Δευτέρα, Οκτωβρίου 19, 2009

 

Με οδηγό τον Ελύτη ... (17-10-2009)

Σήμερα, αντί για ένα, αποφάσισα να γράψω δύο κείμενα. Μάλλον επηρεάστηκα από τον Οδυσσέα Ελύτη (πριν από 30 χρόνια, στις 18 Οκτωβρίου του 1979, η Σουηδική Ακαδημία τον τίμησε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας) που έλεγε ότι... Ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση/κι ο χρόνος γλύπτης των ανθρώπων παράφορος/κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδας/κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα/έχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη./Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή ως το κόκαλο άλλο καλοκαίρι/Για ν’ αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια/και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους/Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές/ή για να πας καβάλα στο μαΐστρο./ Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο,/Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλας/θ’ αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.


Πρώτη βουτιά για την κυβέρνηση

Το πρώτο crash test της κυβέρνησης θα είναι με το ΠΑΣΟΚ και θα δοθεί στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας και με τη μεγαλύτερη ξένη ιδιωτική επένδυση των τελευταίων χρόνων, αυτήν της κινεζικής Cosco. Θα υπερισχύσει «το δίκιο του (λιμεν)εργάτη» ή το δίκιο του κράτους, που μεθερμηνεύεται σε τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από μια σύμβαση που έχει υπογραφεί με μια ξένη εταιρεία και κυρωθεί με νόμο από τη Βουλή των Ελλήνων;

Προεκλογικά το ΠΑΣΟΚ είχε ταχθεί γενικά υπέρ της επαναδιαπραγμάτευσης των όρων της σύμβασης, όμως όπως αποδεικνύεται δεν είχε κάνει καμία επεξεργασία ως προς το τι σήμαινε αυτή η θέση. Οι χειριστές της υποθέσεως προφανώς δεν είχαν την υπόθεση ΟΛΠ-Cosco στις προτεραιότητές τους και γι’ αυτό σήμερα εμφανίζονται να μη γνωρίζουν επακριβώς το περιεχόμενο της συμβάσεως, κάτι που ως είναι φυσικό, πρώτον, «τρελαίνει» τους «προγραμματισμένους» ανατολίτες.

Δεύτερον, κάνει πιο επιθετικούς τους συνδικαλιστές ως προς τη διεκδίκηση των αιτημάτων των εργαζομένων, ακόμη κι αν ορισμένα από αυτά είναι εξόχως προκλητικά.

Τρίτον, παρέχει ζωτικό χώρο στα κόμματα της Αριστεράς για να δοκιμάσουν τις αντοχές της νέας κυβέρνησης, αλλά και για να επανασυσπειρώσουν τους οπαδούς τους μετά το εκλογικό αποτέλεσμα που δεν ήταν το αναμενόμενο.

Τέταρτον, δημιουργεί απορίες και ερωτήματα στις αγορές και σε πιθανούς μελλοντικούς επενδυτές για το αν στη χώρα μας ισχύει ή όχι η συνέχεια του κράτους και αν αποτελεί γι’ αυτούς ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο.

Πέμπτον, επιτείνει την αγωνία και τη σύγχυση σε χιλιάδες επιχειρηματίες και εμπόρους ως προς την ικανότητα του κράτους να εξασφαλίσει τουλάχιστον την ομαλή ροή των εμπορευμάτων τους.

Αυτά είναι τα προφανή στα οποία η κυβέρνηση καλείται να δώσει λύση άμεσα – από τη Δευτέρα το πρωί και αφού λάβει ψήφο εμπιστοσύνης την Κυριακή το βράδυ.

Στο πρώτο όμως αυτό crash test παίζονται και άλλα που θα καθορίσουν την πορεία της κυβερνήσεως και θα μας αποκαλύψουν τις προθέσεις της. Θα επιμείνει στους προεκλογικούς χαρακτηρισμούς περί «αποικιοκρατικής και λεόντειας συμβάσεως» και θα προσπαθήσει να τη μεταβάλει «υπέρ του δημοσίου συμφέροντος», όπως διακήρυτταν στο λιμάνι τα στελέχη του; Μπορεί να το πετύχει;

Αν αρνηθούν οι Κινέζοι τι θα κάνει; Θα καταγγείλει τη σύμβαση; Θα πάει την υπόθεση στα δικαστήρια, στη διαιτησία; Θα προτιμήσει να υποχωρήσει στο όνομα του οικονομικού πραγματισμού ή θα εμμείνει στις προεκλογικές της δεσμεύσεις;

Θα προσχωρήσει στο κινεζικό δόγμα «δεν ενδιαφέρει αν η γάτα είναι άσπρη ή μαύρη αρκεί να τρώει ποντίκια» ή θα παραμείνει στην άποψη ότι το χρώμα της γάτας μπορεί να μην ενδιαφέρει, αλλά η γάτα δεν πρέπει να γίνει και τίγρης που μπορεί να φάει και μωρά παιδιά; Θα ταχθεί αναφανδόν υπέρ των εργαζομένων και θα ευθυγραμμιστεί με τη γραμμή των συνδικαλιστών ή θα προσχωρήσει στη λογική της ανάγκης για επενδύσεις στη χώρα και ειδικά σε μια περίοδο που τις ψάχνουμε με το κιάλι;

Καλό θα ήταν η κυβέρνηση να προσπαθήσει να ξεφύγει από αυτά τα διλήμματα. Να επιλέξει τη μέση οδό. Αυτή της λογικής και της σύνεσης. Να ξεκαθαρίσει δηλαδή στην Cosco ότι θέλει την επένδυση, αλλά τη θέλει με όρους ευνομούμενης πολιτείας.

Εάν υπάρχουν, όντως, στοιχεία στη σύμβαση που είτε προσκρούουν στο κοινοτικό δίκαιο όπως οι φοροαπαλλαγές είτε μας καθιστούν «αποικία», αυτά πρέπει να αλλάξουν. Το ίδιο πρέπει να συμβεί και με τους εργαζόμενους. Να διασφαλιστεί βεβαίως το δικαίωμά τους στην εργασία, αλλά να τους γίνει σαφές ότι το εργασιακό τους καθεστώς θα είναι αντίστοιχο με αυτό των άλλων εργαζομένων. Προκλητικά προνόμια και νησίδες εργασιακής «μαφίας» εφόσον υπάρχουν απαιτείται πάραυτα να εξαλειφθούν.

Και προς τις δύο πλευρές αυτό πρέπει να γίνει καθαρό με απόλυτο τρόπο. Οι Κινέζοι εφόσον θέλουν την επένδυση, και τη θέλουν, πρέπει να αντιμετωπίσουν τη χώρα μας ως ευνομούμενο κράτος που ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι σαν μια τριτοκοσμική ευκαιρία, σαν ένα πειρατικό καράβι. Οι εργαζόμενοι έχουν το δικαίωμα στην εργασία, δεν έχουν όμως κανένα δικαίωμα στην ασυδοσία των προνομίων που με προκλητικό τρόπο κατέκτησαν ένεκα της προηγούμενης αβελτηρίας του κράτους. Και, βεβαίως, δεν μπορούν να συμπεριφέρονται εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.

Η νέα κυβέρνηση οφείλει λοιπόν να πολιτευθεί με σκληρό, αλλά και δίκαιο τρόπο. Με βάση την ισονομία και τους διεθνώς παραδεκτούς κανόνες. Και πρώτα απ’ όλα οφείλει με θάρρος και παρρησία να βγει και να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Δεν μπορεί να συνεχίσει να πατά σε δύο βάρκες. Ούτε μπορεί να ικανοποιήσει απόλυτα και τις δύο πλευρές.

Κάποιος θα χάσει λιγότερα και κάποιος περισσότερα. Αυτός που δεν πρέπει να χάσει είναι το κοινωνικό σύνολο. Και κυρίως να μη χαθεί η αξιοπιστία μιας κυβέρνησης που εξελέγη με τόσο θριαμβευτικό τρόπο και τα πρώτα της βήματα ήταν ελπιδοφόρα. Θα ήταν κρίμα να βουλιάξουν η αξιοπιστία και η ικανότητά της στο λιμάνι. Και αυτό θα συμβεί όσο συνεχίζει να κλείνει το μάτι και στους μεν και στους δε. Στην περίπτωση της Cosco και του ΟΛΠ δεν ισχύει το και η πίτα ολάκερη και ο σκύλος χορτάτος.

Αντίθετα, αν αυτή η μάχη χαθεί, και μάλιστα από τις πρώτες ημέρες που η ανοχή και η εμπιστοσύνη των πολιτών είναι σχεδόν διπλάσια από το ποσοστό που έλαβε στις εκλογές, τότε θα ανοίξει η όρεξη σε πολλούς για… δαγκωματιές.

Ποιος θα γίνει αρχηγός της Ν.Δ.

Από τους υποψήφιους για την αρχηγία της Ν.Δ., η Ντόρα Μπακογιάννη είναι αυτή που εμφανίζεται αυτές τις ημέρες να γελάει περισσότερο. Δεν ξέρω αν αυτό είναι συνάρτηση του προβαδίσματος που λέγεται ότι έχει στην κούρσα της διαδοχής ή απλώς μία καθ’ υπαγόρευσιν των συμβούλων της… μάσκα επικοινωνίας.

Γνωρίζω όμως ότι ο θυμόσοφος λαός μας λέει ότι «γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος», αλλά και πως «τα πολλά γέλια φέρνουν κλάματα». Αυτό το λέω επειδή, παρά την εικόνα που «μεταδίδεται», οι κομματικοί συσχετισμοί είναι ακόμη ρευστοί.

Μπορεί να δίδονται υποσχέσεις, να έχουν υπάρξει συναλλαγές, να ασκούνται πιέσεις, όμως οι διεργασίες που συντελούνται στην κομματική, αλλά και την κοινωνική βάση της Ν.Δ. μετά την εκλογική συντριβή και τα νέα δεδομένα, που από την πρώτη μέρα φαίνεται ότι εισάγει στον δημόσιο βίο και το πολιτικό σύστημα ο Γ. Παπανδρέου, είναι τέτοιας έκτασης και έχουν τέτοιο βάθος που μπορεί στο τέλος να οδηγήσουν σε επιλογές που θα εκπλήξουν πολλούς.

Τα παραδείγματα των Ευάγγ. Βενιζέλου, Κ. Καραμανλή και Αλ. Αλαβάνου είναι άλλωστε οδηγός προς αποφυγήν. Και οι τρεις επέδειξαν αυτοπεποίθηση σε βαθμό αλαζονείας. Ο πρώτος στη σύγκρουσή του με τον Γ. Παπανδρέου για την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ, ο δεύτερος σε σχέση με τη διακυβέρνηση της χώρας μετά την επανεκλογή του το 2007 και ο τρίτος απέναντι στον «μικρό» Αλ. Τσίπρα.

Και οι τρεις ηττήθηκαν κατά κράτος, επειδή θεώρησαν την «ηγεμονία» τους δεδομένη, αλλά και γιατί πίστεψαν ότι οι μηχανισμοί στήριξής τους μπορούν να επιβληθούν της κοινωνίας. Ο Ευάγγ. Βενιζέλος είχε μαζί του τους επικοινωνιακούς μηχανισμούς διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, ο Κ. Καραμανλής τον κρατικό μηχανισμό και ο Αλ. Αλαβάνος τον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Η κοινωνία τούς ξεπέρασε και τους τρεις και επέβαλε αυτή τους δικούς της εκλεκτούς.

Η Ντ. Μπακογιάννη δουλεύει εδώ και πολλά χρόνια και με τους τρεις μηχανισμούς, προκειμένου σήμερα να εμφανίζεται σαν έτοιμη από καιρό. Και με τα μίντια και με το κράτος και με το κόμμα. Μένει να δούμε αν στην περίπτωσή της θα καταφέρουν οι μηχανισμοί να επιβληθούν στην κοινωνία ή η κοινωνία διά της συντηρητικής παρατάξεως δεν θα μπορέσει για μία ακόμα φορά να αφομοιώσει την τόση υπερπροσφορά «για το καλό της» και θα προτιμήσει κάτι και κάποιον άλλο.

Τι είναι αυτό το άλλο; Μια προσπάθεια ανασύνταξης της συντηρητικής παράταξης με πολιτικούς και ιδεολογικούς όρους που να ανταποκρίνονται στις νέες συνθήκες και όχι μέσω της παντί τρόπω αντιπολιτευτικής φθοράς του αντιπάλου. Αυτό που σήμερα χρειάζεται η Ν.Δ. δεν είναι να επιστρέψει σε τρία ή τέσσερα χρόνια στην εξουσία, αλλά να φουλάρει τις παραταξιακές της μηχανές με νέα «καύσιμα».

Αυτά που είχε από το 1974 εξαντλήθηκαν. Θα έλεγα μάλιστα ότι και πολύ κράτησαν, όταν την ίδια περίοδο το ΠΑΣΟΚ μπήκε τρεις φορές στα… πιτς της ιδεολογικοπολιτικής ανανέωσης. Αν δεν το πράξει τώρα και απλώς βάλει στόχο να αντιπολιτευθεί το ΠΑΣΟΚ, κινδυνεύει στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση να βγει και εκτός κυκλοφορίας.

Η Ν.Δ. δεν χρειάζεται μόνον αλλαγή οδηγού, χρειάζεται γενικό σέρβις. Αλλαγή σασί, σασμάν, κιβωτίου ταχυτήτων, ελαστικών, τα πάντα. Μ’ άλλα λόγια, απαιτείται να παρουσιάσει ένα καινούργιο μοντέλο, εάν θέλει να ξαναγίνει ελκυστική στην πολιτική και εκλογική αγορά.

Εάν τα καταφέρει και εφόσον το ΠΑΣΟΚ εν τω μεταξύ έχει αποτύχει, μπορεί βάσιμα να ελπίζει ότι θα επιστρέψει στην εξουσία ίσως και ενωρίτερον απ’ ό,τι πιστεύεται.

Αυτός λοιπόν που θα κερδίσει την αρχηγία της Ν.Δ. είναι αυτός που θα καταφέρει να πείσει την κομματική και κοινωνική βάση της Ν.Δ. ότι θα της αλλάξει τα… φώτα. Αυτός που μπορεί να την επανιδρύσει και να την κάνει ξανά μια παράταξη που όταν χρειάζεται μπορεί να οργανώνει και να επιτυγχάνει πολιτικοεκλογικές αμφίπλευρες διευρύνσεις.

Όποιος απλώς ομνύει στο όνομα της ενότητας χωρίς να εγγυάται ρήξεις, ακόμα και διασπάσεις που μπορεί να την αναγεννήσουν πραγματικά, δεν έχει μέλλον.

Ίσως πρόσκαιρα, μέχρι τις επόμενες εκλογές, να κερδίσει το παιχνίδι. Μετά όμως θα ξαναδούμε το ίδιο θλιβερό έργο που βλέπουμε και τώρα με τις διαδικασίες, τις εγγυήσεις, τις συναλλαγές και τα «κουκιά». Όποιος καταφέρει να… φοβίσει περισσότερο την κομματική και κοινωνική βάση της Ν.Δ. αλλά και τους οπαδούς των άλλων κομμάτων για τις ανατροπές που μπορεί να κάνει έχει περισσότερες πιθανότητες να αναδειχθεί σε ηγέτη της συντηρητικής παράταξης.

Οι προβλέψιμοι δεν έχουν μέλλον. Το παιχνίδι θα το κερδίσει -αν όχι σήμερα- σίγουρα αύριο ο απρόβλεπτος. Αυτός που συγκεντρώνει τις πιθανότητες να σπάσει ισορροπίες και κατεστημένα, που εκτός από τη Ν.Δ. ταλανίζουν και τη χώρα, είναι αυτός που χρειάζεται η Ν.Δ. για να αναγεννηθεί πολιτικά και να επανατοποθετηθεί εκ νέου δυναμικά στο παιχνίδι της εξουσίας.

Το ίδιο έκανε με άλλο τρόπο και ο Γ. Παπανδρέου και κέρδισε το στοίχημα. Και στο ΠΑΣΟΚ και στις εκλογές. Δεν ξέρω αν θα συμβεί το ίδιο και στη συντηρητική παράταξη.

Πάντως, η Ντ. Μπακογιάννη έχει καταγραφεί στη συνείδηση των πολιτών ως «δίδυμο» με τον Ευάγγ. Βενιζέλο. Και αυτό δεν είναι πολύ καλό γι’ αυτήν...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]