Δευτέρα, Νοεμβρίου 08, 2010

 

Σε μια κλωστή ... (06-11-2010)

Πεμπτουσία της δημοκρατίας είναι η ψήφος των πολιτών. Ένα δικαίωμα αναφαίρετο και κυριαρχικό για τις δημόσιες υποθέσεις και εξελίξεις. Οι πολίτες με την ψήφο τους μπορούν να διαλέξουν αυτούς που θα τους κυβερνούν, θα τους εκπροσωπούν και θα τους αντιπροσωπεύουν ή να απορρίψουν όποιους δεν θέλουν.

Επίσης, οι πολίτες με την ψήφο τους μπορούν να διαλέξουν την πρόοδο ή την οπισθοδρόμηση. Ακόμη και στην «αυτοκτονία» έχουν δικαίωμα με την ψήφο τους οι πολίτες. Αυτή είναι η δύναμη, η υπεροχή και η διαφορά της δημοκρατίας από τα τυραννικά καθεστώτα και της ψήφου από το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν».

Οι πολίτες είναι υπεύθυνοι για το μέλλον. Το δικό τους, των παιδιών και της χώρας. Βεβαίως, αυτό το δικαίωμα -ως είναι φυσικό- ασκείται περιοδικά σε τακτά και καθορισμένα, συνταγματικά και νομοθετικά, διαστήματα και υπόκειται σε λογής λογής διλήμματα, άμα και εκβιασμούς, από όσους ζητούν τη λαϊκή έγκριση και επιδοκιμασία.

Από αυτή την άποψη, ο γράφων αλλά και ο «ΚτΕ» πιστεύουν ότι δεν μπορούν να υποδείξουν στους πολίτες τι θα πράξουν στις αυτοδιοικητικές εκλογές – οφείλουν να πράξουν αυτό που νομίζουν καλύτερο. Θεωρούμε όμως χρέος μας, επειδή η ψήφος εκτείνεται και στο γενικό σύνολο και επηρεάζει το μέλλον της χώρας, να επισημάνουμε ορισμένα δεδομένα, προβλήματα και διακυβεύματα τα οποία πρέπει να έχουν υπ’ όψιν τους οι πολίτες, προσερχόμενοι στις κάλπες.

Η χώρα βρίσκεται επί ξυρού ακμής. Ό,τι έχτισε με κόπους και θυσίες μετά τον Μάιο κινδυνεύει να γκρεμιστεί. Η εισαγωγή του πολιτικού ρίσκου στην οικονομία είναι καταστροφική. Το αποδεικνύουν η εκ νέου άνοδος των spreads, τα αρνητικά και πάλι δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο για την Ελλάδα και η αναζωπύρωση της δυσπιστίας ξένων οίκων, αναλυτών, ειδημόνων και διαχειριστών κεφαλαίου για το αν μπορούμε να τα καταφέρουμε χωρίς ελεγχόμενη χρεοκοπία.

Η μετατροπή των αυτοδιοικητικών εκλογών σε μετωπική και γενική πολιτική αναμέτρηση ήταν ό,τι χειρότερο μπορούσε να συμβεί, ειδικά σε μια στιγμή που όλα έδειχναν ότι το στοίχημα της δημοσιονομικής ευταξίας μπορεί να κερδηθεί από την κυβέρνηση.

Την κύρια ευθύνη για την ανατροπή της θετικής εικόνας και της ψυχολογίας, που είναι το ήμισυ του παντός στην οικονομία, την έχει αναμφίβολα η κυβέρνηση, η οποία υπέκυψε στον άκρατο λαϊκισμό και στην πολιτική αφασία της αντιπολίτευσης να συγκροτηθεί αντιμνημονιακό μέτωπο και απάντησε με το χειρότερο χαρτί, αυτό των εκλογών, το οποίο, αφ’ ης στιγμής «παίχτηκε», λογικό ήταν να εγείρει θέμα πολιτικής σταθερότητας.

Το σύνολο της αντιπολίτευσης, περιλαμβανομένης και της αξιωματικής, όντως από τη στιγμή που υπεγράφη το μνημόνιο με την τρόικα έχει επιδοθεί σε ένα ρεσιτάλ ανευθυνότητας. Όμως, δεν κυβερνά η αντιπολίτευση.

Σε τελική ανάλυση, τα κόμματα της αντιπολίτευσης μπορούν να λένε ό,τι θέλουν. Η γνώμη τους ελάχιστα, τουλάχιστον από τους δανειστές μας, λαμβανόταν υπ’ όψιν και εν πάση περιπτώσει, όπως έδειχναν και οι δημοσκοπήσεις, σχεδόν τίποτε δεν εισέπρατταν από την κυβερνητική φθορά, η οποία διαχεόταν στην αδιευκρίνιστη, την αντιπολιτική και τη διαμαρτυρόμενη ψήφο.

Η κυβέρνηση, μη έχοντας διαγνώσει τις κοινωνικές ροές και αδυνατώντας να συλλάβει την πολιτική δυναμική των «αμνημόνων», πίστευε ότι μπορεί οι εκλογές του Νοεμβρίου να εξελιχθούν σε «δημοψήφισμα για τον Καλλικράτη».

Το λάθος της το αντελήφθη δύο εβδομάδες πριν από την 7η Νοεμβρίου και υπέπεσε σ’ ένα δεύτερο, εγείροντας θέμα εκλογών. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, έχασε το μοναδικό χαρτί που είχε· αυτό της εμπιστοσύνης τόσο των αγορών και των εταίρων μας όσο και των εχεφρόνων πολιτών, ανεξαρτήτως κομματικής προτίμησης.

Ένα χαρτί που ο Γ. Παπανδρέου είχε κατακτήσει με το σπαθί του, με τη συμπεριφορά που για έναν χρόνο επέδειξε και τα γενναία και αντιλαϊκά, πλην αναγκαία, μέτρα που πήρε.

Ο πρωθυπουργός έπρεπε έγκαιρα να έχει, μέσω κατάλληλα επεξεργασμένων πολιτικών, συγκροτήσει το μέτωπο των «μνημόνων». Ένα εθνικό μέτωπο που θα διαπερνούσε εγκάρσια το σύνολο τόσο του πολιτικοκομματικού συστήματος όσο και της κοινωνίας των πολιτών, όπως αυτή οργανώνεται και εκφράζεται στη δημόσια σφαίρα, και να μην έχει ακολουθήσει την ολέθρια, πολιτικά και εκλογικά, τακτική των συνεργατών του.

Τα λάθη που έγιναν και από την κυβέρνηση και από την αντιπολίτευση είναι πολλά. Αυτή τη στιγμή δίδεται η εντύπωση ότι τα κόμματα πολιτεύονται ιδιοτελώς, με βάση το συμφέρον τους, αγνοώντας το συμφέρον της κοινωνίας και της χώρας, που δοκιμάζονται.

Έχουν αναγάγει τις αυτοδιοικητικές εκλογές σε πεδίο κομματικής συσπείρωσης, αναπαραγωγής και επιβεβαίωσης, αδιαφορώντας για το γενικότερο καλό και το εθνικό συμφέρον.

Εάν οι κάλπες αναδείξουν ένα ρευστό τοπίο, του οποίου βασικό χαρακτηριστικό θα είναι η πολιτική αστάθεια, και η χώρα οδηγηθεί σε εκλογές, τότε θα έχει γίνει ένα μεγάλο βήμα για την πτώχευση και τη χρεοκοπία. Ο κίνδυνος να μην μπορέσουμε να εκταμιεύσουμε ακόμη και την τρίτη δόση του δανείου -με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα του κράτους να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του έναντι των πολιτών- δεν θα πρέπει να θεωρείται αμελητέος.

Και βέβαια η οικονομική ασφυξία θα οδηγήσει ακόμη και μεγάλες επιχειρήσεις -ίσως και τράπεζες- σε προβληματικές καταστάσεις που θα επιδεινώσουν έτι περαιτέρω τη χειμαζόμενη οικονομία.

Οι αυτοδιοικητικές κάλπες δεν πρέπει, λοιπόν, να οδηγήσουν σε βουλευτικές κάλπες. Εάν αυτό ήθελε συμβεί, τότε θα ’ναι σαν να ενταφιάζουμε οριστικά την ελπίδα να βγούμε από την κρίση. Και να προετοιμαζόμαστε για τα χειρότερα. Και τούτο γιατί η χώρα θα περιέλθει σε ακυβερνησία.

Η κυβέρνηση, εάν «μαυριστεί» στις αυτοδιοικητικές κάλπες, πώς μπορεί να ελπίζει σ’ ένα καλύτερο αποτέλεσμα στις βουλευτικές εκλογές; Ποιο δίλημμα θα θέσει στους πολίτες; Αυτό που καταψηφίστηκε; «Ψηφίστε με για να εφαρμόσω το μνημόνιο»; Μα, το έθεσε και οι πολίτες το αγνόησαν. Γιατί έπειτα από τρεις εβδομάδες θα σκεφτούν διαφορετικά;

Άρα, το ΠΑΣΟΚ εάν καταψηφιστεί τώρα θα καταψηφιστεί και αύριο είτε -στην καλύτερη περίπτωση- θα αναδειχθεί πρώτο κόμμα, με αμφισβητούμενη όμως τη δεδηλωμένη. Το εκλογικό δίλημμα που έθεσε είναι πολιτικά μυωπικό και χωρίς αύριο. Ή πιάνει στις αυτοδιοικητικές εκλογές ή ψάχνουμε μετά για κάτι άλλο.

Και βέβαια είναι κωμικό να λέγεται ότι ο Παπανδρέου θέλει δήθεν να «δραπετεύσει». Ένας πολιτικός που αγωνίστηκε τόσο για να σώσει τη χώρα του από την πτώχευση δεν μπορεί να υποστηρίζεται σοβαρά ότι θα πάει σε εκλογές για να φύγει. Έφαγε δηλαδή τη λέζα του μνημονίου και θέλει να κατηγορηθεί και ως δραπέτης για να τελειώσουν οριστικά αυτός, η οικογενειακή του παράδοση και η δημοκρατική παράταξη, την οποίαν υπηρέτησαν ο παππούς, ο πατέρας του και ο ίδιος. Αστεία πράγματα.

Ο Γ. Παπανδρέου δραματοποιεί τις εκλογές γιατί πιστεύει ότι, μετά τα λάθη τακτικής και επικοινωνίας που έγιναν, μόνον έτσι μπορεί να ανακόψει τη χαλαρή ψήφο και την τάση αναχωρητισμού των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Εάν το δίλημμα που βάζει πιάσει, θα πρέπει την επόμενη κιόλας ημέρα, από τη 15η Νοεμβρίου, να αλλάξει πολλά πράγματα και στο κόμμα του και στην κυβέρνηση και στο επιτελείο των συνεργατών του. Πρέπει να κυβερνήσει και να διευθύνει διαφορετικά.

Σε αντίθετη περίπτωση, ακόμη κι αν κερδίσει τις αυτοδιοικητικές εκλογές, οι βουλευτικές, κάποια στιγμή, θα του επιβληθούν εκ των πραγμάτων, και μάλιστα με πολύ χειρότερους όρους απ’ ό,τι σήμερα.

Το ίδιο ισχύει και για την αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία έθεσε μεν την καταδίκη του μνημονίου ως ύψιστο στόχο, αλλά χωρίς να επιθυμεί και εκλογές. Και είναι λογικό, αφού δεν είναι έτοιμη και, εάν γίνουν, είναι σχεδόν απίθανο να τις κερδίσει, πολύ περισσότερο να εξασφαλίσει ισχυρή αυτοδυναμία.

Είναι απορίας άξιον, λοιπόν, πώς χωρίς να μπορεί να προσφέρει άμεσα πειστική εναλλακτική διακυβέρνησης θέτει έναν τόσο μαξιμαλιστικό πολιτικό στόχο στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Το κάνει μόνο και μόνο για λόγους κομματικής συσπείρωσης, όπως για λόγους κομματικής συσπείρωσης θέτει και το ΠΑΣΟΚ το θέμα των πρόωρων εκλογών. Μόνον που και οι δύο στρατηγικές είναι αδιέξοδες και επιζήμιες εντέλει για τη χώρα.

Η μόνη περίπτωση να έχουν κάποια εσωτερική (πλην ανείπωτη) συνοχή αυτές οι στρατηγικές είναι εάν θέλουν να εκβιάσουν το εκλογικό σώμα προκειμένου να υπάρξει συγκυβέρνηση. Όμως, εάν αυτός είναι (που δεν είναι) ο ανομολόγητος στόχος, τον υπηρετούν με λάθος τρόπο.

Ένας μεγάλος και κοινοβουλευτικά πανίσχυρος συνασπισμός εξουσίας των δύο κυβερνητικών κομμάτων, που θα οδηγούσε πιο γρήγορα τη χώρα σε έξοδο από την κρίση, θα έπρεπε να διεκδικηθεί με θετικό τρόπο. Να συνομολογηθεί ως ανάγκη και να μην προκύψει ως απάντηση στο αδιέξοδο λαθεμένων και εν πολλοίς ερασιτεχνικών τακτικών των ηγεσιών των δύο κομμάτων.

Οι πολίτες, προσερχόμενοι στις κάλπες, θα πρέπει λοιπόν να σκεφθούν πολύ σοβαρά. Η ψήφος τους θα πρέπει να δοθεί όχι με βάση το θυμικό, αλλά με βάση τη λογική. Είναι εύκολο να καταψηφίσουμε το μνημόνιο, αλλά θα πρέπει να σκεφθούμε και την επόμενη μέρα. Η ρητορική των μικρών κομμάτων μπορεί να χαϊδεύει αυτιά, να ακούγεται ευχάριστα, να περιέχει και αλήθειες, έχει όμως ένα ελλείπον στοιχείο. Απουσιάζει εντελώς η κυβερνητική προοπτική.

Η καταγγελία του μνημονίου, η έξοδος από την Ευρωζώνη, η επιστροφή στη δραχμή και ο μοναχικός δρόμος δεν συνιστούν ουτοπία, είναι εφιάλτης. Οι μόνοι και οι πρώτοι που θα ζημιωθούν είναι οι αδύναμοι. Οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι. Η μικρή και η μεσαία τάξη. Και πάνω απ’ όλα η χώρα.

Εάν τα μικρά κόμματα ζητούσαν την ψήφο για την Αυτοδιοίκηση και μόνο, να τους εδίδετο, και να τους εδίδετο απλόχερα. Δυστυχώς, δεν ζητούν αυτό. Ζητούν να αλλάξει ρότα η χώρα, χωρίς όμως να έχουν σχέδιο και να είναι οι ίδιοι στο τιμόνι. Ανάλογα λοιπόν με το τι ζητούν, θα πρέπει και οι πολίτες να τους ανταμείψουν.

Το ίδιο ισχύει και για τα δύο μεγάλα κυβερνητικά κόμματα. Να ανταμειφθούν γι’ αυτά που ζητούν με γνώμονα αυτά που έκαναν και όσα δηλώνουν ότι είναι διατεθειμένα να κάνουν.

Ορθώς κάποιος θα αντιτείνει ότι αυτά είναι υπεύθυνα για την κατάσταση στην οποίαν ευρίσκεται η χώρα. Να τους επιμεριστούν και να τους καταλογιστούν ευθύνες. Επίσης, ορθώς κάποιος θα ισχυριστεί ότι έγιναν και γίνονται λάθη. Έτσι είναι. Μόνον που η Ιστορία προχωρά με λάθη. Αν όλα είχαν γίνει άψογα, θα έπρεπε από την πρώτη χιλιετία του ανθρώπινου γένους ο Παράδεισος να βρίσκεται επί Γης.

Θα πρέπει με την ψήφο μας να στείλουμε το μήνυμα για τα λάθη που έγιναν και να απαιτήσουμε να διορθωθούν. Μόνον έτσι η ψήφος έχει ουσία. Μόνον έτσι αποτελεί δύναμη στα χέρια των πολιτών. Στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα, θα πρέπει οι πολίτες με την υπεύθυνη ψήφο τους να πάρουν την υπόθεση της σωτηρίας της χώρας στα χέρια τους. Πρέπει, προσερχόμενοι στις αυτοδιοικητικές κάλπες, να ψηφίσουν για το μέλλον και όχι για το παρελθόν.

Δεν θα πρέπει να διαγράψουμε τα όσα με κόπο και θυσίες κερδήθηκαν. Θα πρέπει να είναι μια ψήφος σταθερότητας, άμα και αλλαγών, ώστε η χώρα να συνεχίσει την προσπάθεια να βγούμε μια ώρα ενωρίτερον από την επιτήρηση και την κρίση. Εάν οι πολίτες θεωρούν ότι χρειάζονται βουλευτικές εκλογές, ας το δείξουν με την ψήφο τους.

Εάν θεωρούν ότι είναι καλύτερη η ακυβερνησία, ας το διατρανώσουν κι αυτό με την ψήφο τους. Εάν θεωρούν ότι χρειάζεται να γίνουν διορθώσεις και να συνεχιστεί ο δρόμος των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων με τον ίδιο ή άλλο καπετάνιο, ας το πουν κι αυτό.

Είναι κρίμα όμως η χώρα να «πέσει» για τον Δημαρά, τον Τατούλη και τον Ψωμιάδη. Εάν χρειαζόμαστε κάτι σήμερα, είναι να στείλουμε προς κάθε κατεύθυνση το μήνυμα ότι η Ελλάδα πρέπει να βγει από την κρίση, να βαδίσει τον δρόμο της ανάπτυξης, να ξανασταθεί στα πόδια της η μεσαία τάξη, να αρχίσουν να αναπληρώνονται οι απώλειες που υπέστησαν οι αδύναμοι.

Και βέβαια αφενός να επανακτήσουμε την εμπιστοσύνη των εταίρων μας, των δανειστών μας και των διεθνών αγορών και αφετέρου να δούμε πώς θα πορευθούμε εμείς, μια μικρή και υπό επιτήρηση χώρα, σε μια Ευρώπη που φαίνεται να εισέρχεται σ’ έναν κύκλο παρατεταμένης αστάθειας.

Το μέλλον, λόγω αβελτηρίας και λαθών τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης, κρέμεται από μια κλωστή. Είναι χρέος των πολιτών αυτή να μη σπάσει. H Ελλάδα βρίσκεται στα χέρια τους και η ψήφος τους θα κρίνει την τύχη της. Όπως είναι χρέος και των κομμάτων, ιδίως των δύο μεγάλων, να φερθούν με υπευθυνότητα το βράδυ της 7ης Νοεμβρίου.

Αντί να ερμηνεύσουν την όποια ψήφο των πολιτών ιδιοτελώς, αθροίζοντας πράσινα και γαλάζια χρώματα στις περιφέρειες, και να τσακώνονται για το ποιος νίκησε ή το ποιος έχασε, καλόν θα ήταν, συναισθανόμενοι την ευθύνη τους απέναντι στους πολίτες και στη χώρα, να βάλουν τα «περίστροφα» στη θήκη τους και να πουν με παρρησία τι ακριβώς προτίθενται εφεξής να πράξουν.

Η κυβέρνηση, θέτοντας θέμα πρόωρων εκλογών, κάνει ένα μεγάλο λάθος. Αφαιρεί τη δυνατότητα από τον λαό να «αποσυμπιεστεί», να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του στην αυτοδιοικητική κάλπη.

Άλλωστε, κάπου πρέπει να το κάνει, εάν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι έχει περικοπεί το εισόδημα δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων, έχει αυξηθεί η ανεργία, έχουν μπει χιλιάδες λουκέτα σε επιχειρήσεις και τους έρχεται στο παραπέντε και «η λυπητερή» της περαίωσης. Θα ήταν και έξυπνο εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ να χρησιμοποιήσει τις αυτοδιοικητικές εκλογές ως ένα είδος βαλβίδας ασφαλείας της κοινωνικής χύτρας.

Όλες οι έρευνες δείχνουν ότι δεν αμφισβητείται η κυβερνητική και εκλογική του ηγεμονία. Με το να καταψηφιστούν ορισμένοι κυβερνητικοί υποψήφιοι δεν χάθηκε ο κόσμος. Έγινε και στο παρελθόν και γίνεται παντού.

Εάν ήταν έτσι, ο Ομπάμα, πριν από μερικές ημέρες που έχασε τις εκλογές για τη Βουλή, θα έπρεπε να έχει παραιτηθεί. Το ίδιο και ο Σαρκοζί, όταν ηττήθηκε στις περιφερειακές εκλογές. Εξάλλου, το 70% του εκλογικού σώματος δηλώνει αντίθετο στις πρόωρες εκλογές.

Όταν ο πρωθυπουργός απαιτεί πάση θυσία να υπερψηφιστούν οι κυβερνητικοί υποψήφιοι, παίρνει ένα τριπλό ρίσκο. Πρώτον, να πιεστεί τόσο ο λαός που δεν του δίδεται έστω η δυνατότητα να στείλει ένα μήνυμα διαμαρτυρίας και να αντιδράσει ανάποδα.

Δεύτερον, να ανοίξει ένας ατέρμων κύκλος εκλογολογίας, που θα είναι διαλυτικός και για την κυβέρνηση, την οικονομία και τη χώρα.

Και, τρίτον, να εγκλωβιστεί η ίδια η κυβέρνηση στο δίλημμα και να οδηγηθεί, εκούσα άκουσα, σε εκλογές σε ένα πεδίο ρευστό, που όμως και διαχειρίσιμο και ανατάξιμο θα μπορούσε να είναι, εφόσον επιμείνει στην πολιτική της.

Εξίσου λάθος είναι και η αντιμνημονιακή ρητορική της αντιπολίτευσης. Εάν δεν πάει τόσο καλά όσο πιστεύει στις αυτοδιοικητικές εκλογές και το εκλογικό της ποσοστό δεν δείξει δυναμική εξουσίας, τότε οι επιλογές της ηγεσίας της θα αμφισβητηθούν έντονα και πιθανότατα θα ταλαιπωρηθεί από τις κεντρόφυγες τάσεις που θα αναπτυχθούν υπό την πίεση και των δύο πόλων της Κεντροδεξιάς, του Γ. Καρατζαφέρη και της Ντόρας Μπακογιάννη.

Εάν οδηγηθούμε σε πρόωρες εκλογές, πιθανότατα θα ηττηθεί και θα πρέπει να εύχεται συγκυβέρνηση για να μην απομονωθεί, ενώ, εάν κερδίσει, θα πρέπει να βγάλει τον αντιμνημονιακό μανδύα, κάτι που όμως δύσκολα θα το καταφέρει. Τούτων δοθέντων, ο καθένας ξέρει τις ευθύνες του. Ας τις αναλάβει...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]