Πέμπτη, Μαΐου 24, 2007

 

Θλιβεροί μαυρογυαλούροι (25-5-2007)

Προχθές, ήμουν από τους «τυχερούς» που βρέθηκαν στο Ολυμπιακό Στάδιο και παρακολούθησαν τον τελικό του Champions League. Όλα ήταν άψογα. Η διοργάνωση, η ατμόσφαιρα στο γήπεδο σε έκαναν να νιώθεις «εθνικά υπερήφανος». Δεν ξέρω πώς διάολο ετούτη η μικρή χώρα στις μεγάλες διοργανώσεις πάντα τα καταφέρνει. Στα μικρά είναι που πνίγεται και δείχνει την κακομοιριά και την κουτοπονηριά της.

Το μόνο μελανό σημείο, οι υπαίθριοι πωλητές. Προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να σε κλέψουν. Ιδίως τους Ιταλούς και Άγγλους φιλάθλους. Αισθάνθηκα ντροπή όταν ένας Άγγλος αγόρασε δύο αναψυκτικά και ένα ποπ κορν και ο αθεόφοβος Έλληνας τού επέστρεψε ένα ευρώ από τα 15 που έδωσε. Ο Άγγλος κοίταζε απορημένος το ένα ευρώ και περίμενε. Ο Ελληναράς έπαιρνε ήδη παραγγελία από τον επόμενο. Ο Άγγλος κοίταξε με απορία τον ανηρτημένο κατάλογο. Έπρεπε, σύμφωνα με τις τιμές, να πάρει ρέστα τρία ευρώ. Ξανακοίταξε τον κατάλογο, το ένα ευρώ που είχε στο χέρι και το καλόπαιδο που έδινε ρέστα στον επόμενο. Διαμαρτυρήθηκε. Ο δικός μας έκανε πως δεν άκουσε. Τελικά με τα πολλά τού έδωσε και τα άλλα δύο ευρώ.

Σκέφτηκα να τον δοκιμάσω κι εγώ. Παρήγγειλα δύο αναψυκτικά και δύο ποπ κορν. «Χάου ματς;» τον ρώτησα. «Τουέντι γιούρος», μου απάντησε. «Πόσα;», τον ρωτάω τώρα στα ελληνικά. «Έλληνας είσαι;», μου λέει. «Ναι», του απαντώ. «Πόσα σου είπα;». «Είκοσι». «Κάτσε, ρε παιδί μου, να δω τι γράφει ο κατάλογος, γιατί έχω πήξει», μου λέει προσπαθώντας να ξεφύγει. Τα είκοσι αυτομάτως έγιναν δεκάξι. Τέσσερα ευρώ, ήτοι 25% «καπέλο»! Όχι και άσχημα. Πιο δίπλα ένας άλλος έβριζε σκαιότατα έναν άλλον πωλητή που έκανε τα ίδια και χειρότερα. Μου προκάλεσε, πάντως, μεγαλύτερη κατάπληξη το γεγονός ότι υπήρχε παντελής έλλειψη ελέγχου. Ενώ σχεδόν όλοι έβριζαν και φώναζαν για την ασυδοσία των μικροπωλητών, δεν υπήρχαν πέντε-δέκα αστυνόμοι με πολιτικά να μαζέψουν όλους αυτούς τους κλέφτες και να τους οδηγήσουν στο αυτόφωρο. Γυρνώντας μετά τον αγώνα στο γραφείο και βλέποντας τα πολιτικά και οικονομικά ρεπορτάζ των συντακτών μού δημιουργήθηκε η ίδια αίσθηση.

Η κυβέρνηση εγκατέλειψε τη ρητορική των μεταρρυθμίσεων και τη φιλολογία της δημοσιονομικής πειθαρχίας και πουλάει όσο όσο, υποσχόμενη τα πάντα με σκοπό να «κλέψει» την ψήφο των πολιτών.

Η προεκλογική περίοδος, στην Ελλάδα, αρχίζει όταν ξαφνικά -εκεί που ήταν σφιγμένο το ζωνάρι- αρχίζουν οι παροχές. Μπροστά στις εκλογές ξεχνιούνται τα πάντα. Όλες οι μεγαλοστομίες και οι παλικαρισμοί του τύπου: «Εμείς δεν υποκύπτουμε στις σειρήνες του λαϊκισμού. Δεν θέλουμε να σας χαϊδέψουμε τα αυτιά. Τέρμα τα θα», πετιούνται στη λήθη. Και οι πολίτες απορούν, αλλά και γελούν. «Μα, αυτοί δεν είναι που τρία χρόνια μάς έλεγαν δεν έχουμε για να σας δώσουμε;». Πώς γίνεται και ξαφνικά έγιναν σαν τους προκατόχους τους, οι οποίοι επίσης παραμονές των εκλογών έταζαν λαγούς με πετραχήλια και εξήγγελναν «κοινωνικές χάρτες».

Πώς γίνεται και από σοβαροί μεταρρυθμιστές, όλοι τους, παραμονές των εκλογών να μετατρέπονται σε θλιβερούς μαυρογυαλούρους.

Κι ακόμη είμαστε στην αρχή. Πολύτεκνοι, τρίτεκνοι, ταξιτζήδες, φοροδιαφεύγοντες αγρότες, καταπατητές είναι η πρώτη δόση των «τυχερών». Θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Όσο λιγοστεύουν οι μέρες προς τις κάλπες, τόσο θα μεγαλώνουν οι παροχές και οι υποσχέσεις. Και από την κυβέρνηση και από την αντιπολίτευση. Το κακό με την πολιτική είναι ότι δεν υπάρχει αγορανομία για να σταματήσει η ασυδοσία σχετικά με τις «καλύτερες μέρες» που έρχονται. Στην πολιτική δεν υπάρχει πλαφόν στις υποσχέσεις. Ούτε διατίμηση στα «θα». Οι τιμές εδώ είναι ούτως ή άλλως ανεξέλεγκτες. Ο καθένας τις ανεβάζει εκεί που θέλει. Με μόνο σκοπό να κλέψει την ψήφο.

Σε τίποτε οι πολιτικοί μας δεν διαφέρουν από τους υπαίθριους και πλανόδιους πωλητές του Ολυμπιακού Σταδίου. Και οι δυο προσπαθούν άτσαλα και εξόφθαλμα να σε κλέψουν. Ο ένας τα χρήματα και ο άλλος την ψήφο. Δεν ξέρω ποιος είναι χειρότερος. Ο πωλητής αναψυκτικών ή ο έμπορος υποσχέσεων και ελπίδων. Ούτε ξέρω ποιος μιμείται ποιον. Σε μια χώρα όπου η κλεπτοκρατία συνεχίζει να είναι η κυρίαρχη αντίληψη και πρακτική, μάλλον δεν έχει σημασία. Ούνα φάτσα ούνα ράτσα, που θα έλεγαν και οι οπαδοί της Μίλαν.

Το πιο εξοργιστικό όμως με τους πολιτικούς είναι ότι, αν και γνωρίζουν ότι η μεγαλύτερη κακοδαιμονία και συνάμα ξεφτίλα για την πολιτική είναι η υφαρπαγή της ψήφου, εντούτοις πάντα στο τέλος της τετραετίας το ξεχνούν. Ενώ για τρία χρόνια είναι κήνσορες των μεταρρυθμίσεων και του εκσυγχρονισμού, τον τέταρτο χρόνο μεταμορφώνονται σε θεράποντες του λαϊκισμού.

Τρία χρόνια επανιδρύουν το κράτος και επαναθεμελιώνουν την πολιτική και τον τέταρτο χρόνο τα κατεδαφίζουν όλα. Γίνονται λωποδύτες και διαρρήκτες. Για μια χούφτα ψήφων, όπως οι μικροπωλητές για μια χούφτα ευρώ.

Ειλικρινά αυτή τη συμπεριφορά δεν μπορώ να την κατανοήσω. Πώς γίνεται να προσπαθείς για τόσο μακρύ διάστημα να στηλιτεύεις αυτό που στο τέλος θα κάνεις; Πώς γίνεται να αρνείσαι και να μουντζώνεις τον εαυτό σου; Δεν κατανοούν ότι έτσι χάνουν κι αυτούς που μπορεί να κέρδισαν επειδή πίστεψαν τον λόγο ή την προπαγάνδα τους; Προφανώς το κάνουν επειδή η μόνη ιδεολογία που έχουν είναι αυτή της διαχείρισης της εξουσίας και τίποτε άλλο.

Το μόνο που πιστεύουν είναι το γκουβέρνο και τα ωφελήματά του. Άσχετα από το τι λένε, πιστεύουν ακράδαντα ότι η ψήφος είναι ένα εξαγοράσιμο προϊόν. Και μάλλον έτσι είναι, αφού αυτή η συμπεριφορά και η πολιτική τελεσφορεί. Οι Έλληνες αγοράζουν στις εκπτώσεις και στις προσφορές. Γιατί να συμβαίνει διαφορετικά στην πολιτική;

Ετοιμαστείτε, λοιπόν, για ένα τετράμηνο μεγάλων εκπτώσεων στις ιδέες, τις αξίες, τις μεταρρυθμίσεις. Ετοιμαστείτε για ένα τετράμηνο μεγάλων προσφορών και πλειοδοσίας.

Δέκα θα λέει ο ένας, εκατό θα προσφέρει ο άλλος. Πόδια στους ανάπηρους θα διαλαλεί ο ένας πάροχος. Μάτια στους τυφλούς θα υπόσχεται ο δεύτερος.

Στη μια κοινωνική ομάδα θα κλείνει πονηρά το μάτι ο ένας, στην άλλη θα κρυφογελά ο άλλος. Βέβαια από μια τέτοια αντιπαράθεση και όταν οι διαφορές είναι οριακές -όπως τώρα-, ωφελημένος συνήθως βγαίνει αυτός που είναι στην κυβέρνηση. Το γκουβέρνο πάντα έχει τη δυνατότητα να «κλέβει» πιο εύκολα επειδή έχει το πλεονέκτημα να «εξαγοράζει» πιο εύκολα.

Σε περιπτώσεις οριακών διαφορών των κομμάτων εξουσίας και όταν δεν υπάρχει ένα ισχυρό πολιτικό, διεκδικητικό ή ηθικό και εξυγιαντικό κίνημα στο οποίο να στηρίζεται η αντιπολίτευση, μεγαλύτερος «κλέφτης ψήφων» είναι το κυβερνών κόμμα.

Η Νέα Δημοκρατία είχε την ευκαιρία μία, δύο ή και τρεις φορές να προσφύγει πρόωρα στις κάλπες με διακύβευμα τις μεταρρυθμίσεις (Παιδεία, συνταγματική μεταρρύθμιση κ.ά.). Δεν το έπραξε. Τώρα πάει έχοντας απολέσει το πλεονέκτημα της ηθικής υπεροχής. Ελπίζει να ξεπεράσει τη φθορά από το σκάνδαλο των ομολόγων μέσω του συμψηφισμού, επειδή το ΠΑΣΟΚ δεν άλλαξε, όπως είχε υποσχεθεί ο αρχηγός του. Σε πρώτο πλάνο, παραμένουν πολλοί «σημαδεμένοι» από τον ύστερο σημιτισμό. Αν έχουμε ισοπαλία στη διαφθορά, οι εκλογές θα κριθούν από τη συμπεριφορά ειδικών κατηγοριών ψηφοφόρων. Σ’ αυτούς στοχεύει, με τις πρόσφατες εξαγγελίες, η κυβέρνηση. Αριθμητικά μπορεί να μην ξεπερνούν τις 100-120 χιλιάδες αυτοί που πρόκειται να επωφεληθούν από το «ξεβράκωμα» της κυβέρνησης όσον αφορά τη σοβαρότητα και την αξιοπιστία διεκδίκησης της ψήφου.

Όμως αυτό είναι ένα ποσοστό περίπου 2% του εκλογικού σώματος. Ελπίζει -λόγω της οικονομικής άνεσης που έχει επειδή διαχειρίζεται το κρατικό χρήμα- ότι θα «κλέψει» άλλο ένα (1%) από τις μετακινήσεις, ιδίως μέσω Κύπρου, μεταναστών, όπως έκανε πάντα το ΠΑΣΟΚ όταν ήταν στην κυβέρνηση. Δύο και ένα ίσον 3%, συν το ποσοστό αυτών που προσεταιρίστηκε από την άσκηση κυβερνητικής εξουσίας και ένα μεγάλο τμήμα των απωλειών που έχει -επειδή δεν εκπλήρωσε τις προεκλογικές της υποσχέσεις- θα καλυφθεί μ’ αυτόν τον τρόπο. Όταν βγουν τα αποτελέσματα, θα δούμε πόσες ήταν τελικά αυτές οι απώλειες. Προς το παρόν τις εικάζουμε και τις πιθανολογούμε.

Προεκλογική τακτική μικρών αθροισμάτων θα κάνει λοιπόν η κυβέρνηση και όχι πολιτική μετωπικών ρήξεων και μεταρρυθμίσεων, όπως προφητεύουν ή κομπορρημονούν διάφοροι γαλάζιοι προπαγανδιστές.

Από την άλλη, το ΠΑΣΟΚ πρέπει γρήγορα, αν θέλει να ελπίζει σε εκλογικά οφέλη, να αλλάξει την πολιτική ατζέντα. Το σκάνδαλο των ομολόγων ό,τι ήταν να του δώσει του το έδωσε. Εφεξής απλώς πρέπει να συντηρεί τη φωτιά. Θα ήταν πολιτική και εκλογική αυτοκτονία να φτάσει στις κάλπες με μόνο όπλο την καταγγελία και τις αποκαλύψεις για τα «δομημένα».

Αυτό που τώρα πρέπει να κάνει είναι να συνεχίσει να ενισχύει το πρωθυπουργικό προφίλ του αρχηγού του, να αποδομεί οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική ρητορική της Ν.Δ. ως επιβαρυντική και καταστροφική για τους πολίτες (π.χ. Ασφαλιστικό), να βγάλει όσο μπορεί από το πλάνο τους «σημαδεμένους», να παρουσιάσει μια διαφορετική και ικανή υποψήφια κυβερνητική ομάδα, να εξειδικεύσει το πρόγραμμά του καθιστώντας το ένα σφιχτό, κατανοητό και ιεραρχημένο εθνικό σχέδιο και να βρει ένα ισχυρό μήνυμα-σύνθημα. Θα τα καταφέρει στο τετράμηνο που απομένει, όταν μάλιστα μεσολαβούν, δύο μήνες, τα «μπάνια του λαού»; Δύσκολα, αλλά είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να ισοφαρίσει τα κέρδη που θα έχει η Ν.Δ. από τη χαμηλή πολιτική μικρών αθροισμάτων.

Αν το καταφέρει, μπορεί βασίμως να ευελπιστεί ότι, καρπούμενο το μεγαλύτερο μέρος της κυβερνητικής φθοράς, θα διεκδικήσει με αξιώσεις την επιστροφή στην κυβέρνηση.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]