Παρασκευή, Απριλίου 13, 2007

 

Φρενοκομείο και... βαγόνια (14-4-2007)

H χώρα μπήκε σε μια περιπέτεια μακράς διαρκείας. Η περιπέτεια αυτή επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά τον μύθο του Σισύφου. Να πλησιάζει, δηλαδή, το έθνος κάθε τόσο στην κορυφή και να κατρακυλά στην άβυσσο, διαπράττοντας τα μεγαλύτερα σφάλματα στις κρισιμότερες στιγμές της ζωής του.

Είναι γνωστό, βέβαια, ότι στην πολιτική ζωή του τόπου μας δεν είναι εύκολο να κάνει κανένας ασφαλή προγνωστικά. Γιατί, για να το κάνει, οφείλει να χρησιμοποιήσει τη λογική. Αλλά όπως διδάσκει η περιπετειώδης ιστορία μας, πολλά απ’ όσα γίνονται στον τόπο μας δεν εξηγούνται λογικά. Γίνονται κατά τρόπο μοιραίο, παρορμητικό και, συνεπώς, παράλογο. Ας ευχηθούμε, πάντως, να διαψεύσει η μοίρα τις δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον και να συμβεί αυτό που συνέβη στην Αρχαία Αθήνα που, ενώ ο Ποσειδώνας καταράστηκε τους Αθηναίους να βουλεύονται ανόητα, η Αθηνά αποφάσισε να βουλεύονται μεν ανόητα, αλλά οι ανοησίες τους να βγαίνουν τελικά σε καλό τους.

Δεν ξέρω αν ο Κ. Καραμανλής επιδεικνύει αυτή την (ακατ)ανόητη συμπεριφορά στο θέμα των ομολόγων επειδή πιστεύει στον μύθο. Αν, πάντως, όντως πιστεύει ότι θα υπερισχύσει ο χρησμός της Αθηνάς, τότε είναι σίγουρο ότι λίαν συντόμως θα αναγκαστεί να επαναλάβει τη δήλωση του θείου του, Κωνσταντίνου Καραμανλή: «Δυστυχώς, η χώρα μου έχει μεταβληθεί σ’ ένα απέραντο φρενοκομείο». Οι διαπιστώσεις, όμως, δεν λύνουν τα προβλήματα. Ούτε αποτελούν άλλοθι γι’ αυτούς οι οποίοι τις κάνουν. Η χώρα όντως μετατρέπεται σε φρενοκομείο, επειδή ο πρωθυπουργός θεάται μακρόθεν τα όσα απαράδεκτα και ανεπίτρεπτα συμβαίνουν. Επειδή δεν αποφασίζει να «εγχειρήσει» το άρρωστο κομμάτι της κυβέρνησής του, αφήνοντας την παράταξή του εκτεθειμένη στους κινδύνους μιας επερχόμενης σηψαιμίας.

Όσο δεν διαχωρίζει τους αμνούς από τα ερίφια, το πολιτικό και εκλογικό γαλάζιο κοπάδι συνεχώς θα λιγοστεύει. Επιτέλους, δεν μπορεί όλοι που του εισηγούνται να αναλάβει πρωτοβουλίες να έχουν άδικο και ο ίδιος να εμμένει στη θεωρία της μπόρας που θα περάσει. Δεν υπάρχει ένας, μα ούτε ένας από τους υπουργούς, τους βουλευτές, τα κομματικά στελέχη, που να μην του εισηγείται είτε απολύσεις υπουργών, είτε ανασχηματισμό, είτε δομική ανασύσταση του τρόπου διακυβέρνησης, είτε πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, είτε άλλες πρωτοβουλίες, και ο ίδιος να επιλέγει την αναμονή και το κατενάτσιο.

Ακόμη και οι αλλαγές στις διοικήσεις των ταμείων, που υποτίθεται ότι θα γίνονταν σίγουρα την Τρίτη του Πάσχα, μετατίθενται τώρα για τον Ιούνιο.

Όσο συνεχίζεται η αναβλητικότητα ως προς τη λήψη των αναγκαίων αποφάσεων, τόσο η «σχιζοφρένεια» θα εξαπλώνεται στα στελέχη και τους οπαδούς του κυβερνώντος κόμματος. Και επειδή η σχιζοφρένεια είναι μια πολύ σοβαρή ασθένεια, ουδείς μπορεί να προβλέψει ποια συμπτωματική συμπεριφορά θα εκδηλωθεί από τους νοσούντες. Και βέβαια ουδείς μπορεί να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν και να υπολογίζει μια κυβέρνηση η οποία μοιάζει με ζαλισμένο κοτόπουλο. Δεν είναι τυχαίο ότι με όποιον κυβερνητικό ή κομματικό παράγοντα της Ν.Δ. και να συζητήσεις, όλοι λένε το ίδιο πράγμα: «Εγώ λέω να γίνει αυτό. Δεν ξέρω αν είναι το σωστό. Όμως, ξέρω ότι κάτι πρέπει να γίνει. Αν δεν γίνει κάτι, τελειώσαμε».

Όσο ο χρόνος περνάει και δεν γίνεται τίποτα, το μόνο σίγουρο που θα συμβεί είναι αυτό που λέμε τόσα χρόνια για το Κυπριακό. Ότι, δηλαδή, είναι μια υπόθεση συνεχώς χαμένων ευκαιριών. Κάθε πέρσι και καλύτερα. Αν χθες η «θυσία» Τσιτουρίδη λειτουργούσε εξαγνιστικά, σήμερα δεν φτάνει. Αν ο ανασχηματισμός ήταν μια λύση, αύριο μπορεί να μην είναι. Οι πρόωρες εκλογές, όσο περνά έτσι, χωρίς πρόγραμμα, ο καιρός, «καίγονται» ως λύση στο αδιέξοδο. Από κολυμβήθρα του Σιλωάμ ενδέχεται, μάλιστα, να αποδειχτούν κόλαση του Δάντη. Ο τελευταίος αιφνιδιασμός που ίσως ανατρέψει το δυσμενές κλίμα για την κυβέρνηση εμφανίζεται τώρα να είναι η δομική ανασυγκρότηση της διακυβέρνησης.

Αυτό, δηλαδή, που έπρεπε να γίνει από την αρχή της τετραετίας. Μικρό και ευέλικτο υπουργικό σχήμα. Συνενώσεις υπουργείων. Πανίσχυρο πρωθυπουργικό γραφείο, που θα εξασφαλίζει και θα εγγυάται τις αρχές μιας χρηστής διακυβέρνησης. Προώθηση της νέας γενιάς πολιτικών. Τα χαρτιά αυτά που σχεδίαζε να είναι το πλεονέκτημα της νέας τετραετίας είναι αναγκασμένος να τα παίξει τώρα ο Καραμανλής, αν θέλει να σηματοδοτήσει όντως μια νέα και διαφορετική πορεία και κυρίως για να έχει πιθανότητες επανεκλογής.

Αυτό, βέβαια, σημαίνει κόστος. Χρειάζεται να «στεγνώσει την ψυχή» του. Να αποχωριστεί στενούς συνεργάτες του. Να ρίξει το ανάθεμα σε άλλους για να μη χρεωθεί ο ίδιος τις ευθύνες. Μπορεί να φαίνεται μακιαβελικό, όμως, το γκουβέρνο για να εξασφαλιστεί πολλές φορές δεν συμβαδίζει με τους συμβατικούς κανόνες πολιτικής ηθικής.

Δυστυχώς, για τον Κ. Καραμανλή δεν ισχύει ούτε το λενινιστικό «χθες ήταν νωρίς, αύριο είναι αργά» ούτε ο αναστεναγμός της Σκάρλετ Ο’ Χάρα «αύριο θα ’ναι μια άλλη μέρα». Ούτε μπορεί για πολύ ακόμη να ελπίζει στις δημοσκοπήσεις και στα συναφή με αυτές πολιτικά παίγνια. Η εκτίμηση που υπάρχει στο Μαξίμου ότι «μπορεί να χάνει η Ν.Δ., αλλά δεν κερδίζει το ΠΑΣΟΚ» είναι μια φενάκη.

Η Ν.Δ. όντως χάνει και όντως το ΠΑΣΟΚ δεν καρπούται, όπως και όσο θα ήθελε, αυτή τη φθορά. Αυτό, όμως, είναι λογικό να συμβαίνει. Στην πολιτική ισχύει ό,τι και στα δρομολόγια των τρένων. Ο επιβάτης κατεβαίνει από ένα βαγόνι και μεσολαβεί ένα διάστημα για να μετεπιβιβαστεί σε ένα άλλο. Ο Γ. Παπανδρέου σ’ αυτή τη φάση βολεύεται να κατεβαίνουν επιβάτες από το βαγόνι της Ν.Δ. Ξέρει ότι όσο θα πλησιάζει ο χρόνος για τις εκλογές, οι περισσότεροι απ’ αυτούς που κατέβηκαν θα διαλέξουν το δικό του βαγόνι, επειδή αυτό οδηγεί στον προορισμό της εξουσίας. Ξέρει ότι η μετεπιβίβαση δεν γίνεται αμέσως, γιατί στο βαγόνι του συνωθούνται πολλοί απωθητικοί επιβάτες του παρελθόντος.

Αν είχε καταφέρει να πετάξει από το τρένο πολλούς από τους «σημαδεμένους» της καθεστωτικής εξουσίας του ΠΑΣΟΚ, το βαγόνι του θα γέμιζε πιο εύκολα. Τώρα ο άλλος το σκέφτεται να ταξιδέψει ξανά με αυτούς που τον είχαν αναγκάσει να κατεβεί εσπευσμένα και με αισθήματα αναγούλας το 2004.

Το πρόβλημα σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις το έχει αυτός που το βαγόνι του αδειάζει. Όσοι δηλώνουν ότι αποβιβάζονται, δύσκολα θα ξανανεβούν στο ίδιο βαγόνι. Το αν τελικά θα ανεβούν στο βαγόνι του Γ. Παπανδρέου εξαρτάται από τον ίδιο. Αν, δηλαδή, καταφέρει στο διάστημα που απομένει να τους πείσει ότι, πρώτον, οι παλιοί επιβάτες θα πεταχτούν στη σκευοφόρο και οι νέοι θα πάρουν τις καλές θέσεις. Αυτό σημαίνει ότι τάχιστα πρέπει, δεύτερον, να δείξει ποιοι θα ’ναι οι μηχανοδηγοί, οι ελεγκτές και οι μηχανικοί της νέας πορείας. Ποια, δηλαδή, θα είναι η νέα ηγετική ομάδα. Με ποια πρόσωπα θα κυβερνήσει. Τρίτον, ποια είναι τα κομφόρ (πρόγραμμα, δομή διακυβέρνησης κ.ά.) του ανακατασκευασμένου και όχι αναπαλαιωμένου βαγονιού. Τέταρτον, ποια είναι η διαφορά στο εισιτήριο (οικονομικό πρόγραμμα) από το άλλο δρομολόγιο. Και πέμπτον, ποιος είναι ο προορισμός (η διακριτή διαφορά από το αντίπαλο τρένο).

Σίγουρα το εγχείρημα είναι δύσκολο και για τον Γ. Παπανδρέου. Όσο ο Κ. Καραμανλής συνεχίζει να τροχιοδρομεί στις ίδιες ράγες και σε κάθε σταθμό (κρίση) να κατεβαίνουν επιβάτες από το βαγόνι του, μαζεύονται πολλοί στους σταθμούς μετεπιβίβασης. Άρα έχει «πελατεία». Αν καταφέρει να τους πείσει να ανεβούν στο δικό του βαγόνι, μέλλει να αποδειχθεί. Επειδή υπάρχει μια γενικευμένη απαξία του πολιτικού κόσμου, ενδέχεται πολλοί επιβάτες να προτιμήσουν εναλλακτικές διαδρομές, ακόμη κι αν είναι σύντομες, όπως αυτές που διαλαλεί η κ. Παπαρήγα, ο Αλ. Αλαβάνος και ο Γ. Καρατζαφέρης ή ακόμη πιο μικρές (έστω και για εκτόνωση) όπως αυτές που προσφέρουν οι Φιλελεύθεροι, ο Στ. Παπαθεμελής ή άλλες μικρές ομάδες και λέσχες.

Η τάση, μέχρι τούδε τουλάχιστον, ήταν οι προς μετεπιβίβαση επιβάτες να διαλέγουν την ύστατη στιγμή τα μεγάλα και ασφαλή τρένα που έχουν μόνιμο προορισμό την εξουσία.

Μέλλει να αποδειχθεί αν και στην ερχόμενη εκλογική αναμέτρηση θα επιδείξουν την ίδια συμπεριφορά. Πάντως, ολοένα και περισσότεροι δυσανασχετούν και θέλουν να αποδράσουν από το απέραντο φρενοκομείο στο οποίο έχει μετατραπεί η χώρα, είτε διά της επαναλήψεως των λαθών του παρελθόντος από τη Ν.Δ., είτε με τον συμβιβασμό του ΠΑΣΟΚ με πρακτικές και κυρίως πρόσωπα του παρελθόντος.

Κάποτε ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αυτός ο οποίος είχε πει -όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν τον είχε προτείνει το 1985 να επανεκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας- ότι «δεν επιθυμεί να έχει ανάμιξη σ’ αυτό που λέγεται σήμερα δημόσιος βίος του τόπου».

Σήμερα το λένε περισσότερο οι πολίτες και ελάχιστοι πολιτικοί. Και βέβαια είναι περιττό να πούμε ότι οι πρώτες 146 λέξεις του παρόντος σημειώματος ήταν αυτές με τις οποίες ο θείος του σημερινού πρωθυπουργού έκλεινε τα πρακτικά του Αρχείου του για την πενταετία 1980-1985.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]