Παρασκευή, Οκτωβρίου 05, 2007

 

Θα γίνει της... Ένωσης Κέντρου (6-10-2007)

Γιατί άραγε στο ΠΑΣΟΚ προσφέρουν τόσες πολλές σπονδές στην «ενότητα»; Γιατί νιώθουν την ανάγκη συνεχούς προσεπίκλησής της; Γιατί με την κάθε ευκαιρία ξορκίζουν, και μάλιστα σε δραματικούς τόνους, το φάντασμα της «διάσπασης»; Είναι πολύ απλό. Για πρώτη φορά αισθάνονται ότι η Ιστορία τούς γυρίζει πολύ πίσω. Στο 1965. Στην εποχή της Ένωσης Κέντρου. Της πολυαρχίας, της αποστασίας, του κατακερματισμού και της παρέμβασης των εξωθεσμικών κέντρων.

Ειδικά οι «βαρόνοι» της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τα λεγόμενα «κεντρικά» στελέχη της Χαρ. Τρικούπη γνωρίζουν ότι, τηρουμένων των αναλογιών, το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου ολοένα και περισσότερο μοιάζει με το ιστορικό κόμμα του Γεωργίου Παπανδρέου. Από κόμμα βάσης έχει μετατραπεί σε κόμμα παραγόντων. Από κόμμα οργανώσεων έχει γίνει κόμμα βουλευτών. Από κόμμα στελεχών και μελών έχει εκφυλιστεί σε κόμμα κομματαρχών και οπαδών. Από ζωντανός πολιτικός οργανισμός έχει μεταλλαχθεί σε απολιθωμένο και αποστεωμένο μηχανισμό εξουσίας.

Ακόμη κι αν αυτά τα χαρακτηριστικά δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί, τείνουν να μονιμοποιηθούν, καθιστώντας σχεδόν αβέβαιη οποιαδήποτε προσπάθεια αναγέννησης του μαζικού, λαϊκού και ριζοσπαστικού Κινήματος, που ιδρύθηκε το 1974. Η κρίση ηγεσίας που έχει ξεσπάσει είναι ενδεικτική της αλλοίωσης της φυσιογνωμίας του ΠΑΣΟΚ.

Μέχρι στιγμής, έχουν εκδηλώσει σοβαρή πρόθεση να διαδεχθούν τον Γιώργο Παπανδρέου οι Ευάγγ. Βενιζέλος και Κ. Σκανδαλίδης. Στην κούρσα της διαδοχής πολύ θα ήθελαν να συμμετέχουν οι Μιχ. Χρυσοχοΐδης και Άν. Διαμαντοπούλου. Δεν το έπραξαν μόνον και μόνον επειδή καθυστέρησαν να δηλώσουν «παρών» και τώρα δεν θέλουν να εμφανιστούν ως «τέταρτος πόλος» ή «πέμπτη υποψηφιότητα». Μόνιμα καραδοκούν η Β. Παπανδρέου, ο Θόδ. Πάγκαλος, αλλά και οι Απ. Κακλαμάνης και Κ. Σημίτης, έστω και ως μεταβατική λύση. Οι Χρ. Παπουτσής και Δ. Ρέππας κρατούν τις φιλοδοξίες τους για αργότερα, και ειδικά στην περίπτωση που κάτι «στραβώσει». Η Φ. Γεννηματά, ο Π. Ευθυμίου, ο Ανδρ. Λοβέρδος, ο Αλ. Παπαδόπουλος, ο Γ. Φλωρίδης κ.ά. δύσκολα κατανοούν σε τι υστερούν έναντι όλων αυτών των «προθύμων». Και η λίστα μεγαλώνει όσο το παιχνίδι ανοίγεται και οδηγούμαστε σε καταστάσεις ευτελισμού.

Υπάρχουν δέκα συν δέκα στελέχη που, ασχέτως αν το δηλώνουν ή δεν το ομολογούν, περίπου νιώθουν ισοϋψείς και εν δυνάμει αρχηγοί.

Θυμηθείτε ή διαβάστε να μάθετε τι γινόταν το 1965 και αμέσως θα καταλάβετε γιατί στο ΠΑΣΟΚ κινδυνεύει να γίνει της... Ένωσης Κέντρου. Γιατί η κρίση στην οποίαν έχει εισέλθει είναι διαρκείας και γιατί η πιθανότητα διάσπασης ή σταδιακής συρρίκνωσης δεν είναι και τόσο απίθανη. Πολλοί θα πουν ότι τώρα δεν υπάρχει το «παλάτι», ο «αμερικανικός παράγοντας», «οι εκδότες», «ο στρατός», που μπορούν να ποδηγετήσουν τις εξελίξεις.

Αυτά μπορεί να μην υπάρχουν, υπάρχουν όμως δυο άλλες πανίσχυρες και αθέσμιτες εξουσίες· του χρήματος και των μέσων ενημέρωσης, που έχουν εξίσου βαρύνοντα ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις. Η λεγόμενη διαπλοκή συμφερόντων είναι εύκολο να παρέμβει, και παρεμβαίνει, σ’ ένα κόμμα-συνασπισμό αξιωματούχων. Όταν η εμπροσθοφυλακή ενός στρατεύματος ενδιαφέρεται μόνο για προσωπικές τιμές, δόξα, προαγωγή και παράσημα, συνήθως το στράτευμα πετσοκόβεται από τον αντίπαλο.

Και το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται ακριβώς σ’ αυτή τη φάση αποσύνθεσης, όπου κυριαρχούν η ίντριγκα, το παρασκήνιο, τα «γεύματα κορυφής» και οι μυστικές συναντήσεις με εκδότες, επιχειρηματίες, τραπεζίτες και οποιονδήποτε μπορεί να επηρεάσει, με τον τρόπο του, τις εξελίξεις όσον αφορά τη μελλοντική ηγεσία. Γι’ αυτό και δεν πρόκειται να βρουν και να ομολογήσουν τα αληθινά αίτια της πολιτικής και εκλογικής ήττας και ούτε βεβαίως να ομονοήσουν αν αυτή άρχισε το 1996, το 2000, το 2004 ή απλώς επισυνέβη το 2007. Και δεν πρόκειται να τα βρουν, γιατί αυτοί που κυρίαρχα θα τα αναζητήσουν αφενός έχουν μέσο όρο ηλικίας πενήντα και άνω και αφετέρου είναι η ίδια η νομενκλατούρα που ανέδειξε το κρατικό-καθεστωτικό ΠΑΣΟΚ της εικοσαετούς, σχεδόν αδιάλειπτης, διακυβέρνησης.

Όσο στο ΠΑΣΟΚ δεν κατανοούν ότι υπάρχει έλλειψη κοινωνικού οξυγόνου, τόσο η πολιτική ασφυξία θα φέρνει το «πτώμα» της Ένωσης Κέντρου πιο κοντά. Και εξηγούμαστε. Οι πολιτικές, ιδεολογικές, οργανωτικές και αξιακές «μπουκάλες» του ΠΑΣΟΚ ως Κινήματος Αλλαγής γέμισαν από αυθεντικό λαϊκό φορτίο ουσιαστικά μόνον επτά χρόνια. Την περίοδο 1974-1981. Στη συνέχεια το μόνο οξυγόνο ήταν ο κυβερνητισμός.

Ορθώς και αναγκαίο, αφού είχε τη διακυβέρνηση της χώρας. Μόνον που στην Ελλάδα υπήρχε ένα έλλειμμα που δεν συναντάται στις ανεπτυγμένες κοινωνίες της Δύσης, το σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο των οποίων ορισμένοι επικαλούνται ως πρότυπο για να λυθούν τα προβλήματα φυσιογνωμίας στο ΠΑΣΟΚ. Το έλλειμμα αυτό σχετίζεται με την κοινωνική-θεσμική ανεπάρκεια και τη στρεβλή ανάπτυξη του εργατοσυνδικαλιστικού κινήματος και των άλλων μορφών έκφρασης των «ομάδων πίεσης».

Στην Αγγλία του Μπλερ, στη Γερμανία του Σρέντερ, ακόμη και στη Γαλλία της Σεγκολέν, τα συνδικάτα και οι άλλες κοινωνικο-οικονομικές οργανώσεις έχουν μια αυθυπαρξία και είναι συγκροτημένες οντότητες που επηρεάζουν και δεν επηρεάζονται από το κομματικό φαινόμενο. Εδώ, μόλις το ΠΑΣΟΚ έγινε κυβέρνηση, όλες οι κινηματικές διαδικασίες κρατικοποιήθηκαν. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες έγιναν κρατικές Αρχές. Το κράτος έγινε λάφυρο του κόμματος. Λογικό είναι τώρα που υπάρχει κρίση στη νομή και κατοχή της εξουσίας να υπάρχει και κομματική κρίση κορυφής.

Στα κεντροαριστερά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Δύσης η αλλαγή της ηγεσίας γίνεται εύκολα και αναίμακτα, θεωρείται φυσιολογική διαδικασία επειδή υπάρχουν άλλες σταθερές που εγγυώνται την ενότητα και τη διαχρονικότητα αυτών των κομμάτων. Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ιδιαίτερα της Βόρειας Ευρώπης, είναι φορείς έκφρασης οργανωμένων, δομημένων και ανεξάρτητων κοινωνικών οργανώσεων και ομάδων συμφερόντων. Στα καθ’ ημάς, το ΠΑΣΟΚ προσομοιάζει στα ανατολικού τύπου κομματικά καθεστώτα. Επειδή ο τύπος οικονομικής ανάπτυξης και η διοικητική οργάνωση του κράτους είχαν για μακρύ χρονικό διάστημα κοινά χαρακτηριστικά. Γι’ αυτό και έχει γενάρχη, κληρονόμους και επιγόνους.

Ο πρώτος λόγος, λοιπόν, για τον οποίο δεν μπορεί να αναγνώσει σωστά τα αίτια της φθοράς του (πολιτικής και εκλογικής) είναι γιατί η οργάνωση και το στελεχιακό του δυναμικό ανταποκρίνονται στην προηγούμενη φάση κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Σήμερα η Ελλάδα έχει προοδεύσει. Σιγά σιγά αποκτά άλλη κοινωνική δομή. Έχει άλλες προτεραιότητες. Είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αναπτύσσεται όχι σε συνθήκες διπολισμού, αλλά παγκοσμιοποίησης, όπου χρειάζονται και εθνικές ή υπερεθνικές απαντήσεις.

Το κόμμα ΠΑΣΟΚ έχει παραμείνει στη φάση της «καθυστέρησης», στην εποχή που συγκροτήθηκε και ανδρώθηκε. Η κομματική του δομή χρειάζεται αντιστοίχηση με τις κοινωνικές διεργασίες και δυνάμεις που έχουν μπει δυναμικά στο προσκήνιο. Το σύνθημα «Γιώργο, άλλαξέ τα όλα», έστω και ασυνείδητα, περιείχε αυτό το κοινωνικο-πολιτικό αίτημα.

Και ερχόμαστε τώρα στον δεύτερο λόγο που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα γίνει της... Ένωσης Κέντρου. Αυτή τη στιγμή οι κομματικές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ έχουν ηλικία άνω των 45 ετών. Είναι μια οργάνωση μεσηλίκων. Δεν είναι τυχαίο ότι και εκλογικά η μόνη ηλικιακή κατηγορία στην οποίαν πλειοψηφεί ή έχει σημαντικά υπολογίσιμες δυνάμεις είναι αυτή μεταξύ 45-60 ετών.

Οι ηλικίες 30-44 προτιμούν τη Νέα Δημοκρατία. Ενώ οι νεαρές ηλικίες 18-29, από τις οποίες το ΠΑΣΟΚ έχει πάρει προ πολλού διαζύγιο, μετά το 1974, είτε είναι απολιτικές είτε τείνουν ευήκοον ους στην Αριστερά. Το ΠΑΣΟΚ μεγαλούργησε επειδή στηρίχτηκε στις ηλικίες 18-40 ετών. Τα κορυφαία στελέχη, βουλευτές και υπουργοί του αναδείχτηκαν, στην πλειονότητά τους, όταν ήταν σε νεαρή ηλικία. Ο σημερινός πρόεδρός του ανεδείχθη βουλευτής στα 29 και ανέλαβε σχεδόν αμέσως κυβερνητικά καθήκοντα. Ο Ευάγγ. Βενιζέλος έγινε υπουργός στα 36 του χρόνια. Η Άν. Διαμαντοπούλου έγινε νομάρχης 26 χρονών και ο Μιχ. Χρυσοχοΐδης στα 32 του. Ο Κ. Λαλιώτης ήταν μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου σε ηλικία 23 χρονών και ο Ά. Τσοχατζόπουλος στα 34 του. Και ούτω καθεξής.

Ψάξτε σήμερα τα βιογραφικά των βουλευτών και της κομματικής ηγεσίας και θα δείτε την ηλικιακή τρύπα που υπάρχει. Ακόμη και οι σαραντάρηδες ή οι τριαντάρηδες του ΠΑΣΟΚ, όσοι υπάρχουν, στην πλειονότητά τους είναι άτομα κρατικοδίαιτης συμπεριφοράς και αντιλήψεων κυβερνητισμού.

Πώς να ανανεωθεί λοιπόν και να οξυγονωθεί ένα κόμμα που έχει μια «τρύπα» δύο ή και τριών γενεών; Ποιοι θα συλλάβουν τις νέες ιδέες, ποιοι θα τρέξουν στις νέες ταχύτητες της κοινωνικής, επιστημονικής, τεχνολογικής και επαγγελματικής εξέλιξης; Πού είναι οι «φρέσκες σάρκες» που θα καταβροχθίσει ο κομματικός Λεβιάθαν για να παραμείνει ζωντανός; Πώς να κατανοηθεί η νέα φάση της παγκοσμιοποίησης και των εθνικών απαντήσεων όταν το μορφωτικό, θεωρητικό, πολιτικό και ιδεολογικό οπλοστάσιο του συλλογικού καθοδηγητικού νου διακρίνεται από επαρχιωτισμό; Πώς να εκφράσει τις νέες ανάγκες και επιθυμίες ένα κόμμα κρατικοδίαιτων μεσηλίκων; Πώς να είναι σύγχρονο ένα κόμμα το οποίο στη μόνη ηλικιακή, μορφωτική και κοινωνική κατηγορία που υπερτερεί, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, τα exit polls και τους εκλογικούς αναλυτές, είναι αυτή της «στοιχειώδους εκπαίδευσης»;

Αυτοί είναι και οι βασικοί λόγοι που αποφεύγουν, όπως ο διάολος το λιβάνι, τη συζήτηση για τα αίτια της ήττας και για το νέο όραμα και σχέδιο που χρειάζεται η χώρα. Δεν μπορούν να διεξαγάγουν έναν τέτοιο διάλογο. Γι’ αυτό και επικεντρώνεται η διαμάχη στην αλλαγή ηγεσίας. Γι’ αυτό ψάχνουν για κάποιο «γκεσέμι»-αρχηγό και όχι μια σύγχρονη πολιτική ηγεσία που θα δρομολογήσει διαδικασίες αναγέννησης. Γι’ αυτό και μετατρέπονται σε μια σύγχρονη εκδοχή της Ένωσης Κέντρου. Θέτουν ως ύψιστο διακύβευμα την άμεση επανακατάληψη του γκουβέρνου, γιατί δεν μπορούν να οργανώσουν ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό (;) κόμμα με δομές και ηγεσία που θα αντιστοιχούν στις κοινωνικές διεργασίες και εξελίξεις.

Το πρόβλημα, λοιπόν, της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ είναι βαθύτερο και όσο αποφεύγουν να το αντιμετωπίσουν ξορκίζοντας το φάντασμα της διάσπασης το μόνο που πετυχαίνουν είναι να βαδίζουν αναδρομικά στα βήματα του κόμματος που ίδρυσε ο παππούς και όχι ο πατέρας του σημερινού αρχηγού του ΠΑΣΟΚ.

Αν λοιπόν υπάρχει ένας δρόμος για να έχει ελπίδα το ΠΑΣΟΚ να «ξαναγεννηθεί» ως πολιτικός φορέας εξουσίας και Κίνημα Αλλαγής, είναι να μετατρέψει την 11η Νοεμβρίου (άρα και την πορεία μέχρι τότε) σε δημοψήφισμα όχι για τη Δημοκρατική Παράταξη, αλλά για τη βασική πολιτική, ιδεολογική, οργανωτική και κοινωνική καθοδηγητική συνιστώσα αυτής της Παράταξης-Ιδέας.

Στις 11 Νοεμβρίου το ΠΑΣΟΚ πρέπει να αποφασίσει όχι αν θα είναι γενικά η παράταξη της Κεντροαριστεράς, αλλά αν θα μετεξελιχθεί σε ένα σοβαρό σοσιαλιστικό, σοσιαλδημοκρατικό, αριστερό ή κεντρώο κόμμα. Στις 11 Νοεμβρίου το ΠΑΣΟΚ πρέπει να εκλέξει ηγεσία και όχι απλώς υποψήφιο πρωθυπουργό. Στις 11 Νοεμβρίου πρέπει η σύγκρουση και η πόλωση για τη νέα πορεία (περιλαμβανομένης και της νέας ηγεσίας) να λάβουν δημοψηφισματικό χαρακτήρα απεξάρτησης από τις όποιες εξωθεσμικές παρεμβάσεις. Αυτό θα ωφελήσει συνολικά τη Δημοκρατία, το πολιτικό σύστημα, την οικονομική ανάπτυξη, και την κοινωνική συνοχή και εξέλιξη.

Από αυτή την άποψη, είναι μια διαδικασία εκλογής που μας αφορά όλους, φίλους και αντιπάλους της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Όποιος από τους διεκδικητές της αρχηγίας πείσει ότι μπορεί να αναστρέψει την πορεία προς την Ένωση Κέντρου ίσως κερδίσει. Διαφορετικά, ίσως είναι προτιμότερο να γίνει ένα Νέο Ξεκίνημα, που θα εκφράσει πολιτικά, ιδεολογικά, μορφωτικά, κινηματικά και σε επίπεδο συμμαχιών τη «μαύρη τρύπα» στην οποία βυθίζεται το ΠΑΣΟΚ. Ένα τέτοιο εγχείρημα έχει και περισσότερες πιθανότητες να τελεσφορήσει. Ακόμη και κυβερνητικά. Και σε χρόνο πολύ ενωρίτερον απ’ ό,τι ίσως ορισμένοι πιστεύουν.

Όπως έλεγε και κάποιος θεωρητικός, «απαισιοδοξία στη σκέψη, αισιοδοξία στην καρδιά»...

Δευτέρα, Οκτωβρίου 01, 2007

 

Η χαμένη αθωότητα (29-9-2007)

Xύθηκε πολύ μελάνι και περίσσεψαν τα λόγια στις τηλεοράσεις και στα ραδιόφωνα για την αιφνιδιαστική κίνηση του Γ. Παπανδρέου να ζητήσει από τους βουλευτές του κόμματός του την εμπιστοσύνη και την υποστήριξή τους.

Άλλοι την εξέλαβαν ως διασπαστική κίνηση, άλλοι ως άστοχη ενέργεια, άλλοι προσπαθούν ακόμη να την ερμηνεύσουν, άλλοι ως μετέωρο βήμα που δεν έχει καμία σημασία, αφού δεν ολοκληρώθηκε.

Κάτι ανάλογο έγινε και με τη βιασύνη του Ευάγγ. Βενιζέλου να θέσει υποψηφιότητα για την αρχηγία, αλλά και την παρέλαση της «χωματερής του σημιτισμού» από το γραφείο του. Αυτό ακριβώς είναι και το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ. Συζητούν και διχάζονται για κινήσεις και συμπεριφορές και δεν συγκρούονται για τις πολιτικές, τη φυσιογνωμία του κόμματός τους και τις ανάγκες της κοινωνίας.

Ακόμη και τώρα που η κρίση είναι παρούσα, βαθιά και πιθανότατα θα οδηγήσει στη διάσπαση, λένε τι πρέπει να συζητήσουν. «Θέτουν το πλαίσιο», όπως λένε χαρακτηριστικά στην κομματική αργκό. Μέχρι εκεί. Τίποτε για το περιεχόμενο και την ουσία. Όλα περί διαγραμμάτων. Ήδη πέρασε ένα δεκαήμερο από το βράδυ των εκλογών και ο μόνος «καβγάς» που γίνεται είναι για το… πάπλωμα της εξουσίας. Αν θα γίνει ο Βενιζέλος χαλίφης στη θέση του χαλίφη. Αν μπορεί να επανεκλεγεί ο Παπανδρέου. Αν θα είναι υποψήφια η Διαμαντοπούλου. Ποια στάση θα κρατήσει ο Πάγκαλος και ούτω καθεξής. Θα φτάσει, αν φτάσει, η 11η Νοεμβρίου και η κοινοτοπία, ο φορμαλισμός και η δήθεν αριστεροσύνη θα έχουν κουκουλώσει τα πάντα.

Εν τω μεταξύ, στο παρασκήνιο κάποιοι θα έχουν φροντίσει να γίνουν οι διευθετήσεις, να έχουν ανευρεθεί οι νέες ισορροπίες, να έχουν παρασχεθεί εκεί που πρέπει οι διαβεβαιώσεις και μετά θα ρίξουν το σύνθημα: «Όλοι μαζί, σύντροφοι, φίλοι και αγαπημένοι». Γιατί θα συμβούν όλα αυτά; Γιατί στο ΠΑΣΟΚ έχουν ξεχάσει την πολιτική. Είναι απλώς διαχειριστές και διεκπεραιωτές υποθέσεων. Οι περισσότεροι δεν έχουν αξίες, ιδέες και αρχές. Είναι απλοί προσπλακιστές της εξουσίας. Τώρα φωνασκούν για να κρύψουν τη γύμνια τους. Ούτε ηθική ούτε συναίσθημα έχουν. Είναι απλοί καιροσκόποι και οπορτουνιστές.

Η εξουσία δεν τους έφθειρε ή τους διέφθειρε, τους έκανε να χάσουν την ψυχή τους. Στην πλειονότητά τους είναι μεταλλαγμένοι, γι’ αυτό, αν τους κοιτάξεις βαθιά, θα δεις ότι στα μάτια των περισσότερων υπάρχει ένα κενό. Είναι απλανή όντα, χωρίς βάθος. Προσωπεία. Μασκοφόροι συμφερόντων. Κυνικοί. Και εξουσιολάγνοι.

Αυτή, όμως, η απόλυτη κατάπτωση ίσως είναι και η γιατρειά του ριζοσπαστικού, λαϊκού σοσιαλιστικού κινήματος που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Αν τελικά δεν καταφέρουν να τα βρουν στη μοιρασιά, ίσως χωρίσουν τα τσανάκια τους, αφού πλέον δεν υπάρχει η κυβερνητική εξουσία που λειτουργούσε ως αρμός και συγκολλητική ουσία της επίπλαστης ενότητας.

Αν σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και κάποιοι επαναστατήσουν και δηλώσουν αδιάφοροι για την πιθανότητα διάσπασης, ίσως καταφέρουν να δρομολογήσουν διαδικασίες πολιτικής, ιδεολογικής και οργανωτικής αναγέννησης. Το στοίχημα της ενότητας του ΠΑΣΟΚ μπορεί να κερδηθεί μόνον αν κάποιοι εγγυηθούν τη διάσπασή του. Ακούγεται οξύμωρο, αλλά έτσι είναι.

Τα παιχνίδια τα κερδίζουν αυτοί που είναι αποφασισμένοι να κερδίσουν. Όσοι έχουν να χάσουν λιγότερα θα είναι τελικά αυτοί που θα πανηγυρίσουν. Οι βολεμένοι, οι καθωσπρέπει κι αυτοί που διακινδυνεύουν πολλά σε μια σύγκρουση συνήθως δεν είναι ριψοκίνδυνοι και στο τέλος αποφασίζουν να μη δώσουν τη μάχη, αρκούμενοι στα κεκτημένα. Οι περισσότεροι από όσους σήμερα ομνύουν στο όνομα δήθεν της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης -και δεν αναφέρομαι στους απλούς και αγνούς οπαδούς, αλλά και σε αρκετά μέλη και στελέχη- είναι αυτοί που την οδήγησαν σ’ αυτό το χάλι. Για να συνεχίσει το ΠΑΣΟΚ να υπάρχει ως μεγάλο λαϊκό κίνημα και φορέας αλλαγής, θα πρέπει η παρούσα κρίση να βαθύνει, να επεκταθεί, να σμπαραλιάσει ειωθότα και κατεστημένες σχέσεις.

Τώρα που έσπασε το σπυρί, το πύον πρέπει να τρέξει, να φύγει όλο. Αν παραμείνει η ρίζα του, η ίαση θα ’ναι πρόσκαιρη και θα κακοφορμίσει πάλι. Κάνουν λάθος, λοιπόν, όσοι νομίζουν ότι μπορούν να μανιπουλάρουν στο άψε σβήσε την κρίση. Το «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε» ταιριάζει σε οικογενειακά νοικοκυριά, όχι σε πολιτικά κόμματα. Όσοι νομίζουν ότι θα υπάρξει ενότητα αν αποφευχθούν οι συγκρούσεις είναι είτε υποκριτές είτε πολιτικά ανεγκέφαλοι.

Σύγκρουση πρέπει να υπάρξει. Σκληρή, αδυσώπητη, μέχρι τέλους. Μόνον έτσι μπορεί να διασφαλιστεί η ενότητα. Αντί να προσπαθούν να κλείσουν ξεχασμένους λογαριασμούς, θα έπρεπε να επιδιώξουν να ανοίξουν καινούργιους με την κοινωνία και το μέλλον.

Πρέπει λοιπόν να πουν: Ναι στη σύγκρουση, όχι στην τυφλή πόλωση. Μέχρι τώρα έκρυβαν τις αντιθέσεις και τις διαφορές κάτω από το χαλί στο όνομα της διατήρησης της εξουσίας ή της άμεσης επανόδου σ’ αυτήν. Απεδείχθη λάθος. Οι πολιτικές και ιδεολογικές συγκρούσεις είναι απαραίτητες εφόσον διεξάγονται με τους κανόνες του δημοκρατικού διαλόγου, μέσα από θεσμικές διαδικασίες και στοχεύουν στο να «καθαρίσουν» τη φυσιογνωμία του κόμματος.

Βεβαίως, η ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση, για να μην οδηγήσει σε εκφυλιστικά φαινόμενα, πρέπει να συνδέεται και να αντιστοιχεί σε κοινωνικές διεργασίες. Αν είναι μια εσωκομματική διαδικασία κλειστού τύπου, είναι όντως επικίνδυνη. Η συζήτηση και η σύγκρουση πρέπει να έχουν αναφορά στην κοινωνία. Να εκφράζουν τις ανάγκες των πολιτών, να οργανώνουν τη δυσαρέσκεια και την αντίσταση σε αντιλαϊκές πολιτικές της κυβέρνησης, να υπερασπίζονται τα αιτήματα των εργαζομένων και της νεολαίας, να προωθούν τις ανάγκες της χώρας για παραγωγική ανασυγκρότηση, διοικητικό εκσυγχρονισμό, πολιτική μεταρρύθμιση, πολυπολιτισμικότητα, ασφάλεια και ισχυρή διεθνή θέση.

Ιστορικά, έχει αποδειχθεί ότι το ΠΑΣΟΚ ωφελήθηκε από τις ιδεολογικές και πολιτικές εντάσεις. Όσο ήταν ένας ζωντανός πολιτικός οργανισμός, πάντα κέρδιζε. Έχασε όταν μεταλλάχθηκε σε μηχανισμό κατοχής και νομής της εξουσίας. Όταν έγινε «κρατικό» κόμμα με καθεστωτικά χαρακτηριστικά. Όταν κυριάρχησε ο κυβερνητισμός. Όταν αποκόπηκε από τις αρχές και τις κοινωνικές δυνάμεις στις οποίες στηρίχτηκε. Όταν γοητεύτηκε από τα σαλόνια του νεοφιλελευθερισμού και γύρισε την πλάτη στα στενόχωρα δωμάτια της Αριστεράς.

Όταν ξεστράτισε από τα μονοπάτια της αμφισβήτησης της νεολαίας και των κοινωνικών κινημάτων και βάδισε τον δρόμο που του υποδείκνυε η λεγόμενη διαπλοκή συμφερόντων. Όταν το «οψόμεθα εις Φιλίππους» δεν μπορεί να το εκστομίσει το ίδιο, αλλά έχει αποδεχθεί να το ακούει από άλλους.

Όταν, όταν, όταν… Όταν όλα αυτά συνθέτουν τη σημερινή φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ, μπορεί αυτό ν’ αλλάξει; Δύσκολο, έως απίθανο. Δείτε, για παράδειγμα, τι συνέβη στο πρώτο προχθεσινό crash test στην Κοινοβουλευτική Ομάδα. Μόλις είδαν ότι τα πράγματα ζορίζουν. Ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκαν αυτοί που υποτίθεται ότι τάσσονται υπέρ της πολιτικοποίησης των διαδικασιών; Να επισπεύσουν τις διαδικασίες. Να επαναληφθεί δηλαδή το 2004. Να γίνει η εκλογή του νέου αρχηγού χωρίς ούτε και τώρα να συζητήσουν για την εκλογική ήττα, για το τι έφταιξε, για το τι πρέπει ν’ αλλάξει και τι να γίνει. Προφασιζόμενοι δήθεν το αντιπολιτευτικό κενό, θέλουν να κλείσουν τη συζήτηση πριν ακόμη ανοίξει. Θαρρείς και δεν μπορούν να κάνουν δύο πράγματα ταυτόχρονα, ενώ οι περισσότεροι από αυτούς μπορούν να δουλεύουν για δύο ή και τρεις αφεντάδες.

Η επίσπευση των διαδικασιών είναι άλλοθι είτε για όσους φοβούνται να συζητήσουν είτε γιατί υποκρύπτονται άλλες σκοπιμότητες. Στην ουσία ισοδυναμεί με μια νέα υφαρπαγή της ψήφου. Είναι μια παραλλαγή του «δαχτυλιδιού» που δόθηκε το 2004, με την οποία υποτίθεται σχεδόν όλοι διαφώνησαν ή δεν επιθυμούν να επαναληφθεί.

Εφόσον, λοιπόν, το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να συζητήσει για να μη φανερωθεί η πολιτική, ιδεολογική, μορφωτική, ηθική και αξιακή ανεπάρκεια της πλειονότητας των λεγόμενων «κεντρικών» ή «επωνύμων» στελεχών του, τι μπορεί να γίνει; Να εκβιαστεί η συζήτηση από έναν από τους δύο υποψηφίους για την αρχηγία. Μόνον έτσι μπορεί όποιος εκλεγεί πρόεδρος να κατοχυρώσει την αυριανή δύναμη και ανεξαρτησία του από τους επίδοξους «στραγγαλιστές» του. Μόνον έτσι μπορεί να ξεφύγει από την ομηρία στην οποία θέλουν να τον έχουν οι λεγόμενοι «γκρίζοι μεσοχωρίτες», αλλά και τα όποια συμφέροντα. Μόνον έτσι μπορεί να ξαναενώσει το ΠΑΣΟΚ και να το κάνει εκ νέου λαϊκό, ρωμαλέο και νικηφόρο κίνημα.

Η συζήτηση, η αντιπαράθεση, η σύγκρουση, ακόμη και η συντεταγμένη πόλωση πάνω σε πολιτικές, ιδέες και αξίες είναι ο μόνος και σίγουρος δρόμος για να είναι ο νέος αρχηγός ισχυρός και η επόμενη εκλογική μάχη να δοθεί από καλύτερες θέσεις.

Εάν θέλουν στο ΠΑΣΟΚ να συνεχίσουν να βρίσκονται στο ίδιο καράβι, θα πρέπει πριν διαλέξουν καπετάνιο να κατανοήσουν την πορεία και τις μεταλλάξεις που υπήρξαν στη φυσιογνωμία του, ιδιαίτερα όταν είχαν τη διακυβέρνηση της χώρας. Να αναλύσουν, επιμερίζοντας και ευθύνες, τα αίτια της ήττας και πώς έφτασαν στο σημείο, αντί για «δεξιά παρένθεση», το νέο τοπίο να ορίζει αυτούς στο μέλλον ως «κεντροαριστερή παρένθεση». Να επαναξιολογήσουν τις πολιτικές τους. Να επαναθεμελιώσουν τη φυσιογνωμία τους. Να αναδείξουν τις διαφορές τους από τη δεξιά παράταξη και τη δεξιά πολιτική. Να ξαναορίσουν τις πολιτικές συμμαχίες. Και να ξανασυγκροτήσουν το νέο μπλοκ εξουσίας, μετατρέποντας την κοινωνική πλειοψηφία της Κεντροαριστεράς σε πολιτική.

Αφού τα κάνουν όλα αυτά, ας καταλήξουν και στον τιμονιέρη που μπορεί να τα εγγυηθεί όλα. Πολλοί υποστηρίζουν ότι το κριτήριο επιλογής του τιμονιέρη πρέπει να είναι η ρήση «δεν ενδιαφέρει αν η γάτα είναι μαύρη ή άσπρη, αρκεί να τρώει ποντίκια». Όσοι το υποστηρίζουν -αυτοί δηλαδή που τάσσονται με το μέρος του Ευάγγ. Βενιζέλου- ξεχνούν ότι η ρήση του Ντενγκ-Χσιάο Πινγκ ανταποκρίνεται σ’ ένα ορισμένο μοντέλο κρατικής-οικονομικής ανάπτυξης. Είναι διαχειριστική προσέγγιση. Δεν είναι πολιτική. Είναι ο κυνισμός στη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων και κακώς μεταφέρεται μηχανιστικά στην πολιτική.

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα -και εγχώρια- όπου αυτός ο κυνισμός όχι μόνον απέτυχε, αλλά ήταν και καταστροφικός γι’ αυτούς που τον υιοθέτησαν. Αυτό που ενδιαφέρει είναι η αποτελεσματικότητα που προκύπτει ως μπόλιασμα ηγετικών προσόντων με μια συγκεκριμένη πολιτική στρατηγική κι έναν ηθικό αξιακό κώδικα. Καλές είναι οι γάτες που τρώνε ή σκίζουν ποντίκια, αλλά πάντα υπάρχει ο κίνδυνος είτε να βαρυστομαχιάσουν είτε να έχουμε φαινόμενα αεροφαγίας με ό,τι αυτά συνεπάγονται.

Εκτός από τους οπαδούς της θεωρίας των «γατών», υπάρχουν και αυτοί που υποβαθμίζουν το κριτήριο της εκλεξιμότητας. Για να ισοφαρίσουν το μειονέκτημα, αντιπαρατάσσουν τη συλλογικότητα και τους «νέους όρους με τους οποίους πρέπει να λειτουργήσει το κίνημα». Είναι οι οπαδοί του Γ. Παπανδρέου. Οχυρώνονται πίσω από τη φράση του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ «όσοι θέλουν εξουσία, ας βρουν άλλο τρόπο για να ξεδιψάσουν», ξεχνώντας ότι βρίσκονται σε ένα κόμμα που τα στελέχη, αλλά και οι οπαδοί του είναι διψασμένοι για εξουσία. Και είναι αμφίβολο αν μπορούν ν’ αντέξουν για πολύ ξεροσταλιάζοντας.

Και οι δύο λένε τη μισή αλήθεια. Επειδή το ΠΑΣΟΚ είναι μεγάλο κόμμα εξουσίας, αν χάσει τον στόχο της διακυβέρνησης θα διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη. Γι’ αυτό πρέπει να συζητήσει εν εκτάσει, σε βάθος και επώδυνα για το τι ακριβώς θέλουν και πώς μπορούν να το πετύχουν. Αν ο στόχος τους είναι να βρεθεί απλώς κάποιος που θα κερδίσει τον Καραμανλή, δεν χρειάζεται να πονοκεφαλιάζουν. Οι μετρήσεις λένε ο Βενιζέλος. Αν όμως κι αυτός δεν τα καταφέρει, τι γίνεται; Θα τον αλλάξουν κι αυτόν μέχρι να τους καθίσει ο «τυχερός»;

Καλύτερα, λοιπόν, είναι να μαγειρέψουν πριν πεινάσουν. Και η μόνη… μαγειρική που ταιριάζει αυτή τη στιγμή στο ΠΑΣΟΚ στην κατάσταση που βρίσκεται είναι η εξής: Να «βομβαρδίσουν τα επιτελεία», ώστε να διαμορφωθεί μια νέα δομή οργάνωσης, να υπάρξει μια νέα σχέση με την κοινωνία και τα κινήματα, να εμπνεύσουν ξανά τους πολίτες, να κινητοποιήσουν όλες τις δυνάμεις, προκειμένου ν’ αλλάξει ριζικά το τοπίο στην πολιτική, την κοινωνία, την οικονομία. Το ΠΑΣΟΚ χρειάζεται μια ριζική ανανέωση, μια πραγματική αναγέννηση, μια πολιτική, ιδεολογική, προγραμματική, μορφωτική, ηθική και αισθητική επανάσταση.

Χρειάζεται να ξαναβρεί την παιδική, έστω και την εφηβική αθωότητά του για να ξαναγίνει ελκυστικό. Κανείς πλέον δεν μπορεί να γοητευθεί από μια μεσόκοπη και με πολλά λίφτινγκ γυναίκα, όσο κι αν αφήνει υπονοούμενα για τις κρυφές χάρες της. Περιττεύει να πούμε ότι συνήθως η τύχη αυτών των γυναικών είναι ο μαρασμός…

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]