Δευτέρα, Ιανουαρίου 24, 2011

 

Η ώρα της αλήθειας (22-01-2011)

Yπήρξε σκάνδαλο στο Βατοπέδι; Σαφέστατα και υπήρξε. Υπήρξε σκάνδαλο με τα δομημένα ομόλογα; Σαφέστατα και υπήρξε. Υπήρξε σκάνδαλο με τη Siemens; Σαφέστατα και υπήρξε. Θα τιμωρηθεί κάποιος πολιτικός; Σαφέστατα και όχι. Γιατί; Επειδή τα εγκλήματα έχουν παραγραφεί.

Το σύνταγμα, στο άρθρο 86 παράγραφος 3, είναι σαφές και δεν χωράει αμφισβήτηση. Αφ’ ης στιγμής παρήλθαν δύο βουλευτικές σύνοδοι (2004-2007 και 2007-2009) και δεν ασκήθηκε καμία ποινική δίωξη, το αξιόποινο των πράξεων για πολιτικά πρόσωπα εξαλείφεται. Συνεχίζεται βέβαια η δικαστική έρευνα για τα υπόλοιπα, μη πολιτικά, εμπλεκόμενα πρόσωπα.

Τότε, προς τι οι εξεταστικές και προανακριτικές επιτροπές; Προς τι οι παραπομπές, η πολιτική αντιδικία, το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός; Για το θέαμα. Για την αρένα. Για τους πόντους στο πολιτικό και εκλογικό χρηματιστήριο. Είναι αστείο να προβάλλεται ως επιχείρημα ότι ευθύνονται οι δικαστές για τη μη τιμωρία των ενόχων.
Οι δικαστές οφείλουν να σεβαστούν το σύνταγμα, το οποίο δεν προστατεύουν οι πολιτικοί, παρ’ ότι αποτελούν τους θεματοφύλακές του. Δεν ξέρουν οι βουλευτές το σύνταγμα; Σαφέστατα και το ξέρουν.

Αφού το ξέρουν, γιατί καλλιέργησαν υψηλές προσδοκίες στην κοινή γνώμη περί τιμωρίας των ενόχων; Δεν κατανοούν ότι η αναμενόμενη ατιμωρησία συμβάλλει στην περαιτέρω απαξίωση της πολιτικής; Ήθελαν, λέει, να καταδείξουν τις πολιτικές ευθύνες και να αναδείξουν το ηθικό σκέλος των εγκλημάτων.

Αν είναι έτσι, αρκούσαν οι εξεταστικές επιτροπές με τη ρητή επισήμανση ότι «δυστυχώς, αυτοί είναι οι επίορκοι, αλλά δεν μπορούμε να τους τιμωρήσουμε, γιατί τα εγκλήματά τους έχουν παραγραφεί». Και ας έπαιρναν τα κόμματα την ευθύνη της πολιτικής και ηθικής διαπόμπευσης αυτών που, κατά τη γνώμη τους, εγκλημάτησαν κατά του δημόσιου συμφέροντος. Να τους κατήγγελλαν δημοσίως, να τους διέγραφαν, να τους απέκλειαν από τις βουλευτικές λίστες.

Γιατί ανέβασαν τόσο πολύ τον πήχυ της τιμωρίας όταν γνώριζαν, και γνώριζαν καλά, ότι θα μείνουν ατιμώρητοι; Ορισμένοι θα αντιτείνουν ότι το έπραξαν για να αναδειχθούν οι πολιτικές ευθύνες. Ναι, κουτσά-στραβά και εν πολλοίς υποκριτικά, αυτό το έκαναν. Όμως, είχαν υποσχεθεί στον λαό και «αίμα». Και «αίμα» δεν υπάρχει, επειδή δεν μπορούσε να υπάρξει. Γι’ αυτό όσο εγκληματίες είναι αυτοί που παρανόμησαν, εξίσου εγκληματίες είναι κι αυτοί που υποσχέθηκαν ότι θ’ ανοίξουν οι φυλακές, γνωρίζοντας ότι οι φυλακές θα παραμείνουν ερμητικά κλειστές.

Το ίδιο (πολιτικό) έγκλημα πάει να συντελεστεί και τώρα. Με την αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Και πάλι καλλιεργούνται υψηλές προσδοκίες, παρ’ ότι όλοι γνωρίζουν ότι απαιτείται συνταγματική αλλαγή για να γίνουν οι διακηρύξεις πράξεις.

Σίγουρα η κρίση των υπουργών από δικαστές -και όχι από συναδέλφους τους βουλευτές- είναι θετική εξέλιξη, καθώς και οι άλλες προϋποθέσεις που θέτει η διακηρυχθείσα διά στόματος του υπουργού Δικαιοσύνης κυβερνητική απόφαση. Να ειπωθεί όμως ξεκάθαρα ότι το άρθρο 86, παρ. 3 συνεχίζει να υφίσταται.

Καλές και άγιες οι προθέσεις της κυβέρνησης, όμως είναι προθέσεις. Όσο δεν αλλάζει το σύνταγμα, οι πολιτικοί που εγκληματούν θα κρίνονται και θα διώκονται ή δεν θα διώκονται με βάση το υφιστάμενο. Είναι προτιμότερο να ειπωθεί γυμνή η αλήθεια στον λαό, παρά να του ανεβάζουν τη λίμπιντο και όταν φτάνουμε στο «διά ταύτα», να τον αφήνουν χαρμάνι. Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, την τρίτη -δεδομένης και της κοινωνικής, λόγω μνημονίου, έξαψης- μην αποκλείετε οι πολίτες να θελήσουν να δοκιμάσουν να βγάλουν, επί άλλων, επί αυτών που υπόσχονται, την... κάψα τους.

Κάτι αντίστοιχο ισχύει και με την έξοδο από το μνημόνιο. Είναι καλύτερα να ειπωθεί με παρρησία και με ωμό τρόπο η αλήθεια στον λαό, παρά να τον πηγαίνουμε στην έξοδο από το τούνελ από μήνα σε μήνα και από τρίμηνο σε τρίμηνο, όταν είναι να πάρουμε τη δόση του δανείου από την τρόικα. Αντί οι δυσκολίες και οι αναγκαιότητες να ψιθυρίζονται και να φτιασιδώνονται, είναι προτιμότερο να ειπωθούν φόρα παρτίδα.

Δεν μπορεί ο ένας υπουργός να εκμυστηρεύεται ότι «το μνημόνιο δεν βγαίνει», ο άλλος να σπερμολογεί ότι «τη χρεοκοπία δεν θα την αποφύγουμε», ο Πάγκαλος, αν και αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως, να τυρβάζει περί άλλα, μπλέκοντας την αναδιαπραγμάτευση του δανείου με το χρέος, ο Παπακωνσταντίνου να θέτει με ακριτομυθίες το θέμα της πολιτικής συναίνεσης και συνεννόησης εν όψει της τέταρτης δόσης του δανείου και των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Κορυφής.

Να βγει ο υπουργός Οικονομικών ή, καλύτερα, ο πρωθυπουργός και να πει όλη την αλήθεια. Σε τι χρειάζεται συναίνεση, από ποιους και γιατί; Συγκεκριμένα πράγματα. Όχι γενικές αρχές και πολιτικά πλαίσια. Βγαίνει ή όχι το πλάνο; Αν ναι, πώς; Αν όχι, γιατί; Χρειάζονται κι άλλα έσοδα, και από πού; Χρειάζονται κι άλλες περικοπές, και σε τι; Εξαρτάται από εμάς μόνον; Εφεξής είναι αποκλειστικά υπόθεση της Ευρώπης; Τι χρειάζεται για να ξεχρεώσουμε; Να πουλήσουμε όλες τις ΔΕΚΟ; Να διώξουμε τους μισούς δημοσίους υπαλλήλους; Να πουλήσουμε την Αιτωλοακαρνανία; Να δουλεύουμε για 12 μήνες και να πληρωνόμαστε για 8; Να κλείσουμε τα κανάλια για να μην προφητεύουν ολημερίς κι ολονυχτίς την καταστροφή;

Όταν λες ότι θα χρειαστεί συναίνεση για να προχωρήσουμε πιο κάτω, πρέπει να θέσεις το θέμα ως έχει, χωρίς περικοκλάδες, ώστε να αποφασίσουν τα κόμματα, τα συνδικάτα, οι πολίτες αν πρέπει και αν θέλουν να παράσχουν τη συγκατάθεσή τους.

Όλοι καταλαβαίνουμε ότι η προσπάθεια της κυβέρνησης να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της χώρας και να τ’ αλλάξει όλα είναι σημαντική, πρωτοφανής για τα πολιτικά χρονικά και τα ελληνικά δεδομένα.

Καταλαβαίνουμε επίσης ότι και με δικές της ευθύνες αυτή η προσπάθεια πιάνει τα όριά της επειδή έχει φτάσει στον σκληρό πυρήνα του προβλήματος. Το λίπος που υπήρχε το «καθάρισε». Πλέον, το μαχαίρι φτάνει στο κόκαλο. Και το κόκαλο χρειάζεται χειρουργείο. Πριόνι και σφήνες. Ό,τι είναι, λοιπόν, να ειπωθεί τώρα. Αν βέβαια υπάρχει κάτι να ειπωθεί. Αν η κυβέρνηση θεωρεί ότι όλα βαίνουν καλώς, ουδεμία αντίρρηση. Αν όμως αύριο κάτι στραβώσει, θα φέρει και την αποκλειστική ευθύνη.

Πάντως, η συνεχής επίκληση της ανάπτυξης, που ολοένα έρχεται και ποτέ δεν φθάνει, έχει κουράσει. Οι επενδύσεις που θα ’ρθουν, επίσης, δεν είναι στρατηγική εξόδου από την ύφεση. Η δυσλειτουργία της κρατικής μηχανής επίσης είναι εμφανής, ενώ διαγενομένων του χρόνου και των εξελίξεων θα εμφανίζονται ολοένα και πιο χτυπητές οι αδυναμίες του κυβερνητικού σχήματος.

Ναι, σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι ο Γ. Παπανδρέου για τη δεδομένη χρονική στιγμή και την κατάσταση της χώρας ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να έχει. Σταδιακά όμως αρχίζει και διαμορφώνεται και μια πλειοψηφούσα άποψη στην κοινωνία ότι η παρούσα κυβέρνηση έχει ορισμένα ευδιάκριτα ελλείμματα που αφορούν το οικονομικό της σχέδιο, την πολιτική ομάδα διεύθυνσης, τις κοινωνικές της συμμαχίες, τη λειτουργικότητα και την αποτελεσματικότητά της.

Σαφώς και οι υπουργοί δουλεύουν σαν τα σκυλιά, αλλά ήκιστα έχουν προαγάγει τη συλλογικότητα. Σίγουρα δεν έχουμε φαινόμενα διαφθοράς, αλλά και καμία μεγάλη ή και μικρότερη μπίζνα δεν έχει κάνει το κράτος. Οι δημόσιες επενδύσεις περιστέλλονται, αποκρατικοποιήσεις δεν γίνονται, αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας δεν έχουμε, επενδυτικές συμφωνίες δεν υπογράφονται, η ανεργία τραβάει την ανηφόρα, το ίδιο και ο πληθωρισμός. Τα αισθήματα της μελαγχολίας, της γκρίνιας, της απογοήτευσης και της αδικίας στα χαμηλότερα και τα μεσαία στρώματα του πληθυσμού μεγαλώνουν. Μια σπίθα, αν δεν αλλάξει κάτι θεαματικά τους επόμενους μήνες, μπορεί να βάλει φωτιά στον κάμπο.

Τούτων δοθέντων, ο Γ. Παπανδρέου χρειάζεται κάτι δραστικό ώστε το αρνητικό κλίμα να μην παγιωθεί. Χρειάζεται να αιφνιδιάσει, να εκπλήξει, να ανατρέψει. Για να δώσει νέο ενδιαφέρον στο εγχείρημα και την πολιτική του. Χρειάζεται να ξαναβάλει ενεργά την κοινωνία στην υπόθεση διάσωσης και ανόρθωσης της χώρας.

Το «έργο» δεν χρειάζεται θεατές. Χρειάζεται νέους «ηθοποιούς». Μόνον έτσι μπορεί να κόψει νέα «εισιτήρια». Στο χέρι του είναι, ως πρωταγωνιστής, να δει τι θα αλλάξει. Η Ευρώπη, η πολιτική συναίνεση, η σύνθεση της κυβέρνησης, το εθνικό σχέδιο, οι κοινωνικές πολιτικές είναι πεδία που προσφέρονται για αλλαγές, θετικές εκπλήξεις και ανατροπές.

Και πρέπει να τις κάνει τώρα που έχει και τη δύναμη και την ευκαιρία να τις κάνει, αλλά κυρίως επειδή ακόμη έχει τη δυνατότητα να τις επιβάλει και, αν χρειαστεί, να τις εκβιάσει. Χθες μπορεί να ήταν νωρίς, αύριο όμως ίσως να ’ναι αργά.

Διαφορετικά μπορεί να την πάθει όπως η ηρωίδα του Eduardo Galeano σε μία από τις πολλές μικρές ιστορίες του στο βιβλίο «Καθρέφτες, μια σχεδόν παγκόσμια ιστορία».

Τα πρώτα χρόνια της ζωής της η Άννα Φελίνι πίστευε πως οι γονείς της είχαν σκοτωθεί σε ατύχημα. Της το είχαν πει οι παππούδες της. Της είπαν ότι, καθώς ερχόντουσαν οι γονείς της να την πάρουν, το αεροπλάνο που τους μετέφερε έπεσε. Όταν ήταν έντεκα χρόνων, κάποιος της είπε ότι οι γονείς της είχαν πεθάνει πολεμώντας εναντίον της στρατιωτικής δικτατορίας της Αργεντινής. Δεν ρώτησε τίποτα, δεν είπε τίποτα. Ποτέ της δεν ήταν ομιλητική, όμως από τότε δεν ξαναμίλησε ή είπε πολύ λίγα πράγματα. Όταν ήταν δεκαεφτά χρόνων, δεν μπορούσε να μιλήσει. Είχε μια μικρή πληγή κάτω από το στόμα. Δεκαοκτώ χρόνων δυσκολευόταν να φάει. Η πληγή όλο μεγάλωνε. Στα δεκαεννιά της την εγχείρησαν. Στα είκοσί της πέθανε. Ο γιατρός είπε πως τη σκότωσε ένας καρκίνος του στόματος. Οι παππούδες είπαν πως τη σκότωσε η αλήθεια. Η μάγισσα του χωριού είπε πως πέθανε επειδή δεν φώναξε...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]