Δευτέρα, Οκτωβρίου 04, 2010

 

Έξω πάμε καλά. Μέσα ; (02-10-2010)

Tα τελευταία 45 χρόνια παρακολουθούμε το ίδιο έργο. Οι Παπανδρέου χάνουν δύο φορές από τους Καραμανλήδες και την τρίτη τούς κερδίζουν με μεγάλη διαφορά. Έγινε προδικτατορικά με τον Γεώργιο Παπανδρέου και στη Μεταπολίτευση με τον Ανδρέα. Προ έτους, η ιστορία επανελήφθη. Ο Γιώργος κέρδισε τον Κώστα Καραμανλή με σχεδόν 11 μονάδες και αφού προηγουμένως είχε χάσει κι αυτός δύο φορές.

Ίσως κάποιος ισχυριστεί ότι το 1981 δεν έχασε ο Κ. Καραμανλής, αλλά ο Γ. Ράλλης. Η αλήθεια είναι ότι ο Κ. Καραμανλής «δραπέτευσε» στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ακριβώς για να μην υποστεί αυτή την «εκδίκηση» της Ιστορίας, αφού ο επερχόμενος θρίαμβος του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ ήταν δεδομένος.

Η ήττα που υπέστη το 2009 ο μικρός Καραμανλής σε σχέση με τον θείο του ήταν πάντως η πλέον ταπεινωτική και εξευτελιστική για τη συντηρητική παράταξη, καθώς και το 1964 και το 1981 η Ένωση Κέντρου και το ΠΑΣΟΚ δεν είχαν πρότερο κυβερνητικό παρελθόν, ενώ οι μεγάλες διαφορές που σημειώθηκαν ήταν εν πολλοίς απότοκο και των έντονων λαϊκών διεργασιών που συντελούνταν στην κοινωνία.

Η διαφορά των 11 μονάδων που πήρε πέρυσι ο Γ. Παπανδρέου από τον Κ. Καραμανλή ήταν όντως εντυπωσιακή, επειδή το κόμμα του οποίου ηγείτο ο τρίτος των Παπανδρέου ήταν φθαρμένο, καθώς είχε 35 χρόνια ιστορία, εκ των οποίων σχεδόν τα δύο τρίτα στην κυβέρνηση, κάτι το οποίο δεν ίσχυε για τον πατέρα και τον παππού του νυν πρωθυπουργού.

Οι δύο πρώτες νίκες των Παπανδρέου ήταν κυρίως «επιθετικές» νίκες της κοινωνίας, ενώ η περσινή πήρε αυτές τις διαστάσεις εξαιτίας των αλλεπάλληλων λαθών και ολιγωριών του Κώστα Καραμανλή και της κατάρρευσης της συντηρητικής παράταξης. Με κυριότερο αυτό που έφερε τη χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και της πτώχευσης.

Αυτό είναι, ίσως, και το πρόβλημα για τον πρωθυπουργό. Η τρίτη μεγάλη ήττα των Καραμανλήδων αποτελεί εν τινι τρόπω και θηλιά για τον Γ. Παπανδρέου. Εάν καταφέρει να φέρει εις πέρας το πράγματι τιτάνιο έργο διάσωσης της χώρας, ίσως να ξεπεράσει σε αίγλη τους προγόνους του και να αποτελέσει ισχυρότερο σημείο αναφοράς στο μέλλον για τη λεγόμενη Δημοκρατική Παράταξη.

Αναλαμβάνοντας πριν από έναν χρόνο την πρωθυπουργία ο Γιώργος και τηρουμένων των αναλογιών, θα έλεγε κάποιος ότι η μοίρα τού επιφυλάσσει την τύχη του παππού του. Να κυβερνήσει, δηλαδή, για λίγο και μετά να επέλθει η καταστροφή, όπως έγινε και με τη χούντα και αφού προηγουμένως υπάρξει μια περίοδος πολιτικής ανωμαλίας, με κατακερματισμό των πολιτικών δυνάμεων.

Σήμερα η καταστροφή δεν είναι η χούντα, αλλά το ΔΝΤ. Η πολιτική ανωμαλία που ξεκίνησε το 1965 με την Αποστασία και οδήγησε στη δικτατορία μπορεί σήμερα να είναι η διαφαινόμενη πολυδιάσπαση του πολιτικού συστήματος, όπως αυτή εικάζεται ότι θα συμβεί, εάν το μνημόνιο με την τρόικα αποτύχει και η χώρα πτωχεύσει.

Βέβαια, το 2010 δεν είναι 1960. Η χώρα δεν είναι μόνη της, είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν έχει εθνικό νόμισμα, μετέχει στο ευρώ. Βρισκόμαστε σε φάση παγκοσμιοποίησης και υπερεθνικών συνόλων και όχι σε περίοδο κλειστών οικονομιών. Οι κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές αγκυλώσεις και στρεβλώσεις τού τότε σήμερα δεν υφίστανται. Ο Εμφύλιος Πόλεμος είναι μια πολύ μακρινή υπόθεση, ενώ ο στρατός είναι οριστικά εκτός πολιτικής ζωής.

Η Ελλάδα του 21ου αιώνα, παρά τα όποια σοβαρά και δομικά προβλήματα αντιμετωπίζει, είναι μια σύγχρονη ανεπτυγμένη δημοκρατία και όχι μια δυτικού τύπου μπανανία. Το πρόβλημά της δεν είναι ο κίνδυνος μιας στρατιωτικής δικτατορίας, αλλά η πιθανότητα ενός κοινωνικού εμφυλίου πολέμου και μιας πολιτικής αποτελμάτωσης δεν μπορεί να παραγνωριστεί, όπως δεν μπορεί να αποκλειστεί ευρύτερα στον ευρωπαϊκό χώρο, εάν τα προγράμματα δημοσιονομικής πειθαρχίας και οικονομικής σταθεροποίησης δεν ευοδωθούν.

Σίγουρα στα καθ' ημάς ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος, επειδή πέραν της οικονομικής κρίσης υπάρχει, σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ένα μεγάλο θεσμικό έλλειμμα. Εάν η Ελλάδα δεν είχε εκτός από την οικονομική κρίση να προωθήσει ταυτόχρονα και τις αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, που έπρεπε να έχουν γίνει τα προηγούμενα 30 χρόνια, σαφώς και τα πράγματα για τον τρίτο των Παπανδρέου θα ήταν ευκολότερα.

Τώρα, εκτός από τη δημοσιονομική εξυγίανση, θα πρέπει να κάνει ρήξεις και τομές στην κοινωνική οργάνωση, στο πολιτικό σύστημα και στην οικονομία. Να παρέμβει στο Ασφαλιστικό, στις εργασιακές σχέσεις, στη φορολογία, στη δημόσια διοίκηση. Να αλλάξει απαρχαιωμένες δομές και φαύλες νοοτροπίες. Και, βέβαια, να αποκαταστήσει στην Ευρώπη και διεθνώς την αξιοπιστία και το κύρος της χώρας.

Κι όλα αυτά με πολύ λίγα μέσα και φτωχά εργαλεία. Χωρίς κόμμα ουσιαστικά, με τα συνδικάτα εχθρικά, με μηδενικές πολιτικές συμμαχίες, με Κοινοβουλευτική Ομάδα και Υπουργικό Συμβούλιο τα οποία στην πλειοψηφία τους είναι κατώτερα των περιστάσεων. Και με τον ίδιο αφενός να απέχει πόρρω από την εικόνα του «πατερούλη» που απαιτούν οι περιστάσεις και αφετέρου να σπαταλά πολύτιμες δυνάμεις ανάμεσα σε αναποτελεσματικά συμμετοχικά σχήματα και open.gov.

Βεβαίως, με βάση την υπάρχουσα πραγματικότητα και το υφιστάμενο πολιτικό προσωπικό, ο Γ. Παπανδρέου κατά κοινή ομολογία ήταν ό,τι καλύτερο για να ηγηθεί της προσπάθειας αναμόρφωσης της χώρας. Η συγκρότηση του ευρωπαϊκού μηχανισμού διάσωσης, παρά τα όσα ανέξοδα, αφελώς και ατεκμηρίωτα λέγονται, ήταν μια επιτυχία που πιστώνεται στον Γ. Παπανδρέου.

Η χώρα, παρά τη λυσσαλέα επίθεση που δέχτηκε από τους διεθνείς τοκογλύφους, δεν χρεοκόπησε. Πέρασε ένας χρόνος και αντέχει ακόμη. Σταδιακά η αξιοπιστία στο εξωτερικό αποκαθίσταται. Έγιναν αλλαγές που μέχρι πριν από έναν χρόνο εθεωρούντο αδιανόητες.

Έναν χρόνο μετά, όμως, η υπόθεση πιάνει τα όριά της. Ενώ στο εξωτερικό τα εμπόδια σιγά σιγά αίρονται, αρχίζουν να υψώνονται φράγματα στο εσωτερικό. Ενώ, παρά τα όσα απαισιόδοξα λέγονται και γράφονται, η έξοδος στις αγορές χρήματος μπορεί να γίνει ίσως και μέχρι το καλοκαίρι του 2011, εφόσον βεβαίως συνεχίζει να τηρείται κατά γράμμα το μνημόνιο, εν τούτοις δεν είναι σίγουρο ότι το εσωτερικό μέτωπο θα αντέξει.

Ενώ στο εξωτερικό, λόγω κυρίως της εργώδους προσπάθειας του πρωθυπουργού, ο ορίζοντας ξεκαθαρίζει, στο εσωτερικό μαζεύονται βαριά σύννεφα, ένεκα της περιοριστικής πολιτικής που έχει επιβληθεί. Και θα 'ναι όντως κρίμα να ξεσπάσει κοινωνική μπόρα που θα ξαναφέρει την κατάσταση στο σημείο μηδέν. Διότι δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτό θα συμβεί, εάν η κυβέρνηση αμφισβητηθεί έντονα κοινωνικά.

Εάν η δυσαρέσκεια και ο θυμός που υπάρχουν στην κοινωνία μετατραπούν σε κοινωνική καταιγίδα αμφισβήτησης, τότε κι αυτές οι θυσίες που έγιναν θα πάνε χαμένες.

Αυτό όμως -πέραν της υπευθυνότητας που πρέπει να επιδείξουν κόμματα και συνδικάτα- είναι πρωτίστως υπόθεση της κυβέρνησης να μη συμβεί. Και για να μη συμβεί θα πρέπει η κυβέρνηση να απαντήσει με πειστικό τρόπο στο ερώτημα που βρίσκεται στα χείλη όλων και ιδιαίτερα των λαϊκών τάξεων και στρωμάτων: «Μέχρι πότε;». Ήδη έχει αρχίσει να διαμορφώνεται ένας σκληρός κοινωνικός πυρήνας που δεν πιστεύει ότι η προσπάθεια θα είναι τελεσφόρα. Ενώ αναγνωρίζεται στον Γ. Παπανδρέου μια υπερπροσπάθεια, εντούτοις κυβερνητικές υστερήσεις και παλινωδίες αρχίζουν να τραυματίζουν και το προφίλ του πρωθυπουργού. Ενώ αντιμετωπίζεται με συμπάθεια ο ίδιος, προκαλεί αντιπάθεια η εικόνα έλλειψης εσωτερικής συνοχής της κυβέρνησης.

Οι διαφωνίες, οι αντιπαραθέσεις για αρμοδιότητες και έργα αρχίζουν να έχουν επίπτωση και στην εικόνα του πρωθυπουργού. Ενώ μέχρι πρότινος ήταν στο απυρόβλητο, σιγά σιγά αρχίζει να αμφισβητείται και ο ίδιος ως στιβαρός πρωθυπουργός που έχει την ικανότητα να διατηρεί την κυβέρνηση πλήρως ευθυγραμμισμένη και υποστηρικτή της δικής του προσπάθειας. Βεβαίως, ο Γ. Παπανδρέου ακόμη αντέχει. Είναι αδιαμφισβήτητα ο «εκλεκτός» της κοινωνίας και πέραν των στενών κομματικών ορίων του ΠΑΣΟΚ.

Ακόμη είναι γενικευμένη η πεποίθηση ότι αυτός είναι το «τελευταίο οχυρό» για να μη χρεοκοπήσει η χώρα. Αν όμως καθυστερήσει κι άλλο η ανάπτυξη. Αν δεν αρχίσουν να γίνονται έργα που θα δώσουν δουλειές. Αν δεν έρθουν επενδύσεις. Αν δεν παραχθεί νέος πλούτος για να διανεμηθεί. Αν η αγορά συνεχίσει να βουλιάζει. Αν τα μαγαζιά το ένα μετά το άλλο κλείνουν. Αν, αν, αν όλα αυτά που κάθε μέρα λέγονται στους ανά την επικράτεια καφενέδες, στις συναθροίσεις της μεσαίας τάξης, αλλά και στα σαλόνια της μπουρζουαζίας, δεν αρχίσουν να λύνονται, τότε θα ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση, και μάλιστα θα 'ναι επιταχυνόμενη.

Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα του Γ. Παπανδρέου και της κυβέρνησης. Ενώ έξω πάει καλά, μέσα αρχίζει το πράγμα και σκαλώνει. Αν η αποκατάσταση της αξιοπιστίας στο εξωτερικό δεν έχει και εσωτερικό αντίκρισμα, η ανασυγκρότηση της χώρας θα μείνει μεσοπέλαγα.

Εάν η κυβέρνηση δεν καταφέρει να δώσει μια πειστική απάντηση στο πώς μεταφράζεται η έξωθεν καλή εικόνα στην τσέπη, στη δουλειά, στο δάνειο, στη ζωή, στα καθ' ημάς θα αποτύχει. Ο Γ. Παπανδρέου κινδυνεύει να πάθει ό,τι και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος έλεγε «έξω πάμε καλά», αλλά ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου που πήγαινε καλά μέσα, μέχρι που το 1981 θριάμβευσε. Βέβαια μια αποτυχία του Γ. Παπανδρέου δεν μεταφράζεται σε επιτυχία του Αντ. Σαμαρά.

Ο νέος αρχηγός της Ν.Δ. χρειάζεται αρκετό χρόνο να ξεπλύνει τα «ανομήματα» του Κ. Καραμανλή και να ανασυγκροτήσει την Κεντροδεξιά, δίνοντάς της εκλογική προοπτική.

Και είναι τουλάχιστον αξιοπερίεργο να επιθυμεί, όπως λέγεται, ο τέως πρωθυπουργός την επιστροφή του για να επανενώσει δήθεν την Κεντροδεξιά. Αυτός είναι που με την πολιτική του τη διέσπασε. Είναι, δε, διπλό λάθος να πιστεύει ότι μπορεί η Ιστορία να επαναληφθεί όπως και με τον θείο του.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, μετά την πρώτη ήττα από τους Παπανδρέου, «δραπέτευσε» στο εξωτερικό και μεσολάβησαν μια δεκαετία και η χούντα για να επανέλθει. Τη δε δεύτερη «δραπέτευσε» στην Προεδρία της Δημοκρατίας και ουδέποτε επανήλθε στην ενεργό πολιτική.

Συμπερασματικά, ο πρώτος χρόνος έκλεισε, με την κυβέρνηση να έχει βάλει τις βάσεις για να σωθεί η χώρα. Ο δεύτερος χρόνος, αυτός που αρχίζει, είναι ο κρίσιμος. Σ' αυτόν θα κριθεί αν η χώρα όντως θα σωθεί. Κάποιος μπορεί να πει ότι είμαστε ανυπόμονοι. Ότι έχουν περάσει μόνον πέντε μήνες αφότου υπεγράφη το μνημόνιο.

Η ανυπομονησία, όμως, δεν είναι συνάρτηση του χρόνου, αλλά της επιχειρούμενης βίαιης αλλαγής του στρεβλού τρόπου ανάπτυξης της χώρας επί δεκαετίες. Όλοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι τα επόμενα χρόνια η ζωή τους θα προσαρμοστεί προς τα κάτω. Δεν έχουν όμως πειστεί για το πόσο κάτω είναι αυτό το όριο, 10, 20, 30, 50% ή βρισκόμαστε σε ελεύθερη πτώση;

Για να μπορέσει η κυβέρνηση να βγει αλώβητη τον δεύτερο χρόνο, πρέπει να ορίσει αυτό το κατώτερο όριο, ώστε να ξέρει και ο καθένας αφενός αν το αντέχει και αφετέρου από ποιο σημείο θ' αρχίσει η επανεκκίνηση, όταν ο εφιάλτης περάσει και ξαναρθούν οι καλύτερες μέρες.

Χειρότερος εχθρός από την αβεβαιότητα δεν υπάρχει. Αυτή πρέπει να κατανικήσει ο Γ. Παπανδρέου τον δεύτερο χρόνο, ώστε ν' αρχίσει να χτίζει την ελπίδα. Και πρέπει να το κάνει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Ο χρόνος που έχει δεν είναι απεριόριστος...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]