Παρασκευή, Ιουλίου 16, 2010

 

Καλημέρα αισιοδοξία (17-07-2010)

Όπως και στη ζωή, έτσι και στην πολιτική, κανέναν δεν πρέπει να μακαρίζεις ή για κανέναν να ολοφύρεσαι πριν έλθει το τέλος του. Όσοι λοιπόν μέχρι πρότινος προέβλεπαν τα χειρότερα για τον Γ. Παπανδρέου και την κυβέρνησή του μάλλον πρέπει να αναθεωρήσουν απόψεις.

Έως και πριν από λίγες ημέρες, οι στεναγμοί, η θλίψη και η οργή για το μέλλον του κυβερνώντος κόμματος, ειδικά μετά τον Σεπτέμβριο, περιεφέροντο από (τηλεοπτικό) εκράν σε (ραδιοφωνική) αντένα και (τυπογραφική) στήλη. Από προχθές το σκηνικό έχει αλλάξει. Εκεί που όλα ήταν μαύρα, τώρα αρχίζει και φαίνεται φως στο βάθος του τούνελ. Ενώ η μελαγχολία ήταν μόνιμα καρφιτσωμένη στα μάτια σχεδόν όλων, τώρα για πρώτη φορά έπειτα από μήνες διαγράφεται στα χείλη ένα χαμόγελο.

Ύστερα από 200 και πλέον ημέρες που καλημερίζαμε τη θλίψη, μπορούμε, επιτέλους, να πούμε «καλημέρα αισιοδοξία». Ναι, τις τελευταίες ημέρες τα καλά νέα ήταν πολλά. Πρώτον, ψηφίστηκαν τα σκληρά μέτρα για το Ασφαλιστικό και τα εργασιακά, χωρίς να κινδυνεύσει η κυβερνητική σταθερότητα.

Δεύτερον, το έλλειμμα και οι δαπάνες μειώθηκαν και πέραν του αναμενομένου. Τρίτον, τα μηνύματα από τους κοινοτικούς μας επιτηρητές, Γιούνκερ, Τρισέ και Ρεν, αλλά και άλλους Ευρωπαίους αξιωματούχους, ήταν ιδιαιτέρως θετικά σχετικά με την προσπάθεια που καταβάλλει η χώρα μας.

Τέταρτον, η έξοδός μας στις αγορές για έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου ήταν επιτυχής. Πέμπτον, οι κοινωνικοί εταίροι (ΣΕΒ, ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕ κ.ά.) συμφώνησαν και υπέγραψαν τριετή συλλογική σύμβαση.

Έκτον, η Τράπεζα Πειραιώς, με μια αιφνιδιαστική, πλην άκρως μελετημένη, κίνηση ανέτρεψε ριζικά το σκηνικό της μιζέριας και της απογοήτευσης. Προτείνοντας την εξαγορά της Αγροτικής Τράπεζας και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, έβαλε «μπουρλότο» στην αγορά. Το Χρηματιστήριο ζωντάνεψε, ο τραπεζικός χώρος απέκτησε κινητικότητα, οι διεθνείς αγορές και τα ξένα ειδησεογραφικά δίκτυα αντιμετώπισαν με ενθουσιασμό τη νέα κατάσταση που αρχίζει να διαμορφώνεται στην Ελλάδα. Ο μέχρι χθες «δαίμονας» της Ευρώπης έγινε άγγελος καλών ειδήσεων. Το κλίμα άλλαξε. Η θετική ψυχολογία επανέρχεται (δες αναλυτικά ρεπορτάζ στο ένθετο «Οικονομία»).

Πλέον τα πάντα εξαρτώνται από την κυβέρνηση για να διατηρηθεί το εύκρατο κλίμα που αρχίζει να διαμορφώνεται. Αν ολιγωρήσει και δεν ρίξει κι άλλα φρύγανα, όπως κοινωνικά αντίμετρα και αναπτυξιακή πολιτική, στη φωτιά που αρχίζει να σιγοκαίει, θα είναι αποκλειστικά υπεύθυνη αν το κλίμα ξαναγίνει ψυχρό. Και θα ’ναι κρίμα αυτό να συμβεί, αφού αυτή δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την αλλαγή κλίματος. Αυτή συνήψε το μνημόνιο με την τρόικα που μας έσωσε από τη χρεοκοπία και την πτώχευση. Αυτή πήρε, ενάντια στην ιδεολογία, τις προεκλογικές δεσμεύσεις και το κυβερνητικό της πρόγραμμα, τα σκληρά πλην αναγκαία μέτρα στο Ασφαλιστικό και τα εργασιακά. Αυτή προέτρεψε τις τράπεζες να προχωρήσουν σε εξαγορές και συγχωνεύσεις.

Τα θετικά δημοσιονομικά αποτελέσματα, η υπερψήφιση των μέτρων, η αποκατάσταση της κυβερνητικής αξιοπιστίας στο εξωτερικό, και ιδιαίτερα στους εταίρους μας στην Ε.Ε., η προεργασία που γίνεται για τις αποκρατικοποιήσεις και οι σχετικές παροτρύνσεις του πρωθυπουργού και του υπουργού Οικονομικών προς τους επιχειρηματίες να επιδείξουν ενδιαφέρον δημιούργησαν το περιβάλλον ώστε να εκδηλωθεί η εντυπωσιακή κίνηση της Τραπέζης Πειραιώς.

Δεν είναι ο Μιχάλης Σάλλας αυτός που δημιούργησε την ευκαιρία, είναι η κυβέρνηση, που παρείχε στον Μιχάλη Σάλλα τη δυνατότητα να δώσει συγκεκριμένη μορφή στην ευκαιρία να γυρίσει σελίδα ο τραπεζικός χώρος.

Ο Μιχάλης Σάλλας, όντας πανέξυπνος και έμπειρος τραπεζίτης, ανέγνωσε γρήγορα και με επάρκεια το νέο τοπίο που δημιουργείται. Είδε ότι όντως η κρίση μπορεί να γίνει ευκαιρία. Συμπλήρωσε, λοιπόν, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στον τραπεζικό τομέα τη μεταρρυθμιστική πολιτική αναμόρφωσης της χώρας. Σ’ αυτό που χρόνια τώρα λέγεται, αρχής γενομένης από τον «πατριάρχη» Γιάννη Κωστόπουλο, για ανάγκη συγχώνευσης τραπεζών, ο Μιχ. Σάλλας έδωσε συγκεκριμένο όνομα.

Ένας νέος όμιλος Πειραιώς - Αγροτικής - Ταχ. Ταμιευτηρίου με ενεργητικό κοντά στα 100 δισ. σταθεροποιεί το τραπεζικό σύστημα, γίνεται μεγάλος παίκτης στην ευρύτερη περιοχή, απομακρύνει τον κίνδυνο αφελληνισμού των ελληνικών τραπεζών από τυχόν επιθέσεις ξένων ομίλων, ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά των άλλων τραπεζιτών για αναδιαμόρφωση της στρατηγικής και των συμμαχιών τους και στέλνει θετικό σήμα στις ξένες αγορές, που μπορεί να το επιστρέψουν με νέο ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά και εν όψει του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων.

Ειδικά αυτό το τελευταίο το χρειάζεται απελπισμένα η κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να επιστρέψει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα για δανεισμό στις διεθνείς αγορές.

Η ευκαιρία που με τη σειρά του παρέχει, με την κίνησή του, ο Μιχ. Σάλλας στην κυβέρνηση, εκτός από οικονομική, έχει και πολιτική αξία. Εάν η κυβέρνηση δώσει, τελικά, το «πράσινο φως» για να γίνει η εξαγορά, το θετικό κλίμα που διαμορφώνεται στις αγορές χρήματος και στους επενδυτικούς οίκους θα συνεχιστεί. Αυτό θα της δώσει τη δυνατότητα όντως να βγει ενωρίτερον για δανεισμό στις διεθνείς αγορές και να αποφορτίσει έτσι τις πιέσεις που έχει δημιουργήσει το μνημόνιο με την τρόικα.

Βγαίνοντας ενωρίτερον στις αγορές, θα υπερκεράσει, εν τοις πράγμασι, τη στρατηγική του βασικού πολιτικού αντιπάλου, της Ν.Δ., για έξοδο σε δύο χρόνια από το μνημόνιο. Ουσιαστικά θα την έχει ακυρώσει, αφού θα το έχει πετύχει πιο γρήγορα, με ό,τι επιπτώσεις αυτό μπορεί να έχει στις πολιτικές εξελίξεις και στο εκλογικό παιχνίδι. Επιπροσθέτως, η θερμή συνηγορία της Ν.Δ. και του ΛΑΟΣ υπέρ της προτάσεως της Τραπέζης Πειραιώς σπάει το αντικυβερνητικό μέτωπο.

Εφόσον η πρόταση εξαγοράς γίνει αποδεκτή, τότε η κυβέρνηση το μόνο που θα έχει απέναντί της, στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων, θα είναι τα δύο κόμματα της Αριστεράς (ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ), των οποίων όμως η δύναμη, αθροιζόμενη περίπου στο 10%, υπολείπεται καταφανώς του περίπου 85% των άλλων.

Εκτός όμως από αυτά τα οφέλη, η πρόταση Σάλλα έχει κι άλλα πλεονεκτήματα για την κυβέρνηση. Καταρχήν της δίνει διέξοδο για τον «μεγάλο ασθενή» του τραπεζικού συστήματος, που είναι η Αγροτική Τράπεζα. Είναι γνωστό ότι η Αγροτική επείγεται να προχωρήσει σε αύξηση κεφαλαίου ύψους περίπου 1,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1,2 δισ. ευρώ θα έπρεπε να το συνεισφέρει το ελληνικό Δημόσιο. Σε τούτους τους δημοσιονομικά και οικονομικά χαλεπούς καιρούς, κάτι τέτοιο μοιάζει αδιανόητο.

Επιπροσθέτως, εάν η Αγροτική κάνει χρήση του προγράμματος βοήθειας της ΕΚΤ, θα πρέπει στη διοίκησή της να τοποθετηθεί επίτροπος. Το πιο πιθανό που μπορεί να φανταστεί κανείς, εάν συμβεί αυτό, είναι να δοθεί εντολή είτε να κλείσει η τράπεζα είτε να υπάρξουν μαζικές απολύσεις, αυστηρός περιορισμός των δαπανών και περιστολή εργασιακών δικαιωμάτων και βέβαια να απαιτηθεί κατάργηση οποιωνδήποτε προνομιακών σχέσεων διατηρούν οι πελάτες (κυρίως αγρότες) με την τράπεζα. Στην περίπτωση αυτή θα υπήρχε πλήρης διάρρηξη των σχέσεων του αγροτικού κόσμου με το ΠΑΣΟΚ.

Εάν αντίθετα η Αγροτική περάσει στον έλεγχο της Τραπέζης Πειραιώς, τότε αφενός το Δημόσιο γλιτώνει από τον βραχνά να βάζει συνεχώς χρήματα σ’ έναν πίθο των Δαναΐδων, όπως είναι η Αγροτική, και αφετέρου το ΠΑΣΟΚ συνεχίζει να διατηρεί τις καλές σχέσεις με τον αγροτικό κόσμο, καθώς ο Μιχ. Σάλλας, όπως έχει αποδείξει με τη μέχρι τούδε συμπεριφορά του, δεν εισέρχεται ως ταύρος εν υαλοπωλείω.

Σίγουρα θα εξορθολογιστούν, σε μια πορεία, οι σχέσεις με τους αγρότες-πελάτες, ενώ η ρητή δέσμευσή του ότι θα διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας και δεν θα θιγούν τα εργασιακά δικαιώματα των υπαλλήλων της Αγροτικής είναι ένα επιπλέον θετικό στοιχείο για την κυβέρνηση. Το επιχείρημα ότι μέσω της Αγροτικής η κυβέρνηση ασκεί κοινωνική πολιτική είναι επιεικώς αστείο. Η Αγροτική είναι τράπεζα επιδοτούμενη από το Δημόσιο. Η κοινωνική πολιτική, λοιπόν, ασκείται μέσω του κρατικού προϋπολογισμού και όχι μέσω των κερδών της τράπεζας.

Είναι καλύτερα η όποια κοινωνική πολιτική προς τους αγρότες να ασκείται απευθείας μέσω του προϋπολογισμού, παρά μέσω ενός παρένθετου ελλειμματικού πιστωτικού ιδρύματος.

Ας δώσει το 1,2 δισ. ευρώ της αύξησης κεφαλαίου απευθείας στους αγρότες η κυβέρνηση, μέσω κοινωνικών δράσεων, παρά ενισχύοντας ένα προβληματικό «μαγαζί». Όπως αστείο είναι και το επιχείρημα της κοινωνικής πολιτικής μέσω των φθηνών επιτοκίων. Τα επιτόκια τα διαμορφώνουν η ΕΚΤ και η Τράπεζα της Ελλάδος και όχι η κυβέρνηση. Ένας ακόμη λόγος που συνηγορεί υπέρ της πρότασης εξαγοράς είναι η εξυγίανση του προβληματικού δημόσιου τομέα και η αποκρατικοποίηση της πολιτικής.

Οι διακηρυγμένες αρχές του Γ. Παπανδρέου και της κυβέρνησής του έχουν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, πεδίον δόξης λαμπρό για να εφαρμοσθούν. Η Αγροτική Τράπεζα είναι ένας χώρος όπου κατεξοχήν ευδοκιμεί το κομματικό κράτος. Δεν είναι τυχαίο ότι η Αγροτική έχει χαρακτηριστεί, λόγω των προσλήψεων και της φαυλότητας των διοικήσεων παρελθόντων ετών, η μακρά χειρ των κυβερνώντων κομμάτων στους αγρότες. Καιρός να σταματήσει. Μόνον έτσι η πολιτική θα αποκτήσει εκ νέου αίγλη. Μόνον αν απεξαρτηθεί από το ρουσφέτι και το σύνδρομο Μαυρογυαλούρου θα ξαναβρεί τη χαμένη της αξιοπιστία.

Τέλος, σημαντικός λόγος είναι και οι υπολογισμοί για ετήσια εξοικονόμηση πόρων από τις οικονομίες κλίμακος που θα προκύψουν.

Αν στην τριετία το 1 δισ. ευρώ που λέγεται ότι θα εξοικονομηθεί διοχετευθεί υπό μορφή πιστώσεων στην οικονομία, τότε ωφελημένοι θα είναι ευρύτερα η οικονομία και οι πολίτες. Η ρευστότητα που εξασφαλίζεται με την προσθήκη του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου στο τριπλό σχήμα είναι λόγος υπέρ της εξαγοράς και όχι αποτρεπτικός. Η ρευστότητα θα διοχετευθεί στην αγορά, θα εξυγιάνει την Αγροτική Τράπεζα και θα ενισχύσει μέσω της ενδυνάμωσης της Πειραιώς ευρύτερα το πιστωτικό σύστημα.

Αν η πρόταση περιελάμβανε την εξαγορά μόνον του Ταχ. Ταμιευτηρίου, σαφέστατα και η κυβέρνηση έπρεπε να πει όχι. Η πρόταση θα στόχευε στην υφαρπαγή των διαθεσίμων. Ο συνδυασμός όμως με την Αγροτική είναι μια καλή πρόταση, αφού τη ζημία από τη μία την ισοφαρίζει με το κέρδος του άλλου. Κανείς ποτέ δεν θα έκανε πρόταση εξαγοράς μόνον της Αγροτικής. Θα ήταν τρελός και σίγουρα όχι καλός επιχειρηματίας.

Βεβαίως, από ορισμένους εγείρεται θέμα για το προσφερθέν τίμημα. Κατ’ εμέ, το πρόβλημα δεν είναι το τίμημα. Αυτό μπορεί να βελτιωθεί. Είτε μέσω μιας καλύτερης προσφοράς από κάποιον άλλον, είτε μέσω μιας διαπραγμάτευσης με την Πειραιώς, είτε μέσω διαφορετικών προσεγγίσεων, εφόσον υπάρξουν, ως προς το τίμημα.

Το θέμα είναι να διατηρηθεί το momentum. Να αιμοδοτηθεί η αιφνιδίως ενσκήψασα αισιοδοξία. Να δρομολογηθούν κι άλλα deals, ώστε ν’ αλλάξει ριζικά το τοπίο και στις τράπεζες και στην αγορά και ευρύτερα στην οικονομία. Ειδικά αυτή τη στιγμή, με το καλό κλίμα που διαμορφώνεται, θα ήταν εγκληματικό για τη χώρα, αλλά και την κυβέρνηση, να υπάρξει επιστροφή στη μελαγχολία και στη μιζέρια.

Φυσικά αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι η πρόταση εξαγοράς πρέπει να γίνει δεκτή αμέσως. Δεν θα πρέπει, όμως, και ο χρόνος της απόφασης να βραδύνει. Σίγουρα δεν αρκούν 4-5 ημέρες, 4-5 εβδομάδες όμως είναι αρκετές και αφού προηγουμένως λυθούν εγχώρια και διεθνή τεχνικά, νομικά και άλλα προβλήματα. Το θέμα δεν είναι απλό, είναι σύνθετο. Η λύση όμως που πρέπει να δοθεί απαιτείται να είναι απλή, διάφανη, λειτουργική και αποτελεσματική.

Τέλος, όσον αφορά τη θέση του πρωθυπουργού, ότι πρέπει να υπάρχει ισχυρός δημόσιος βραχίονας στο τραπεζικό σύστημα, δεν νομίζω ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω του «μεγάλου ασθενούς», της Αγροτικής.

Σαφέστατα, όμως, αυτό μπορεί να γίνει με την ενίσχυση της συμμετοχής του Δημοσίου στην ΕΤΕ, που έχει όλες τις προϋποθέσεις για τον ρόλο αυτό...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]