Δευτέρα, Ιανουαρίου 05, 2009

 

4 ... 3 ... 2 ... 1 ... Ανασχηματισμός (03-01-2009)

Όλοι περιμένουν τον ανασχηματισμό. Όλοι πιστεύουν ότι αυτός δεν θ’ αργήσει. Ότι θα γίνει την ερχόμενη εβδομάδα. Πιθανότατα την Παρασκευή το πρωί ή το αργότερο τη μεθεπόμενη Τετάρτη θα γνωρίζουμε το νέο υπουργικό σχήμα.

Τα όσα γράφονται και λέγονται σχετικά με τη σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου κατά βάσιν εκπορεύονται είτε απ’ όσους επιθυμούν να συνεχίσουν να μετέχουν στην κυβέρνηση είτε από αυτούς οι οποίοι επιθυμούν να αναλάβουν χαρτοφυλάκιο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο πρωθυπουργός μέχρι στιγμής δεν έχει κοινοποιήσει σε κανέναν τις όποιες σκέψεις έχει για τον ανασχηματισμό. Ούτε για τον χρόνο που θα τον πραγματοποιήσει ούτε για τα πρόσωπα που θα περιλαμβάνει.

Άνθρωποι του στενού οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντός του χαρακτηρίζουν, αυτή την περίοδο, τον Κ. Καραμανλή με τρεις λέξεις: μόνο, σκεφτικό και δύσθυμο. Αυτό για τους γνωρίζοντες την ψυχολογία του πρωθυπουργού σημαίνει ότι είναι αποφασισμένος για εκτεταμένες και σε βάθος αλλαγές της κυβέρνησης.

Τυχόν «μερεμέτια» και περιορισμένες μετακινήσεις είναι σίγουρο ότι θα εκπλήξουν. Θα είναι σαν ο Κ. Καραμανλής να έχει παραιτηθεί από κάθε προσπάθεια ανάταξης της δυσμενούς για τη συμπολίτευση κατάστασης και εκ παραλλήλου να υπογράφει το άδοξο τέλος της δικής του πολιτικής καριέρας.

Αφ’ ης στιγμής ο ανασχηματισμός έχει αναχθεί σε κομβικό σημείο της εφεξής πορείας της συντηρητικής παράταξης, της κυβέρνησης, προσωπικά του ίδιου του πρωθυπουργού, αλλά κυρίως για τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, είναι μάλλον λογικό να μη θέλει ν’ ακούσει τις «συμβουλές» κάποιων, είτε αυτοί είναι κυβερνητικά στελέχη είτε δημοσιολογούντες και παράγοντες διαμόρφωσης της κοινής γνώμης. Και τούτο επειδή γνωρίζει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο τη ρήση του θείου του, Κωνσταντίνου Καραμανλή, ότι «με συμβουλές δεν γίνεται πολιτική». Όπως γνωρίζει επίσης ότι από τις αποφάσεις που θα λάβει θα τον κρίνει η Ιστορία.

Αν αυτές είναι επιβεβαιωτικές του κλίματος διεκπεραίωσης και της ήσσονος προσπάθειας που χαρακτηρίζουν τον ίδιο, αλλά και την πλειονότητα των υπουργών του, τότε είναι προτιμότερο να παραδώσει από τώρα στον επόμενο. Τη μεν πρωθυπουργία στον Γ. Παπανδρέου, τη δε αρχηγία της Ν.Δ. στην (επικρατέστερη, ως φαίνεται, διάδοχό του) Ντ. Μπακογιάννη. Και πρέπει να το πράξει άμεσα γιατί οι καιροί -εκτός από δύσκολοι- είναι και παράξενοι για τη χώρα, την οικονομία της, το πολιτικό της σύστημα και την κοινωνική συνοχή της. Αν με τον ανασχηματισμό απλώς προσπαθήσει να παίξει «καθυστέρηση», τότε θα είναι υπόλογος για όσα δυσάρεστα ήθελε συμβούν.

Αν, αντίθετα, όντως δείξει ότι έχει διάθεση και είναι αποφασισμένος να αντιπαλέψει τις αντιξοότητες, τότε ίσως μπορέσει, υπό προϋποθέσεις, να πάει το ματς στην παράταση και ίσως στα πέναλτι της μη αυτοδυναμίας, παρ’ ότι στο ημίχρονο ηττάται με 3-0 (πρόθεση ψήφου, παράσταση νίκης, αντιμετώπιση προβλημάτων).

Και, βέβαια, μέσω του ανασχηματισμού θα πρέπει να ξεκαθαρίσει τις σχέσεις του με τους κορυφαίους υπουργούς και τους λεγόμενους «νεοβαρόνους» της συντηρητικής παράταξης, οι οποίοι κάνουν τα πάντα -είτε με δημόσιες τοποθετήσεις είτε με παρασκηνιακές διομολογήσεις και δωσιδικίες με πρόσωπα της λεγόμενης διαπλοκής συμφερόντων είτε με κομματικούς φραξιονισμούς- για να αναδείξουν και να υπερπροβάλουν το υφιστάμενο πολιτικό, διαχειριστικό και συντονιστικό κενό εξουσίας του Μαξίμου.

Καλώς ή κακώς, και τουλάχιστον προσώρας, στην Ελλάδα το σύστημα είναι πρωθυπουργοκεντρικό και ο σχηματισμός ή η ανασύνθεση της κυβέρνησης συνεχίζει να είναι πρωθυπουργική προνομία. Μέσω λοιπόν του ανασχηματισμού ο Κ. Καραμανλής καλείται να αποδείξει ότι ο ίδιος συνεχίζει να παραμένει, ουσία και τύποις, το «αφεντικό» και δεν είναι όμηρος της οριακής δεδηλωμένης που διαθέτει.

Βεβαίως, εκτός της αναδιανομής των υπουργικών χαρτοφυλακίων, πρέπει να συγκροτήσει, εν είδει «Συμβουλίου Ασφαλείας», και ένα αξιόπιστο και αξιόμαχο πρωθυπουργικό κέντρο στο Μαξίμου, κάτι το οποίο πέντε χρόνια τώρα δεν έχει καταφέρει.

Και ερχόμαστε στην ουσία του ανασχηματισμού. Τις πολιτικές και τη δομή του νέου σχήματος. Θα συνεχίσουν να είναι οι ίδιες και το μόνο που θ’ αλλάξουν είναι τα πρόσωπα; Αν αυτό συμβεί, τζάμπα κόπος. Αν μεν ο ανασχηματισμός είναι λάιτ, το όποιο ενδιαφέρον θα εξατμιστεί σε οκτώ ώρες. Από τις 12 το μεσημέρι μέχρι τα δελτία ειδήσεων των 8. Αν είναι εκτεταμένος (σε αλλαγές προσώπων), άντε να κρατήσει τρεις μέρες. Όσο διαρκούν και τα θαύματα.

Στη φάση που βρίσκεται η κυβέρνηση -και κυρίως η χώρα- μόνον ριζικές αλλαγές σε πρόσωπα, δομές και κυβερνητικές προτεραιότητες μπορούν να δημιουργήσουν ενδιαφέρον και να προσδώσουν ενδεχομένως δυναμική. Από αυτή την άποψη, μόνον εάν οι ριζικές τομές και αλλαγές συνδυαστούν με μια πολύ συγκεκριμένη, συνεκτική και μετρήσιμη (ως προς τον χρόνο εκτέλεσης) δέσμη αποφάσεων για τα μείζονα θέματα των πολιτών (οικονομική δυσανεξία, κοινωνική και εργασιακή ανασφάλεια, εκπαιδευτική απορρύθμιση κ.ά.) μπορούν να αποδώσουν. Το ερώτημα, βέβαια, είναι σε ποιο βαθμό;

Από τις δημοσκοπήσεις φαίνεται ότι υπάρχει αποκρυστάλλωση των διαθέσεων του εκλογικού σώματος. Και αυτές είναι υπέρ του ΠΑΣΟΚ και των κομμάτων της Αριστεράς και εις βάρος της Ν.Δ. Για να ελπίζει ο Κ. Καραμανλής ότι μπορεί να υπερπηδήσει αυτόν τον σκόπελο, θα πρέπει όλα τα προηγούμενα να τα συνδυάσει με δύο επίσης τολμηρές κινήσεις. Πρώτον, να δεσμευτεί ότι το «πακέτο» των ως άνω αποφάσεων (νέες πολιτικές και κυβερνητικές προτεραιότητες) θα κριθεί από τον λαό σε σύντομο χρόνο και, δεύτερον, ότι εκ παραλλήλου θα προχωρήσει σε έκτακτο κομματικό συνέδριο προκειμένου να υπάρξει ανασύνθεση της δεξιάς παράταξης.

Μόνον έτσι μπορεί να πολώσει τα πολιτικά πράγματα και να αποκτήσει ουσιαστικό διακύβευμα -κάτι που είναι απαραίτητο- η επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Να δημιουργήσει, δηλαδή, εδραία πεποίθηση ότι πάμε σε σύγκρουση δύο «διαφορετικών κόσμων». Ειδάλλως, το μόνο που θα καταφέρει, μετά και τον ανασχηματισμό, είναι να συνεχίσει να μετρά, σε μόνιμη, εβδομαδιαία ή μηνιαία βάση, τις μονάδες διαφοράς υπέρ του Γ. Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ.

Βέβαια, υπό τις παρούσες συνθήκες, ανασύνθεση της δεξιάς παράταξης σημαίνει «επανακόλληση» της Ν.Δ. με τον ΛΑΟΣ του Γ. Καρατζαφέρη. Αυτό σημαίνει ότι θα χάσει τον λεγόμενο «μεσαίο χώρο», πάνω στον οποίο στηρίχθηκε για να κερδίσει τις δύο προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Όμως, ούτως ή άλλως, αυτός ο χώρος φαίνεται ότι έχει εγκαταλείψει οριστικά τη Ν.Δ. για την επόμενη, τουλάχιστον, εκλογική αναμέτρηση.

Το ποσοστό (4-5%) του ΛΑΟΣ όμως είναι κρίσιμο όχι μόνον εκλογικά, αλλά και για να απευθυνθεί σε δυνάμεις που εμφορούνται από παραδοσιακές αξίες της λεγόμενης «λαϊκής Δεξιάς» -όπως η τάξη, η θρησκεία, η πατρίδα- και σε κοινωνικά στρώματα (αγρότες, ηλικιωμένοι, χαμηλοσυνταξιούχοι κ.ά.) με κατά βάσιν συντηρητικές απόψεις, τα οποία, λόγω της μετανάστευσης, αλλά και των πρόσφατων γεγονότων κοινωνικής βίας, εμφανίζονται με φοβική συμπεριφορά.

Αυτού του τύπου η ανασύνθεση της συντηρητικής παράταξης έχει και ένα άλλο μειονέκτημα. Συγκρούεται με την ανάγκη ευρύτερων πολιτικών συμπτώσεων και συναινέσεων προκειμένου να αντιμετωπιστεί η οικονομική και κοινωνική κρίση. Δεδομένης της αρνήσεως του ΠΑΣΟΚ να συμπράξει σε έναν «μεγάλο πρασινομπλέ συνασπισμό», αλλά και της προτιμήσεώς του σε κεντροαριστερές συνευρέσεις, η πολωτική απάντηση (για την ανάδειξη των δύο διαφορετικών κόσμων) «στο ΠΑΣΟΚ - ΣΥΝ» μπορεί κάλλιστα να είναι «Ν.Δ. με ΛΑΟΣ».

Ένα, επίσης, μειονέκτημα μιας τέτοιας «ανασύνθεσης» είναι ότι το άθροισμα των δυνάμεων Δεξιάς - Αριστεράς είναι συντριπτικά σε βάρος της Δεξιάς (40% έναντι 60%). Βεβαίως, επειδή θεωρείται απίθανο να υπάρξει σύμπραξη του ΠΑΣΟΚ με τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ), η εκλογική πόλωση ανάμεσα στην ενωμένη Δεξιά (Ν.Δ. και ΛΑΟΣ) και το ΠΑΣΟΚ ενδεχομένως να αποφέρει καλύτερα αποτελέσματα για τη Δεξιά, ενώ θα απαλύνει (ενσωματώνοντας) στρατηγικά και τα σκληρά και ακραία χαρακτηριστικά του ΛΑΟΣ. Και λέμε «ενδεχομένως» επειδή το πιθανότερο που θα συμβεί, σ’ αυτή την περίπτωση, είναι δυνάμεις (όχι μόνον ψηφοφόροι, αλλά και στελέχη ή ακόμη και βουλευτές) που τώρα στηρίζουν κυρίως τον ΣΥΡΙΖΑ ή και το ΚΚΕ να στραφούν στο ΠΑΣΟΚ προκειμένου να υπάρξει αλλαγή διακυβέρνησης, που φαίνεται ότι είναι και το κυρίαρχο αίτημα.

Ενδεχομένως, όμως, μια τέτοια πόλωση να προκαλέσει προβλήματα εντέλει και στο ΠΑΣΟΚ, καθώς πιθανότατα θα ενταθούν οι πιέσεις για προγραμματική σύγκλιση τουλάχιστον με τον ΣΥΝ. Τυχόν προγραμματική ή προεκλογική «διασύνδεση» της Χαρ. Τρικούπη με την Κουμουνδούρου, όμως, ιδιαίτερα αυτή την περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διάγει και τις καλύτερες των ημερών του ως προς την πολιτική φερεγγυότητα, μάλλον θα είναι απωθητική για τον λεγόμενο «μεσαίο χώρο», και ιδιαίτερα τους νουνεχείς και ψύχραιμους πολίτες, αλλά και τους αποκαλούμενους «νοικοκυραίους» του πολιτικού κέντρου. Αυτό θα αυξήσει τη ρευστότητα.

Βεβαίως, ο Γ. Παπανδρέου θα έχει ένα πλεονέκτημα: Θα μπορεί στην περίπτωση αυτή να αρνηθεί τη συμπόρευση με τα άκρα και, αναπροσαρμόζοντας τη στρατηγική του, να προβάλει την ανάγκη σύμπηξης ενός πολιτικού μετώπου κεντροαριστερής (όχι αριστερής) διακυβέρνησης, ενός κοινωνικού μετώπου πραγματιστικής αντιμετώπισης των προβλημάτων και ενός εκλογικού μετώπου που θα δώσει αυτοδυναμία στις δυνάμεις που επιθυμούν μεν μεταρρυθμιστικές τομές, αλλά με κοινωνική ευαισθησία. Σε κάθε περίπτωση, την εβδομάδα που μας έρχεται, λόγω του ανασχηματισμού, η πολιτική πρωτοβουλία ανήκει στον Κ. Καραμανλή.

Απομένει να δούμε πώς θα τη διαχειριστεί και, κυρίως, αφενός πώς θα μπορέσει να εκτονώσει την ένταση τμημάτων της κοινωνίας, και ιδιαίτερα της νεολαίας, καθώς και των ακροαριστερών οργανώσεων που θέλουν το «πάρτι» να συνεχιστεί, και αφετέρου τι θα πράξει στον τομέα της οικονομίας, όπου όλοι προβλέπουν ότι το 2009 θα είναι η χρονιά της μεγάλης δοκιμασίας και εκεί που θα κριθούν τα πάντα.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]