Παρασκευή, Ιανουαρίου 12, 2007

 

ΜΙΑ ΝΕΑ ΙΩΛΚΟΣ (13-1-2007)

H ποιητική απορία των παιδικών μαθητικών μας χρόνων για το τι είναι η πατρίδα μας δεν υφίσταται. Τη σήμερον ημέρα δεν αναρωτιόμαστε για το τι είναι η Ελλάδα, αλλά για το πόσες Ελλάδες υπάρχουν. Προ ετών ο τότε πρωθυπουργός Κ. Σημίτης σε μια στιγμή έκρηξης είχε αποφανθεί ότι υπάρχουν δύο Ελλάδες: Η μία της μιζέριας και η άλλη της δημιουργίας. Έσφαλε. Δεν είναι δύο οι Ελλάδες, είναι πολλές. Και το δυστύχημα είναι ότι, αντί να τέμνονται, ακολουθούν παράλληλες, άρα ασύμπτωτες πορείες.

Δείτε τι γίνεται αυτές τις μέρες. Τα μέσα ενημέρωσης ασχολούνται με το νέο «φρούτο» που αποκάλυψαν, τους φυγόστρατους, το οποίο έσπευσαν κατά τα ειωθότα να το βαφτίσουν παραστρατιωτικό, όπως προηγουμένως το παραδικαστικό και το παραεκκλησιαστικό. Ο κόσμος της εκπαίδευσης (καθηγητές, φοιτητές κ.ά.) κονταροχτυπιέται για το άρθρο 16. Οι πολιτικοί ασχολούνται με τις πρόωρες εκλογές. Οι τραπεζίτες και μεγαλοεπιχειρηματίες με τη νέα μεγάλη διεθνή ρευστότητα που προσορμίζεται στην ελληνική κεφαλαιαγορά. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ζουν το δράμα του συνεχώς μειούμενου τζίρου τους. Άλλοι αγωνιούν για το περιβάλλον. Άλλοι για τις νέες (;) προκλήσεις των Σκοπίων και της Άγκυρας. Άλλοι, μετά την είσοδο της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ανακαλύπτουν το νέο Ελντοράντο των επενδυτικών ευκαιριών. Άλλοι, και εν προκειμένω οι παπάδες, συνεχίζουν τον εκκλησιαστικό πόλεμο μεταξύ Αθήνας και Φαναρίου.

Όλα αυτά μπορείτε να τα διαβάσετε στο σημερινό φύλλο του «ΚτΕ». Από τον ιερό πόλεμο του Βαρθολομαίου με τον Χριστόδουλο μέχρι την τραπεζική σύγκρουση Πειραιώς-Marfin. Από το ενδιαφέρον του Καντάφι για την Ολυμπιακή μέχρι τα νέα εκλογικά σενάρια. Από τη «διχοτόμηση» του ΠΑΣΟΚ μέχρι τις απειλές του Αμπντουλάχ Γκιουλ για τη Θράκη. Όλα σοβαρά και επίκαιρα, μόνον που εμφανίζονται σαν εκφράσεις διαφορετικών κόσμων, μιας πολυδιασπασμένης κοινωνίας και μιας αμήχανης πολιτείας.

Για άλλα ενδιαφέρονται οι πολίτες, σε άλλα πεδία συγκρούονται οι πολιτικοί. Στενάζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δεν ξέρουν πώς να διαχειριστούν την υψηλή διεθνή ρευστότητα οι μεγάλες επιχειρήσεις. Άλλες προτεραιότητες θέτουν οι μεν, αλλού επικεντρώνουν την προσπάθειά τους οι δε. Κάθε αίτημα, κάθε πρόβλημα, κάθε ευκαιρία και ένας μικρός διαφορετικός κόσμος.

Η απουσία ενός συνολικού εθνικού σχεδίου και ενός οράματος για τη νέα στρατηγική της χώρας είναι εμφανέστατη. Και όμως, τα ζητήματα είναι πολύ απλά. Η Ελλάδα συνεχίζει και μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες να έχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ακόμη κι αν ένα ποσοστό οφείλεται στον δανεισμό, η εικόνα δεν αλλάζει. Ο πληθωρισμός παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα, έστω και αν η δημιουργική λογιστική συνεχίζεται, περιορίζονται. Η ανταγωνιστικότητα βελτιώνεται σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, ενώ η ανεργία έχει πέσει σε μονοψήφιο νούμερο.

Η συμμετοχή της χώρας στη ζώνη του ευρώ μάς έχει διασφαλίσει και από έναν άλλο κίνδυνο που μέχρι πριν από μερικά χρόνια επικρέματο επί των κεφαλών μας: την αστάθεια του νομίσματος. Αυτό μας βοηθά να αντιμετωπίζουμε με διαφορετική ματιά και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ακόμη και πόλεμος να γίνει με την Τουρκία, η χώρα δεν θα καταρρεύσει. Η πρώτη επίπτωση που έχει ένας πόλεμος, ιδίως αν είναι ατυχής, είναι στο νόμισμα, τη ραγδαία του υποτίμηση, και κατ’ επέκτασιν στην οικονομία.

Η ακραία επίπτωση σε περίπτωση ατυχούς πολέμου είναι η μείωση της αυτοπεποίθησης των πολιτών. Με τον χρόνο αυτή κερδίζεται. Στη χειρότερη των περιπτώσεων να υπάρξει και κάποια εδαφική απώλεια (π.χ., κάποιες γκρίζες νησιωτικές περιοχές). Η Τουρκία θα υποστεί μεγαλύτερες ζημιές, επειδή απέναντί της θα έχει το σύνολο των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στρατηγικά αυτή θα είναι ο μεγάλος χαμένος.

Τι άλλο έχει υπέρ της η Ελλάδα που τη διαφοροποιεί και την κάνει ισχυρότερη από ό,τι στο παρελθόν; Τη νέα βαλκανική ενδοχώρα που ανοίγεται με την είσοδο της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Δεν είναι ότι αποκτούμε χερσαία σύνορα με την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση που διευκολύνει τις μεταφορές και την πολυεπίπεδη ώσμωση μαζί της, είναι ότι παρά τις μεμψιμοιρίες βρισκόμαστε σε πλεονεκτικότερη θέση έναντι των γειτόνων μας, λόγω του σχεδόν για τρεις δεκαετίες ευρωπαϊκού κεκτημένου.

Η διεθνής ρευστότητα μας χτυπά την πόρτα επειδή θέλει να μας χρησιμοποιήσει ως όχημα επέκτασης στις νέες αγορές των Βαλκανίων, της παρευξείνιας περιοχής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Δεν είμαστε για τους ξένους η περσική αυτοκρατορία, είμαστε η μακεδονική σάρισα για να κατακτηθεί αυτή η νέα, μεγάλη και παρθένα αγορά που ανοίγεται. Όσο γρηγορότερα το αντιληφθούμε και όσο πιο έξυπνα φερθούμε στις συμμαχίες που θα συνάψουμε τόσο περισσότερο θα ωφεληθούμε. Η Ελλάδα χρειάζεται να ανοίξει τους ορίζοντές της εάν θέλει να μη χάσει το νέο τρένο της ανάπτυξης και της ευημερίας.

Αντί λοιπόν να τσακωνόμαστε, να γκρινιάζουμε και να δίνουμε μάχες οπισθοφυλακών, ας γίνουμε ένα μικρό ιμπεριαλιστικό ορμητήριο. Μια νέα Ιωλκός για τις σύγχρονες Κολχίδες. Μια μητρόπολη-κέντρο για τις πόλεις-αποικίες. Τον ρόλο αυτό μπορούν να τον παίξουν άνετα οι τράπεζες, οι επενδυτικές εταιρείες και οι μεγάλες επιχειρήσεις που μπορούν να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνισμό και την εξωστρέφεια. Εκτός από τα πλεονεκτήματα, υπάρχουν όμως και τέσσερα μεγάλα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν προκειμένου να διασφαλίζεται η κοινωνική συνοχή και οι πολίτες να εμπνευστούν από το κράτος.

Το πρώτο είναι το ασφαλιστικό. Η επίλυση του οποίου και επείγει. Σ’ αυτό υπάρχει μια θετική και μια αρνητική πλευρά. Η θετική είναι η παρουσία των ταμείων και η αρνητική τα όρια ηλικίας και οι εισφορές. Όλες οι κυβερνήσεις το προσεγγίζουν από την αρνητική πλευρά. Αντί να διασφαλίσουν σε ένα λογικό βάθος χρόνου τα κεκτημένα των εργαζομένων και να αυξήσουν μέσω επενδυτικών πρωτοβουλιών την περιουσία των ταμείων, πράττουν το αντίθετο. Δεν είναι μόνο τα αποθεματικά που λιμνάζουν, είναι και η ακίνητη περιουσία που παραμένει αναξιοποίητη.

Το δεύτερο είναι η παιδεία, που αποτελεί και το δυσκολότερο πρόβλημα. Οι αλλαγές στο σύνολο της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι πανθομολογούμενες. Ακόμη και αυτοί που επιλέγουν να δίνουν λάθος μάχες παραδέχονται ότι η κατάσταση πρέπει να αλλάξει. Το «ιδιωτικά ή δημόσια ΑΕΙ» είναι λάθος δίλημμα και αποτελεί όντως παρωνυχίδα στο συνολικό εκπαιδευτικό πρόβλημα. Ένα σοβαρό κράτος θα πλήρωνε κάποιο από τα φημισμένα σοβαρά πανεπιστήμια της Ευρώπης ή της Αμερικής να έρθει για πέντε ή δέκα χρόνια για να φτιάξει κάποια σχολή ή ερευνητικό κέντρο. Θα το χρηματοδοτούσε σαν «λαγό» για τα άλλα και σαν πρότυπο. Εμείς τσακωνόμαστε για ένα αδειανό πουκάμισο. Ούτε το Χάρβαρντ θα έρθει ούτε το τρίτης διαλογής ΙΕΚ μπορεί να μετεξελιχθεί σε ΑΕΙ. Το κακό με την παιδεία είναι ότι γίνονται οι αλλαγές σήμερα, αλλά αποδίδουν σε είκοσι χρόνια. Και το κράτος των ανυπόμονων Ελλήνων δεν μπορεί να περιμένει. Τα θέλει όλα ή τώρα ή να μείνουν όλα ως έχουν.

Το τρίτο πρόβλημα είναι η δημόσια διοίκηση, η φαυλότητα και ο κομματισμός της οποίας όχι μόνο αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη, αλλά είναι ταυτόχρονα και πίθος των Δαναΐδων σε κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού. Ιδέες πολλές και καινοτόμες υπάρχουν, όπως και καλές προθέσεις. Εκείνο που μονίμως απουσιάζει είναι η πολιτική βούληση. Διαγενομένου του χρόνου, πάντως, και με την κυριαρχία του ιδιωτικού επί του δημόσιου στον τομέα του επιχειρείν, τα πράγματα έστω και στάγδην θα βελτιώνονται. Μακάρι να υπήρχαν τολμηροί πολιτικοί που δεν θα υπολόγιζαν το πολιτικό κόστος και να έπαιρναν αποφάσεις που θα έφερναν πιο γρήγορα τον θάνατο της διεφθαρμένης ελληνικής δημοσιοϋπαλληλίας.

Το τέταρτο πρόβλημα είναι η υγεία. Εκεί γίνεται το μεγαλύτερο φαγοπότι και το σώσε. Όσο κι αν αποκρύπτονται ή κουκουλώνονται τα φαινόμενα παρακμής και διαφθοράς, το πρόβλημα ολοένα και θα οξύνεται. Εδώ το πρόβλημα είναι αντίστροφο σε σχέση με την παιδεία. Μάλλον χρειάζεται κρατικοποίηση παρά περαιτέρω ενίσχυση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Στον τομέα της υγείας το πρόβλημα είναι να γίνει ευκρινέστερος ο δημόσιος έλεγχος και χαρακτήρας της, παρά να υπάρξει περαιτέρω ιδιωτικοποίηση. Το «κουμπί» των αλλαγών στην υγεία είναι η εξυγίανση από τα κυκλώματα που τη λυμαίνονται και την εμπορεύονται και ο μόνος τρόπος είναι η λειτουργία με τα αυστηρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια των διοικήσεων των δημόσιων νοσοκομείων.

Παρά λοιπόν τα όσα μεγαλόστομα λέγονται, η Ελλάδα έχει τα φόντα και τις προϋποθέσεις να αναπτυχθεί και να ισχυροποιηθεί. Θα το πετύχει αν δεν κλειστεί στο καβούκι της. Αν αφήσει να τη χτυπήσουν οι άνεμοι της εξωστρέφειας. Αν δεν φοβηθεί και τολμήσει να ταξιδέψει με το κύμα της παγκοσμιοποίησης. Όσο χτίζει αμμόλοφους για να προστατευθεί τόσο θα διαπιστώνει ότι αυτοί θα διαλύονται από τους διεθνείς κυματισμούς. Έχουμε τις προϋποθέσεις να γλιτώσουμε από το τσουνάμι της παγκοσμιοποίησης. Όμως ανά πάσα στιγμή κινδυνεύουμε να πνιγούμε από τα κύματα που σκάνε στα λιμάνια, όταν στ’ ανοιχτά διέρχονται μεγάλα βαπόρια.

Αν καταφέρουμε ν’ αρχίσουν να τέμνονται οι πολλές Ελλάδες, τότε μπορεί και να άδουμε πάλι το άσμα του Πολέμη για το τι είναι πραγματικά σήμερα η πατρίδα μας. Το στοίχημα λοιπόν των νεοελλήνων είναι να βρουν τον νέο Πολέμη που θα τους πει τι άλλο υπάρχει δίπλα στους κάμπους, τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά και τον ήλιο που χρυσολάμπει. Όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά για να συνεχίζουν τα άστρα της να ’ναι φωτεινά…

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]