Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 29, 2008

 

Τα πίτουρα και οι κότες (27-09-2008)

Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση συνεχίζεται, και οι περισσότεροι αναλυτές υποστηρίζουν ότι υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος μέχρι να ξεπεραστεί.

Ενδεχομένως ο καθοδικός κύκλος θα συνεχιστεί για τουλάχιστον άλλα δύο χρόνια πριν αρχίσει η ανάκαμψη. Και αυτό υπό προϋποθέσεις. Εξαρτάται σε πόση έκταση και σε τι βάθος θα επηρεαστεί η πραγματική οικονομία πριν επανέλθει με χειρότερους όρους στο χρηματοπιστωτικό σύστημα ώστε να γίνει το «τελικό ξεσκαρτάρισμα» και να αρχίσει -πυροδοτούμενος και από εξωοικονομικούς, ως είθισται ιστορικά, παράγοντες- εκ νέου ο ανοδικός κύκλος.

Πριν πάμε στα καθ’ ημάς, καλόν είναι να δούμε τι συμπεράσματα οφείλει να συναγάγει η Ευρωπαϊκή Ένωση από την κατά βάσιν αμερικανικής προέλευσης διεθνή κρίση.

Πρώτον, δεν αντέδρασε εγκαίρως, συντονισμένα και ακολουθώντας μια δική της ξεχωριστή, στο πλαίσιο του δυνατού και της σχετικής της αυτονόμησης, πορεία.

Δεύτερον, χρεοκόπησε μια οικονομική φιλοσοφία και τώρα τα σπασμένα, όπως ορθά παρατήρησε στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ο Μάρτιν Σουλτς, καλούνται να τα πληρώσουν οι φορολογούμενοι.

Τρίτον, η ανάγκη περισσότερων ελέγχων σε μια αγορά που δεν σέβεται τίποτε είναι πλέον αδήριτη. Χρειάζεται να ενισχυθεί η διαφάνεια με αναλογικότητα, όμως και μέτρο, μέσω και νομοθετικών ρυθμίσεων ώστε από την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων να μην επωφελούνται μόνον οι στυγνοί κερδοσκόποι. Ενδεχομένως, θα πρέπει να αποσυνδεθούν οι μισθοί των τραπεζικών στελεχών από κερδοσκοπικές πρακτικές και να τεθεί κάποιο πλαφόν στην επέκταση των πολυεθνικών κολοσσών. Έπειτα από κάποιο όριο να τίθεται φραγμός στη συγκέντρωση και να είναι αναγκασμένες οι επιχειρήσεις είτε να επενδύουν σε κάποιο άλλον κλάδο είτε να αυξάνουν την πολυμετοχικότητά τους.

Τέταρτον, τα αίτια της οικονομικής κρίσης πρέπει να αναλυθούν με σοβαρότητα, επισταμένως και σε βάθος, ώστε το ανάθεμα να μην πέσει συλλήβδην στον καπιταλισμό και την επιχειρηματικότητα. Οι επιχειρήσεις είναι αυτές που δημιουργούν πλούτο και θέσεις απασχόλησης. Και πρέπει να προστατευθούν. Αν η χρηματοπιστωτική κρίση τις στραγγαλίσει, η κατάρρευση θα λάβει μαζικές διαστάσεις και θα συμπαρασύρει και το κράτος και τη δυνατότητά του να παρεμβαίνει.

Στην περίπτωση αυτή, επί των ερειπίων, εκτός από τους (νεο)φιλελεύθερους, θα ολοφύρονται και οι (νεο)κρατιστές. Με απλά λόγια, όσοι θριαμβολογούν επειδή δήθεν «λιώνουν οι πυλώνες του παγκόσμιου καπιταλισμού» ξεχνούν είτε ότι ο καπιταλισμός είναι ένα ιδιαίτερο ευέλικτο σύστημα που έχει αποδείξει ότι μπορεί να ενσωματώνει και να ξεπερνά, σε αρκετές περιπτώσεις, δημιουργικά τις «περιφερειακές» καταστροφές του είτε ότι στην πυρακτωμένη λάβα που δημιουργείται διεθνώς λιώνουν και οι ιδεοληψίες των αντιπάλων του ότι μπορούν να υπάρξουν εθνικές αντισυστημικές απαντήσεις.

Πιθανότατα ανοίγει ένας νέος κύκλος που έπειτα από κάποια χρόνια θα αρχίσει να αποκρυσταλλώνεται με τη μορφή μιας όσο το δυνατόν ελεγχόμενης οικονομικά παγκοσμιοποίησης από μια περισσότερο συγκεντρωτική και αυταρχική πολιτική ελίτ διεύθυνσης των πλανητικών υποθέσεων. Από αυτή την άποψη, η εμβάθυνση και η συνοχή πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και η διεύρυνσή της θα πρέπει να ιδωθούν από διαφορετική σκοπιά και πάντως να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού ο δημοκρατικός της έλεγχος.

Ας προσγειωθούμε, όμως, και στην πεζή δική μας πραγματικότητα. Την ώρα που η διεθνής οικονομική κρίση ανατρέπει και θέτει εν αμφιβόλω βεβαιότητες σχεδόν μιας εικοσαετίας, εμείς ερίζουμε για τον πονηρό ηγούμενο Εφραίμ. Την ώρα που πρέπει να λάβουμε γενναίες αποφάσεις, οι οποίες πιθανότατα θα καθορίσουν για τα επόμενα 20 χρόνια το μέλλον της χώρας, συζητούμε ατέρμονα για το αν πρέπει να φύγει ο Ρουσόπουλος από την κυβέρνηση ή αν πρέπει να διαγραφεί ο «αντάρτης» Τατούλης.

Την ώρα που η κυβέρνηση χρειάζεται να δώσει απαντήσεις στην κοινωνία, ο πρωθυπουργός θεωρεί ότι πρέπει να απολογηθεί στα κομματικά του στελέχη για το «κάζο» της ΔΕΘ και το πώς ο μοναχός Αρσένιος θα ξαναγίνει ψαράς στη Βιστωνίδα.

Αυτό είναι και το δράμα αυτής της χώρας, αυτό είναι και το πρόβλημα το οποίο πρέπει να λύσουν οι πολιτικές ηγεσίες των κυβερνητικών, τουλάχιστον, κομμάτων. Πώς δηλαδή θα βρούμε το «καύσιμο» για να συνεχίσει τούτος ο τόπος να είναι στη λίστα των αναπτυγμένων χωρών και να μην κατρακυλήσει στη δεύτερη ταχύτητα της Ευρώπης. Από το 1993 -οπότε ο Ανδρέας Παπανδρέου είπε το περίφημο «ή το χρέος θα αφανίσει το έθνος ή το έθνος θα εξαφανίσει το χρέος» για να δικαιολογήσει τη στροφή στην οικονομική πολιτική- και μέχρι τώρα το «καύσιμο» της ανάπτυξης ήταν η ΟΝΕ.

Η ένταξη της χώρας μας στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης ολοκληρώθηκε με επιτυχία από τον Κ. Σημίτη. Βοηθούσης και της ευνοϊκής διεθνούς συγκυρίας, για 15 χρόνια η Ελλάδα στηρίχτηκε στην ΟΝΕ για να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, να μειώσει τον πληθωρισμό, να κινείται, έστω και με αλχημείες, σε ευπρεπή δημοσιονομικά πλαίσια. Η πρωτοφανής ρευστότητα -σε συνδυασμό με την πρωτοφανή πτώση των επιτοκίων- συνέβαλε στη δημιουργία των μεγάλων έργων και την άνθηση και μεγέθυνση των ελληνικών επιχειρήσεων και τραπεζών. Αυξήθηκαν οι επενδύσεις, μεγάλωσε η πίτα και οι Έλληνες, ιδίως η μεσαία και ανώτερη τάξη, ένιωσαν και διήγαν βίο ανέφελο και με ευμάρεια. Ακόμη και η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων δημιούργησε κλίμα εθνικής αυτοπεποίθησης.

Το «καύσιμο» της ΟΝΕ, όμως, τελείωσε. Ο ρυθμός ανάπτυξης πέφτει, η οικονομική δυσπραγία και η ακρίβεια περιθωριοποιούν ολοένα και περισσότερα τμήματα του πληθυσμού, επενδύσεις δεν υπάρχουν, η ανταγωνιστικότητα φθίνει σε βαθμό εξαφανίσεως, νέο παραγωγικό-αναπτυξιακό μοντέλο δεν υπάρχει, τα ελλείμματα και το χρέος αυξάνονται, οι κοινοτικές νόρμες για δημοσιονομική πειθαρχία είναι αμείλικτες. Τα δημόσια έσοδα μειώνονται, με αποτέλεσμα η φορολογία και τα άλλα μέτρα που επιβάλλονται να φουντώνουν την κοινωνική δυσαρέσκεια. Ήρθαν και τα κυβερνητικά σκάνδαλα και «έδεσε το γλυκό». Ήρθε και η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση και «κάηκε και το κρέας» που ήταν στον φούρνο.

Εφεξής η δημοσιονομική πίεση θα είναι πιο έντονη και θα γίνεται εναργέστερη στην πίεση που θα δέχονται τα εισοδήματα και όσο θα επιβραδύνεται ο ρυθμός ανάπτυξης. Όσο το κόστος του χρήματος θα αυξάνεται, τόσο θα δυσκολεύει ο τραπεζικός δανεισμός, ενώ αρνητική θα είναι και η επίδραση στον τουρισμό, τις εξαγωγές, το Χρηματιστήριο. Αυτά όμως λίγο-πολύ είναι αναμενόμενα και χρειάζεται σωφροσύνη και «άμυνα» για να αντιμετωπίσουμε την κρίση για όσο διαρκέσει.

Πώς όμως θα αντικαταστήσουμε το «καύσιμο» της ΟΝΕ με κάτι άλλο; Αυτό είναι το βασικό ερώτημα. Όσο πιο γρήγορα βρούμε την απάντηση, τόσο πιο αποτελεσματικά θα θωρακίσουμε τη χώρα και από τη διεθνή κρίση. Και η απάντηση μάλλον είναι σ’ αυτό που προσφυώς ονομάστηκε «επανίδρυση του κράτους», αλλά ευτελίστηκε τόσο γρήγορα. Καθώς και στις «μεταρρυθμίσεις» που επίσης ευτελίστηκαν, αφού είτε δεν απέκτησαν περιεχόμενο είτε έγιναν φοβισμένες απόπειρες είτε έμειναν ημιτελείς.

Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να υπάρξει μείωση των δαπανών του Δημοσίου σε εξοπλισμούς και κρατική γραφειοκρατία. Να επεκταθεί ο θεσμός των ΣΔΙΤ. Να αξιοποιηθεί παντί τρόπω η ακίνητη περιουσία του Δημοσίου, περιλαμβανομένης και της εκκλησιαστικής. Να περιοριστούν, να ιδιωτικοποιηθούν ή να κλείσουν οι προβληματικές δημόσιες επιχειρήσεις. Να δημιουργηθούν εθνικά funds, τα οποία θα συμμετέχουν στις όποιες, ελάχιστες, ΔΕΚΟ απαιτείται να υπάρχει και δημόσιος έλεγχος. Να απασφαλιστεί, τουλάχιστον, για δυο δεκαετίες η ασφαλιστική χειροβομβίδα και να αξιοποιηθεί με παραγωγικό τρόπο η ένταξη των μεταναστών στο οικονομικό-ασφαλιστικό σύστημα. Να προχωρήσει τάχιστα το θέμα των κολεγίων πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και αυτά, εκτός από εγχώρια υπόθεση, να γίνουν και πόλος έλξης σπουδαστών της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Να απλοποιηθεί ο τρόπος προσέλκυσης κεφαλαίων και να δοθούν επιπλέον κίνητρα (περιλαμβανομένων και φορολογικών διευκολύνσεων) σε μεγάλες εγχώριες και ξένες επενδύσεις. Να προσανατολιστεί το εφοπλιστικό κεφάλαιο σε παραγωγικές επενδύσεις, προκειμένου να σταματήσει να αγοράζει γη ή να κατευθύνει αλλού τη μεγάλη όντως κεφαλαιακή επάρκεια που έχει και τη ρευστότητα που διαθέτει. Να «δοθεί γραμμή» και η πολιτεία να παράσχει διευκολύνσεις προκειμένου να γίνουν συγχωνεύσεις μεγάλων εταιρειών και τραπεζών, ώστε να υπάρξουν κάποια στιγμή οι περίφημοι «εθνικοί πρωταθλητές» που θα μπορούν να πρωταγωνιστήσουν στον ανταγωνισμό και να «σύρουν» και τη χώρα στην εξωστρέφεια.

Η λεγόμενη «πράσινη ανάπτυξη» είναι όντως μια πρόκληση για τη χώρα μας και, επιτέλους, κάποια στιγμή πρέπει να αντιμετωπιστεί με σοβαρότητα. Τα γεωφυσικά προτερήματα της Ελλάδας είναι ικανά να την καταστήσουν τον «βιολογικό και οικολογικό κήπο» της Ευρώπης όχι μόνο σε γεωργικά, κτηνοτροφικά και αλιευτικά προϊόντα, αλλά και σε ήπιες και εναλλακτικές μορφές ενέργειας, καθώς και ποιοτικό τουρισμό. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και στον χώρο της υγείας με υγειονομικές και θεραπευτικές μονάδες που θα προσελκύσουν «πελατεία» από άλλα κράτη.

Προϋπόθεση για να συμβούν αυτά (αλλά και πολλά άλλα που μπορούν να συγκροτήσουν ένα συνεκτικό πρόγραμμα για μια νέου τύπου ανάπτυξη) είναι να υπάρξει συνένωση των δυνάμεων του Ελληνισμού απανταχού της Γης. Αυτή τη στιγμή, η ομογένεια έχει συγκροτηθεί ή συγκροτείται κυρίως σε μια εθνικοδιπλωματική βάση, προκειμένου να αξιοποιείται στην επίλυση χρόνιων πατριωτικών εκκρεμοτήτων. Αυτό απαιτείται ν’ αλλάξει. Να συγκροτηθεί και ως οικονομικό και επιστημονικό δίκτυο που μπορεί να συμβάλλει στην ενίσχυση του έθνους των Ελλήνων.

Καλό, ίσως, θα ήταν να αξιοποιηθεί το «εβραϊκό μοντέλο», απαλλαγμένο από το εθνικιστικό μικρόβιο. Η Ελλάδα δεν είναι «περιχαρακωμένο κράτος», όπως το Ισραήλ, και με δεδομένο τον έμφυτο κοσμοπολιτισμό των Ελλήνων ένα τέτοιο μοντέλο μόνο καλά θα μπορούσε να δώσει. Στα συν είναι και το γεγονός ότι έχουμε, περιλαμβανομένης της Κύπρου, δύο κράτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η ενοποίηση του ευρύτερου βαλκανικού χώρου με τις χώρες του Εύξεινου Πόντου και της ανατολικής Μεσογείου μπορεί να μας προσδώσει περισσότερη ισχύ και πλούτο, αφού έχουμε από ετών κυριαρχική θέση και ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους διεθνείς θεσμούς και οργανισμούς.

Πιθανότατα, λοιπόν, αυτό θα πρέπει να είναι το «καύσιμο», μετά την ΟΝΕ, που θα αναθερμάνει την ελληνική ατμομηχανή. Όμως, για να το «αντλήσουμε», πρέπει να βρούμε χρόνο. Προσώρας δεν έχουμε. Η κυβέρνηση περί άλλα τυρβάζει. Ο πρωθυπουργός προσπαθεί να πείσει τον νομάρχη Ψωμιάδη να παραμείνει στο πλευρό του και να μην πάει με τον Καρατζαφέρη.

Όσο, λοιπόν, ο Κ. Καραμανλής θα καταναλώνει τον χρόνο του ασχολούμενος με τα «έργα και τις ημέρες» των υπουργών του στο Βατοπέδι και αλλού, τόσο θα βυθίζεται, σαν τον «Τιτανικό», στη συνείδηση των πολιτών. Επέλεξε να πείσει το κόμμα του και όχι την κοινωνία. Η πίεση που δέχεται είναι από την κοινωνία και όχι από τα διαφωνούντα στελέχη του.

Αν μπορούσε να απαντήσει πειστικά και διεξοδικά στα προβλήματα των πολιτών και της κοινωνίας, θα παρέμενε κυρίαρχος του παιχνιδιού. Και δεν πρόκειται να ξαναγίνει αν νομίζει ότι μετατρέποντας το κοινωνικο-πολιτικό πρόβλημα σε εσωκομματική αμφισβήτηση -πεδίο από όπου είναι και σχετικά εύκολο να βγει νικητής- θα διαβεί τον κάβο. Αυτές είναι κινήσεις επικοινωνιακού χαρακτήρα. Το πρόβλημα όμως είναι βαθύτατα κοινωνικό και πολιτικό.

Όσο αποφεύγει ή δεν θέλει να αναμετρηθεί μ’ αυτό, συνεχώς θα χάνει. Πρόσκαιρα και για τις εντυπώσεις μπορεί να κερδίσει λίγο χρόνο. Όμως, μόνο πρόσκαιρα και για τις εντυπώσεις. Μετά θα επανέλθει η αμφισβήτηση. Και θα ’ναι οξύτερη. Και πιο προσωπική. Ίσως πάρει ανοιχτά και τη μορφή διαδοχής του. Αυτό είναι το σφάλμα του. Αυτό και θα πληρώσει. Δυστυχώς γι’ αυτόν, το γνωμικό «όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρων οι κότες» έχει και διαχρονική ισχύ και δεν χωρούν εξαιρέσεις.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]