Παρασκευή, Ιανουαρίου 26, 2007

 

Εκποίηση της μνήμης (27-1-2007)

Δεν ξέρω πόσοι από σας έχετε δει την ταινία «Αγέλαστος πέτρα» του Φίλιππου Κουτσαφτή. Όσοι την είδαν θα θυμούνται τη σκηνή του πρόσφυγα Μικρασιάτη, που φεύγοντας το ’22 από τη Σμύρνη κι ερχόμενος στην Ελευσίνα τα μόνα αντικείμενα που φέρνει μαζί του είναι η εικόνα ενός αγίου κι ένα κασελάκι με τα κόκαλα των προγόνων του. Αυτά είναι η μόνη του περιουσία. Η μνήμη του.

Όντως, η μόνη αληθινή περιουσία μας είναι η μνήμη μας. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη δυστυχία για τον άνθρωπο από την απώλειά της. Θυμήθηκα την «Αγέλαστο πέτρα» και τον Φίλιππο (Κουτσαφτή) -που, μαζί με τη Γιώτα (Φέστα) και την κόρη τους Δάφνη, τους είχα γνωρίσει, πριν από αρκετά χρόνια, από τους φίλους μου Αλέκο (Παπαηλιού) και Δέσποινα (Καρβέλα)- με αφορμή τη δημοπρασία της βασιλικής περιουσίας του Κωνσταντίνου από τον οίκο Christie’s στο Λονδίνο. Για την ακρίβεια, θυμήθηκα την αντίστιξη ανάμεσα στον πρόσφυγα του ’22 και τον τέως βασιλιά.

Ανάμεσα στην περιουσία του ενός και του άλλου. Η μνήμη απέναντι στη λήθη. Ο ένας προσπαθεί να θυμάται και ο άλλος θέλει να ξεχάσει. Μπορεί να πέρασαν τρεις ή τέσσερις γενιές βασιλέων του οίκου Γλύξμπουργκ από τη χώρα μας, αλλά, όπως αποδεικνύεται και παρά τα όσα μελοδραματικά λέγονται από τον Κωνσταντίνο, οι άνθρωποι αυτοί γεννήθηκαν στην Ελλάδα, αλλά μάλλον δεν τους πολυενδιαφέρει να είναι Έλληνες. Αν όντως ήταν και το ένιωθαν, έπρεπε να συμπεριφερθούν σαν τον Μικρασιάτη πρόσφυγα. Να σφραγίσουν τις μνήμες τους σε κιβούρι και όχι σε κοντέινερ. Να τα δωρίσουν στο κράτος για να εκτίθενται μόνιμα σε κάποιο μουσείο ή να το φτιάξουν οι ίδιοι. Αντ’ αυτού προτίμησαν να τα εκποιήσουν σε δημοπρασία για να προσποριστούν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος.

Κι ας μην είναι η αβελτηρία, η βλακεία, η αμηχανία του κράτους έναντι της ιστορίας του έθνους οι δικαιολογίες της πράξης τους. Η περιουσία του Κωνσταντίνου είναι το χρήμα. Του Έλληνα πρόσφυγα η μνήμη. Αυτή είναι και η διαφορά και η αντίθεση. Η αμνησία ή και το αλτσχάιμερ του Κωνσταντίνου ως προς την Ελλάδα και την ιστορία της σε καμιά περίπτωση βέβαια δεν δικαιολογεί την ευήθεια των Αρχών του Δημοσίου. Μόνο τον γέλωτα προκαλεί όλο αυτό το τηλεοπτικό καρακατσουλιό και η πολιτική ξεφτίλα αυτών που το πυροδότησαν και εν προκειμένω της κυβερνήσεως.

Ευτυχώς σε μια-δυο μέρες ο κουρνιαχτός θα καθίσει και θα βρούμε άλλο θέμα για να ξεκατινιαστούμε στα παράθυρα των τηλεοράσεων. Και όπως πάντα θα μας διαφύγει η ουσία και η λύση του προβλήματος. Και η ουσία είναι μία. Κάποτε σ’ αυτό τον τόπο πρέπει να παραδεχτούμε ότι υπήρχε βασιλεία. Καλώς ή κακώς υπήρχε. Ούτε ντροπή είναι ούτε να ολοφυρόμαστε πρέπει επειδή υπήρξε. Δεν μπορεί να συνεχίζουμε ακόμη να συμπεριφερόμαστε ως στρουθοκάμηλοι έναντι της Ιστορίας. Η βασιλεία ήταν ένα γεγονός. Πριν από 33 χρόνια τελείωσε. Το κεφάλαιο αυτό έκλεισε οριστικά. Σφραγίστηκε. Η Δημοκρατία είναι το νέο πολίτευμα. Πολιτική αντιπαράθεση γι’ αυτό δεν νοείται να υπάρχει σήμερα. Μόνο γέλιο βγάζει, ο δε Κωνσταντίνος και η οικογένειά του είναι αρμοδιότητας πλέον των κοσμικών στηλών των εφημερίδων και των περιοδικών, άντε και από καιρού εις καιρόν επεισόδιο σε κάποια μεσημεριανή εκπομπή της Μενεγάκη και της Στεφανίδου.

Η προσπάθεια της κυβέρνησης και ειδικότερα του υπουργού Πολιτισμού να στήσουν μια επικοινωνιακή δήθεν αντιβασιλική και δημοκρατική φιέστα απέτυχε οικτρά. Το έγκλημα της εξαγωγής της Ιστορίας που συνετελέσθη το 1991 δεν διορθώνεται. Ούτε νομική αναίρεση χωρεί ούτε πολιτική απαλλαγή δύναται να υπάρξει. Το έγκλημα έναντι της ιστορίας του έθνους και του τόπου συνέβη και, όπως δεκάδες άλλα, έμεινε ατιμώρητο. Πλέον μόνον η Ιστορία μπορεί να αξιολογήσει και να κατατάξει στας δέλτους ή στα κατάστιχά της αυτούς που τότε πήραν μέρος σ’ αυτό – είτε για να το επιτρέψουν είτε για να το αποτρέψουν.

Όμως, πέρα από το συντελεσθέν έγκλημα (που, όπως αποδεικνύει ο Αρ. Οικονόμου στις σελ. 18-19, διεπράχθη σε τρεις τουλάχιστον φάσεις), το τηλεοπτικό καρακατσουλιό και την πολιτική ξεφτίλα, υπάρχει ακόμη ένα κομμάτι από την εποχή της βασιλείας στην Ελλάδα που πρέπει να διασωθεί. Είναι ό,τι απέμεινε από την κινητή περιουσία, αλλά κυρίως από την ακίνητη. Το Προεδρικό Μέγαρο (η βασιλική κατοικία) ευτυχώς διεσώθη και μαζί της 800 και πλέον αντικείμενα μεγάλης ή μικρότερης ιστορικής και χρηματικής αξίας.

Υπάρχει το Τατόι και το Μον Ρεπό. Στην Κέρκυρα κάπως αξιοποιείται από το κράτος και την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Υπάρχουν πολλές ενστάσεις για το πώς θα μπορούσε να αξιοποιηθεί καλύτερα, αλλά δεν είναι της ώρας να εγερθούν. Τι γίνεται όμως με το Τατόι; Μέχρι πότε θα είναι ένας περίκλειστος χώρος; Ως πότε η έκταση με τα οικήματα και τα όποια αντικείμενα έχουν απομείνει από την ανθρώπινη λεηλασία και τη φυσική φθορά θα αποτελούν άβατο, μια «μαύρη τρύπα» στα βόρεια προάστια της Αθήνας; Είναι αδιανόητο να ανήκει ακόμη στην αρμοδιότητα κάποιας Επιτροπής Διαχείρισης της Δημόσιας Περιουσίας και να υπάρχει ειδικό αστυνομικό τμήμα για τη φρούρησή του.

Όσα δεν έκλεψαν, δεν λεηλάτησαν, δεν εξήγαγε (νόμιμα και παράνομα) ο Κωνσταντίνος εκτός Ελλάδος σαπίζουν. Τα τρώει το σαράκι και η λασπουριά. Αν πράγματι θέλει να κάνει κάτι η κυβέρνηση, αυτό που πρέπει άμεσα, από τη Δευτέρα, να πράξει είναι να καταργήσει με νόμο την υπάρχουσα επιτροπή (αφού βλέπετε έχει συσταθεί με νόμο) και να αναθέσει σε έναν φορέα την αξιοποίησή του. Να καταργήσει τις πολλαπλές αρμοδιότητες -άλλες έχει το υπουργείο Οικονομικών, άλλες το Πολιτισμού, άλλες το Γεωργίας, άλλες το ΠΕΧΩΔΕ και άλλες και ’γω δεν ξέρω ποιος- και να ιδρύσει έναν φορέα που θα αναλάβει την αξιοποίηση του δάσους, των οικημάτων και των αντικειμένων.

Ο φορέας μπορεί να είναι δημόσιος, όμως η λειτουργία και η διαχείρισή του, το μάνατζμεντ δηλαδή, να ανατεθεί όχι σε κάποιους μανδαρίνους του Δημοσίου, αλλά σε πραγματικούς μάνατζερ. Ας είναι μια σύμπραξη του Δημοσίου με τους ιδιώτες. Ας ενταχθεί στις περίφημες ΣΔΙΤ. Να αναστηλωθούν τα οικήματα, να συντηρηθούν τα αντικείμενα, να καλλιεργηθεί ο χώρος. Να ευπρεπιστούν, να καλλωπιστούν, να περιφραχθούν, να βάλουν ζώα, ελάφια ή ό,τι άλλο μπορεί να το κάνει ευχάριστο σ’ έναν επισκέπτη. Ας αξιοποιηθεί επαγγελματικά, τουριστικά, φυσιολατρικά, ιστορικά. Ας αξιοποιηθεί όπως αξιοποιούν όλα τα σοβαρά κράτη τον εθνικό, ιστορικό και φυσικό τους πλούτο. Επιτέλους η Δημοκρατία μας δεν είναι ακόμη παιδούλα για να ταλανίζεται από παιδικές ασθένειες. Μεγάλωσε, ωρίμασε, έφτασε ο καιρός να κοιτάξει το μέλλον της και να αποβάλει τα κόμπλεξ και τα σπυράκια της ακμής.

Φτάνει πια με τις γαλαζοαίματες φοβίες, ενοχές και ονειρώξεις. Το καμπανάκι για την έναρξη της δημοπρασίας των Christie’s είναι και το σήμα για να σοβαρευτούμε επιτέλους ως κράτος. Ο Κωνσταντίνος, ξεπουλώντας τη μνήμη του (και μνήμη μας), έκοψε οριστικά τη σχέση του με την Ελλάδα. Η όποια εναπομείνασα βασιλική περιουσία ανήκει πλέον στους Έλληνες. Ακόμη κι αν αυτή συνδέεται με άτυχες, άστοχες ή και ολέθριες στιγμές της ιστορίας του έθνους μας, είναι πλέον κομμάτι και κτήμα μας. Όσο καλύτερα το αξιοποιήσουμε, τόσο η βασιλεία δεν θα είναι αντικείμενο πολιτικής διαμάχης, αλλά μια μνήμη ανώδυνη, όπως τόσες άλλες.

Στη μνήμη υπάρχουν όνειρα και εφιάλτες. Κάποτε αγριεύουν, κάποτε ημερεύουν. Σιγά σιγά γίνονται κομμάτι της ζωής μας. Όπως ο άνθρωπος μαθαίνει να ζει και με τα δύο και φτάνει σ’ ένα σημείο που δεν τον στοιχειώνουν, έτσι και τα κράτη πρέπει να μάθουν να ζουν με την Ιστορία και τις περιόδους της. Όσο γρηγορότερα τις αφομοιώνουν, τόσο ευκολότερα τις εντάσσουν και τις αξιοποιούν, ωφελώντας τα συμφέροντα των πολιτών τους.

Δυστυχώς, 33 χρόνια μετά το δημοψήφισμα που έθεσε τέλος στο καθεστώς της βασιλείας, κάποιοι προσπαθούν να στήσουν μια πολιτική και τηλεοπτική οπερέτα. Το μόνο που κατάφεραν είναι να εκτινάξουν τις τιμές της δημοπρασίας των Christie’s και να κάνουν πλουσιότερο τον Κωνσταντίνο και την οικογένειά του. Εγώ, αν ήμουν Κωνσταντίνος, εκτός από ευχαριστήρια επιστολή θα τους έστελνα και ρεγάλο κάποιο ασημικό. Την «πάπια» της Φρειδερίκης. Μπορεί να ανήκε στη μάνα μου, αλλά βγάζοντας στο σφυρί τη μνήμη μου ουδόλως θα μ’ ενδιέφερε η μάνα μου και επιπλέον είναι το μόνο δώρο που αξίζει σ’ αυτούς που με βοήθησαν να αυξήσω την περιουσία μου. Εξάλλου, όπως γράφετε και στην αρχή εσείς κύριε Φελέκη, ο Κουτσαφτής στην «Αγέλαστο πέτρα» του μας λέει ότι περιουσία μας είναι η μνήμη μας. Εμένα είναι το χρήμα. Αυτή είναι και η διαφορά μου με τον φουκαρά τον Έλληνα πρόσφυγα. Αυτός φύλαξε το εικόνισμα και τα κόκαλα των προγόνων του. Εγώ και τις εικόνες και ό,τι είχαν οι δικοί μου τα δημοπράτησα.

Μεγαλειότατε, συμφωνώ. Τώρα μπορείτε να μας αφήσετε για πάντα. Αρκετά μας ταλαιπωρήσατε και μας ταλαιπώρησαν άλλοι για σας. Χωρίς μνήμη είστε ένα τίποτε. Εμείς έχουμε τα εικονίσματα και τα κόκαλα και τα φυλάμε και η εκδίκησή μας είναι που θα φυλάξουμε και τα κόκαλα των γονιών σας και ό,τι απέμεινε από τη δυναστεία σας στη χώρα μας. Πλέον, το παρελθόν σας μας ανήκει και θα το χειριστούμε όπως εμείς θέλουμε. Για σας το μόνο που ταιριάζει είναι τα λόγια του Μάρκες: «Η καρδιά έχει περισσότερα δωμάτια και από ένα ξενοδοχείο με πουτάνες», στο βιβλίο του «Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας»...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]