Δευτέρα, Νοεμβρίου 12, 2007

 

Εκπαίδευση στη Δημοκρατία (10-11-2007)

Την Κυριακή τα μέλη και οι φίλοι του ΠΑΣΟΚ θα (επαν)εκλέξουν, ως όλα δείχνουν, τον Γιώργο Παπανδρέου στην ηγεσία του κόμματος. Η πιθανότητα να υπάρξει δεύτερος γύρος σχεδόν αποκλείεται.

Αυτό λένε οι δημοσκόποι, αλλά και παραδέχονται, διαφωνώντας ως προς τα ποσοστά, τα επιτελεία των τριών υποψηφίων. Από μόνο του αυτό αποτελεί ένα μικρό θαύμα. Όταν πριν από περίπου δύο μήνες ξεκινούσε αυτή η εσωκομματική -και όχι μόνον- διαδικασία, ελάχιστοι πίστευαν ότι το «προνουντσιαμέντο» που επιχείρησε το βράδυ της 16ης Σεπτεμβρίου ο φιλόδοξος και ταλαντούχος Ευάγγ. Βενιζέλος δεν θα τελεσφορούσε. Ακόμη και στενοί συνεργάτες του Γ. Παπανδρέου τον προέτρεπαν να παραιτηθεί ή υιοθέτησαν μια επαμφοτερίζουσα στάση στο πρόβλημα που ανέκυψε, ενώ υπήρξαν και κάποιοι που έσπευσαν να δηλώσουν υποταγή στον νέο «Μεσσία».

Η ήττα του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές ήταν, βλέπετε, μεγάλη, το ίδιο και οι ευθύνες του αρχηγού του. Τι, λοιπόν, πιο εύκολο από το να «θυσιαστεί» ο Γ. Παπανδρέου για να απενοχοποιηθεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης! Στην αρχή, δίπλα στον γιο του ιδρυτή του Κινήματος της Αλλαγής στάθηκαν λίγοι μόνον «ιερολοχίτες». Στη συνέχεια έγιναν πολλά, που άλλαξαν ριζικά τους όρους του παιχνιδιού. Τα περισσότερα έχουν ειπωθεί και γραφτεί, ενώ κάποια άλλα είναι προφανώς αρμοδιότητος των ιστορικών του μέλλοντος.

Το σίγουρο, πάντως, είναι -και αποδεικνύεται σήμερα- ότι οι οπαδοί της Δημοκρατικής Παράταξης είχαν διαφορετική γνώμη από τον Ευάγγ. Βενιζέλο και όσους συνετάχθησαν με αυτόν για το πώς η Κεντροαριστερά θα επανέλθει στην εξουσία.

Αυτή η «διαφορετικότητα της γνώμης» αποτελεί και το μεγάλο εφεξής πρόβλημα για τον Γ. Παπανδρέου. Όσοι τον ακολούθησαν δεν έχουν τα ίδια πράγματα στο μυαλό τους για το πώς πρέπει να εξελιχθεί η ιστορία. Γι’ αυτό και η «επόμενη μέρα» είναι εξίσου κρίσιμη ημέρα για τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ. Επειδή άλλοι την ορίζουν με διαφορετικά κριτήρια, άλλοι θέτουν άλλες προτεραιότητες και άλλοι έχουν αποκλίνουσες στοχεύσεις, μηδέ των προσωπικών υπολογισμών εξαιρουμένων.

Γι’ αυτό και όλοι, ενώ θα πάνε την Κυριακή στις ανά την επικράτεια κάλπες για να ψηφίσουν, έχουν στραμμένα τα βλέμματά τους στη Δευτέρα.

Το τι τέξεται, όμως, η Δευτέρα και ποια θα ’ναι η «επόμενη μέρα» είναι ευθέως συναρτημένο με τα ποσοστά που θα λάβουν οι υποψήφιοι, και κυρίως ο Ευάγγ. Βενιζέλος. Αν ο δελφίνος του «θρόνου» έχει το τέσσερα μπροστά στο ποσοστό του, η επόμενη μέρα θα ’ναι δύσκολη για το ΠΑΣΟΚ και τον Γ. Παπανδρέου. Τα δύο «στρατόπεδα» θα σχηματοποιηθούν οριστικά, λαμβάνοντας μάλιστα και τέτοιου είδους οργανωτικά χαρακτηριστικά, που θα είναι δύσκολο να βρουν έναν κοινό τόπο συνεννόησης και συνύπαρξης. Το πιθανότερο είναι ότι οι συγκρούσεις θα συνεχιστούν και στο ορατό μέλλον δεν αποκλείεται να υπάρξει διάσπαση.

Σε κάθε περίπτωση, ο εσωτερικός εμφύλιος μόνον καλά δεν προοιωνίζεται για την ενότητα του ΠΑΣΟΚ. Εάν ο Ευάγγ. Βενιζέλος λάβει, όπως πιθανολογείται, ποσοστό γύρω στο 35%, με μικρές αποκλίσεις η ζωή του ΠΑΣΟΚ θα κινηθεί σε πιο φυσιολογικούς ρυθμούς. Ο Γ. Παπανδρέου θα έχει απέναντί του ένα κρίσιμο πολιτικό (και οργανωτικό) μέγεθος που δύσκολα μπορεί να αγνοήσει. Επίσης δύσκολα θα μπορεί να το ενσωματώσει, καθώς θεωρείται βέβαιον ότι η «μειοψηφία» θα επιχειρήσει να εξελιχθεί σε οργανωμένη πολιτική τάση, περιμένοντας πρώτα το κομματικό συνέδριο και στη συνέχεια τις ευρωεκλογές για να δείξει ότι το πρόβλημα της ηγεσίας παραμένει.

Η μόνη περίπτωση να επικρατήσει πλήρως το ιμπέριουμ Παπανδρέου είναι αφενός αυτός να λάβει ποσοστό άνω του 60% και αφετέρου ο Ευάγγ. Βενιζέλος να πέσει κάτω από το 35%. Στην περίπτωση αυτή, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ θα έχει λυμένα τα χέρια του για να σχεδιάσει με άνεση την επόμενη μέρα κατά το δοκούν, αλλά και σε συνεννόηση πρωτίστως με όσους τον στήριξαν και δευτερευόντως με όσους βρέθηκαν απέναντί του.

Το τι τελικά θα συμβεί θα το αποφασίσουν αυτοί που θα προσέλθουν στις κάλπες. Οποιαδήποτε πρόβλεψη μπορεί να αποδειχθεί παρακινδυνευμένη. Συνήθως, βέβαια, οι ψηφοφόροι, όπως δείχνουν και οι βουλευτικές εκλογές, αποδεικνύονται σοφοί. Και τον έναν δεν τον καθιστούν απόλυτο ηγεμόνα και τον δεύτερο δεν τον εξαφανίζουν. Θα συμβεί αυτό όμως σε ένα κομματικό σώμα, το οποίο αυτό το δίμηνο φανατίστηκε υπέρμετρα και «στρατεύτηκε» υπέρ της μιας ή της άλλης επιλογής; Δύσκολο να το πει κανείς. Ίσως τα πάντα να κριθούν από τον αριθμό αυτών που τελικά θα προσέλθουν στις κάλπες για να ψηφίσουν.

Η πλευρά Βενιζέλου υποστηρίζει ότι όσο περισσότεροι πάνε στις κάλπες, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες υπέρ της. Αυτή είναι μια αυθαίρετη κατασκευή. Μια επινόηση για να καταδείξουν ότι υπάρχει διχασμός ανάμεσα στο «κομματικό» και το «κοινωνικό» ΠΑΣΟΚ. Είναι μια πολιτική τακτική απαξίωσης του αντιπάλου και πιθανώς ένα αυριανό επιχείρημα για να συνεχιστούν η αμφισβήτηση και ο εσωκομματικός πόλεμος. Λαμβάνουν ως δεδομένο το 1.000.000 των ψήφων που έλαβε ο Γ. Παπανδρέου στην πρώτη του εκλογή το 2004.

Αν και γνωρίζουν ότι, τότε, το 1.000.000 ήταν περισσότερο ένα προεκλογικό προπαγανδιστικό τέχνασμα των επικοινωνιολόγων για να ανατρέψουν τα εις βάρος του ΠΑΣΟΚ προγνωστικά και λιγότερο το πραγματικό αριθμητικό νούμερο όσων προσήλθαν στις κάλπες. Από την άλλη, είναι και λάθος να το επικαλούνται, γιατί οι συνθήκες του 2004 δεν είναι ίδιες με αυτές του 2007.

Τότε υπήρχε μια υποψηφιότητα, ήταν παραμονές των εκλογών και το ΠΑΣΟΚ ήταν στην κυβέρνηση. Σήμερα οι υποψήφιοι είναι τρεις, η εκλογή γίνεται δύο μήνες μετά από μια βαριά ήττα και το ΠΑΣΟΚ δεν είναι κυβέρνηση για να διαθέτει τόσο αποτελεσματικούς μηχανισμούς κινητοποίησης.

Από όλες αυτές τις αριθμητικές προσεγγίσεις που γίνονται, δύο πράγματα αξίζει κανείς να σημειώσει και στα οποία υπάρχει πολιτική ουσία. Πρώτον, το ΠΑΣΟΚ επαναλαμβάνει το πείραμα της λεγόμενης «συμμετοχικής δημοκρατίας» ως προς την ανάδειξη της κομματικής του ηγεσίας. Αυτό είναι θετικό ευρύτερα για το πολιτικό σύστημα, καθώς καθιστά συνυπεύθυνη την κοινωνία στην εξέλιξη των κομματικών μηχανισμών. Όσο μεγαλύτερο είναι το εκλεκτορικό σώμα, τόσο ευρύτερη είναι η κοινωνική νομιμοποίηση των πολιτικών ηγεσιών. Εν τινί τρόπω αποτελεί αντίδοτο και στην αποστέωση των κομμάτων εξουσίας.

Δεύτερον, το ΠΑΣΟΚ -μέσω των πολλών υποψηφιοτήτων για την ηγεσία- εκπαιδεύεται στη δημοκρατική λειτουργία. Μαθαίνει να λειτουργεί με πλειοψηφίες και μειοψηφίες, όπως είναι το ορθό. Κατά κάποιον τρόπο η εκλογή της νέας ηγεσίας είναι η μετεξέλιξη από την «απολυταρχική» φάση του ΠΑΣΟΚ στη «δημοκρατική» ολοκλήρωσή του. Είναι το πέρασμα από την ενός ανδρός αρχή του Α. Παπανδρέου στη συλλογική ηγεσία. Είναι η μετάβαση από το κόμμα του χαρισματικού ηγέτη στην αποτελεσματικότητα των ηγεσιών ενός πολυσυλλεκτικού κόμματος εξουσίας. Σήμερα το «μάθημα» αυτό μπορεί να γίνεται με επώδυνο τρόπο, όμως, εάν καταφέρει να διατηρηθεί ενωμένο, θα έχει πετύχει κάτι πολύ σπουδαίο.

Θα έχει εκπαιδευθεί στη δημοκρατία, κάτι που είναι απαραίτητο για να αποκτήσει και την κουλτούρα συνεργασιών με άλλα κόμματα που ευαγγελίζεται ο Γ. Παπανδρέου προκειμένου η κοινωνική πλειοψηφία της Κεντροαριστεράς να γίνει και πολιτική πλειοψηφία. Πλέον δεν υπάρχουν ομοφωνίες τύπου Τσαουσέσκου. Η αρχή της σχετικής πλειοψηφίας κερδίζει παντού έδαφος. Όπως στην οικονομία από τις οικογενειακές επιχειρήσεις περάσαμε στα διοικητικά συμβούλια, τα πλειοψηφικά πακέτα και το μάνατζμεντ, έτσι και στην πολιτική τα κόμματα πρέπει να μάθουν να λειτουργούν με τον δημοκρατικό κανόνα των πλειοψηφιών και των μειοψηφιών.

Μια ηγεσία που διαθέτει πλειοψηφία 55% μπορεί να είναι πολύ πιο αποτελεσματική από μια έστω και πεφωτισμένη δεσποτεία. Εκτός όμως από τις αριθμητικές προσεγγίσεις (συμμετοχική δημοκρατία και κανόνες πλειοψηφίας-μειοψηφίας), υπάρχει και μια άλλη ουσιαστική υπόθεση που κρίνεται με αφορμή την εκλογή αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ. Αυτή της πολιτικής αυτονομίας των κομμάτων έναντι της εξουσίας του χρήματος και των μέσων ενημέρωσης. Αδιαμφισβήτητα η «κόκκινη γραμμή» έναντι εκδοτικών και άλλων συμφερόντων που τράβηξε ο Γ. Παπανδρέου ήταν μια υψηλού ρίσκου πολιτική στρατηγική.

Ήταν και παραμένει, όμως, αδήριτη ανάγκη για να υπάρχουν ομαλές πολιτικές εξελίξεις. Η πιθανολογούμενη επικράτηση του Γ. Παπανδρέου είναι σαφώς και μια ήττα όσων ήθελαν, εκτός από μια επιχείρηση, ένα μέσο ενημέρωσης, να διαθέτουν και ένα πολιτικό κόμμα στη μάχη συμφερόντων που υπάρχει. Από αυτή την άποψη είναι μια πολιτική στρατηγική που βοηθά συνολικά το πολιτικό σύστημα να ξεφύγει από εξαρτήσεις και αγκυλώσεις.

Το τρίτο στοίχημα που παίζεται με την εκλογή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ είναι η δυνατότητά του να επανασυνδεθεί με τα κοινωνικά και διεκδικητικά κινήματα, από τα οποία είχε -τα τελευταία χρόνια- πάρει διαζύγιο. Αν ο Γ. Παπανδρέου αρκεστεί στην επικράτηση επί του Ευάγγ. Βενιζέλου και απλώς ανακατέψει την τράπουλα των κομματικών ισορροπιών, θα έχει κάνει μια τρύπα στο νερό.

Η επόμενη μέρα δεν θα είναι απλώς δύσκολη για το ΠΑΣΟΚ, αλλά ίσως καταλήξει και σε προσωπικό εξευτελισμό του ίδιου του αρχηγού του, έπειτα από μια νέα εκλογική ήττα. Εάν όντως ο Γ. Παπανδρέου «άλλαξε», όπως λέει, θα πρέπει μετά την «κόκκινη γραμμή» που τράβηξε με τα συμφέροντα να τραβήξει και μια δεύτερη. Αυτή της ηλικιακής ανανέωσης. Πρέπει να κάνει βουτιά όχι μόνον στη στελεχιακή επετηρίδα, αλλά και να προσπαθήσει να εμπνεύσει τη νέα γενιά. Όσο το ΠΑΣΟΚ έχει «μαύρη τρύπα» στις ηλικίες 18-40 ετών, δεν πρόκειται ποτέ να αναγεννηθεί πολιτικά, ιδεολογικά, προγραμματικά και οργανωτικά. Όση διάθεση σύγκρουσης έδειξε με τα συμφέροντα πρέπει να επιδείξει -και ακόμη μεγαλύτερη- με τα υπάρχοντα, ακόμη και αυτά που τον στηρίζουν, στελέχη του.

Η νέα ηγετική ομάδα που θα αναδείξει θα πρέπει να ’ναι και νέα στην ηλικία. Αν η «σκιώδης κυβέρνηση» που θα σχηματίσει για να διεξαγάγει τον αντιπολιτευτικό αγώνα είναι από τους «συνήθεις εξουσιαστές», θα έχει χάσει -για μια ακόμη φορά- το τρένο προς την εξουσία.

Το τελευταίο και ίσως πιο σημαντικό στοίχημα είναι η εκπόνηση ενός σύγχρονου προγράμματος για το πώς θα κυβερνηθεί ο τόπος. Χρειάζονται σαφείς πολιτικές θέσεις, μετρήσιμοι στόχοι, κατανοητές και εύληπτες από τους πολίτες κοινωνικές δεσμεύσεις, που θα αναδεικνύουν τη διαφορετικότητα της κεντροαριστερής παράταξης έναντι της συντηρητικής. Μόνον έτσι μπορεί να ξαναδημιουργηθούν κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες που θα καταστήσουν πλειοψηφικό ρεύμα τους σοσιαλδημοκράτες.

Μόνον έτσι μπορεί να οικοδομηθεί ένα νέο μπλοκ εξουσίας. Διαφορετικά, έπειτα από λίγο καιρό, στο ΠΑΣΟΚ ίσως κερδίσει έδαφος το αντι-καραμανλικό κίνημα, στο οποίο έχουν παίξει τα ρέστα τους ο Ευάγγ. Βενιζέλος και όσοι τον υποστηρίζουν. Μόνον που τότε ίσως να μην υπάρχει ΠΑΣΟΚ.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]