΟΚ και πριμοδοτεί εξελίξεις πολυδιάσπασης και ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού.

Πιθανότατα αυτό το πράττει επειδή πιστεύει αυτό που λέγεται ότι «το ΠΑΣΟΚ με αρχηγό τον Γιώργο δεν έχει κυβερνητικό μέλλον, αλλά ούτε και με τον Βενιζέλο». Αυτή είναι μια εκτίμηση. Εάν ο Κ. Σημίτης την ασπάζεται, δεν έχει παρά να τη διατυπώσει ευθαρσώς και να πυροδοτήσει στο προσκήνιο και σε συνθήκες διαφάνειας τις όποιες εξελίξεις. Θα ήταν πολιτικά τίμιο και πιθανώς εκτιμητέο από τους πολίτες.

Όσο δεν το πράττει και κινείται στο παρασκήνιο, κινδυνεύει -ανάλογα με το τι θα συμβεί και τα γυρίσματα της Ιστορίας- να αποκτήσει, εκτός από το προσωνύμιο του «συνωμότη» και αυτό του «διασπαστή», που ελάχιστα απέχει από αυτό του «αποστάτη» που έχει κατοχυρωθεί στον Κ. Μητσοτάκη. Θα ήταν κρίμα για τον Κ. Σημίτη, ο οποίος -ανεξαρτήτως εάν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς- έχει συνεισφορά, και μάλιστα μεγάλη, στη λεγόμενη Δημοκρατική Παράταξη και τον τόπο.

Θα ήταν και άδικο ο Κ. Σημίτης να περιληφθεί μεταξύ εκείνων των παραδειγμάτων τα οποία προβάλλονται για να τεκμηριωθεί ο ισχυρισμός ότι «τα στερνά τιμούν τα πρώτα».

Δευτέρα, Ιουνίου 09, 2008

 

Ραντεβού τον Σεπτέμβριο (07-06-2008)

Σήμερα αρχίζει το Euro 2008. Οι Έλληνες, οι περισσότεροι, θα ξεχάσουν την ακρίβεια και τα όποια άλλα προβλήματα αντιμετωπίζουν και θα αφεθούν στις συγκινήσεις που προσφέρουν οι μάγοι της μπάλας.

Η κυβέρνηση, γνωρίζοντας άριστα την τέχνη της επικοινωνίας, φρόντισε να γίνει η συζήτηση για κύρωση από τη Βουλή της συμφωνίας για τον ΟΤΕ τη Δευτέρα. Την Τρίτη η Εθνική μας δίνει τον πρώτο αγώνα με τη Σουηδία.

Ποιος θα καθίσει να ασχοληθεί με τα όσα θα συζητηθούν στη Βουλή; Σχεδόν κανένας. Ραδιόφωνα, τηλεοράσεις και δευτερευόντως οι εφημερίδες θα προτρέπουν με το «Ίτε παίδες Ελλήνων» τους διεθνείς μας. Ακόμα και η συζήτηση για τη Siemens που άνοιξε από χθες θα κλείσει πιθανότατα αιφνίδια, εάν δεν υπάρξουν νέες συνταρακτικές αποκαλύψεις, ενώ υπάρχει και η επίσκεψη Σαρκοζί που προσφέρεται για την ειδησεογραφία του Σαββατοκύριακου. Από αυτή την άποψη, η κυβέρνηση οφείλει ευγνωμοσύνη στον Νικοπολίδη, τον Μπασινά και τ’ άλλα παιδιά.

Την ίδια περίοδο, και για όσο διαρκεί το Euro 2008, θα τρέχουν και οι δημοσκοπήσεις του Ιουνίου. Ήδη η εταιρεία GPO έδωσε το «εναρκτήριο λάκτισμα» και κατά ορισμένους το πλαίσιο, εντός του οποίου θα κινηθεί το αποτέλεσμα και των υπολοίπων. Ο λαός θα προσέλθει λοιπόν στα μπάνια του, έχοντας σχηματίσει εδραία την πεποίθηση ότι ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων παραμένει αδιατάρακτος. Μ’ αυτή την εντύπωση θα «σκοτωθεί» και το φετινό καλοκαίρι.

Οι κυβερνητικοί θα τρίβουν τα χέρια τους που κι αυτό το θέρος το «πηδήξανε» χωρίς (σημαντικές) απώλειες και θα σκέφτονται ότι άντε γι’ άλλα, αν όχι δέκα, τουλάχιστον τέσσερα χρόνια «καθαρίσανε».

Οι του ΠΑΣΟΚ θα τραβούν τα μαλλιά τους και θα γκρινιάζουν και παρά θίν’ αλός για το κακό που τους βρήκε και δεν μπορούν να σηκώσουν κεφάλι, παρά την τόσο δυσμενή για την κυβέρνηση συγκυρία. Οι κύριοι Αλαβάνος και Τσίπρας θα είναι ευχαριστημένοι που η παρατεταμένη άνοιξη των δημοσκοπικών ποσοστών θα επεκταθεί, προσφέροντάς τους ένα μακρύ καλοκαίρι ανάπαυλας πάνω σε διψήφια νούμερα-βάρκα, με προορισμό την ελπίδα επανάληψης του ’58. Ότι ο Καραγκούνης και ο Τοροσίδης θα έπαιζαν τόσο σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις είναι σίγουρο ότι και οι ίδιοι δεν θα μπορούσαν να το φανταστούν.

Αν όμως, λέω αν, στραβώσει η τύχη και η Εθνική μας δεν σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, κάτι που όπως όλοι μας απεύχομαι, τι θα συμβεί; Ούτε ψύλλος στον κόρφο όσων σχεδιάζουν την πολιτική, στηριζόμενοι στο άστρο του Ότο Ρεχάγκελ.

Αν η Εθνική μας δεν περάσει στην επόμενη φάση και αναγκαστεί να επιστρέψει στις 18 Ιουνίου, τότε μην αποκλείετε η ευφορία και η αφασία της θερινής ραστώνης να μετατραπούν σε μεγαλύτερη γκρίνια για την ακρίβεια και τα όποια άλλα προβλήματα αντιμετωπίζουν οι (νεο)Έλληνες. Θα μου πείτε και ευλόγως ότι, ακόμα κι αυτό το απευκταίο να συμβεί, τα δύο τρίτα του Ιουνίου θα ’χουν φαγωθεί. Οι δημοσκοπήσεις θα έχουν τρέξει και ουδόλως θα επηρεαστεί η εκλογική προτίμηση των πολιτών. Σωστό κι αυτό.

Εξάλλου, μέχρι να καταλαγιάσουν η γκρίνια και οι αναλύσεις για το πώς συνέβη το «κακό», θ’ αρχίσουν οι συζητήσεις για τις μεταγραφές, την προετοιμασία των ομάδων και το Champions League. Οπότε, ό,τι και να κάνουμε, τη σφραγίδα του Χαριστέα στις πολιτικές εξελίξεις δεν την αποφεύγουμε.

Τούτων δοθέντων, καλόν είναι τα κόμματα να ηρεμήσουν και να σκεφτούν πώς θα πάνε στο ραντεβού του Σεπτεμβρίου. Εκτός και αν υπάρξουν άλλες δραματικές, όπως οι περσινές με τις καταστροφικές πυρκαγιές, εξελίξεις. Επειδή όμως οι πολιτικοί προγραμματισμοί των κομμάτων δεν μπορούν να γίνονται με βάση το τυχαίο -όσο κι αν αυτό παίζει, όπως έχει αποδειχθεί, σημαντικό ρόλο στην Ιστορία- επιμένω ότι τα κόμματα και οι ηγεσίες τους πρέπει να ετοιμάζονται για το φθινοπωρινό ραντεβού.

Ο Κ. Καραμανλής και οι υπουργοί του πρέπει να ετοιμαστούν από τώρα για το «καυτό φθινόπωρο» στον τομέα της ακρίβειας. Ο πληθωρισμός, η συνεχιζόμενη πτώση της αγοραστικής δύναμης, η ογκούμενη ασφυξία στην αγορά και η προλεταριοποίηση των μεσοστρωμάτων συγκροτούν μια καυτή ατζέντα, στην οποία θα αναγραφούν και τα μόνιμα «έκτακτα έξοδα» που συνεπάγεται η έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς.

Το δεύτερο ραντεβού με την ακρίβεια της κυβέρνησης Καραμανλή θα είναι πιο δραματικό, εάν από τώρα δεν σχεδιαστούν και δεν ληφθούν μέτρα. Και δεν εννοούμε όλες αυτές τις επικοινωνιακές πομφόλυγες περί αντιμετώπισης της φτώχειας που λέγονται. Εάν η κυβέρνηση δεν είναι έτοιμη τον Σεπτέμβριο να οδηγήσει την οικονομία και την κοινωνία σ’ έναν διαφορετικό δρόμο, τότε ίσως βρει μπροστά της πολλά «ριγέ μπλουζάκια» και όχι ο Κυργιάκος, αλλά ούτε ο Ασπροπόταμος δεν θα την ξεπλένει.

Το ίδιο ισχύει και για το ΠΑΣΟΚ. Αν από τον Σεπτέμβριο δεν εκπέμψει ένα διαφορετικό στίγμα και μήνυμα σχετικά με το τι είναι και τι προτίθεται να πράξει, καλύτερα είναι τα στελέχη του, περιλαμβανομένης και της ηγεσίας, να βρουν κάποια άλλη δουλειά να κάνουν. Εντάξει, τσακώθηκαν για το ποιος θα είναι αρχηγός, για το ποιος θα ελέγξει το συνέδριο και τα τοπικά, νομαρχιακά και περιφερειακά όργανα, συνεχίζουν να διαφωνούν για το αν και πώς θα συνεργαστούν με τον Συνασπισμό, γκρινιάζουν αν θα πάει το καράβι δεξιά ή αριστερά, αν πρέπει να έχουν ως έρμα το παρελθόν ή να ρίξουν τη «σαβούρα» στη θάλασσα, καιρός να ομονοήσουν και ως προς το τι θέλουν για το μέλλον της χώρας.

Εντάξει, ασκούν κριτική, ακόμα και αμφιλεγόμενη πολλές φορές, για τα ομόλογα, τον ΟΤΕ και όλα τα στραβά και ανάποδα της κυβέρνησης, καιρός είναι να μας αποκαλύψουν τις προτεραιότητες που έχουν για τη χώρα. Ποια εναλλακτική προσφέρουν. Όχι γενικόλογη, ούτε αποσπασματική, αλλά πολύ-πολύ συγκεκριμένη.

Αν και μετά τον Σεπτέμβριο ο Γ. Παπανδρέου δεν «βάλει χέρι» στους… άτακτους και τους… αόμματους στη γραμμή του κόμματός του, καλύτερα να σκεφτεί από ποια άλλη θέση μπορεί να προσφέρει στον τόπο. Τον Νοέμβριο εξελέγη πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και επτά μήνες μετά δεν έχει ακόμη διορίσει τον εαυτό του αρχηγό. Καλά όλα τα δημοκρατικά και συμμετοχικά πιστεύω που έχει, αλλά τα κυβερνητικά κόμματα πολλές φορές χρειάζονται και απολυταρχία.

Ιδίως στις μέρες μας, στους ταραγμένους και δύσκολους καιρούς που ζούμε, όπου περισσεύει η ανασφάλεια, οι πολίτες χρειάζονται έναν στιβαρό ηγέτη που εκτός από όραμα θα επιδεικνύει και πυγμή. Αν μέχρι τον Σεπτέμβριο ο Γ. Παπανδρέου δεν έχει βάλει τάξη στο κόμμα του, δεν έχει ισοπεδώσει την αμφισβήτηση στο πρόσωπό του και δεν έχει εξαλείψει την εσωστρέφεια, να είναι σίγουρος ότι από τον Οκτώβριο και μετά ο χρόνος θα μετρά αντίστροφα γι’ αυτόν, με καταληκτική ημερομηνία, το αργότερο, τον Ιούνιο του 2009.

Για έναν Σεπτέμβριο σοβαρότητας και νηφαλιότητας θα πρέπει να ετοιμάζεται και ο Συνασπισμός. Αν συνεχίσει στην ίδια ρότα της «ανυπακοής» και της αδιαφορίας για τη διακυβέρνηση της χώρας, καλόν είναι οι κύριοι Αλαβάνος και Τσίπρας να επιδώσουν τα διαπιστευτήρια της ηγεμονίας στον χώρο της Αριστεράς -που όπως όλα δείχνουν είναι το μόνο που τους απασχολεί- από τώρα στην κύρια Παπαρήγα, η οποία με μεθοδικό τρόπο χτίζει την άμυνά της στην αιφνίδια αριστερή απειλή, όσον αφορά τα πρωτεία στο κομμουνιστικό κίνημα. Όχι διπλάσια ποσοστά δεν θα συγκεντρώσει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ίσως δει το ΚΚΕ να πετάγεται μπροστά από αυτόν στη στροφή.

Καλή η διαμαρτυρία, αλλά οι «πελάτες» που φεύγουν από το ΠΑΣΟΚ θέλουν να ψωνίσουν από super market της εξουσίας και όχι να κάνουν εγγραφές στα τεφτέρια μπακάλικου της συνοικίας.

Το Euro 2008 ξεκινά, λοιπόν, σήμερα. Όλοι εμείς οι πολίτες θα καθίσουμε αναπαυτικά στον καναπέ, ακόμα και αυτοί που η ακρίβεια κυριολεκτικά τους θερίζει, για να φωνάξουμε μαζί με τον Σάββα, τη φοβερή φυσιογνωμία της τηλεοπτικής διαφήμισης από το Euro 2004, για τον καφέ βιενουά που θέλουμε να σερβιριστούμε στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας.

Πολύ φοβούμαι ότι αν κάνουν το ίδιο και οι πολιτικοί μπορεί για δέκα, τουλάχιστον, ημέρες να πιουν και αυτοί τον βιενουά καφέ τους, όμως, από τον Σεπτέμβριο, όσοι δεν είναι έτοιμοι για τα επερχόμενα θα πιουν πολλούς πικρούς καφέδες και θα φάνε πολλές λεμονόκουπες. Ραντεβού τον Σεπτέμβριο, λοιπόν.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]