Πέμπτη, Απριλίου 01, 2010

 

ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗ ΔΩΔΕΚΑΤΗ ΩΡΑ (01-04-2010)

Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου στις εκκλησίες θα ψάλλουν το «Αναστάσεως ημέρα, λαμπρυνθώμεν λαοί· Πάσχα, Κυρίου Πάσχα». Πόσοι όμως αντί για το «Χριστός Ανέστη» δεν θα συνεχίσουν να επαναλαμβάνουν το «Η ζωή εν τάφω»;

Φοβούμαι ότι θα είναι οι περισσότεροι. Και δεν θα το κάνουν επειδή σε εμάς τους Έλληνες αρέσουν ή ταιριάζουν καλύτερα στην ψυχοσύνθεσή μας ακούσματα της Μεγάλης Παρασκευής, αλλά γιατί η... σταύρωσή τους θα συνεχιστεί και μετά τη Λαμπρή. Ξέρω πολλούς που φέτος δεν θα κάνουν Πάσχα. Κι ακόμη περισσότερους που θα αναρωτιούνται... πού έδυσε το κάλλος.

Και δεν αναφέρομαι στους φτωχούς και τους ανέργους. Αυτοί την ξέρουν τη μοίρα τους σε μια κοινωνία που συνεχώς διευρύνει τις ανισότητες και γεμίζει, καθημερινά, το καλάθι των νεόπτωχων με καινούργια σφαχτάρια.

Ούτε αναφέρομαι στους πρόσφυγες, τους μετανάστες, τους απόκληρους και τους κατατρεγμένους. Κι αυτοί την ξέρουν τη μοίρα τους. Στιγματισμένοι από τη λέπρα του αποκλεισμού, θα συνεχίσουν να κινούνται στο λυκόφως της κοινωνίας του ρατσισμού.

Ούτε αναφέρομαι στους κοινωνικά, πολιτισμικά και σεξουαλικά διαφορετικούς. Κι αυτοί την ξέρουν τη μοίρα τους. Θα συνεχίσουν να παίζουν το κρυφτό με τη μη ανεκτική κοινωνία.

Ούτε αναφέρομαι στους φθισικούς θεσμούς της αντιπροσωπευτικής μας δημοκρατίας, και πρώτα απ’ όλα στα κόμματα. Αποστεωμένοι μηχανισμοί νομής και κατοχής εξουσίας, με τις δυσπλασίες της διαφθοράς να κατατρώνε το σαρκίο τους, θα συνεχίσουν να πορεύονται τον ολισθηρό κατήφορό τους.

Ούτε αναφέρομαι στα θύματα των πολέμων και στα παιδιά του πάσης φύσεως δουλεμπορίου. Κι αυτά την ξέρουν τη μοίρα τους. Θα συνεχίσουν να υφίστανται τον βιασμό του μέλλοντος και της αθωότητάς τους από τους κάθε λογής ισχυρούς και διεστραμμένους.

Ούτε αναφέρομαι στη γη που αργοπεθαίνει, στα ματωμένα ποτάμια, στον μολυσμένο αέρα, στον βαρέως ασθενούντα πλανήτη μας. Η πορεία προς τον όλεθρο μοιάζει προδιαγεγραμμένη.

Ούτε αναφέρομαι σε όσους και ό,τι κακό και απεχθές μπορεί να σας έρχονται αυτομάτως στον νου. Δεν αναφέρομαι στον «κοινό τόπο» της γκρίζας πλευράς της ανθρωπότητας. Αυτόν τον ξέρουμε και όλοι στοιχηματίζουμε πως οι μέρες της Λαμπρής παρήλθαν ανεπιστρεπτί.

Αναφέρομαι σ’ αυτούς που ζουν με την ψευδαίσθηση ότι «πάτησαν τον θάνατο», ότι οι ίδιοι διάβηκαν οριστικά τον Ρουβίκωνα της θλίψης, ότι η σταυρωμένη Παρασκευή είναι γι’ αυτούς μια πολύ μακρινή υπόθεση και μια φευγαλέα σκιά μνήμης.

Στους χορτασμένους και τους κοιλαράδες του νεοπλουτισμού και της ακαλαισθησίας αναφέρομαι.

Για τα σαπρόφυτα της εξουσίας λέω, που ενώ βυζαίνουν αχόρταγα τους χυμούς της (γ)Ελλάδας, δεν δίνουν ούτε ένα δράμι από το λίπος τους γι’ αυτήν.

Επειδή όμως έχω βαρεθεί να γράφω για τα κακώς κείμενα και επειδή δεν θέλω να μου κολλήσετε, μέρες που ’ναι, τη ρετσινιά του καθ’ έξιν γκρινιάρη, κυρίως όμως επειδή, όλως περιέργως, αρχίζω να βαριέμαι με όλη αυτή την ιστορία της χώρας, η οποία όσο θυμάμαι τον εαυτό μου βρίσκεται πάντα ένα βήμα πριν από τον γκρεμό και δεν λέει ακόμη να κάνει το αποφασιστικό βήμα προς τα μπρος, σταματώ εδώ.

Και αφήνομαι, αν και δεν είμαι θεϊστής, στη μαγεία του επί του Επιταφίου ψαλλόμενου εγκωμίου. «Η ζωή, πώς θνήσκεις; Πώς και τάφω οικείς; Του θανάτου το βασίλειον λύεις δε και του άδου τους νεκρούς εξανιστάς».
Υπάρχει άραγε ωραιότερος θρήνος; Αισθάνεσαι μεγαλύτερη ηρεμία και αγαλλίαση αγάπης από το να ακούς το «Ω γλυκύ μου έαρ»;

Γι’ αυτό σας λέω, μέρες που ’ναι, ας ξεχάσουμε -αν και όσο μπορούμε- τα εγκόσμια πάθη και ας ρουφήξουμε μια πρέζα διανοητικού υπερβατισμού.

Ας πάμε ακόμα και την ύστατη ώρα, τη Μεγάλη Παρασκευή, στην εκκλησία, ν’ ακούσουμε έστω το τελευταίο, το δωδέκατο Ευαγγέλιο. Το κατά Ματθαίον:

«Τη επαύριον, ήτις εστί μετά την Παρασκευήν, συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι προς Πιλάτον λέγοντες: Κύριε, εμνήσθημεν ότι εκείνος ο πλάνος είπεν έτι ζων· Μετά τρεις ημέρας εγείρομαι. Κέλευσον ουν ασφαλισθήναι τον τάφον έως της τρίτης ημέρας, μήποτε ελθόντες οι μαθηταί αυτού νυκτός κλέψωσιν αυτόν και είπωσι τω λαώ, ηγέρθη από των νεκρών· και έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης. Έφη δε αυτοίς ο Πιλάτος: Έχετε κουστωδίαν· υπάγετε ασφαλίσασθε, ως οίδατε. Οι δε πορευθέντες ησφαλίσαντο τον τάφον, σφραγίσατες τον λίθον μετά της κουστωδίας».

Κι ακόμη κι αν δεν το πιστεύουμε, καλόν είναι να θέλουμε να την πατήσουν οι Φαρισαίοι. Ν’ αναστηθεί ο Χριστός.

Έχουμε πολλούς λόγους να το επιθυμούμε. Και όχι μόνο γι’ αυτούς που περιμένουν οι πιστοί. Ούτε μόνον για ν’ ακούσουμε το «Αι γενεαί πάσαι ύμνον την ταφή σου προσφέρουσι». Ούτε βεβαίως γιατί επιθυμούμε να πεθάνουμε από υπερβολικές ενέσεις χοληστερίνης.

Για έναν και μόνον λόγο πρέπει να θέλουμε να πάει το Σάββατο «η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία θεωρήσαι τον τάφον» και ο άγγελος να τους πει «Ουκ έστιν ώδε· ηγέρθη γαρ, καθώς είπε».

Κι ο λόγος αυτός είναι ένας.
Μήπως κάποια φορά πάνε και τον βρουν μέσα στον τάφο. Σκέφτεστε κάποια στιγμή να απηυδήσει και να μην αναστηθεί, τι έχει να γίνει. Πραγματική επανάσταση. Θα έλθουν τα πάνω κάτω. Η ιστορία θα αρχίσει να ξαναγράφεται. Με το φραγγέλιο, όπως στον ναό του Σολομώντα.

Ίσως αυτό να χρειαζόμαστε. Ίσως και ο Ιησούς πρέπει να το ξανασκεφτεί. Να ξεκινήσει εκ νέου τη δουλειά από κει που την άφησε. Τελευταία όλο και περισσότεροι νομίζω ότι έχουν την αίσθηση πως την άφησε στη μέση...

Υ.Γ: Το κείμενο γράφτηκε
και δημοσιεύτηκε στη στήλη αυτή
στις 20 Απριλίου 2006.

Καλό Πάσχα και Χρόνια Πολλά!

Κυριακή, Μαρτίου 28, 2010

 

Καιρός να ηρεμήσουμε (27-03-2010)

Θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η Ανάσταση ήρθε νωρίτερα εφέτος για την Ελλάδα. Ίσως να ήταν και ύβρις, καθώς οι πολίτες, και ιδιαίτερα οι μισθοσυντήρητοι, υποβάλλονται σε πρωτοφανείς οικονομικές θυσίες προκειμένου να διασωθεί η χώρα.

Όμως, πρέπει να το πούμε. Επειδή το ’χουμε ανάγκη. Όλοι. Για να αλλάξει λίγο η ψυχολογία. Για να αραιώσει λίγο η καταχνιά της κατάθλιψης που από μηνών έχει σκεπάσει τους Έλληνες. Για να εισπνεύσουμε από τις χαραμάδες της δημοσιονομικής ασφυξίας και των περιοριστικών μέτρων λίγο αέρα αισιοδοξίας. Για να καθαρίσει το τοπίο.

Να ξέρουμε τι να περιμένουμε ως αλληλεγγύη στις δύσκολες στιγμές που περνάμε και από ποιους. Να πάψει το σαράκι της αμφιβολίας αν θα πτωχεύσουμε ή όχι να μας τρώει τα σωθικά.

Για να σταματήσουν οι κατ’ επάγγελμα σπερμολογούντες και καθ’ έξιν ανησυχούντες να δηλητηριάζουν και να αποσταθεροποιούν την οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά και την αγορά, με ανυπόστατες και γελοίες φήμες.

Φήμες που την παραμονή της Συνόδου Κορυφής έφεραν το πιστωτικό σύστημα σε κατάσταση νευρικής κρίσης, καθώς σε μία ημέρα υπολογίζεται ότι εκταμιεύτηκαν ή μετακινήθηκαν περίπου 300 εκατ. ευρώ. Τώρα αυτοί οι εύπιστοι και ευεπίφοροι σε φήμες και δήθεν πληροφορίες συμπολίτες μας μπορούν να ηρεμήσουν και να επιστρέψουν -και οι ίδιοι, αλλά και τα χρήματά τους- σε κανονικές και φυσιολογικές συνθήκες.

Παρά τη μαύρη προπαγάνδα, η Ελλάδα την Πέμπτη δεν «έπεσε». Αντίθετα, εσώθη. Η Σύνοδος Κορυφής δεν την οδήγησε ούτε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ούτε εκτός Ευρωζώνης, ούτε στη δραχμή.

Η Ελλάδα επιβεβαίωσε την εμπιστοσύνη των εταίρων της στο πρόσωπό της και κέρδισε την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη που επίμονα και μεθοδικά ζητούσε ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου. Η χώρα μας δεν ήθελε -και ορθώς- να της δοθούν χρήματα, δεν επαιτούσε βοήθεια. Απαιτούσε να συμπορευθεί με τους εταίρους της ώστε, σαν βγει στον πηγαιμό για δανεισμό από τις αγορές, να μην την κατασπαράξουν οι διεθνείς τοκογλύφοι. Ζητούσε μια ασπίδα προστασίας. Και πλέον την έχει.

Όχι μία, αλλά τρεις. Καταρχήν, έχουμε την ΕΚΤ που αποφάσισε ότι όχι μόνο θα συνεχίσει να παρέχει ρευστότητα στις τράπεζες, αλλά θα δέχεται ως ενέχυρα και μειωμένης πιστοληπτικής ικανότητας ομόλογα. Πλέον οι ελληνικές τράπεζες, έχοντας ρευστότητα, θα μπορούν να τη διοχετεύσουν στη χειμαζόμενη αγορά και εκ παραλλήλου να απορροφήσουν ένα τμήμα του δανεισμού της χώρας καθιστώντας τον πιο εύκολο και πλέον συμφέροντα, αφού -όπως εκτιμάται- τα spreads θα αρχίσουν σταδιακά να αποκλιμακώνονται.

Δεύτερον, υπάρχει η ευρωπαϊκή ασπίδα. Ο μηχανισμός στήριξης των χωρών της Ευρωζώνης αποφασίστηκε. Και όχι με τον τρόπο που ήθελε η κυρία Μέρκελ. Δεν χρειάζεται να πτωχεύσει μια χώρα για να της προσφερθεί η βοήθεια. Αρκεί να επικαλεστεί και να αποδείξει ότι υπάρχει «ατελής χρηματοδότησή» της. Αν δηλαδή ο δανεισμός της κριθεί από το Eurogroup (μετά την εισήγηση της Κομισιόν και της ΕΚΤ) ότι είναι απαγορευτικός, τότε η βοήθεια μπορεί να ενεργοποιηθεί.

Το «γεμάτο πιστόλι» που ζητούσε ο Γ. Παπανδρέου να μπει στο τραπέζι μπήκε. Ορισμένες πληροφορίες υποστηρίζουν ότι για την Ελλάδα αυτό το «πιστόλι» είναι 20 δισ. ευρώ. Ίσως και κάτι παραπάνω.

Η τρίτη ασπίδα είναι το ΔΝΤ. Σύμφωνα με τις πληροφορίες τις οποίες είχαμε δημοσιεύσει και στο άρθρο μας της περασμένης εβδομάδας, το σχέδιο του διεθνούς οργανισμού για την Ελλάδα είναι έτοιμο· ανέρχεται κι αυτό σε περίπου 20 δισ. ευρώ, καταβλητέο σε 18 μήνες, δίχως να χρειαστεί να ληφθούν επιπλέον μέτρα από αυτά που ήδη έλαβε η κυβέρνηση.

Δημιουργήθηκε λοιπόν ένα τριπλό δίχτυ ασφαλείας για την Ελλάδα, κι αυτό δεν μπορεί παρά να πιστωθεί εξ ολοκλήρου στον πρωθυπουργό, λόγω των χειρισμών που έκανε και της υπερδραστηριότητας που επέδειξε.

Βεβαίως, εδώ να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Η χώρα δεν πρέπει -υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι δεν θα συμβεί κάτι το εντελώς απρόβλεπτο και δραματικό- να χρησιμοποιήσει ούτε τη δεύτερη ούτε την τρίτη ασπίδα. Της αρκεί η ασπίδα της ΕΚΤ.

Στη μεν ευρωπαϊκή περίπτωση υπάρχει κίνδυνος διασυρμού της χώρας, εάν ζητήσουμε να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός στήριξης. Και τούτο επειδή η διμερής βοήθεια θα καταλήξει ουσιαστικά σε ένα είδος «συμμαχίας των προθύμων». Η κάθε χώρα, για να συνεισφέρει, ίσως χρειαστεί να φέρει το θέμα προς έγκριση στο Κοινοβούλιό της.

Θα ήταν πολύ άσχημο θέαμα -άμα και ευτελιστικό- να συζητείται το ελληνικό πρόβλημα στα Κοινοβούλια των κρατών-μελών της Ε.Ε. και είτε να μας παρέχεται η βοήθεια -αφού προηγουμένως ακούσουμε τα μύρια όσα- είτε να μη μας δίδεται.

Στη δε περίπτωση του ΔΝΤ, η προσφυγή και μόνο σ’ αυτό θα δημιουργήσει, παρά τα όσα λέγονται, ένταση στις σχέσεις μας με αρκετά κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, αλλά και με θεσμικά όργανα της Κοινότητας, όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ενώ -ως είναι φυσικό- θα μας τροχοδρομήσει και σε άλλες ράγες, πέραν της ευρωπαϊκής, τις οποίες δεν είμαι σίγουρος ότι πρέπει ή αντέχει η χώρα να τρέξει.

Αυτό, λοιπόν, που τώρα πρέπει να κάνει η κυβέρνηση είναι να βγει άμεσα, ει δυνατόν και τη Μεγάλη Δευτέρα ή τη Μεγάλη Τρίτη, για δανεισμό από τις αγορές. Να δανειστεί ένα ποσόν, όχι μεγάλο, της τάξης των 5 δισ. ευρώ ας πούμε, σε επταετή ή ίσως και σε δεκαπενταετή ομόλογα. Πρέπει, αξιοποιώντας τις αποφάσεις της ΕΚΤ και της Συνόδου Κορυφής, να δείξουμε αυτοπεποίθηση.Μια τέτοια κίνηση μάλλον θα αξιολογηθεί θετικά από τις αγορές, προσφέροντάς μας αρκετά περισσότερα απ’ όσα θα ζητήσουμε και με επιτόκιο πιθανότατα κοντά στο 6% ή και πιο κάτω.

Εξάλλου, τώρα που κατέστη σαφές και στον πλέον δύσπιστο ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να πτωχεύσει τα ελληνικά ομόλογα είναι ιδιαίτερα ελκυστικά. Με απόδοση 5% και 6% είναι λογικό να προτιμηθούν από τα ομόλογα ας πούμε της ΕΚΤ τα οποία έχουν απόδοση 1,6% με λήξη το 2013 και 2,6% με λήξη το 2016.

Εάν όντως το crash test πετύχει και η εξέλιξη είναι αυτή που περιγράφουμε, η σχέση μας με τις αγορές θα μπει σε ήρεμα νερά. Τον Μάιο ή τον Ιούνιο, οπότε θα χρειαστεί να ξαναδανειστούμε, τα spreads θα είναι πιο κάτω, και από τον Σεπτέμβριο, εάν όλα εξελιχθούν ομαλά, θα πέσουν περίπου στο 5%.

Εφεξής αυτή πρέπει να είναι και η επιδίωξή μας. Να βγούμε από το κάδρο. Να σταματήσουν οι δηλώσεις και οι κουτσαβακισμοί. Ο δανεισμός να μην ξαναγίνει μείζον εθνικό ζήτημα που θα απασχολεί επί μακρόν και με θορυβώδη τρόπο σύμπασα την κοινωνία.

Αυτό που επιδιώκαμε το κερδίσαμε. Η Ελλάδα δεν είναι έρμαιο των κερδοσκόπων και μόνη απέναντί τους. Έχει συμμάχους και στην Ευρώπη και αλλαχού. Αφού καταφέραμε το ελληνικό πρόβλημα να το κάνουμε πρόβλημα της Ευρωζώνης, διαφορά Βορρά - Νότου στην Ε.Ε., θέμα ισοτιμίας ευρώ - δολαρίου, αντικείμενο προβληματισμού στην Ευρώπη, αλλά και παγκοσμίως, για τις μελλοντικές σχέσεις της πολιτικής, της οικονομίας και της κοινωνίας με τις αγορές και τη δράση των αδηφάγων υπερεθνικών hedge funds, είναι καιρός να ηρεμήσουμε, να αφήσουμε τον εφεξής δανεισμό της χώρας στους ειδικούς και να κοιτάξουμε τα του οίκου μας.

Σ’ αυτά θα κριθεί πλέον το παιχνίδι της ανασυγκρότησης και της εξόδου της χώρας από τη δημοσιονομική μέγκενη και την οικονομική -άμα και θεσμική- κρίση.

Η κυβέρνηση έκανε, με τη Σύνοδο Κορυφής, το πρώτο βήμα. Κατάφερε να μην «πέσει» η Ελλάδα. Όμως, αυτό δεν αρκεί. Η χώρα χρειάζεται να σταθεί γερά στα πόδια της και να περπατήσει.

Για να το καταφέρει αυτό, χρειάζεται να μην παρεκκλίνει καθόλου από την πορεία που έχει χαράξει με το Πρόγραμμα Σταθερότητας και τα μέτρα που έλαβε. Πρέπει να τα εφαρμόσει όλα. Μέχρι κεραίας. Χωρίς εκπτώσεις και συμβιβασμούς. Μόνον έτσι μπορούν να παραχθούν αποτελέσματα που όντως θα μας βγάλουν από την κρίση. Διαφορετικά, θα είναι σαν να έχει κάνει μια τρύπα στο νερό. Και νέα μέτρα η κοινωνία δεν αντέχει, παρά τις ήπιες μέχρι τούδε αντιδράσεις της.

Τα πάντα λοιπόν εφεξής θα κριθούν από τη συνεπή εφαρμογή των μέτρων και την απόδοσή τους. Προς τούτο, καθοριστικός είναι ο ρόλος των ελεγκτικών μηχανισμών, αλλά και της ικανότητας της κυβέρνησης να επιταχύνει το έργο της. Εάν ο πρωθυπουργός κρίνει ότι χρειάζεται να φρεσκαριστεί και να τονωθεί το υπουργικό σχήμα, προκειμένου να σηματοδοτηθεί η Νέα Πορεία, δεν θα πρέπει να διστάσει να το κάνει σε χρόνο, με πρόσωπα και δομές (π.χ. ένα ολιγομελές, σφιχτό και παραγωγικό καθοδηγητικό κέντρο) που ο ίδιος θα επιλέξει.

Ο Γ. Παπανδρέου, προσώρας τουλάχιστον, διέσωσε τη χώρα γινόμενος κυριολεκτικά «ιπτάμενος». Eάν θέλει και να τη σώσει οριστικά, βγάζοντάς την από τον κύκλο της παρακμής, θα πρέπει να ρίξει άγκυρα και το βάρος της προσπάθειάς του στο εσωτερικό.

Πλέον όλα θα κριθούν εδώ, εντός της χώρας. Εάν καταφέρει το θετικό κλίμα που δημιουργείται να το μετατρέψει και σε υλική δύναμη, επιταχύνοντας το κυβερνητικό έργο, εμπνέοντας τους πολίτες που δοκιμάζονται και κινητοποιώντας τις πιο δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας, ώστε η κρίση να αποδειχθεί και ευκαιρία για να γυρίσει οριστικά σελίδα η χώρα, ίσως καταγραφεί στις δέλτους της Ιστορίας ως ένας μεγάλος πολιτικός, ισάξιος του πατέρα και του παππού του.

25η Μαρτίου προχθές και η πρόκληση για μια νέα εθνική παλιγγενεσία είναι μπροστά, μεγάλη και για όλους μας. Περισσότερα αξίζει να διαβάσετε στην ειδική έκδοση του «ΚτΕ», όπου 22 σημαντικοί άνθρωποι της πολιτικής, της οικονομίας, του πνεύματος και της ομογένειας καταθέτουν τις απόψεις τους.

Εγώ το μόνο που θέλω να καταθέσω, με αφορμή και την αλληλεγγύη που μας παρεσχέθη στη Σύνοδο Κορυφής, είναι το εξής: όπως στον πόλεμο για την Ανεξαρτησία, του 1821, είχαμε σύμμαχο το ρεύμα του φιλελληνισμού, έτσι και σήμερα η αλληλεγγύη των κρατών-μελών της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τη χώρα μας οφείλει -προς χάριν της ίδιας της Ευρώπης, αλλά και του ευρώ- να μετεξελιχθεί σ’ ένα ισχυρό ρεύμα φιλοευρωπαϊσμού.

Το 1821, η Ελλάς επαιτούσε τη βοήθεια των ισχυρών της «Ιεράς Συμμαχίας» της Ευρώπης. Σήμερα, η Ελλάδα δεν επαιτεί. Απαιτεί -και το ίδιο πρέπει να κάνουν όσες τυχόν άλλες χώρες βρεθούν στην ίδια μοίρα μ’ εμάς- την υποστήριξη και την αλληλλεγγύη των Ευρωπαίων εταίρων της.

Δεν πρέπει η δημοσιονομική και οικονομική κρίση να κλονίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη. Αντίθετα, πρέπει να τις ενισχύσουν, ώστε -εκτός από την πολιτική- να υπάρξει και ολοκληρωμένη οικονομική Ένωση της Ευρώπης. Και για να επιτευχθεί αυτό, η αλληλεγγύη προς την Ελλάδα, τις χώρες του Νότου, αλλά και όσες αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά και οικονομικά προβλήματα, είναι καθοριστικής σημασίας. Όπως η Ελλάδα, έτσι και η Ευρώπη ευρίσκεται προ ιστορικών ευθυνών.

Πίσω από τους αριθμούς, τα spreads, τους δείκτες και τα ομόλογα υπάρχουν οι άνθρωποι. Αυτοί πρέπει να προστατευθούν και να ευημερήσουν. Για τους ανθρώπους, για τους Έλληνες, για τους πολίτες της Ενωμένης Ευρώπης είναι η προσπάθεια και ο αγώνας. Θα πετύχουμε μόνον αν αυτοί είναι το μέλημά μας. Η αναδημιουργία, η αναγέννηση, η παλιγγενεσία της Ελλάδας είναι πρωτίστως δική μας υπόθεση, αλλά συνάμα και της Ευρώπης.

Τούτες τις δύσκολες ώρες που «όλα τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η (δημοσιονομική) σκλαβιά», που λέει και ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός, οφείλουμε Έλληνες και Ευρωπαίοι να βαδίσουμε μαζί, ώστε και μαζί να ανακράξουμε «Χαίρε, ω χαίρε, ελευθεριά», κοινωνική δικαιοσύνη, οικονομική πρόοδο και προκοπή.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]