Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 28, 2009

 

Η ανάγκη για αυτοδυναμία (26-09-2009)

Όταν ο Κ. Καραμανλής προκήρυξε τις εκλογές, προέβαλε δύο λόγους για να αιτιολογήσει την απόφασή του. Πρώτον, επειδή η χώρα δεν αντέχει μια μακρά προεκλογική περίοδο – μέχρι, δηλαδή, τον Μάρτιο του 2010 οπότε το ΠΑΣΟΚ, όπως απειλούσε, θα μπλόκαρε την προεδρική εκλογή. Και δεύτερον, επειδή η κυβέρνηση χρειάζεται νωπή και ισχυρή εντολή, προκειμένου να λάβει εκείνες τις απαραίτητες και κρίσιμες αποφάσεις που θα βγάλουν τη χώρα από την οικονομική κρίση.

Ο πρώτος λόγος, για πολλούς, ήταν προσχηματικός. Μάλιστα, υποστηρίζεται ότι η απόφαση είναι ένα μπουλκουμέ προσωπικών προτεραιοτήτων του πρωθυπουργού, επερχόμενων οικονομικοκοινωνικών αδιεξόδων και ναρκοθετημένης κοινοβουλευτικής δεδηλωμένης.

Ο δεύτερος λόγος είναι όμως αληθής. Όντως, η όποια νέα κυβέρνηση χρειάζεται ισχυρή εντολή. Δεδομένης, δε, της καταστάσεως ασφυξίας στην οποία βρίσκονται ο επιχειρηματικός κόσμος, οι εργαζόμενοι, το πολιτικό σύστημα και η κοινωνία, θα έλεγα ότι η εντολή που πρέπει να λάβει το πρώτο κόμμα από τους πολίτες-εκλογείς απαιτείται να είναι πανίσχυρη.

Η κοινοβουλευτική του πλειοψηφία θα πρέπει να είναι τόσο άνετη ώστε να έχει λυμένα τα χέρια προκειμένου, γρήγορα, με τόλμη, χωρίς εκπτώσεις και συμβιβασμούς, να υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις και οι αλλαγές που είναι αναγκαίες.

Εάν δεν θέλουμε η χώρα είτε να περιπέσει στην ακυβερνησία είτε να καταστεί όμηρος ανεύθυνων μειοψηφιών και ιδιοτελών συμφερόντων, πρέπει η κυβέρνηση, ήτις θα προκύψει από την κάλπη της 4ης Οκτωβρίου, να διαθέτει μη αμφισβητούμενη αυτοδυναμία.

Το γεγονός ότι αυτή η αναγκαιότητα, διαγενομένου του χρόνου, γίνεται κοινός τόπος για την πλειονότητα των πολιτών και καταγράφεται ως ισχυρή τάση του εκλογικού σώματος είναι σίγουρα θετικό και ελπιδοφόρο μήνυμα. Σε κάθε, δε, περίπτωση αποδεικνύει τον υψηλό βαθμό συνειδητοποίησης, εκ μέρους της κοινωνίας, των αδιεξόδων τα οποία αντιμετωπίζει η χώρα και της ανάγκης να επιλυθούν πάραυτα.

Ευχής έργο θα ήταν η νέα Βουλή να διαθέτει τη μεγαλύτερη δυνατή πολυχρωμία και να έχει διαμορφωθεί μια κουλτούρα ευρύτερων πολιτικών συναινέσεων, η οποία θα αποτυπώνεται και σε αποτελεσματικά κυβερνητικά συνεργατικά σχήματα. Δυστυχώς αυτή τη στιγμή κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Οι προσεγγίσεις, οι προτεραιότητες και οι στρατηγικές των κομμάτων -μεγάλων και μικρών- είναι αποκλίνουσες, σε ορισμένες δε περιπτώσεις και «εμφυλιοπολεμικές».

Μάλιστα, εφόσον δεν υπάρξει αυτοδυναμία, τυχόν προσπάθειες κυβερνητικού συνεταιρισμού, εκτός από ατελέσφορες, πιθανότατα θα αποδεικνύονταν και καταστροφικές για τη συνοχή των κομμάτων, ενώ η χώρα θα εισήρχετο σ’ έναν φαύλο κύκλο πολιτικής αστάθειας, με δραματικές επιπτώσεις στην οικονομική και πρωτίστως στη δημοσιονομική σταθερότητα.

Και βέβαια παρενέργειες θα υπήρχαν στην κοινωνική συνοχή, αλλά και στη διεθνή θέση της χώρας, περιλαμβανομένων και των λεγόμενων εθνικών μας θεμάτων. Ειδικότερα για τα τελευταία, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το επόμενο τρίμηνο υπάρχουν δρομολογημένες εξελίξεις τις οποίες τουλάχιστον πρέπει να ελέγξουμε, εάν δεν θέλουμε να βρεθούμε προ εκπλήξεων, «ατυχημάτων» και υποχωρήσεων.

Ασχέτως επιθυμιών, ευγενών προθέσεων και φαντασιώσεων, η μόνη πολιτική στρατηγική η οποία πρέπει να επικυρωθεί την 4η Οκτωβρίου είναι αυτή της αυτοδυναμίας του ενός εκ των δύο κομμάτων εξουσίας. Διαφορετικά θα μπούμε σε περιπέτειες, για τις οποίες όχι μόνον δεν είμαστε προετοιμασμένοι, αλλά ούτε και διαθέτουμε προσώρας τα εχέγγυα και τις δυνάμεις για να τις αντιμετωπίσουμε.

Από αυτή την άποψη, μόνον ως δείγμα υγιούς πολιτικής συμπεριφοράς πρέπει να καταγραφεί το γεγονός ότι οι ψηφοφόροι των δύο κυβερνητικών κομμάτων, ασχέτως προτιμήσεως, τάσσονται με συντριπτικά ποσοστά υπέρ της αυτοδυναμίας.

Αντίθετα, ως ανεύθυνη πρέπει να χαρακτηριστεί η στάση όσων -είτε κυβερνητικών παραγόντων, είτε μιας ελαχιστότατης αντιπαπανδρεϊκής κομματικής μειοψηφίας, είτε εξωπολιτικών κύκλων- εμφανίζονται να επιθυμούν μια φθισική -στα όρια του στατιστικού λάθους- νίκη και αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ.

Εάν δεχθούμε ως ειλικρινή και αληθή τη δήλωση του Κ. Καραμανλή ότι η χώρα χρειάζεται κυβέρνηση με νωπή και ισχυρή εντολή για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και ότι η απόφασή του συνιστά πράξη ευθύνης έναντι του έθνους, θα πρέπει η στρατηγική της Ρηγίλλης να είναι υπέρ της αυτοδυναμίας της δικής της παράταξης και όχι η στέρηση της αυτοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ.

Εκτός από ηλίθια πολιτικά (καθώς εμφανίζεται να έχει ψυχολογικά αποδεχθεί την ήττα), είναι και εθνικά ανεύθυνη μια τέτοια στρατηγική, αφού αντιστρατεύεται πλήρως τις πρωθυπουργικές παραδοχές επί τη βάσει των οποίων ελήφθη η απόφαση για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Πρέπει να υπάρξει, λοιπόν, είτε ισχυρή αυτοδυναμία της Ν.Δ. είτε ισχυρή αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ.

Αυτό είναι το δίλημμα που ουσιαστικά και ορθά έθεσε ο Κ. Καραμανλής και το οποίο επίσης ορθά υιοθετεί και ο Γ. Παπανδρέου. Οι οπαδοί του δικομματισμού, δηλαδή σχεδόν το 80% των ψηφοφόρων, σ’ αυτό το δίλημμα καλούνται να απαντήσουν. Όσοι θέλουν συνέχιση της υφιστάμενης καταστάσεως, με τις βελτιώσεις που προτείνονται, πρέπει να υπερψηφίσουν τη Νέα Δημοκρατία. Όσοι επιθυμούν αλλαγή πορείας, προτεραιοτήτων και πολιτικών πρέπει να υπερψηφίσουν το ΠΑΣΟΚ.

Και στη μία και στην άλλη περίπτωση οι ψηφοφόροι του δικομματισμού θα πρέπει να δώσουν ισχυρή εντολή διακυβέρνησης και άνετη αυτοδυναμία. Η στρατηγική της μη αυτοδυναμίας του αντιπάλου, των αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων και του «τρίτου γύρου» είναι μυωπική, ανεύθυνη και καταστροφική, καθώς ως «εθνική υπόθεση» δεν λογίζεται η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, αλλά το κομματικό συμφέρον.

Είναι προφανές ότι μια τέτοια προσέγγιση θεωρεί εκ προοιμίου αντίπαλες και ιδιοτελείς τις «στοχεύσεις» των εξωπολιτικών κέντρων, ενώ κατατάσσει στη σφαίρα της υπομανιακής καταθλίψεως και του απολιτικού κρετινισμού τυχόν φανατικούς, ήσσονος όμως σημασίας και περιθωριακής εμβέλειας, αντιπαπανδρεϊκούς κομματικούς θύλακες.

Αντίθετα, μπορεί να είναι κατανοητή η στρατηγική των μικρών κομμάτων «ενάντια στον δικομματισμό», παρ’ ότι ο πολιτικός βολονταρισμός τους ελέγχεται ως προς την αποτελεσματικότητα των διακηρύξεών τους.

Σήμερα αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι να κοιταχτεί στον καθρέφτη και να συνειδητοποιήσει τις ατέλειες και την ασχήμια της. Απαιτείται κατεπειγόντως να διακόψει την αμεριμνησία της. Είναι ανάγκη να υπάρξει εθνική αυτογνωσία, παραγωγική και πολιτική ανασυγκρότηση. Πρέπει να ελέγξει και να διορθώσει τις δημοσιονομικές και οικονομικές ανισορροπίες της. Να αναδείξει τα assets της – και έχει πάρα πολλά. Να αναδιανείμει υπέρ των ασθενέστερων στρωμάτων και της μεσαίας τάξης τον πλούτο της.

Κυρίως, όμως, πρέπει να βάλει στο κέντρο της οικονομικής, κοινωνικής, επιστημονικής και μορφωτικής δράσης τα δυναμικά και νέα (και σε ηλικία) στρώματα, που σήμερα νιώθουν, παρά τις δυνατότητες που έχουν, εκτός ή και απέναντι από το πολιτικοοικονομικό κατεστημένο.

Μόνο από αυτήν την άποψη η ισχυρή κυβερνητική αυτοδυναμία αποτελεί προϋπόθεση για να βρει η χώρα μια νέα «θέση στον ήλιο». Εάν η κυβερνητική αυτοδυναμία είναι απλώς ένα κοινοβουλευτικό άθροισμα δυνάμεων που μόνο τους μέλημα είναι τα «κοστούμια» και τα «ταγέρ» της εξουσίας, τότε καλύτερα να μην επιτευχθεί ποτέ. Εάν απλώς αλλάξει χέρια το γκουβέρνο και αντί των γαλάζιων το καταλάβουν οι πράσινοι, τότε η αυτοδυναμία ίσως αποδειχθεί η τελευταία στάση στο μετρό του δικομματισμού.

Η κυβέρνηση λοιπόν που θα αναδείξει η κάλπη της 4ης Οκτωβρίου πρέπει, εκτός από το να διαθέτει άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, να συγκροτείται από όσο το δυνατόν νέα (και σε ηλικία) πρόσωπα, να συνέχεται από ριζοσπαστικές αντιλήψεις, να διαθέτει επαρκές και με ιεραρχημένες προτεραιότητες σχέδιο, να εμφορείται από διάθεση σύγκρουσης με κατεστημένα συμφέροντα, χρόνιες αγκυλώσεις και παγιωμένες ισορροπίες. Και βέβαια να υλοποιήσει χωρίς παλινωδίες και υποχωρήσεις τα όσα προεκλογικά υπόσχεται.

Μια τέτοια αυτοδύναμη κυβέρνηση όχι μόνον είναι καλοδεχούμενη και επιθυμητή, αλλά θα πρέπει, μετεκλογικά, να διευρύνει και τις δυνάμεις στήριξής της. Πρέπει μέσω των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών μετώπων που θα ανοίξει να συγκροτεί το νέο μπλοκ εξουσίας που χρειάζεται η χώρα για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις προκλήσεις και τα προβλήματα που θέτει στο εγχώριο, ευρωπαϊκό, αλλά και το παγκόσμιο περιβάλλον η οικονομική κρίση, καθώς και η νέα τάξη πραγμάτων που θα φέρουν οι νέες γεωπολιτικές και οικονομικές ισορροπίες που θα προκύψουν.

Ο τόπος χρειάζεται μια νέα ισχυρή αυτοδύναμη κυβέρνηση όχι επειδή απλώς απέτυχε η προηγούμενη, αλλά επειδή η άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία αποτελεί προϋπόθεση για να δουλέψει, χωρίς τους συμβιβασμούς, τους εκβιασμούς και τις παραλυτικές ισορροπίες που επιβάλλει η τρομοκρατία του ελάχιστου των εδρών της δεδηλωμένης.

Από μόνη της η αυτοδυναμία δεν σημαίνει τίποτε. Μπορεί πρόσκαιρα να αλλάξει την ψυχολογία, που σαφέστατα και είναι απαραίτητη για οποιαδήποτε αλλαγή και μεταβολή, όμως εάν μέχρι τέλους του έτους ή το αργότερο την άνοιξη η νέα κυβέρνηση δεν έχει επιτύχει να τροχοδρομήσει η χώρα σε μια νέα πορεία τότε είτε σε 155 είτε σε 160 βουλευτές στηρίζεται θα ταλαιπωρηθεί αφάνταστα – και μαζί της και η χώρα. Και σίγουρα δεν θα μακροημερεύσει.

Και βέβαια η νέα κυβέρνηση που θα εκλεγεί πρέπει να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν ότι η όποια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία τής δοθεί δεν θα είναι ταξική ή έκφραση ενός συνεκτικού κοινωνικοοικονομικού δυναμικού με ιδεολογική συναντίληψη, αλλά απόρροια ενός γενικού αισθήματος απαλλαγής άμα και αλλαγής του υφιστάμενου συστήματος διακυβέρνησης.

Το αίτημα της αυτοδυναμίας, και μάλιστα της καθαρής και άνετης, διατυπώνεται σχεδόν απ’ όλους. Από απλούς εργαζόμενους, αλλά και μεγαλοεπιχειρηματίες. Από δεξιούς και αριστερούς. Από νέους ανθρώπους, αλλά και ηλικιωμένους. Από καινούργια και δυναμικά τμήματα της κοινωνίας, αλλά και κατεστημένα συμφέροντα και συντεχνίες. Είναι γενικευμένο, πολυτασικό, ετερόκλητο.

Στο «ποτάμι» της αυτοδυναμίας εκχύνονται πολλά και από διαφορετικές κατευθύνσεις «ρέματα». Μάλιστα, δεν είναι υπερβολή να πει κάποιος ότι το αίτημα της αυτοδυναμίας γράφεται με πολλά μολύβια και εμφανίζεται ως ένα γκράφιτι επιθυμιών όπου ο καθένας σκιαγραφεί και προβάλλει τη δική του αναμονή για το δέον και το μέλλον γενέσθαι.

Αυτή η «συμμαχία» επιθυμιών και προσμονών ενδεχομένως την τελευταία, προ των εκλογών, εβδομάδα να προσδώσει στην αυτοδυναμία τον χαρακτήρα αναπάντεχου και ισχυρότατου πλειοψηφικού ρεύματος για ριζική ανανέωση του πολιτικού προσωπικού και συστήματος. Εάν συμβεί αυτό εξυπακούεται ότι θέτει νέα προβλήματα και καθήκοντα όχι μόνον για την κυβέρνηση που θα εκλεγεί, αλλά γενικότερα.

Αυτό όμως δεν είναι της παρούσης. Είναι ένα τοπίο που πρέπει να ανιχνευθεί μετά την 5η Οκτωβρίου...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]