Δευτέρα, Μαρτίου 15, 2010

 

Η παρτίδα μόλις άρχισε (13-03-2010)

Η χώρα, τουλάχιστον προσώρας και εφόσον δεν συμβεί κάτι το αναπάντεχο και δραματικό, εσώθη από τη χρεοκοπία, ήτις κυριολεκτικά ευρίσκετο προ των θυρών· αν δεν τις είχε διαβεί κιόλας, όπως καλά γνωρίζουν οι περί τα οικονομικά ειδήμονες.

Το γεγονός αυτό πρέπει να πιστωθεί σχεδόν αποκλειστικά στον πρωθυπουργό. Και πιστώνεται. Άπαντες συνομολογούν -ακόμη και οι αντίπαλοί του το αναγνωρίζουν- ότι η πτώχευση απεφεύχθη χάρη στις δικές του προσπάθειες, στις διεθνείς επαφές που έχει και ενεργοποίησε, καθώς και στην υπερδραστηριότητα που επέδειξε, ιδίως το τελευταίο δίμηνο.

Κάνουν λάθος όσοι νομίζουν ότι αρκούσαν από μόνα τους τα μέτρα που ελήφθησαν για να αναστραφεί το κλίμα στους Kοινοτικούς μας εταίρους, τις αγορές και τα διεθνή Mέσα Eνημέρωσης.

Όπως κάνουν λάθος και όσοι νομίζουν ότι η παρτίδα τελείωσε εδώ. Ότι ο πόλεμος με τους κερδοσκόπους έληξε. Ότι όσα μέτρα ελήφθησαν είναι αρκετά για να κοντρολαριστούν οι δημοσιονομικές ανισορροπίες, να αναταχθεί η οικονομία και να ξεπεραστεί η κρίση. Όχι, η παρτίδα δεν τελείωσε. Μόλις άρχισε.

Όσα έγιναν ήταν οι πρώτες κινήσεις στη σκακιέρα. Τα spreads δεν είναι σίγουρο ότι θα υποχωρήσουν, τουλάχιστον σε βαθμό ικανοποιητικό για να δανειστεί η χώρα. Και επειδή δεν είναι αποδεκτό ό,τι εξοικονομούμε από τα μέτρα να «δωρίζεται» στους κερδοσκόπους, υπάρχουν δύο επιλογές. Είτε να ενεργοποιηθεί ο ευρωπαϊκός μηχανισμός βοήθειας είτε να προσφύγουμε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Εάν οι εταίροι μας στην Ε.Ε. τηρήσουν τα, και παρασκηνιακά, συμφωνηθέντα, έχει καλώς. Διαφορετικά η εκείθεν του Ατλαντικού βοήθεια θα είναι μονόδρομος. Τι θα συμβεί; Οι πιθανότητες είναι μοιρασμένες. Πενήντα πενήντα.

Οφείλει λοιπόν η κυβέρνηση να κρατήσει σε εγρήγορση τα αντανακλαστικά της. Να μην επαναπαυθεί στις δάφνες τού πράγματι επιτυχούς ταξιδιού του πρωθυπουργού σε Βερολίνο, Παρίσι και Ουάσινγκτον.

Το «έξω πάμε καλά» ακούγεται ωραίο ως σύνθημα, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι πάμε τόσο καλά όσο χρειαζόμαστε ή όσο νομίζουμε. Χρειάζεται, λοιπόν, η κυβέρνηση να συνεχίσει αταλάντευτα στον δρόμο που χάραξε ή καλύτερα να επεξεργαστεί έτι περαιτέρω τις λεπτομέρειες για βοήθεια είτε από την Ευρώπη είτε από το ΔΝΤ.

Και, βεβαίως, πάνω απ’ όλα, χρειάζεται να επιμείνει στην εφαρμογή μέχρι κεραίας των μέτρων που εξηγγέλθησαν και να προετοιμάζεται και για άλλα, εφόσον απαιτηθεί να ληφθούν· ελπίζουμε -χωρίς όμως και να μπορούμε να το αποκλείσουμε- όχι τον Ιούνιο ή τον Σεπτέμβριο, αλλά το 2011.

Μόνον η πιστή υλοποίηση του Προγράμματος Σταθερότητας και των πρόσθετων μέτρων που ελήφθησαν μπορεί να κρατήσει ανοιχτό το φως στην άκρη του τούνελ που βρισκόμαστε.

Αντί λοιπόν ορισμένοι κυβερνητικοί και κρατικοί αξιωματούχοι να βαυκαλίζονται με τη διεθνή επιτυχία του πρωθυπουργού, καλόν είναι να επικεντρωθούν αποκλειστικά στο δικό τους έργο.

Η επιτυχία του πρωθυπουργού θα παραμείνει ημιτελής, εάν οι ίδιοι δεν παραγάγουν έργο και μάλιστα με ταχύτατους ρυθμούς. Το φορολογικό νομοσχέδιο και ο αναπτυξιακός νόμος δεν επιτρέπεται να καθυστερήσουν κι άλλο.

Το ασφαλιστικό πρόβλημα, η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, η καταπολέμηση της ληστείας των Ταμείων και του κράτους με τα φάρμακα και τις παροχές υγείας στα νοσοκομεία είναι μέτωπα τα οποία πρέπει να κλείσουν πριν από το καλοκαίρι.

Το ίδιο πρέπει να γίνει και με τις αλλαγές στη δημόσια διοίκηση, με τον «Καλλικράτη» και τις νομοθετικές παρεμβάσεις στην παιδεία. Και βέβαια όλο το βάρος πρέπει να πέσει στα φορολογικά έσοδα και στα «τσαπιά» του ΕΣΠΑ.

Αν δεν μπει χρήμα στα δημόσια ταμεία και δεν εκταμιευτούν πόροι για να ξεκινήσουν έργα, η χώρα δεν πρόκειται να σωθεί. Θα βυθιστεί στην ύφεση, στην ανεργία, αλλά και στον πληθωρισμό που ήδη άρχισε να ανεβαίνει την ανηφόρα και πρέπει παντί τρόπω να ελεγχθεί – ακόμη και με αγορανομικές διατάξεις ή και νομοθετικά διατάγματα.

Διαφορετικά η κοινωνία δεν θ’ αντέξει. Κι όταν η κοινωνία δεν αντέχει, εξεγείρεται. Κι όταν εξεγείρεται η κοινωνία, οι κυβερνήσεις καθίστανται αδύναμες. Και η χώρα δεν αντέχει, ειδικά στη σημερινή συγκυρία, αδύναμες κυβερνήσεις. Αυτό είναι το τρίτο πρόβλημα που θα έχει, διαγενομένου του χρόνου, να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση.

Το πρώτο είναι ο δανεισμός και η εφαρμογή των μέτρων, που μπήκε σε μια σειρά. Το δεύτερο είναι η ταχύτατη παραγωγή ανορθωτικού έργου από το σύνολο των υπουργείων, όπου στους περισσότερους τομείς παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις. Το τρίτο είναι η σχέση της κυβέρνησης με την κοινωνία.

Εδώ το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο, καθώς, λόγω των νεωτερισμών και των καθυστερήσεων που υπήρξαν, αλλά και των μέτρων που ελήφθησαν, η κυβέρνηση εμφανίζεται αυτή τη στιγμή να στηρίζεται μόνο από ένα μικρό ποσοστό, αυτό των λεγόμενων εχεφρόνων πολιτών, των διαμορφωτών της κοινής γνώμης και των ανώτερων κοινωνικοοικονομικά και μορφωτικά στρωμάτων της κοινωνίας.

Αυτό συμβαίνει επειδή όλο το προηγούμενο διάστημα, από τη στιγμή που εξελέγη, δεν φρόντισε ταυτόχρονα με τις πολιτικές και τα μέτρα να «βομβαρδίσει» ιδεολικογοπολιτικά, πνευματικά και επικοινωνιακά την κοινωνία για την αναγκαιότητα ν’ αλλάξει ρότα η χώρα.

Δεν δημιουργήθηκε ένα νέο μπλοκ εξουσίας με στόχο και όραμα τη διάσωση της πατρίδας. Δεν εξηγήθηκε όσο έπρεπε η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Δεν κατεβλήθη προσπάθεια για να περιγραφεί η... άκρη του τούνελ.

Επαναλαμβανόταν μονότονα ότι «τα μέτρα είναι σκληρά και επώδυνα, αλλά αναγκαία». Δεν αρκεί όμως η απλή επίκληση της αναγκαιότητας για να δημιουργηθεί ένα ισχυρό πλειοψηφικό ρεύμα υπέρ των αλλαγών, όταν μάλιστα έχει προηγηθεί ο προεκλογικός παράδεισος των υποσχέσεων.

Σχεδόν όλοι είχαν την εντύπωση ότι αρκούσε ν’ αλλάξει χέρια το γκουβέρνο και η ευμάρεια θα επέστρεφε. Αυτό συνέβη επειδή δεν είχαν δημιουργηθεί ισχυρά κοινωνικοπολιτικά αντιστηρίγματα. Και δεν δημιουργήθηκαν επειδή δεν έγινε κατανοητό ότι μπαίνουμε σε άλλη εποχή.

Με τα παλιά μολύβια επιχειρήθηκε να γραφτεί ο νέος κόσμος. Γι’ αυτό και παρατηρούνται όλα αυτά τα καθημερινά «επεισόδια» – είτε με τους συνδικαλιστές, είτε με τους βουλευτές, είτε με τα κομματικά στελέχη.

Σίγουρα η αιφνίδια «απόδραση» της προηγούμενης κυβέρνησης από την εξουσία στέρησε από την τότε αξιωματική αντιπολίτευση τον χρόνο για να εκπαιδεύσει το κόμμα και τις δυνάμεις που τη στήριζαν στην κατάσταση που θα παραλάμβανε.

Σημαντικό επίσης είναι ότι τον χρόνο που το ΠΑΣΟΚ ήταν στην αντιπολίτευση τον σπατάλησε για εσωκομματικές υποθέσεις και όχι για τις νέες πολιτικές, θεωρητικές και κοινωνικές επεξεργασίες που θα απαιτούσε η επιστροφή του στην εξουσία.

Αναλαμβάνοντας την εξουσία, ως ήτο φυσικό, ασχολήθηκε με τη διαχείριση των δημόσιων και κρατικών υποθέσεων. Χωρίς κόμμα, συνδικάτα, κοινωνικοκοπολιτικές συμμαχίες και αναντίστοιχες, με τη νέα εποχή και την κατάσταση που παρέλαβε και που πρέπει εκ βάθρων ν’ αλλάξει για να διασωθεί η χώρα, θεωρητικές επεξεργασίες, λογικό είναι να εμφανίζεται ως διχασμένο κορμί και να τελεί εν συγχύσει.

Και είναι επίσης λογικό να ογκούται η αμφισβήτηση, επειδή οι κοινωνικές δυνάμεις στις οποίες κατά βάση στηρίζεται το ΠΑΣΟΚ είναι αυτοί που πρωτίστως πλήττονται από τα μέτρα (μικρομεσαίοι, δημόσιοι υπάλληλοι κ.ά.) και η ηγεσία των οποίων (συνδικαλιστές και κρατικοδίαιτα κομματικά στελέχη του κέντρου και της περιφέρειας) περίμενε την αλλαγή του γκουβέρνου για να ξανάρθει στα πράγματα.

Το καλό είναι ότι, έστω και τώρα, έστω και αρνητικά, εξαιτίας του φόβου για τα επερχόμενα, δημιουργείται συνείδηση για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα και για την αναγκαιότητα των μέτρων. Το στοίχημα είναι αν ο Γ. Παπανδρέου θα καταφέρει να συνταιριάξει και τα δύο.

Να κυβερνήσει δηλαδή με πολιτικές και μέτρα που βρίσκονται, όπως και ο ίδιος παραδέχθηκε, έξω από τη φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ και ταυτόχρονα να συγκροτήσει ένα νέο μπλοκ εξουσίας που θέτει ως προτεραιότητα τη διάσωση της χώρας, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα πολιτικές, θεωρητικές, κοινωνικές, κομματικές και συνδικαλιστικές αναφορές.

Είναι δύσκολο, καθώς οι Έλληνες αποδέχονται την αναγκαιότητα μέχρι του σημείου που δεν αγγίζει τους ίδιους και την τσέπη τους.

Είναι όμως και αρκετά πιθανό να τα καταφέρει για τους εξής λόγους:

Πρώτον, ο ίδιος έχει αναδειχθεί σε ένα πολύ ισχυρό χαρτί της κυβέρνησης και της χώρας.

Δεύτερον, οι λεγόμενοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης στη συντριπτική τους πλειοψηφία συντάσσονται με την αναγκαιότητα των μέτρων.

Τρίτον, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή συγκροτημένη, ρεαλιστική και αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας.

Τέταρτον, η ελληνική κοινωνία -και διά της παραοικονομίας- έχει μπόλικο «λίπος» να κάψει, οπότε ο κίνδυνος εκτεταμένης κοινωνικής εξαθλίωσης δεν είναι τόσον άμεσος, άρα οι κοινωνικές συγκρούσεις μπορεί να είναι ελεγχόμενες.

Πέμπτον, οι Έλληνες μπορεί τις τελευταίες τρεις δεκαετίες να έχουν ζήσει σε καθεστώς ευμάρειας, όμως στις παραδόσεις, στις αφηγήσεις, στην ιστορία τους είναι έντονα τα στοιχεία της τραγικότητας και των δυσκολιών στη ζωή τους.

Έκτον, η απειλή των κερδοσκόπων εκλαμβάνεται ως «εξωτερικός εχθρός», στον οποίον πρέπει να αντισταθούν και να τον πολεμήσουν. Και ως είθισται σε πολεμικές περιόδους, συντάσσονται με τον ηγέτη που μπορεί να τον αντιμετωπίσει.

Έβδομον, η Ελλάδα πλέον δεν είναι ο «αδύναμος κρίκος» της Ευρωζώνης, αλλά ένας εταίρος ο οποίος πρέπει να σωθεί για να μην κινδυνεύσει ολόκληρο το οικοδόμημα.

Όγδοον, όπως αρχίζει να διαμορφώνεται η κατάσταση -μετά τα μέτρα και την αλλαγή των εταίρων, αλλά και σταδιακά των αγορών έναντι της χώρας-, απομακρύνεται ο κίνδυνος να καταρρεύσει κάποια τράπεζα, κάτι που θα είχε δραματικές επιπτώσεις στο σύνολο του πιστωτικού συστήματος, αλλά και της οικονομίας.

Ένατον, τα συνδικάτα και η Αριστερά που αντιστέκονται στα μέτρα δεν έχουν τη δύναμη και την αίγλη στην κοινωνία ώστε να ανατρέψουν είτε τα μέτρα, είτε την κυβέρνηση.

Και, δέκατον, η κομματική μεμψιμοιρία είναι περιορισμένη.

Αν αναλογιστούμε ότι το 1985 με μέτρα-«ασπιρίνες» σε σχέση με αυτά που λαμβάνονται σήμερα υπήρξε κομματική και συνδικαλιστική διάσπαση στο ΠΑΣΟΚ, τώρα οι αντιδράσεις είναι μεν λεκτικά οξείες, αλλά σίγουρα ελεγχόμενες.

Πάντως, και οι δέκα προαναφερθέντες λόγοι, εκτός από πλεονεκτήματα, είναι και μειονεκτήματα για την κυβέρνηση, επειδή δεν ορίζουν ένα καθαρό νέο πεδίο το οποίο χρειάζεται η χώρα για να γυρίσει οριστικά σελίδα και να συμβαδίσει με την υπόλοιπη Ευρώπη στις νέες συνθήκες που δημιουργεί ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός. Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]