Παρασκευή, Νοεμβρίου 19, 2010

 

Εικόνες από το μέλλον (20-11-2010)

Η Γερμανία γυρίζει σελίδα στις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επί Κολ, ακόμα και Σρέντερ, το γερμανικό δόγμα ήταν «Εμείς είμαστε το στήριγμα της Ευρώπης» και υπεράνω όλων -ακόμη και των στενά εθνικών συμφερόντων της Γερμανίας- ετίθεντο το συμφέρον και η προοπτική της Ενωμένης Ευρώπης.

Σήμερα η Γερμανία δίνει περισσότερο έμφαση στο εθνικό της συμφέρον. Κάνει διαχωρισμό του Βερολίνου από τις Βρυξέλλες. Αυτή η στροφή από το κοινοτικό στο εθνικό πριμοδοτεί και την τάση που ονειρεύεται μια γερμανική ηγεμονία στην Ενωμένη Ευρώπη.

Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και με την ένταξή τους στην ΕΟΚ, οι Γερμανοί ήθελαν να αποφύγουν την επανεμφάνιση μιας ακραίας ηγεμονικής τάσης στο εσωτερικό της χώρας τους, που τόσα κακά για την Ευρώπη, τον κόσμο, αλλά και την ίδια τη Γερμανία είχε επισωρεύσει. Αυτή της η συμπεριφορά υπαγορευόταν και από την ανάγκη να απαλύνει και να εξαφανίσει τις συλλογικές ενοχές ενός έθνους.

Η κατάρρευση του κομμουνισμού, η επανένωση των δύο Γερμανιών, η αποδρομή μιας ολόκληρης γενιάς και πολιτικών από το προσκήνιο της χώρας δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για τη στροφή της Γερμανίας που σήμερα φαίνεται να συντελείται. Η οικονομική κρίση ήταν ο καταλύτης για να αρχίσει να αποκρυσταλλώνεται αυτή η τάση και να εκφράζεται από μια πολιτικό που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ανατολική Γερμανία.

Ενδεχομένως η οικονομική κρίση να φόβισε τους Γερμανούς, καθώς επανήλθαν οι μνήμες του Μεσοπολέμου, όταν η τότε οικονομική κρίση εξέθρεψε τον πληθωρισμό, εκσφενδόνισε στα ύψη την ανεργία, που ήταν η μαγιά για την ανάπτυξη του ναζισμού.

Ίσως φοβούνται ότι, εάν δεν «αποστειρωθούν» από αυτά τα φαινόμενα στα οποία μπορεί να οδηγήσει την Ευρώπη η κρίση των «γουρουνιών» (PIGS, ήγουν Portugal, Italy, Greece, Spain), με αρχή την Ελλάδα, θα αναπτυχθεί εκ νέου μια ακραία ηγεμονική τάση στο εσωτερικό τους.

Τα παραπάνω τα γράφαμε στις 20 Μαρτίου ενεστώτος έτους. Σήμερα, εννέα μήνες μετά, αποκτούν δραματική επικαιρότητα, καθώς η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ δείχνει απροκάλυπτα τις προθέσεις της. Θέλει είτε η Ευρώπη να μπει κάτω από το φουστάνι της είτε μερικά από τα «γουρούνια» (στα οποία εν τω μεταξύ προσετέθη και η Ιρλανδία και από «PIGS» έγιναν «PIIGS») να σφαχτούν και να γίνουν το κύριο πιάτο στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι των Γερμανών.

Βεβαίως, για να είμαστε δίκαιοι, θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι η όρεξη της εριτίμου κυρίας Μέρκελ άνοιξε επειδή τα «γουρούνια» ήταν -και ορισμένα συνεχίζουν να είναι- απείθαρχα στις δημοσιονομικές νόρμες που παλαιόθεν απεδέχθησαν και ειδικότερα μετά την ένταξή τους στη ζώνη του ευρώ.

Και φυσικά θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν μας τη φωτογραφία της στήλης. Είναι τραβηγμένη το 1923 στο Βερολίνο. Τότε που τα λεφτά δεν τα μετρούσαν, αλλά έπρεπε να τα ζυγίζουν.

Το 1923 ένα λίτρο γάλα στη Γερμανία κόστιζε 26 δισ. μάρκα και ένα καρβέλι ψωμί 105 δισ. μάρκα. Η Μέρκελ μεγάλωσε με τους γονείς και τους παππούδες της να της αφηγούνται τέτοιες ιστορίες.

Στη μνήμη της αυτές οι εικόνες πρέπει να ’ναι ανεξίτηλα χαραγμένες. Τα δίσεκτα χρόνια των προγόνων της λογικό είναι να τη στοιχειώνουν και να μη θέλει να τα ζήσει και η ίδια και οι γερμανόπαιδες.

Εκτός από τον γερμανικό ιμπεριαλισμό υπάρχει λοιπόν και η μνήμη της φρίκης, η οποία σε μία προτεσταντικής ηθικής γυναίκα και πολιτικό, όπως η Μέρκελ, μετατρέπεται σε ψυχαναλυτική εμμονή που πρέπει να απωθηθεί.

Το λάθος, όμως, της καγκελαρίου και της Γερμανίας είναι ακριβώς αυτό. Τέτοιες μνήμες έχουν και οι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί. Η μελλοντική εξαφάνιση αυτών των εικόνων δεν μπορεί να γίνει με την απώθηση, αλλά με την κοινή προσπάθεια αποτροπής τους.

Η ατομική στάση (υπό την έννοια του ενός έθνους-κράτους) δεν είναι η ενδεδειγμένη μέθοδος, ειδικά όταν αυτή υιοθετείται σ’ ένα συλλογικό περιβάλλον όπως είναι η υπερεθνική νομισματική και πολιτική προσωπικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και δεν πρέπει να υιοθετείται αυτή η στάση από ένα κράτος το οποίο ευθύνεται εν πολλοίς για δύο παγκόσμιους πολέμους.

Θα ήταν τραγικό για τη Γερμανία, που για σχεδόν μισόν αιώνα μετά το 1945 κατέβαλε τόσες προσπάθειες να σβήσει τις ενοχές της και το πέτυχε, να γίνει ξανά η αιτία ενός τρίτου παγκόσμιου πολέμου – ορισμένα επεισόδια του οποίου ήδη βιώνουμε στη δημοσιονομική, χρηματοπιστωτική και νομισματική του μορφή, που οδηγούν κράτη στο περιθώριο και λαούς στη φτώχεια, την ανεργία και την εξαθλίωση.

Όπως θα ήταν τραγικό και για την Ευρώπη μια εργώδης προσπάθεια δεκαετιών για την ενοποίησή της να τιναχθεί στον αέρα από τον ηγεμονισμό ενός κράτους, το οποίο ναι μεν συνέβαλε αποφασιστικά στο να οικοδομηθεί ένας νέος ισχυρός πόλος στον κόσμο, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και βοηθήθηκε σημαντικά ώστε να επανενωθεί και να ξαναγίνει από «μεγάλος ηττημένος» μια οικονομικά εύρωστη χώρα και ένας ισχυρός παίκτης στη διεθνή σκακιέρα.

Η Άνγκελα Μέρκελ πρέπει να κατανοήσει ότι η δύναμη της Γερμανίας είναι δάνεια και συνυφασμένη με τη δύναμη της Ε.Ε. Το ίδιο και η ανάπτυξή της. Δεν μπορεί αίφνης από ένοικος να γίνει ιδιοκτήτης του ευρωπαϊκού σπιτιού. Ούτε από εταίρος να μεταβληθεί σε αφεντικό.

Μπορεί να απαιτεί -και δικαίως- καλύτερη δημοσιονομική πειθαρχία από τους άλλους, επειδή εισφέρει περισσότερα στον κοινοτικό προϋπολογισμό, αλλά δεν μπορεί να γίνει και τοκογλύφος των αδύναμων κρατών-μελών. Μπορεί -και ευλόγως- να φοβάται ότι το ευρώ με τη στάση ορισμένων θα γίνει «βούτυρο», αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να ετοιμάζεται αν χρειαστεί να γυρίσει στο μάρκο.

Αντί να απειλεί με εξώσεις και ελεγχόμενες χρεοκοπίες, καλόν θα ήταν να ακούσει και να υιοθετήσει τα αιτήματα για έκδοση ευρω-ομολόγου, επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και ελάττωση του επιτοκίου, αλλά και να επεξεργαστεί από κοινού με τους εταίρους της κάθε πρόσφορη μέθοδο μείωσης χρεών και ελλειμμάτων.

Ναι, να μη θιγεί η ίδια, αλλά, αν οι άλλοι πεθάνουν, ούτε η Γερμανία θα μπορέσει να ζήσει. Ιδιαίτερα στους αβέβαιους και ταραγμένους καιρούς που ζούμε, η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αντιμετωπίσει τις μελλοντικές απειλές μόνον ενωμένη και όχι φιλάσθενη και υποταγμένη σε ένα νέο Ράιχ.

Τα χειρότερα είναι μπροστά μας. Όχι για τους Έλληνες, τους Ιρλανδούς, τους Πορτογάλους, τους Ισπανούς. Για όλους. Τείχη ασφάλειας για έναν έκαστο χωριστά δεν υπάρχουν. Το μόνο τείχος ασφαλείας είναι ένα και είναι κοινό. Για ολόκληρη την Ε.Ε.

Μόνον έτσι θα μπορέσει να αντιμετωπίσει την απειλή είτε εκείθεν του Ατλαντικού είτε της Κίνας. Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση καταρρεύσει οικονομικά, τότε θα καταστεί βορά στις επιθέσεις της λαθρομετανάστευσης και της τρομοκρατίας, που αποτελούν τις σύγχρονες «μάστιγες του Θεού».

Αυτό που δεν κατανοεί ή δεν θέλει να κατανοήσει η Μέρκελ αρχίζουν φαίνεται να το κατανοούν οι άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες και πρώτοι απ’ όλους αυτοί που τα κράτη και οι λαοί τους είναι με τη θηλιά περασμένη στον λαιμό. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρόσφατη διαφωνία του Γ. Παπανδρέου με τη σιδηρά καγκελάριο για την προβληματική ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας βρήκε ευήκοα ώτα και μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά εγράφη στους «Financial Times», «ο Έλληνας πρωθυπουργός είπε δημόσια αυτό που σκέφτονται ή συζητούν ιδιωτικά όλοι οι άλλοι».

Για να συνετιστεί και να ανακρούσει πρύμναν η Γερμανία θα πρέπει η διαφωνία Παπανδρέου να γίνει διαφωνία και προβληματισμός και των άλλων Ευρωπαίων ηγετών. Θα πρέπει και οι άλλοι πρωθυπουργοί και αρχηγοί κρατών και όλοι όσοι συμμετέχουν και αποφασίζουν στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να πουν «nein» στον γερμανικό ηγεμονισμό, ο οποίος, εάν δεν συναντήσει σήμερα αντίσταση, αύριο μπορεί να μετατραπεί σε παγγερμανισμό και μεθαύριο να έχει ολέθριες συνέπειες για την Ευρώπη και τον κόσμο.

Αυτό σε καμία βέβαια περίπτωση δεν πρέπει να λάβει τη μορφή αντιγερμανισμού, όπως κάποιοι μικρόνοες και ακραίοι εθνικιστές -είτε εδώ είτε αλλαχού- επιθυμούν. Η Γερμανία είναι σύμμαχος και οι πολίτες της εταίροι. Το δε μέλλον μας είναι κοινό.

Κατ’ αναλογίαν, η ανάγκη που υπάρχει σήμερα στην Ευρώπη για ενότητα και συνεννόηση υπάρχει και στα καθ’ ημάς. Η οικονομική κρίση, η παραγωγική αποσάθρωση, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός, η κοινωνική κατάρρευση, το μνημόνιο με την τρόικα δεν είναι προβλήματα τα οποία μπορεί να διαχειριστεί και να αντιμετωπίσει ένα κόμμα.

Η ανασυγκρότηση της χώρας είναι εθνική υπόθεση και δεν μπορεί να διεκπεραιώνεται μόνο από την παρούσα κυβέρνηση. Δεν μπορεί να απαιτούμε κοινοτική αλληλεγγύη και να μην υπάρχει εθνικό μέτωπο. Θα πρέπει το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, αλλά και των κοινωνικών οργανώσεων και των επαγγελματικών φορέων, να κατανοήσει ότι ή όλοι μαζί θα σωθούμε ή όλοι μαζί θα πνιγούμε. Είναι γελασμένοι όσοι νομίζουν ότι το φίδι θα το βγάλει μόνος του ένας από την τρύπα.

Εάν συνεχίσουμε να άδουμε, και μάλιστα κακόφωνα, για το παρελθόν και να θρηνούμε για το άδικο παρόν, το μόνο που προετοιμάζουμε είναι ένα ζοφερό μέλλον, όπου για να αγοράσουμε ένα μπουκάλι γάλα θα χρειαζόμαστε 100 δισ. δραχμές, για ένα καρβέλι ψωμί 500 δισ. και για ένα κομμάτι ψητού γουρουνιού 1 τρισ., εάν υπάρχουν γουρούνια και δεν έχουν πεθάνει από την ασιτία και αν υπάρχουν ζυγαριές για να ζυγίζουμε τα χαρτιά που θα ονομάζουμε χρήματα.

Καιρός λοιπόν να σοβαρευτούμε και να βρούμε όχι τα μίνιμουμ στα οποία μπορούμε να συνεννοηθούμε, αλλά τα μάξιμουμ που μας ενώνουν, ώστε να κρατήσουμε το τελευταίο οχυρό που μας απέμεινε. Αυτό της επιβίωσης και της αξιοπρέπειας. Οι καιροί ου μενετοί...

Δευτέρα, Νοεμβρίου 15, 2010

 

Ο δωδεκάλογος του Γιώργου (13-11-2010)

Στις 23 Οκτωβρίου από αυτή εδώ τη στήλη σημειώναμε: «...Επειδή οι Έλληνες σχεδόν πάντα πάνω από την κάλπη σκέφτονται σωστά, το πιθανότερο που θα συμβεί είναι ούτε ο ένας να κερδίσει ούτε ο άλλος να χάσει. Απλώς θα έχει σπαταληθεί αδίκως πολύς χρόνος, που όμως θα έχει σοβαρή επίπτωση. Θα έχει κάνει την υλοποίηση του μνημονίου πιο δύσκολη. Και κατ’ επέκτασιν τη ζωή μας...». Όπερ και εγένετο.

Τα κομματικά επιτελεία μπορεί να ερίζουν για το αποτέλεσμα της κάλπης και να ασχολούνται με τα χρώματα (πράσινα ή γαλάζια) των περιφερειών, όμως η ζωή είναι αλλού. Το ίδιο και τα προβλήματα. Το μόνο καλό, για την οικονομία και τη χώρα, που βγήκε από την κάλπη είναι ότι απεφεύχθησαν οι πρόωρες βουλευτικές εκλογές.

Η Ελλάδα δεν μπήκε σε μια περιπέτεια της οποίας η σίγουρη κατάληξη θα ήταν η ακυβερνησία, η κοινωνική αναστάτωση και η οικονομική χρεοκοπία. Αυτή την Κυριακή, ήκιστα ενδιαφέρει αν θα εκλεγεί ένας πολιτικός Καραγκιόζης, όπως ο Ψωμιάδης, ή ένας πολιτικός οτοστοπατζής, όπως ο Τατούλης. Και οι δύο σε μια σοβαρή χώρα δεν θα υπήρχαν. Έπρεπε να έχουν βγει είτε στην ανεργία είτε στη σύνταξη και μαζί τους και αυτοί που τους επέλεξαν.

Αυτή την Κυριακή, οι πολίτες ας εκλέξουν όποιον θεωρούν καλύτερο και ικανότερο να διαχειριστεί τις τοπικές υποθέσεις. Ό,τι μηνύματα ήταν να στείλουν τα έστειλαν και αν οι παραλήπτες δεν τα έλαβαν κακό του κεφαλιού τους.

Από τη Δευτέρα, όμως, πρέπει να σταματήσει αυτή η σαχλαμάρα με τους «μνήμονες» και τους «αμνήμονες». Η χώρα πρέπει να ανασυγκροτηθεί και να κυβερνηθεί με βάση το μνημόνιο. Ό,τι και να λέμε, όσες διαφωνίες και να έχουμε, το μνημόνιο που υπογράψαμε με την τρόικα είναι μια πραγματικότητα που δεν ανατρέπεται.

Εκτός κι αν υπάρχει κάποιος άλλος που θέλει να μας δανείσει χρήματα και να του τα επιστρέψουμε όταν θα έχουμε. Εάν υπάρχει κάποιος τέτοιος, ευχαρίστως να έλθει και να του στήσουμε όχι ένα αλλά εκατό αγάλματα καθ’ άπασαν την επικράτεια, αρχής γενομένης από την πλατεία Μπέλλου του Αγρινίου, να γράψουμε τ’ όνομά του με χρυσά γράμματα στη μετώπη του Παρθενώνα και κάθε Κυριακή να μνημονεύουμε το όνομά του στις εκκλησίες.

Το ίδιο να κάνουμε, να καταγγείλουμε δηλαδή αύθις και παραχρήμα το μνημόνιο, εάν υπάρχει άλλος τρόπος -χωρίς να πτωχεύσουμε και να φύγουμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση- να βρούμε τα λεφτά που χρειάζονται για να πληρώσουμε τα δάνεια, να μειώσουμε τα ελλείμματα και να εξαφανίσουμε το χρέος.

Εάν υπάρχει, να ειπωθεί τώρα. Μέχρι στιγμής, πάντως, δεν έχω ακούσει τίποτε το συγκεκριμένο. Αρλούμπες και λόγια του αέρα. Ακόμη και ο Αντ. Σαμαράς, που συντάχθηκε με τους «αμνήμονες» για ιδιοτελείς κομματικούς λόγους, σεβαστούς καθ’ όλα, αλλά όχι και δικαιολογημένους για ένα αστικό κόμμα εξουσίας, εάν εκλεγεί, όπως μας είπε, θα σεβαστεί το μνημόνιο.

Από Δευτέρα, λοιπόν, τέρμα το καλαμπούρι και να κοιτάξουμε να δούμε πώς θα βγούμε μια ώρα ενωρίτερον στις αγορές χρήματος, ώστε να εξασφαλίσουμε εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης για να απαλυνθούν οι επιπτώσεις από τη δρακόντεια δανειακή σύμβαση που υπογράψαμε. Λόγια όμορφα και παχιά, που να χαϊδεύουν αυτιά και να διεγείρουν το θυμικό, μπορώ να λέω κι εγώ.

Και, πιστέψτε με, μπορώ να τα πω καλύτερα από πολλούς μικρούς Ροβεσπιέρους και Ιαβέρηδες. Και να γράψω καλύτερους λίβελους. Όμως, σήμερα, το πρόβλημα της χώρας δεν είναι να γίνεται κάποιος αρεστός. Ή καλύτερα το πρόβλημα είναι ακριβώς αυτό· ότι σχεδόν όλοι θέλουν να είναι «φίλοι του λαού». Όμως πραγματικός φίλος του λαού, σήμερα, είναι αυτός που θα του πει την αλήθεια.

Και η αλήθεια είναι μία και μόνη: είμαστε ένα κράτος ουσιαστικά πτωχευμένο και για να σταθούμε ξανά στα πόδια μας πρέπει να κάνουμε θυσίες. Αιματηρές, σκληρές και προφανώς άδικες για την πλειονότητα των πολιτών, και ιδιαίτερα τους αδύναμους, οι οποίοι πλήττονται δυσανάλογα με τις ευθύνες τους ή ακόμα και εντελώς αναίτια. Για να γίνουν αποδεκτές όμως οι αλλαγές, οι μεταρρυθμίσεις και τα όποια νέα μέτρα χρειάζεται να ληφθούν, θα πρέπει να συμμορφωθεί και ν’ αλλάξει ρότα και η κυβέρνηση.

Η γενική και μόνιμη επίκληση της αναγκαιότητας του μνημονίου έχει κουράσει. Και πάντως δεν ανταποκρίνεται στην εικόνα που η ίδια εκπέμπει. Ειδικά μετά το καλοκαίρι και τον ανασχηματισμό που έγινε, τα πράγματα χειροτέρεψαν. Η φλυαρία, ο ερασιτεχνισμός, η χαλαρότητα, ο αποσυντονισμός, τα υπουργικά βιλαέτια, αλλά και η αλαζονεία σε ορισμένες περιπτώσεις, δημιουργούν αισθήματα δυσαρέσκειας στους πολίτες, ενώ αρχίζουν να «ξύνουν» και την εικόνα του πρωθυπουργού, που μέχρι τώρα ήταν, και δικαιολογημένα, το πλεονέκτημα όχι μόνον της κυβέρνησης, αλλά και της χώρας.

Εάν ο Γ. Παπανδρέου δεν φροντίσει ώστε η κυβέρνησή του να εκπέμψει εκ νέου μηνύματα ενότητας, αποφασιστικότητας και ικανότητας, τότε το μνημόνιο θα αποδειχθεί ταφόπλακα για τον ίδιο, την κυβέρνησή του, τη λεγόμενη δημοκρατική παράταξη, αλλά και για την οικονομία, την κοινωνική συνοχή και το μέλλον της χώρας, που πρωτίστως μας ενδιαφέρουν.

Αναφέρομαι στον Γ. Παπανδρέου όχι μόνον γιατί αυτός είναι ο πρωθυπουργός, αλλά επειδή, παρά τα όποια λάθη και τις αδυναμίες έκανε και έχει, εξακολουθεί να είναι κατά ομολογία ακόμη και αντιπάλων του το «καλό χαρτί» του πολιτικού συστήματος, και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.

Εάν λοιπόν ο Γ. Παπανδρέου θέλει οι πολίτες να συντονιστούν με τις διακηρύξεις, αλλά και την προσπάθειά του να υπάρξουν παραγωγική ανασυγκρότηση, οικονομική ανόρθωση, πολιτική εξυγίανση, κοινωνική μεταρρύθμιση και αξιακή αναμόρφωση, θα πρέπει να βιαστεί.

Η κλεψύδρα του χρόνου αρχίζει και μετρά αντίστροφα. Και τα πράγματα θα δυσκολέψουν επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση εισέρχεται σε περίοδο παρατεταμένης αστάθειας, καθώς ο δημοσιονομικός τυφώνας χτυπά με δύναμη κι άλλες χώρες της, ενώ εντείνεται η κοινωνική αμφισβήτηση στις κυρίαρχες επιλογές του διευθυντηρίου της. Τούτων δοθέντων, ο Γ. Παπανδρέου θα πρέπει:

Πρώτον, να ψηφίσει έναν αξιόπιστο και ρεαλιστικό προϋπολογισμό. Θα πρέπει σ’ αυτόν να αποτυπώνεται με καθαρότητα το οικονομικό του σχέδιο. Ο προϋπολογισμός του 2011 θα πρέπει να είναι τόσον σκληρός, ποσοτικοποιημένος και αληθής όσον απαιτείται για να υλοποιηθούν οι στόχοι του μνημονίου, αλλά και της περαιτέρω περιστολής του κράτους και των δημόσιων δαπανών. Έτσι θα συνεχίσει να έχει σύμμαχο την τρόικα.

Δεύτερον, να μην υποκύψει στις Σειρήνες του λαϊκισμού ούτε και να συνδιαλλαγεί με συντεχνίες και συμφέροντα, προκειμένου να διατηρηθούν προνόμια και χρόνιες δυσπλασίες του δημόσιου βίου. Χάραξε έναν δρόμο και πρέπει να τον βαδίσει χωρίς ταλαντεύσεις και πισωγυρίσματα. Να πιει, αν χρειαστεί, το πικρό ποτήρι μέχρι τέλους. Έτσι θα συνεχίσει να έχει συμμάχους τους «μνήμονες», τους νουνεχείς και σώφρονες πολίτες, ανεξαιρέτως κομματικής τοποθέτησης.

Τρίτον, σταδιακά ν’ αρχίσει να αποκαθιστά, όταν και όπου αυτό είναι δυνατόν, την αφαίμαξη που έγινε στο εισόδημα των λαϊκών τάξεων και ιδιαίτερα των αδύναμων, των χαμηλόμισθων και των συνταξιούχων. Έτσι θ’ αρχίσει να χτίζει μια κοινωνική συμμαχία, χωρίς την οποία είναι αμφίβολο εάν θα μακροημερεύσει πολιτικά.

Τέταρτον, να επικαιροποιήσει τον οδικό χάρτη εξόδου της χώρας από την κρίση. Να (ξανα)γράψει με πιο απλό και κατανοητό τρόπο το εθνικό αφήγημα, ορίζοντας και χρονικά την πορεία, τους μεσοσταθμούς και την έξοδο από το τούνελ. Αυτή τη στιγμή σχεδόν όλοι, μηδέ υπουργών του εξαιρουμένων, αμφιβάλλουν αν το εγχείρημα μπορεί να έχει ευτυχή κατάληξη. Θα πρέπει λοιπόν να εμπνεύσει εκ νέου αισιοδοξία. Μόνον έτσι μπορεί να εξασφαλίσει συστράτευση και να διατηρήσει την αίγλη του κόμματός του σε εθνικό ακροατήριο· που είναι απαραίτητο για να μην αρχίσει να συρρικνώνεται και να έχει την τύχη άλλων κομμάτων που υπέγραψαν μνημόνια με το ΔΝΤ.

Πέμπτον, αν εμπεδωθεί η αντίληψη ότι πορευόμαστε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα, το μόνο που θα συμβεί είναι να πέσουμε σε ξέρα· και να τσακιστούμε. Εάν δεν αναστραφεί η αρνητική ψυχολογία, τίποτε ο Γ. Παπανδρέου δεν θα καταφέρει. Για να επανέλθει η θετική διάθεση, θα πρέπει να υπάρξουν καλές ειδήσεις.

Και καλές ειδήσεις μπορούν να υπάρξουν από έργα και όχι από λόγια. Επιτέλους, ας κατατεθεί αυτός ο αναπτυξιακός νόμος. Επιτέλους, ας ξεπαγώσει αυτό το ΕΣΠΑ. Επιτέλους, ας μπουν μπροστά τα προγράμματα που έχουν συμφωνηθεί και ετοιμαστεί στο πλαίσιο των ΣΔΙΤ. Επιτέλους, ας αποφασιστεί τι θέλουμε να κάνουμε με τους Καταριανούς στο Ελληνικό, με τους Κινέζους στον Πειραιά, με τους Αμερικανούς στην Κοζάνη, με τους Γάλλους στους σιδηροδρόμους.

Επιτέλους, ας αξιοποιηθεί η ακίνητη περιουσία του Δημοσίου, για την οποία τόσα σχέδια και τόσα λεφτά που θα μας φέρει έχουμε ακούσει. Επιτέλους, ας ξεκινήσουν αυτές οι περίφημες αποκρατικοποιήσεις. Μόνον έτσι θα διασφαλίσει την υποστήριξη της επιχειρηματικής κοινότητας και της μεσαίας και μικρής τάξης των επαγγελματιών και εμπόρων που βλέπουν την αγορά να στενάζει.

Έκτον,
να πλαγιοκοπήσει την αντιπολίτευση με προτάσεις συνεννόησης και συνεργασίας. Όταν μια προσπάθεια είναι εθνική, όπως η παρούσα, δεν μπορεί να διεκπεραιώνεται από ένα κόμμα. Ακόμη και πρόταση ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών πρέπει να κάνει ο πρωθυπουργός στον Αντ. Σαμαρά και τη Ν.Δ., προκειμένου να καταδειχθεί ποιος ψεύδεται και ποιος λέει αλήθεια όταν ομιλεί περί εθνικών και πατριωτικών διακυβευμάτων.

Εάν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αρνηθεί, θα είναι υπόλογος στους οπαδούς του και στον ελληνικό λαό και σίγουρα θα χάσει. Εάν συμφωνήσει, τότε οι μεταρρυθμίσεις και οι αλλαγές θα προχωρήσουν, το πολιτικό κόστος θα μοιραστεί, η χώρα θα βγει ενωρίτερον από το μνημόνιο και την κρίση και μετά ανοίγει ο δρόμος για μια Νέα Μεταπολίτευση, πράγμα που συμφέρει και τους δύο. Έτσι θα αναγορευτεί σε εθνικό ηγέτη και δεν θα είναι ένας απλός κομματικός αρχηγός. Κάτι που σήμερα η χώρα χρειάζεται για να «καθοδηγηθεί» σωστά και με αποτελεσματικό τρόπο.

Έβδομον, πρέπει να δυναμώσει το οικονομικό του επιτελείο. Ο υπουργός Οικονομικών βρίσκεται στο στόχαστρο όχι μόνο των πολιτικών του αντιπάλων, αλλά και κυβερνητικών στελεχών. Σίγουρα το έργο που ανέλαβε ο Γ. Παπακωνσταντίνου είναι τιτάνιο και οπωσδήποτε τον ξεπερνά. Θα πρέπει λοιπόν είτε να πλαισιωθεί και από άλλους ικανούς και αποτελεσματικούς συνεργάτες είτε αυτός ο τομέας ευθύνης να δοθεί σε κάποιον άλλον.

Το άριστο θα ήταν να υπάρξει πρόσκληση στον Κ. Σημίτη να διαχειριστεί τις οικονομικές υποθέσεις. Εάν ο πρώην πρωθυπουργός αρνηθεί, τότε το ανάθεμα θα πέσει σ’ αυτόν. Πάντως, η ογκούμενη αμφισβήτηση του υπουργού Οικονομικών, η οποία στην παρούσα φάση αποτελεί το κλειδί για την ευτυχή ή μη κατάληξη του εγχειρήματος, πρέπει να αντιμετωπιστεί με δραστικό τρόπο. Έτσι θα διασφαλίσει τα νώτα του και θα μπορεί να προβάλει το επιχείρημα πως έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να ευδοκιμήσει η οικονομική πολιτική του.

Όγδοον, ο πολιτικός συντονισμός του κυβερνητικού έργου από τους Θόδ. Πάγκαλο και Γ. Ραγκούση παρουσιάζει εμφανή κενά και προκαλεί προστριβές και αντιδράσεις από τα άλλα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου. Επίσης, η πολυδιάσπαση του επικοινωνιακού επιτελείου (Ραγκούσης, Γερουλάνος, Χυτήρης, Πεταλωτής κ.ά.) μόνον σύγχυση προκαλεί. Η εικόνα της κυβερνήσεως μετά τον ανασχηματισμό δεν βελτιώθηκε.

Αντίθετα, επιδεινώθηκε. Δημιουργήθηκαν υπουργικά βιλαέτια και δίδεται η εντύπωση ότι υπάρχουν διαφορετικές προτεραιότητες, άμα και προσωπικές ατζέντες. Ο πρωθυπουργός ίσως θα πρέπει να ανεύρει άλλον τρόπο συντονισμού. Η συγκρότηση μιας ισχυρής κυβερνητικής επιτροπής πιθανότατα θα μειώσει τις αντιθέσεις, θα ενδυναμώσει την εικόνα της κυβερνήσεως και θα διαλύσει την εντύπωση που αρχίζει να σχηματίζεται ότι ο Γ. Παπανδρέου κυβερνά με μια «κλειστή παρέα». Έτσι θα συσπειρώσει το Υπουργικό του Συμβούλιο και θα το κάνει μια γροθιά, όρος απαράβατος για να υλοποιηθεί αποτελεσματικά μια σκληρή οικονομική και κοινωνική πολιτική, όπως η ασκούμενη.

Ένατον,
η δημιουργία του ισχυρού πρωθυπουργικού γραφείου, κάτι οπωσδήποτε απαραίτητο σ’ ένα πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα όπως το ελληνικό, έμεινε ανολοκλήρωτη. Η αναγκαιότητά της, όσο προφανής ήταν όταν τη διακήρυττε ο πρωθυπουργός, άλλο τόσο είναι απαραίτητη σήμερα. Τα σχήματα με τους διεθνείς συμβούλους αποδεικνύεται ότι παρέχουν μεν πληροφόρηση και δίνουν ιδέες, αλλά το πρακτικό αποτέλεσμα είναι μικρό.

Εάν καταφέρει να το συγκροτήσει με άξιους και ικανούς ανθρώπους, και ο ίδιος και οι υπουργοί του θα διευκολυνθούν στο έργο τους και θα υπάρξει ένα ισχυρό κέντρο σταθερής εξουσίας που θα μπορεί να σχεδιάζει και να ελέγχει το κυβερνητικό έργο, αλλά και να συνομιλεί τελεσφόρα με άλλα κέντρα εξουσίας του δημόσιου βίου.

Δέκατον,
πρέπει να βελτιώσει το κυβερνητικό σχήμα. Οι 50 υπουργοί και υφυπουργοί δεν διόρθωσαν τις ατέλειες και τις αρρυθμίες. Ορισμένοι ακόμη δεν έχουν αρμοδιότητες, ενώ κάποιοι άλλοι δίνουν την εντύπωση ότι περισσεύουν. Το ορθό θα ήταν ο πρωθυπουργός να ορίζει και να παύει τους υπουργούς επί τη βάσει των καθηκόντων που τους αναθέτει και σε χρόνο που συμφωνείται. Έκανες τη δουλειά, μένεις. Δεν την έκανες, φεύγεις.

Η κυβέρνηση, στις σημερινές συνθήκες κρίσης, πρέπει να δουλέψει με πρότυπο το μάνατζμεντ των μεγάλων επιχειρήσεων και όχι με το παραδοσιακό μοντέλο διακυβέρνησης, που περισσότερο εξυπηρετεί εκλογικές σκοπιμότητες και κομματικές ισορροπίες. Έτσι θα εξασφαλίσει αποτελεσματικότητα και ευθυκρισία.

Ενδέκατον, χρειάζεται να αναδιοργανώσει το κόμμα του και να επανεκτιμήσει τις σχέσεις του με τα συνδικάτα. Και στους δύο αυτούς τομείς λόγω λανθασμένων πολιτικών και χειρισμών το ΠΑΣΟΚ έχει «μαύρη τρύπα». Όμως χωρίς οργανωτικές προϋποθέσεις δεν μπορείς να ασκήσεις πολιτική. Θα πρέπει να δώσει το έναυσμα ώστε να ξεκινήσει ένας πλατύς και σε βάθος διάλογος για την κατάσταση που βρίσκεται η χώρα, το πολιτικό σύστημα, τα συνδικάτα και για το τι πρέπει να γίνει.

Μόνον έτσι θα συσπειρωθούν τα μέλη, τα στελέχη και οι οπαδοί του. Μόνον έτσι θα δημιουργήσει «αναμεταδότες». Μόνον έτσι μπορεί να συγκροτήσει «μέτωπο μνημόνων». Μόνον έτσι μπορεί να δημιουργήσει έναν νέο κοινωνικό και πολιτικό συνασπισμό εξουσίας.

Δωδέκατον, θα πρέπει να αναθεωρήσει ορισμένες πλευρές της πολιτικής του, ώστε σταδιακά να δημιουργηθούν οι όροι προκειμένου να επιτύχει καλύτερες συνθήκες επαναδιαπραγμάτευσης, όταν χρειαστεί, του μνημονίου και κυρίως του τρόπου και του χρόνου αποπληρωμής του δανείου.

Αυτό συνδέεται και με την ανάπτυξη δεσμών με άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις και κυβερνήσεις που διαφωνούν με την κατεύθυνση που παίρνει η Ευρώπη υπό τη γερμανική ηγεμονία. Έτσι, αφενός η προσπάθεια της χώρας θα αποκτήσει συμμάχους διεθνώς, τουλάχιστον μεταξύ όσων αντιμετωπίζονται ως «λεκέδες» της Ε.Ε., και αφετέρου θα μπορέσει να ενσωματώσει και να δώσει διέξοδο στην κριτική που του ασκείται εντός της χώρας.

Ορισμένα από τα παραπάνω μπορεί να φαίνονται αντιφατικά μεταξύ τους. Όμως δεν είναι. Αντιφατική είναι η ζωή με το μνημόνιο. Για να μπορέσει ο Γ. Παπανδρέου και η κυβέρνησή του να βγάλουν τη χώρα από την επιτήρηση και την κρίση πρέπει να κινηθούν ευέλικτα. Εν τινι τρόπω, ο πρωθυπουργός θα πρέπει να κάνει πιρουέτες σε ναρκοπέδιο.

Δυστυχώς, έτσι είναι. Αυτόν τον ρόλο έχει αναλάβει. Και πρέπει να τα καταφέρει. Διαφορετικά, αν πατήσουμε νάρκη, η χώρα στην καλύτερη των περιπτώσεων θα ακρωτηριαστεί...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]