Κυριακή, Δεκεμβρίου 23, 2007

 

Εις το όνομα του Πατρός (22-12-2007)

Σε λίγες μέρες γεννάται ο Χριστός. Στη Βηθλεέμ. Στις εκκλησίες. Στις καρδιές των ανθρώπων.

Δι’ ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον, θα βεβαιώνουν οι χριστιανοί απανταχού της Γης. Το ποίημα του Ρωμανού του Μελωδού, σε ήχο γ' αυτόμελο, θα είναι το σύνθημά τους για την ανα-γέννηση. Τη νέα ζωή. Το πρώτο βήμα για την εξιλέωση και την άρση των αμαρτιών. Σήμερα, όσο κι αν το έθιμο το απαιτεί, δεν θέλω να μιλήσω για το «παιδίον νέον». Το έχω κάνει πολλές φορές και με διάφορες ευκαιρίες, περιπτώσεις και γεγονότα. Υπερασπίστηκα με πάθος το νέο και τους νέους. Το αυθεντικό και τους γνήσιους.

Η ανανέωση είναι ανάγκη. Φυσική και διανοητική. Κοινωνική και πολιτική. Επιχειρηματική και αισθητική. Προσωπική και συλλογική. Ανάγκη μόνιμη και διαρκής. Η ανανέωση είναι επιλογή. Συνειδητή. Υπόθεση ζωής. Κόντρα στη φθορά και τον θάνατο. Είναι ιδεολογική θέση. Βίωμα και αντίληψη. Μαχητική στάση. Είναι ζωηρή, γόνιμη, δροσερή, ασυγκράτητη, κυριαρχική. Καυτή ανάσα. Καταστροφική και δημιουργική. Αντιφατική.

Σήμερα, όμως, δεν θέλω να μιλήσω για το «παιδίον νέον». Δεν θέλω να αγκαλιάσω τρυφερά τα παιδιά. Τα παιδιά μου. Δεν θέλω να τα χαϊδέψω και να τα κανακέψω. Δεν θέλω να μιλήσω για τις μέρες που έρχονται. Για το μέλλον που πρέπει να το σφραγίσουν με την αθωότητα και την ευλογία τους. Δεν θέλω να πω για το αύριο που τους οφείλουμε και τους ανήκει. Δεν θέλω να μαρτυρήσω για τον Ερχόμενο και τους ερχόμενους. Γι’ αυτούς που θα μας σώσουν. Για όσους θα μας κατακτήσουν. Γι’ αυτούς που γεννήθηκαν ή περιμένουν να γεννηθούν.

Σήμερα λέω να κάνω μια εξαίρεση. Να λοξοδρομήσω. Να μιλήσω για τη γενιά μου, θέλω. Για τους μεγαλύτερους, αλλά και τους μικρότερους των 48 ετών. Για τους μεσήλικες και τους ηλικιωμένους. Για τους σαράντα και τους -ήντα. Γι’ αυτούς που πάλεψαν, μόχθησαν, εργάστηκαν, αγωνίστηκαν, έφτιαξαν τη ζωή τους. Γι’ αυτούς που η ανανέωση τους έχει, και ορθά, απέναντι. Γι’ αυτούς που οι νέοι πρέπει να ξεπεράσουν, αν θέλουν να φτιάξουν το δικό τους βασίλειο. Γι’ αυτούς που είναι σήμερα στα πράγματα. Που κρατάνε τα κλειδιά και τα σκήπτρα της (όποιας) εξουσίας. Γι’ αυτούς που είναι καθεστώς και θέτουν τους κανόνες.

Στο όνομα αυτών θέλω να μιλήσω. Αυτούς να υπερασπιστώ και να προστατεύσω, επιθυμώ. Και δεν το κάνω από ιδιοτέλεια, γιατί έτσι υπερασπίζομαι τον εαυτό μου, τη γενιά μου και τα κεκτημένα μας. Το κάνω γιατί βαρέθηκα, όχι τους μικρούς, αλλά τους μεγάλους υποκριτές και μπαγαπόντηδες. Βαρέθηκα τους ψεύτικους λόγους υπέρ των νέων και της νεολαίας. Σιχάθηκα τους «λιβανωτούς» για το νέο που έρχεται. Για το νέο που, εκ των πραγμάτων, είναι καλύτερο. Για το νέο που θα ανατρέψει την καθεστηκυία τάξη. Απηύδησα με τους «φιλιππικούς» κατά των μεγάλων που εκστομίζονται συνήθως από μεγάλους σε ηλικία ψευδοπροφήτες.

Υπάρχουν κάποιοι μεσήλικες ή ηλικιωμένοι που νομίζουν ότι αν κολακέψουν το νέο και τους νέους γίνονται και οι ίδιοι κομμάτι της ανανέωσης. Θεωρούν ότι όσο περισσότερο υπερθεματίσουν για το μέλλον στριμώχνονται και οι ίδιοι σ’ αυτό. Μπαίνουν στο κάδρο. Πιστεύουν ότι μιλώντας για το αύριο μπορεί να το καθοδηγήσουν. Να γίνουν αποδεκτοί από τη νέα τάξη πραγμάτων. Στην πλειονότητά τους είναι ιδιοτελείς. Νομίζουν ότι έτσι θα τα έχουν καλά με τους νέους. Ίσως να νομίζουν ότι αν τους χαϊδέψουν τα αυτιά θα γίνουν σύμμαχοί τους. Και δεν θα γευτούν την οργή τους. Ότι θα αποφύγουν την «τιμωρία» αν τους καλοπιάσουν.

Όσοι με φλογερό ενθουσιασμό υπερασπίζονται τους νέους να διαβούν είναι τις περισσότερες φορές αυτοί που νιώθουν ξοφλημένοι. Οι πλέον διαπρύσιοι κήρυκες του μέλλοντος είναι συνήθως οι αποτυχημένοι του παρελθόντος. Είναι αυτοί που συνεχίζουν να νιώθουν ανασφάλεια και φοβούνται τα επερχόμενα. Αυτοί που, παρ’ ότι έχουν τα χρονάκια τους, έχασαν τον χρόνο της νιότης ή τον έζησαν με τρόπο που σήμερα νιώθουν ενοχές.

Αυτοί δεν με αφορούν. Ας τα βρουν με τον εαυτό τους. Ας συλλογιστούν γιατί άφησαν το ποτάμι να περάσει μέσα από τις παλάμες τους. Ας κάνουν μνημόσυνα. Αναδρομικά. Ας χύσουν δάκρυα μετανοίας γι’ αυτά που δεν έζησαν. Και ας προσέξουν. Επειδή το πιθανότερο είναι να μη ζήσουν ούτε το αύριο.

Εγώ δεν θέλω να μιλήσω για τους απόντες και τους απέχοντες. Θέλω να ιστορήσω γι’ αυτούς που έζησαν. Γι’ αυτούς που συμμετείχαν, ακόμη κι αν δεν κέρδισαν τα στοιχήματα που έβαλαν. Για τους παρόντες του χτες. Για τους δημιουργούς του τώρα. Για τους συμμέτοχους στο αύριο. Γι’ αυτούς και τη σχέση τους με το νέο, τους νέους και την ανανέωση γράφω.

Ναι, είμαστε μεγάλοι, μεγαλύτεροι από τους νέους ιμπεριαλιστές της ζωής. Ναι, είμαστε ώριμοι, έμπειροι, φτιαγμένοι. Είμαστε το «καθεστώς» που πρέπει να ανατραπεί για να δημιουργηθεί το νέο, πάλι, καθεστώς. Θα αντισταθούμε, όσο μπορούμε, στους επιδρομείς για το νέο status. Δεν θα τους διευκολύνουμε ώστε να χτίσουν, χωρίς εμάς, το δικό τους τρόπαιο. Και δεν θα το κάνουμε γιατί στο αύριο, στον δικό τους κόσμο, στον δικό τους παράδεισο ή την κόλαση έχουμε και μεις πολλά να καταθέσουμε.

Έχουμε τη μνήμη μας. Δεν τους τη χαρίζουμε. Σ’ αυτήν είναι γραμμένη η ύπαρξή μας. Σ’ αυτήν διαβάζουμε την προσπάθεια που κάναμε για να φέρουμε τη ζωή μας μέχρι εδώ. Σ’ αυτήν αναγνωρίζουμε τα όνειρα και τους εφιάλτες μας. Σ’ αυτήν είναι τα παιδικά μας χρόνια, η εφηβεία μας, η ωριμότητά μας. Είναι τα παιχνίδια μας, οι έρωτές μας, οι αταξίες μας, οι παιδικοί μας φίλοι, τα ξενύχτια μας, τα μαθήματά μας, η δουλειά μας, ο μόχθος, το κλάμα, το γέλιο μας, η οικογένειά μας. Είναι οι αποτυχίες και οι επιτυχίες μας. Είναι ο λόγος και η σιωπή μας. Είναι η αθωότητά μας ή, τέλος πάντων, κάποιο κομμάτι της που το ’χουμε ακόμη αποκούμπι και κιβούρι για το βάρβαρο μέλλον με το οποίο κάποιοι δήθεν νεοτεριστές μάς απειλούν.

Στο παρελθόν μας υπάρχουν ζωντανοί και νεκροί που πορευτήκαμε μαζί τους. Που σφράγισαν τη ζωή μας. Που δεν θα αφήσουμε να σκυλεύσουν τη μνήμη και να συλήσουν τους τάφους τους. Υπάρχουν μυστικά που δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να τους αποκαλύψουμε. Υπάρχουν έγνοιες, καημοί και αίματα με τα οποία φτιάξαμε το «καθεστώς» μας. Έχουμε δώσει όρκους απ’ τους οποίους δεν μπορούμε να ξεφύγουμε ή να τους πατήσουμε. Το «καθεστώς» μας δεν μας χαρίστηκε. Το κατακτήσαμε. Οι περισσότεροι το καταφέραμε χωρίς να πατήσουμε επί πτωμάτων. Πολλές φορές περίσσεψε ο σεβασμός μας για τους προηγούμενους και η αγάπη για τους ερχόμενους. Φέραμε τη ζωή μας μέχρι εδώ, έχοντας γράψει πολλά ένσημα σε κώδικες αξιών και αρχών που υπήρχαν πριν από μας και έχουν μια διαχρονικότητα.

Το «καθεστώς» μας δεν είναι και τόσο σιδερένιο, σκληρό και απαγορευτικό για τους ερχόμενους. Το «καθεστώς» μας έχει πρόσωπο. Είναι αναγνωρίσιμο. Με γωνίες και χαρακιές. Ακόμη και στην ψυχή μας. Σε πολλές περιπτώσεις νιώθω ότι το «καθεστώς» μας είναι καλύτερο από το μέλλον που μας επιφυλάσσουν ή σχεδιάζουν για τους εαυτούς τους οι ερχόμενοι. Ο ψηφιακός, ο εικονικός, ο πλανητικός, ο αποστειρωμένος νέος κόσμος είναι καλοδεχούμενος. Μόνο που για να τα καταφέρουν όσοι ονειρεύονται τις νέες πραγματικότητες χρειάζονται χρώμα. Το χρώμα του αίματος. Αυτό που συνοδεύει κάθε γέννα. Και, δόξα τω Θεώ, εμείς οι παλιοί, οι ώριμοι, οι μεγαλύτεροι έχουμε ακόμη αρκετό για να διαθέσουμε ή να μεταγγίσουμε. Και πολλές δυνάμεις να σπαταλήσουμε για να μην είναι γκρίζος και ανεικονικός ο νέος κόσμος.

Χωρίς το DNA μας αυτός δεν μπορεί να έλθει. Πριν γεννηθεί θα ’χει πεθάνει. Χρειάζεται να τους δανείσουμε το πληροφοριακό μας υλικό για να πετύχουν και να χτίσουν τη δική τους αυτοκρατορία. Μπορούν, βέβαια, να μας το κλέψουν. Μπορούν να γίνουν πειρατές του μέλλοντος. Δικαίωμά τους. Όπως δικαίωμά μας είναι να υπερασπιστούμε τα κεκτημένα μας. Ίσως είναι πιο εύκολο(;) γι’ αυτούς να μας καταστρέψουν. Έχουν κάθε δικαίωμα να το πιστεύουν και να προσπαθήσουν. Έχουμε, όμως, και μεις δικαίωμα να αντισταθούμε και να τους «υποδείξουμε» πώς πρέπει να κόψουν τον ομφάλιο λώρο χωρίς να κινδυνέψουν να πεθάνουν.

Έχουν το δικαίωμα στην ανυπακοή και έχουμε το δικαίωμα στη συμβουλή. Έχουν το δικαίωμα στην αυθαιρεσία και έχουμε το δικαίωμα στη νομιμότητα που κατακτήσαμε να υπάρχει. Έχουν το δικαίωμα να γεννηθούν και έχουμε το δικαίωμα να πεθάνουμε όπως και όταν θέλουμε. Το νέο μπορεί να έλθει με τη συναίνεσή μας ή τη διαφωνία μας. Γνωρίζουμε ότι θέλουμε δεν θέλουμε, θα έρθει. Έτσι γίνεται πάντα. Απλώς μπορούμε να κάνουμε τον τοκετό πιο εύκολο ή να τον δυσκολέψουμε. Το μόνο που δεν μπορούμε να αποφύγουμε είναι οι σπασμοί. Ακόμη και αυτοί, όμως, διαγενομένου του χρόνου, της επιστήμης και της γνώσης, γίνονται ολιγότερον επώδυνοι και με μικρότερους κινδύνους για τη μητέρα.

Μπορεί το μέλλον να έχει όνομα ή να είναι αγνώστου πατρός. Αυτό άλλοτε είναι τυχαίο γεγονός ή μπορεί να είναι και συνειδητή επιλογή. Το μόνο που δεν μπορούμε να αποφύγουμε είναι η σύλληψη. Δεν μπορεί να είναι άμωμος. Η μόνη Παρθένος της Ιστορίας που έτεξε είναι η Παναγία. Ήταν και παραμένει η μοναδική. Γι’ αυτό και η όποια σύλληψη και γέννηση του νέου θα έχει το σπέρμα μας. Η όποια ανα-γέννηση υπάρξει, δεν μπορεί παρά να μας περιέχει.

Δεν ξέρω αν αυτό είναι καθησυχαστικό για ορισμένους φοβιτσιάρηδες, σίγουρα πάντως είναι προστατευτικό για τα παιδιά μας και για το μέλλον τους. Κι απ’ αυτή την άποψη καλόν είναι οι μεγάλοι ή οι μεγαλύτεροί τους να μην φοβόμαστε τους αρνητές μας. Να τους παραχωρήσουμε το αύριο. Ή, ακόμη καλύτερα, να τους αφήσουμε να το κατακτήσουν, με τον τρόπο που θέλουν ή που νομίζουν ότι μπορούν.

Εξάλλου, στη φάτνη της Βηθλεέμ, όπου η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει και η γη το Σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει, υπάρχουν κι άλλοι. Υπάρχουν Άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι. Μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσι.

Αυτοί μπορεί να είμαστε εμείς. Για τα παιδιά μας και τους ερχόμενους. Εκτός και αν ορισμένοι από εμάς προτιμήσουν να γίνουν... Ηρώδηδες.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]