Πέμπτη, Δεκεμβρίου 16, 2010

 

Θα αντέξει ο Παπανδρέου; (17-12-2010)

H κοινοβουλευτική δύναμη του ΠΑΣΟΚ μειώθηκε κατά έναν ακόμη βουλευτή. Από τους 160 έπεσε στους 156. Και οι τέσσερις διεγράφησαν λόγω διαφωνιών με το μνημόνιο και τα μέτρα που αυτό συνεπάγεται. Τι θα συμβεί αν προσεχώς διαγραφούν ή αποχωρήσουν λόγω διαφωνιών -κάτι που δεν μπορεί να αποκλειστεί- και δύο ή τρεις άλλοι; Θα αντέξει ο Γ. Παπανδρέου να κυβερνήσει με 153-154 βουλευτές ή θα καταστεί όμηρος του επόμενου που θα κατεβεί από το τρένο της συμπολίτευσης;

Μπορεί η χώρα σε συνθήκες κρίσης, επιτήρησης και αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής να κυβερνηθεί με τη συμπολίτευση ευρισκόμενη σε κοινοβουλευτική αιχμαλωσία; Δύσκολα. Οι περιστάσεις εν όψει ψηφοφοριών σε κρίσιμα και απαραίτητα, για να συνεχίζεται απρόσκοπτα ο δανεισμός από την τρόικα, νομοθετήματα απαιτούν τουλάχιστον αρραγή κοινοβουλευτική συνοχή.

Κι ας μη γελιόμαστε, η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε αναβρασμό – μόνο πειθαρχημένη και συντεταγμένη δεν μπορεί να θεωρείται.

Τι θα γίνει λοιπόν; Θα πάμε σε εκλογές για ανανέωση της λαϊκής εντολής; Θα απολέσει η κυβέρνηση τη δεδηλωμένη λόγω στάγδην αιμορραγίας βουλευτών της; Θα κινηθούν κάποιοι για να ανατρέψουν τον Γ. Παπανδρέου και να επιβάλουν μια συμμαχική κυβέρνηση; Και ποιοι είναι αυτοί; Πολιτικοί; Οικονομικοί παράγοντες; Εκδότες; Εξωθεσμικά κέντρα; Μήπως όλοι μαζί συνεργαζόμενοι με πολιτικούς από όλα σχεδόν τα κόμματα;

Όταν όλα αυτά τα ερωτήματα αρχίζουν να τίθενται, χθες εν κρυπτώ και παραβύστω και εν είδει ασκήσεως, σήμερα πιο ανοιχτά σε πολιτικούς, επιχειρηματικούς, εκδοτικούς κύκλους με τη μορφή ζυμώσεων και διερευνητικών επαφών στο παρασκήνιο και αύριο ανοιχτά και δημόσια με τη μορφή δηλώσεων, προτροπών και «στοχευμένης» αρθρογραφίας, όταν λοιπόν αυτά τα ερωτήματα αρχίζουν να τίθενται, καλόν είναι να ετοιμαζόμαστε για έντονες αναταράξεις στον δημόσιο βίο και πιθανώς για καταστάσεις πολιτικής ανωμαλίας.

Υπάρχουν ορισμένα δεδομένα που αποτελούν πηγή ανησυχίας και τα οποία πρέπει να συνεκτιμηθούν με την εικόνα κόπωσης και αποσυντονισμού που εμφανίζει η κυβέρνηση, αλλά και τη βιαιότητα που αρχίζουν να εμφανίζουν οι εκδηλώσεις κοινωνικής δυσαρέσκειας.

Πρώτον, η ένταση και η έκταση της κοινωνικής δυσανεξίας για τα μέτρα που λαμβάνονται συνεχώς μεγαλώνουν. Ουδείς μπορεί να εγγυηθεί τι τέξεται η επομένη και ότι ο φόβος και ο θυμός δεν θα μετατραπούν σε ανυπακοή, τυφλές εξεγέρσεις, βιαιοπραγίες, καταλήψεις και δολιοφθορές. Ήδη κάποιοι προετοιμάζονται γι' αυτά.

Δεύτερον, ενώ το μέτωπο των «αμνημόνων» ισχυροποιείται, απουσιάζει παντελώς έστω και κάποιο στοιχειώδες μέτωπο «μνημόνων». Η αδυναμία εθνικής συνεννόησης και η ανυπαρξία συναίνεσης έχουν αφήσει μόνη την κυβέρνηση να φέρει εις πέρας την υλοποίηση του μνημονίου και το έργο ανόρθωσης της χώρας. «Μνήμονες» υπάρχουν παντού.

Στον χώρο της Κεντροαριστεράς, στον χώρο της Κεντροδεξιάς, σε πανεπιστημιακούς, οικονομικούς και κοινωνικούς κύκλους. Μόνον που είναι διάσπαρτοι, ανοργάνωτοι, ενώ αρχίζουν να χάνουν και τη δημοσιογραφική υποστήριξη, που -είναι αλήθεια- μέχρι πρότινος ήταν ισχυρή.

Το λάθος πρωτίστως είναι της κυβέρνησης, γιατί αυτή όφειλε και οφείλει να το συγκροτήσει ως πολιτικό, κοινωνικό, ιδεολογικό και ανορθωτικό κίνημα προκειμένου να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες που συνεπάγονται τα αντιδημοφιλή μέτρα που λαμβάνει και οι μεταρρυθμίσεις που επιχειρεί στο κράτος, στις εργασιακές σχέσεις, στην οικονομία και στην οργάνωση της κοινωνίας.

Αντ' αυτού, υπέταξε τα πάντα στη λογιστική και δημοσιονομική πλευρά των μέτρων που λαμβάνονται, αναθεματίζοντας μάλιστα ενίοτε το κακό που τη βρήκε να είναι αυτή που θα πρέπει να λάβει τις δύσκολες αποφάσεις.

Οι κλαυθμοί και οι οδυρμοί δεν συνιστούν, όμως, πολιτική. Ισοδυναμούν με επαιτεία ελεημοσύνης. Γι' αυτό και η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός βλέπουν τα ποσοστά αποδοχής και δημοφιλίας τους να μειώνονται.

Οι σκληρές πολιτικές, για να επιβληθούν και να εμπεδωθούν, χρειάζονται πολιτικό σχέδιο, εθνικό όραμα και -κυρίως- «σιδηρά χέρια». Και η παρούσα κυβέρνηση έχει ελάχιστα, παρ' ότι ο Γ. Παπανδρέου έχει δηλώσει σε κάθε τόνο ότι αδιαφορεί για το πολιτικό κόστος, και με τη συμπεριφορά του αποδεικνύει ότι το εννοεί.

Τρίτον, η εν πολλοίς ακατανόητη για αστικό -και δη κυβερνητικό- κόμμα αντιμνημονιακή στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης συμβάλλει στην περαιτέρω αποσταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος.

Δεν είναι μόνον ότι τροφοδοτεί με φρύγανα τη φωτιά του αντιτροϊκανικού αγώνα, που μπορεί να μετεξελιχθεί σε αντιευρωπαϊσμό και εθνική περιχαράκωση, είναι και ότι χτίζει οδοφράγματα διχασμού στον κεντροδεξιό χώρο με ολέθρια αποτελέσματα στη συγκρότηση πειστικής εναλλακτικής λύσης για τη διακυβέρνηση της χώρας. Τα ίδια οδοφράγματα μπορεί να ορθώνουν και οι δύο άλλοι ένοικοι (ΛΑΟΣ και ΔΗΣΥ) της γαλάζιας πολυκατοικίας, όμως την κύρια ευθύνη για την ενότητα της Κεντροδεξιάς έχει η Ν.Δ. ως βασική συνιστώσα αυτής της παράταξης.

Επιπροσθέτως, η ανυπαρξία πειστικής εναλλακτικής διακυβέρνησης επιτείνει την αταξία και τον κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος, παραχωρώντας ζωτικό χώρο στην Αριστερά και άλλες ανεύθυνες ή και ακραίες δυνάμεις.

Το πιο σημαντικό όλων όμως είναι ότι η αξιωματική αντιπολίτευση, υιοθετώντας και υπερακοντίζοντας σήμερα την αντικυβερνητική-αντιμνημονιακή ρητορική, αντί να υπερθεματίζει για εθνική συνεννόηση και ουσιαστική -ακόμη και σε επίπεδο διακυβέρνησης- συναίνεση, προξενεί μελλοντική ζημία στον εαυτό της. Είναι σαν να πυροβολεί τα πόδια της.

Εάν η κυβέρνηση, λόγω της πίεσης του αντιμνημονιακού μετώπου πέσει και η Ν.Δ. αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, πώς θα κυβερνήσει; Εφαρμόζοντας το μνημόνιο; Θα πέσει πριν ακόμη προλάβει να ορκιστεί. Καταγγέλλοντας το μνημόνιο; Η χώρα θα πτωχεύσει και η ίδια θα εξαφανιστεί από τον πολιτικό χάρτη.

Πάντως, να υπηρετήσει και τον Θεό και τον Μαμμωνά δεν γίνεται. Θα είναι δε αφελής ο Αντ. Σαμαράς αν πιστεύει ότι θα τον στηρίξουν επιχειρηματικοί και εκδοτικοί κύκλοι επειδή ορισμένοι εξ αυτών τον προσεγγίζουν λαμβάνοντας αποστάσεις από τον Γ. Παπανδρέου. Τα περιώνυμα «διαπλεκόμενα» πρωτίστως ενδιαφέρονται για τα συμφέροντά τους και δευτερευόντως για το δημόσιο συμφέρον.

Τέταρτον, κάποιοι επιχειρηματικοί και εκδοτικοί κύκλοι που μέχρι πρότινος στήριζαν την κυβέρνηση αρχίζουν να λαμβάνουν διακριτικά -και σε ορισμένες περιπτώσεις εξόφθαλμα- αποστάσεις, ενδεχομένως και να πριμοδοτούν σενάρια αποσταθεροποίησης ή κυοφορίας «άλλων λύσεων».

Ήδη κάποιοι οι οποίοι ήταν ένθερμοι θιασώτες των μέτρων και του μνημονίου αρχίζουν να γίνονται «φίλοι του λαού». Πιθανότατα αυτό το κάνουν επειδή θεωρούν ότι η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να καταφέρει να βγάλει τη χώρα από την κρίση, και τα συμφέροντά τους, λόγω της ύφεσης και του κλίματος αποεπένδυσης, πλήττονται καίρια.

Ανεξαρτήτως γιατί το πράττουν, το νέο δεδομένο της πολιτικής ζωής είναι ότι η ογκούμενη κοινωνική δυσαρέσκεια και η πιθανολογούμενη πολιτική αστάθεια ανοίγουν την όρεξη σε εξωθεσμικά κέντρα να ελέγξουν αυτά τις εξελίξεις και να τις ρυμουλκήσουν κατά το δοκούν.

Προσεχώς αυτή η τάση θα γίνεται ολοένα και πιο εναργής, ενώ θα αποκαλύπτονται και τα πολιτικά «υποστυλώματά» της.
Δεν αποκλείεται, πάντως, να βρεθεί ένα καινούργιο σημείο ισορροπίας συμφερόντων και κυβέρνησης.

Αυτό όμως απαιτεί λεπτούς χειρισμούς, ικανούς διαπραγματευτές εκατέρωθεν και σίγουρα νέες επιχειρηματικές μπίζνες στο πλαίσιο των αποκρατικοποιήσεων, της αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, των επιδοτήσεων του ΕΣΠΑ και του αναπτυξιακού νόμου και των φορολογικών διευθετήσεων. Το ερώτημα είναι αν η κυβέρνηση Παπανδρέου είναι διατεθειμένη, αλλά και ικανή, να προσέλθει σε έναν τέτοιο συμβιβασμό.

Ερχόμαστε έτσι στο πέμπτο στοιχείο που αποτελεί πηγή ανησυχίας. Κι αυτό δεν είναι άλλο από την επιταχυνόμενη πολιτική απονομιμοποίηση της κυβέρνησης. Αυτή δεν είναι απότοκο μόνον της κοινωνικής δυσαρέσκειας λόγω των μέτρων που λαμβάνονται, ούτε επειδή το ΠΑΣΟΚ με την πολιτική που εφαρμόζει συγκρούεται με την ιστορία του, τη φυσιογνωμία του και τον «σκληρό πυρήνα» των οπαδών του.

Επέρχεται επειδή κερδίζει έδαφος η εντύπωση ότι η υπογραφή του μνημονίου και οι εκ των υστέρων επικαιροποιήσεις του γίνονται χωρίς ουσιαστική διαπραγμάτευση με την τρόικα και τους εδώ τοποτηρητές της.

Επειδή εδραιώνεται η πεποίθηση ότι απουσιάζει μια συνεκτική, ικανή και αποτελεσματική ομάδα πολιτικής διεύθυνσης. Επειδή εμπεδώνεται η αντίληψη ότι το Υπουργικό Συμβούλιο έχει μετατραπεί σε ένα είδος Γερουσίας. Επειδή είναι ολοφάνερη η ανυπαρξία πολιτικού και διοικητικού μάνατζμεντ που θα σχεδιάσει, θα ελέγξει και θα εφαρμόσει με επάρκεια και αποτελεσματικότητα τις αποφάσεις που λαμβάνονται. Επειδή κυριάρχησε η αντίληψη ότι τα συνδικάτα και το κόμμα είναι ξεπερασμένοι και αποστεωμένοι μηχανισμοί κατοχής και νομής εξουσίας.

Έτσι φτάσαμε στο φαινόμενο η κυβέρνηση να στερείται δύο σημαντικών υποστηριγμάτων που είναι απαραίτητα -ανεξαρτήτως της προβληματικότητας που αυτά παρουσιάζουν- σε κάθε διακυβέρνηση που θέλει να περάσει την πολιτική της με τους λιγότερο δυνατούς κραδασμούς, πόσο μάλλον σε συνθήκες γενικευμένης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.

Αυτή τη στιγμή, το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται να μην έχει «διαμεσολαβητές» με την κοινωνία. Δεν διαθέτει «τελάληδες» αναπαραγωγής της πολιτικής του. Ή, ακόμη χειρότερα, οι κομματικές, συνδικαλιστικές και κοινωνικές του δυνάμεις έχουν μετατραπεί από «τελάληδες» σε αγωγούς αμφισβήτησης και χαλκεία συκοφάντησης της κυβέρνησής του.

Ο Γ. Παπανδρέου, ακόμη κι αν καταφέρει να βελτιώσει επί το κοινωνικότερο τις πολιτικές της κυβέρνησής του, θα αποτύχει εάν δεν μπορέσει να διευθετήσει τα του χώρου του. Και βέβαια αυτό είναι ευθύνη όχι μόνον του πρωθυπουργού, αλλά και των άλλων στελεχών του κυβερνώντος κόμματος.

Αυτή τη στιγμή, το ΠΑΣΟΚ μοιάζει με σύνταγμα ατάκτων. Δεν υπάρχουν δύο ή τρεις άλλες συγκροτημένες υποκειμενικότητες (παλαιότερα υπήρχαν οι «γεννηματικοί», οι «σημιτικοί», οι «τσοχατζοπουλικοί», οι «χαραλαμπιδικοί» κ.ά.) με πολιτικές και ιδεολογικές ορίζουσες, αλλά και χαλαρά οργανωτικά χαρακτηριστικά που θα ενοποιούν μέσα και από συνεννοήσεις και σημεία ισορροπίας τον χώρο και θα διατηρούν την πολυσυλλεκτικότητά του.

Υπάρχει ο Γ. Παπανδρέου και κάτω από αυτόν ένα, όπως προείπαμε, σύνταγμα ατάκτων. Το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου, όντας στην κυβέρνηση, περισσότερον προσομοιάζει με μια σύγχρονη εκδοχή της Ένωσης Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου και ολιγότερον με το κόμμα που ίδρυσε ο πατέρας του Ανδρέας.

Γι' αυτό και είναι πιο εύκολο να σημειωθούν, ένεκα και των ταραγμένων καιρών που ζούμε, «αποστασίες» ή να διεμβολιστεί από εξωθεσμικά κέντρα. Ευθύνη και χρέος του Γ. Παπανδρέου είναι να λάβει όλες εκείνες τις αποφάσεις που θα διασφαλίσουν την ενότητα της δημοκρατικής παράταξης, θα αποτρέψουν τυχόν «αποστασίες», θα αποκρούσουν κάθε προσπάθεια διεμβολισμού του πολιτικού συστήματος από αλλότρια και εξωθεσμικά κέντρα.

Για να βγει η χώρα από την κρίση, για να υπάρξουν παραγωγική αναδιάρθρωση και κοινωνική ανασυγκρότηση, χρειάζονται εθνικό όραμα, πολιτικό σχέδιο και συναινέσεις.

Για να επιτευχθούν αυτά, χρειάζονται ισχυρή κυβέρνηση και ενωμένη παράταξη. Όταν αυτά απουσιάζουν, οι Μήδοι θα διαβιούν.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]