Παρασκευή, Απριλίου 30, 2010

 

Η αλλαγή της σελίδας (30-04-2010)

O χρόνος επέστη. Η συμφωνία για δανεισμό της χώρας από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό (περιλαμβανομένου του ΔΝΤ) επετεύχθη.

Απομένουν μόνο τα τυπικά των εγκρίσεων για να εκταμιευθεί πριν την 19η Μαΐου το ποσόν που χρειάζεται η χώρα για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις προς τους διεθνείς οφειλέτες της, αλλά και για να πληρώνει εφεξής μισθούς και συντάξεις.

Η συμφωνία είναι τριετής. Το ποσό που θα λάβουμε είναι υπέρογκο. Θα ξεπερνά τα 100 δισ., ίσως και να αγγίξει τα 120. Βεβαίως δεν θα μας δοθούν εφάπαξ, αλλά θα καταβάλλονται τμηματικά και υπό την προϋπόθεση ότι θα είμαστε συνεπείς στις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουμε.

Για φέτος, μέχρι δηλαδή το τέλος του 2010, θα χρειαστούμε περίπου 30 δισ., ίσως και 35 εάν τα δημόσια έσοδα, λόγω και της μεγαλύτερης απ' ό,τι υπολογίζεται ύφεσης, δεν είναι τα αναμενόμενα.

Του χρόνου θα χρειαστούμε περίπου 65 δισ. Οπότε θα μας μείνουν περίπου 20 δισ. για να βγάλουμε το πρώτο τρίμηνο του 2012. Τα άλλα 50 δισ. που θα χρειαστούμε για το υπόλοιπο του 2012 θα πρέπει να τα βρούμε από τις αγορές.

Έχουμε, λοιπόν, περίπου δύο χρόνια για να ηρεμήσουν οι αγορές, να υποχωρήσουν τα spreads σε φυσιολογικά επίπεδα και να ξαναγίνουμε μια «καθωσπρέπει» δημοσιονομικά χώρα.

Αναμφίβολα η ασπίδα προστασίας που μας παρέχεται είναι καλή. Όμως δεν είναι σίγουρο ότι θα αποδειχθεί και αποτελεσματική, εάν παρεκτραπούμε από τη συμφωνημένη πορεία. Εάν τα μέτρα δεν αποδώσουν, τότε ουαί και αλίμονο.

Εδώ να διευκρινίσουμε ότι το ποσό που συμφωνήθηκε να μας δοθεί είναι αποτρεπτικό για τους κερδοσκόπους, δεν σημαίνει ότι πρέπει απαραιτήτως και να το λάβουμε.

Εάν οι αγορές εκτιμήσουν ότι η Ελλάς συνεμορφώθη όντως προς τας υποδείξεις, ότι ανέκτησε την αξιοπιστία και τη φερεγγυότητά της, μπορεί να της προσφέρουν επιτόκια ελκυστικότερα αυτών του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης.

Αυτός πρέπει να είναι και ο στόχος της κυβέρνησης. Έχοντας διασφαλίσει ότι για τα επόμενα δύο χρόνια μπορεί να είναι εντάξει στις υποχρεώσεις της χωρίς τη βοήθεια των αγορών, πρέπει να έχει αλλάξει ριζικά το τοπίο, να έχει αποκαταστήσει την τιμή και το όνομα της χώρας ώστε να προσφύγει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, ίσως και σε έναν χρόνο από τώρα, ξανά στις αγορές.

Δεν πρέπει να περιμένει δυο χρόνια για να ξαναβγεί για δανεισμό, οφείλει να το κάνει ενωρίτερον. Αυτό θα είναι και το μέτρο της επιτυχίας της.

Εάν του χρόνου τέτοια εποχή οι αγορές επιθυμούν να μας δανείσουν με φυσιολογικά επιτόκια, τότε θα βρισκόμαστε στον σωστό δρόμο.

Εάν του χρόνου τέτοια εποχή οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης μας έχουν κατατάξει στις πιστοληπτικά φερέγγυες χώρες, τότε τα σκληρά και επώδυνα μέτρα που ελήφθησαν και θα ληφθούν θα έχουν πιάσει τόπο.

Η θυσία των Ελλήνων δεν θα έχει πάει χαμένη και το φως στην άκρη του τούνελ θ’ αρχίσει να αχνοφέγγει. Όχι ότι θα ’χει τελειώσει η προσπάθεια. Κάθε άλλο. Του χρόνου τέτοια εποχή, ίσως να μην βρισκόμαστε στα μισά του δρόμου. Οι σηματωροί, όμως, θα δείχνουν ότι βαδίζουμε στη σωστή κατεύθυνση.

Είναι, όμως, η σωστή κατεύθυνση αυτή που επέλεξε η κυβέρνηση; Σίγουρα είναι αναγκαστική. Αν δεν πάρει τα λεφτά από την Ευρώπη και το ΔΝΤ, αφού οι αγορές δεν μας δανείζουν, δεν θα έχει να πληρώσει μισθούς και συντάξεις.

Τόσο απλό είναι. Ή παίρνουμε τα μέτρα που συμφωνήσαμε (τα οποία θα ανακοινωθούν, αν όχι την Κυριακή, το αργότερο τη Δευτέρα) και έχουμε λεφτά να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις, ή μισθοί και συντάξεις πάπαλα.

Όσοι, λοιπόν, κάνουν τους «νταήδες» το κάνουν εκ του ασφαλούς. Όταν όμως κάποιος έχει την ευθύνη της διακυβέρνησης οφείλει να λαμβάνει αποφάσεις, και πρωτίστως να διασφαλίσει τους μισθούς και τις συντάξεις.

Το πολιτικό κόστος σε τέτοιες οριακές στιγμές δεν υφίσταται, δεν πρέπει να υφίσταται, γι’ αυτόν που βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας. Οι πολίτες αύριο, όταν θα γίνουν οι εκλογές, θα αποδοκιμάσουν ή θα επιδοκιμάσουν τη στάση, τις αποφάσεις, τις πολιτικές της κυβέρνησης.

Σήμερα όμως η κυβέρνηση έχει υποχρέωση να εξασφαλίσει έστω και «κουτσουρεμένα» μισθούς και συντάξεις, και ταυτόχρονα να διατηρήσει την ευρωπαϊκή ταυτότητα της χώρας, μη κηρύσσοντας στάση πληρωμών, βγαίνοντας από το ευρώ και φεύγοντας από την Ευρώπη.

Και είναι προς τιμήν του Γ. Παπανδρέου και της κυβέρνησής του που επέλεξαν τον δύσκολο αλλά υπεύθυνο δρόμο. Θα μπορούσαν να έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά. Να κατήγγελλαν την προηγούμενη κυβέρνηση. Να προσέφευγαν σε εκλογές. Να ζητούσαν τον σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης.

Και άλλα πολύ ωραία και εύηχα, που όμως αφενός θα σήμαιναν παραίτηση από τις ευθύνες και αφετέρου ουδόλως είναι σίγουρον ότι θα απέδιδαν – ενδεχομένως να βύθιζαν ακόμη περισσότερο τη χώρα στην κρίση και την ανυποληψία, με δραματικές συνέπειες για πάρα πολλά χρόνια.

Βεβαίως αυτό δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση δεν θα πρέπει να επιδιώξει τη συναίνεση, αφού χωρίς συμμάχους το πρόγραμμα πρωτοφανούς λιτότητας είναι δύσκολο να υλοποιηθεί χωρίς ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συμφωνίες.

Εάν οι, αναμενόμενες, αντιδράσεις πάρουν εκτεταμένη και βίαιη μορφή, τότε θα υπονομευθεί εν τη γενέσει της η προσπάθεια που αναλαμβάνεται και εντέλει θα καταστεί ατελέσφορη. Μια τέτοια εξέλιξη θα ισοδυναμούσε με ταφόπλακα για το μέλλον των πολιτών και της χώρας.

Δυστυχώς, όλοι θα πρέπει να αποδεχθούμε τη νέα πραγματικότητα. Ότι τουλάχιστον για μια τριετία θα περάσουμε από καυδιανά δίκρανα. Ότι θα πρέπει να προσαρμόσουμε το βιοτικό μας επίπεδο προς τα κάτω.

Να επιστρέψουμε σε αξίες, πρότυπα, συμπεριφορές και τρόπο ζωής προηγούμενων δεκαετιών. Ότι ο καιρός της ευδαιμονίας, του υπερκαταναλωτισμού, της αφασίας και της αμεριμνησίας παρήλθε ανεπιστρεπτί. Ότι δεν θα παίρνουμε ένα καρπούζι, αλλά μια φέτα. Δεν θα αγοράζουμε με το κιλό, αλλά με τα γραμμάρια.

Δεν θα έχουμε δύο κινητά, δύο τηλεοράσεις, δύο αυτοκίνητα, δύο σπίτια, πέντε τραπεζικές κάρτες, δύο μήνες διακοπές, ταβέρνες, μπουζούκια, μπαρ και καφετέριες καθ’ εκάστην ή έστω δις εβδομαδιαίως. Θα κοπούν τα πολλά φροντιστήρια, η γυναίκα στο σπίτι, το ιδιωτικό σχολείο, οι εκδρομές και τα ταξίδια.

Όλα θα πρέπει εφεξής να γίνονται με μέτρο, σύνεση και ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες, και όχι της εικονικής πραγματικότητας και των φαντασιώσεων.

Μπαίνουμε στον αστερισμό του ρεαλισμού. Τέλος η εποχή των ονείρων και των ονειρώξεων. Εάν θέλουμε να επιβιώσουμε και να ξανασηκωθούμε στα πόδια μας, πρέπει ν’ αλλάξουμε μυαλά, συμπεριφορές, συνήθειες. Εάν δεν συμμορφωθούμε, το αύριο θα είναι χειρότερο κι απ’ αυτό που δεν θέλουμε να φανταζόμαστε.

Εάν τα επώδυνα οικονομικά μέτρα που λαμβάνονται δεν προκαλέσουν και κοινωνικό σοκ ώστε ν’ αλλάξουμε τρόπο ζωής και να μάθουμε να ζούμε με τις δυνάμεις μας, κι όχι πάνω απ’ αυτές, τότε καλύτερα να το κλείσουμε το «μαγαζί» και να μεταναστεύσουμε μαζικά, ο καθένας ανάλογα με τις δυνατότητες και τις ορέξεις του.

Κρίσιμος παράγοντας όμως για να γίνει -έστω με δυσθυμία και διαμαρτυρίες, αλλά όχι με βίαιη κοινωνική εναντίωση ή και εξέγερση- αποδεκτή αυτή η στροφή της κοινωνίας είναι η κοινωνική δικαιοσύνη τουλάχιστον στο επίπεδο της ηθικής.

Αν δεν ανοίξουν οι φυλακές για τα λαμόγια και τους διεφθαρμένους, δύσκολα θα επιτευχθεί η αναγκαία συναίνεση.

Αν συνεχιστεί το καθεστώς ατιμωρησίας ιδίως για τους μεγαλόσχημους, τους πολιτικούς και τους κάθε λογής αξιωματούχους, τότε η κυβερνητική προσπάθεια θα μείνει μεσοπέλαγα. Οι κρατούντες και οι έχοντες είναι αυτοί που πρέπει να δώσουν το παράδειγμα της αλλαγής που συντελείται.

Διαφορετικά, θα πέσουν πολλές πέτρες. Αν κάποιοι θεωρούν ότι μπορούν όλα αυτά να γίνουν για τους άλλους και όχι για τους ίδιους, κούνια που τους κούναγε. Η οργή και η αντίδραση θα λάβουν ακραίες και ανέλεγκτες μορφές.

Αν η κοινωνική δικαιοσύνη -τουλάχιστον στο επίπεδο της ηθικής- είναι ο πρώτος παράγων για να γίνουν αποδεκτά τα μέτρα, η κοινωνική δικαιοσύνη στο επίπεδο της οικονομίας είναι ο δεύτερος. Θα πρέπει παντί τρόπω οι αδύναμοι και οι κατατρεγμένοι να έχουν ένα μίνιμουμ προστασίας.

Εάν η κοινωνικοοικονομική εξαθλίωση δεν έχει αντίβαρα έστω στο επίπεδο παροχής υπηρεσιών στους τομείς της υγείας, της πρόνοιας, της περίθαλψης, της παιδείας και της ασφάλειας, τότε ας ετοιμαζόμαστε για «καυτό φθινόπωρο» και «ριγέ μπλουζάκια».

Και βέβαια ιδιαίτερο βάρος πρέπει να ριχθεί στη συγκράτηση της ανεργίας. Η περικοπή μισθού, το σφίξιμο του ζωναριού μπορούν υπό προϋποθέσεις να γίνουν αποδεκτά.

Η ανεργία, όμως, δεν παλεύεται με τίποτε. Είναι διαφορετικό πράγμα να έχεις να φας έστω ρύζι αντί για μπριζόλα και διαφορετικό να μην έχεις να φας τίποτε. Μπορείς να ζήσεις σε μικρότερο σπίτι, αλλά δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς σπίτι.

Ο τρίτος παράγοντας είναι αυτός της αντιρρόπησης της δημοσιονομικής λιτότητας με αναπτυξιακή πάχυνση. Σωστά, αναγκαία και επιβεβλημένα τα μέτρα, εάν όμως δεν υπάρξουν άμεσα διαρθρωτικές αλλαγές που να διευκολύνουν τις επενδύσεις, να αναδεικνύουν νέες πηγές πλούτου και να διατηρηθεί η κατανάλωση, τότε η ύφεση θα τινάξει στον αέρα το Πρόγραμμα Σταθερότητας, τα πρόσθετα μέτρα και τη συμφωνία με Ευρώπη και ΔΝΤ, ενώ θα βυθίσει τη χώρα σε μεγαλύτερη κρίση.

Μόνον η ύπαρξη αναπτυξιακών αντιμέτρων μπορεί να εξασφαλίσει ισορροπία στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα.

Εκτός από το ΕΣΠΑ, προτάσεις αναπτυξιακού περιεχομένου υπάρχουν πάμπολλες, έχουν κατατεθεί αρμοδίως, ενώ αρκετές έχουν διατυπωθεί και δημόσια.

Ας ελπίσουμε, τώρα που φεύγει τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες ο βρόχος του δανεισμού, ο πρωθυπουργός να ρίξει το βάρος των προσπαθειών του άμα και του ελέγχου στα υπουργεία Οικονομίας, Δημοσίων Έργων και Ενέργειας, που κατά κύριο λόγο επωμίζονται τις αναπτυξιακές πολιτικές.

Ο τέταρτος παράγων αφορά τη λειτουργία και τη σύνθεση της κυβερνήσεως. Για να υλοποιηθεί το συμβόλαιο με Ευρώπη και ΔΝΤ, χρειάζεται εφεξής άλλος τρόπος λειτουργίας και δράσης, αλλαγές σε κρίσιμους τομείς ή τομείς που υστέρησαν και άλλα πρόσωπα.

Οι αποδεδειγμένα «ψιλοί» πρέπει να δώσουν τη θέση τους σε πιο στιβαρούς και πιθανότατα πιο έμπειρους πολιτικούς. Ο καιρός των αναγκαίων πειραματισμών τελείωσε.

Σήμερα, το τοπίο είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό του Οκτωβρίου 2009. Οι νέες συνθήκες ορίζουν νέα καθήκοντα και επιβάλλουν νέα πρόσωπα. Σήμερα, αυτό που κυριαρχεί δεν είναι το αίτημα της ανανέωσης, αλλά της αποτελεσματικότητας.

Διαφορετικά, η αντίληψη της ανανέωσης μετατρέπεται σε αρτηριοσκλήρωση. Εκτός από ουσία ακόμη και για λόγους εντυπώσεων, ότι δηλαδή γίνεται ένα νέο ξεκίνημα, η ανασύνθεση του κυβερνητικού σχήματος με νέα δομή, τρόπο λειτουργίας και πρόσωπα είναι επιβεβλημένη.

Ο ανασχηματισμός μπορεί να είναι αποκλειστικό προνόμιο του πρωθυπουργού, ορισμένες όμως φορές μετατρέπεται σε φορσέ κίνηση, από την οποίαν αυτός δεν μπορεί να ξεφύγει εάν θέλει να συνεχίσει την παρτίδα.

Η Δευτέρα θα ’ναι μια άλλη μέρα για την Ελλάδα. Θα πρέπει να κοιτάξει το πρόσωπό της στον καθρέφτη και να αποφασίσει αν μπορεί να συνεχίσει να ζει με την επέμβαση που της έγινε ή θα τον σπάσει.

Και τα δύο είναι δικαίωμα των πολιτών. Σπάζοντας όμως τον καθρέφτη, ούτε πιο όμορφοι θα γίνουν ούτε η ασχήμια τους θα εξαφανιστεί.

Αν όμως αποφασίσουν να ζήσουν με το νέο πρόσωπο, θα πρέπει να ξέρουν ότι θα πρέπει να το συνηθίσουν για πολύ καιρό, μέχρι να επουλωθούν οι πληγές της εγχείρησης και να ξαναγίνει όπως πρώτα.

Δευτέρα, Απριλίου 26, 2010

 

Περί εθνικής αυτογνωσίας (24-04-2010)

O κύβος ερρίφθη. Η προσφυγή στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης είναι από χθες γεγονός. Η απόφαση που ελήφθη είναι σίγουρα σημαντική, δραματική, άμα και ιστορική.

Σημαντική για την οικονομία, καθώς αναμένεται να βάλει φρένο στους διεθνείς τοκογλύφους που φαίνεται ότι ήθελαν να γονατίσουν τη χώρα και να καρπωθούν απίθανα κέρδη από την αναμενόμενη (ή μήπως και σχεδιαζόμενη;) χρεοκοπία της.

Δραματική για μια κυβέρνηση και ένα (σοσιαλιστικό) κόμμα που από της ιδρύσεώς του πολιτεύεται με βασικά συνθήματα την ανεξαρτησία και την εθνική κυριαρχία της Ελλάδος.

Ιστορική για την ίδια τη χώρα, καθώς τη θέτει υπό διεθνή κηδεμονία, προκειμένου να ενηλικιωθεί και να αποκτήσει την απαραίτητη εθνική αυτογνωσία, την οποία, όπως απεδείχθη για 30 συναπτά έτη δεν μπόρεσε ή δεν ήθελε να κατακτήσει, πορευόμενη ως το άσωτο παιδί της ευρωπαϊκής οικογένειας.

Ιστορική, όμως, και για την Ε.Ε., και ιδιαίτερα την Ευρωζώνη, καθώς, για πρώτη φορά, ένεκα της δημοσιονομικής ανισορροπίας ενός κράτους-μέλους της, θα επιχειρήσει να οικοδομήσει έναν μηχανισμό αλληλεγγύης που ούτε είχε προβλεφθεί ούτε ήταν στις προτεραιότητές της και ο οποίος είναι απαραίτητος προκειμένου να διατηρηθεί η συνοχή της και να προστατευθεί το ευρώ.

Η χθεσινή απόφαση, εκτός των προαναφερθέντων, είναι και μία σώφρων επιλογή, καθώς εδώ που έχουμε φθάσει δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική πηγή άμεσου δανεισμού.

Σίγουρα υπήρξαν λάθη, ολιγωρίες και λαθεμένες εκτιμήσεις και ενέργειες του οικονομικού -και όχι μόνον- επιτελείου που, σε δεύτερο χρόνο, και όχι τώρα που μαίνεται η καταιγίδα, πρέπει να καταλογιστούν για λόγους τουλάχιστον λυτρωτικούς της κυβέρνησης, αλλά και του ΠΑΣΟΚ.

Εκ παραλλήλου, και παρά τα όσα λέγονται και γράφονται από διαφόρους -είτε της Δεξιάς είτε της Αριστεράς- έγκαυλους δοκησίσοφους, και πάντως ανεύθυνους ως προς το κυβερνάν, η χθεσινή απόφαση έχει έντονα στοιχεία πατριωτισμού, καθώς τοποθετεί το γενικότερο εθνικό συμφέρον (να μη χρεοκοπήσει δηλαδή η χώρα) υπεράνω τρεχουσών κομματικών σκοπιμοτήτων ή πολιτικοκυβερνητικών στοχεύσεων, ιδίως εν όψει της αναμέτρησης για τις περιφερειακές εκλογές του Νοεμβρίου.

Ορισμένοι μπορεί αυτές τις απόψεις να τις θεωρήσουν κυνικές. Ναι, είναι, για όσους θεωρούν τον ρεαλισμό κυνισμό.

Αν υπάρχει άλλη πρόταση συμβατή με την ευρωπαϊκή ταυτότητα της χώρας, ας διατυπωθεί. Όχι τι έπρεπε να γίνει και δεν έγινε, αλλά που να δίνει διέξοδο στο σήμερα. Που να φέρνει μέχρι τις 19 Μαΐου 11 δισ. και να διασφαλίζει τουλάχιστον άλλα 20 μέχρι το τέλος του έτους.

Πρόταση που να κατανικά τις αγορές και να δανείζει τη χώρα με λογικό επιτόκιο. Η κριτική στα όσα μεσολάβησαν είναι θεμιτή και απαραίτητη, αλλά δεν συνιστά πρόταση δανεισμού, αυτό δηλαδή που έχει ανάγκη τώρα η χώρα.

Ο απολογισμός των όσων κακών έγιναν συνιστά πολιτική κριτική, δεν είναι οικονομική πρόταση. Η πολιτική κριτική αφορά το παρελθόν και το μέλλον – επιλογών και προσώπων. Δεν ενδιαφέρει όμως το παρόν. Δεν δίνει απάντηση και διέξοδο στην οικονομική μέγκενη της συγκυρίας.

Μπορεί ο πρωθυπουργός να την ενστερνιστεί και να αποφασίσει κατάλληλα για τις αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν. Πριν κάνει όμως αυτό, πρέπει να εξασφαλίσει τα χρήματα που χρειάζεται το κράτος για να μην πτωχεύσει.

Αν οι ασκούντες πολιτική κριτική έχουν εξασφαλίσει και άμεσες εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, ας τις δηλώσουν. Όχι βέβαια τα όσα ανεύθυνα λέγονται στο παρασκήνιο από διάφορους καλοθελητές, μεσάζοντες, ή και καλών προθέσεων διαμεσολαβητές.

Η μοναδική αντιπρόταση που όντως υπάρχει είναι αυτή της κήρυξης χρεοστασίου, της στάσης πληρωμών, της εξόδου από το ευρώ, της επιστροφής στη δραχμή, της υποτίμησης και της στροφής της χώρας προς την Κίνα, τη Ρωσία, την Ινδία και τη Λατινική Αμερική.

Είναι μια πρόταση η οποία όμως τοποθετεί τη χώρα εκτός ευρωπαϊκής οικογένειας, την οδηγεί στο περιθώριο, την υποβιβάζει κατηγορία και σπέρνει τη φτώχεια και την εξαθλίωση.

Οι πρώτοι που θα επλήττοντο από μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν τα λαϊκά στρώματα. Αυτό όμως θέλουμε; Μπορεί ορισμένοι ιδεοληπτικοί της επανάστασης να το επιθυμούν. Να υπάρξει δηλαδή εξαθλίωση, ώστε να δημιουργηθούν οι αντικειμενικές συνθήκες για μια εξέγερση του προλεταριάτου. Δικαίωμά τους.

Δεν είναι όμως αυτή η κυρίαρχη γνώμη της πλειοψηφίας. Μπορούν όσοι εμφορούνται από αυτές τις ιδέες να τις διατηρήσουν, να τις «ζυμώσουν στις μάζες» και να αναμένουν τα αποτελέσματά τους στην κάλπη.

Αυτό σημαίνει και απαιτεί η δημοκρατία. Δεν μπορούν όμως να τις επιβάλλουν ετσιθελικά στην πλειοψηφία. Δεν δικαιούνται ούτε νομιμοποιούνται να το πράξουν. Αυτοί είναι οι κανόνες του δημοκρατικού παιχνιδιού.

Νόμοι ναι, μπορεί να καταργηθούν, κυβερνητικές πολιτικές να ακυρωθούν, όμως επιλογές που σχετίζονται με την ίδια την υπόσταση του έθνους και της χώρας και λαμβάνονται σε οριακές στιγμές, όπως η σημερινή, οφείλουν να γίνονται σεβαστές εφόσον συγκεντρώνουν την αποδοχή της πλειοψηφίας του λαού.

Και η προσφυγή στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης είναι μια τέτοια επιλογή, η οποία, ανεξαρτήτως διαφωνιών και διαφοροποιήσεων, στηρίζεται από τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας, που συγκεντρώνουν τα 4/5 του εκλογικού σώματος.

Θα ήταν διαφορετικής τάξης πρόβλημα εάν η προσφυγή συναντούσε την κάθετη διαφωνία και του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Όμως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Κριτική μπορεί να γίνεται, και ορθώς γίνεται, όμως ριζική διαφωνία δεν υπάρχει.

Εάν όντως υπήρχε, όφειλε ο Αντ. Σαμαράς, επειδή το θέμα είναι στρατηγικής σημασίας για την εξέλιξη του δημόσιου βίου, να κατεβάσει από χθες κιόλας τους οπαδούς του στον δρόμο και να κάνει οτιδήποτε για να μην υπάρξει τελικά ευόδωση της προσφυγής.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Σαφέστατα και όχι. Εξάλλου, η επιλογή της προσφυγής είναι αποτέλεσμα και της ολέθριας πολιτικής των κυβερνήσεων της Ν.Δ. Μάλιστα, τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα εάν δεν είχε συγκροτηθεί, έπειτα από πείσμονα προσπάθεια του Γ. Παπανδρέου, ο ευρωπαϊκός μηχανισμός και ο δανεισμός της χώρας είχε αφεθεί αποκλειστικά στα χέρια και στις ορέξεις των αγορών.

Βεβαίως, υπάρχουν οι ενστάσεις για το ΔΝΤ. Καλές και άγιες. Προς τι όμως τόσος φόβος και οδυρμός; Γιατί έχουμε δαιμονοποιήσει το ΔΝΤ; Λόγω της συνήθους πρακτικής του.

Είναι όμως ίδια η περίπτωση της Ελλάδος με αυτές της Αργεντινής, της Τουρκίας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας; Όχι βέβαια.

Πρώτον, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπήρχε μια απευθείας σύμβαση του ΔΝΤ με τις χώρες που προσέφευγαν σ’ αυτό για δανεισμό.

Τώρα η Ελλάδα δεν προσφεύγει απευθείας στο ΔΝΤ, αλλά σε έναν ευρωπαϊκό μηχανισμό ο οποίος συγκροτείται για πρώτη φορά και στον οποίο για πρώτη φορά συμμετέχει και το ΔΝΤ. Είναι λοιπόν μια πρωτόγνωρη διαδικασία και όχι μια κλασική μέθοδος.

Δεύτερον, η Ελλάδα είναι χώρα της Ευρωζώνης και λογικό είναι να έχει την υποστήριξη των εταίρων της, ώστε το πείραμα να ευδοκιμήσει.

Ο μηχανισμός δεν δημιουργήθηκε για να εξοντώσει τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, αλλά για να τα προστατεύσει. Εξαρτάται, λοιπόν, από ποια σκοπιά προσεγγίζει κανείς τα πράγματα.

Ορισμένοι θέλουν να βλέπουν μόνον τη σκοτεινή πλευρά των υποθέσεων, ίσως επειδή έτσι έχουν μάθει σε ολόκληρη τη ζωή τους. Υπάρχει όμως και η θετική και παραγωγική προσέγγιση.

Η πρώτη είναι απότοκο συνδρόμων μειονεξίας, ενώ η δεύτερη οφείλει να εμφορείται από αισθήματα και διάθεση ισότιμης συμμετοχής σε ένα πρότζεκτ από το οποίο όλοι θα ήθελαν να βγουν ωφελημένοι.

Τρίτον, το ΔΝΤ ακόμη και σε επίπεδο χρηματικής εισφοράς είναι μειοψηφία στον μηχανισμό στήριξης. Θα καταβάλει μόνο το 30% των χρημάτων, άρα και κατ’ αντιστοιχία θα έχει τον ρόλο που του επιτρέπει το ποσοστό της συμμετοχής του.

Τέταρτον, το ΔΝΤ είναι κατεξοχήν μηχανισμός εξασφάλισης των πιστωτών και όχι τιμωρός των οφειλετών. Εάν ο μηχανισμός στήριξης εξασφαλίζει τους πιστωτές, δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος να τιμωρηθούν οι οφειλέτες.

Εξάλλου, και για το ίδιο το ΔΝΤ, η συμμετοχή στον ευρωπαϊκό μηχανισμό είναι μια απόπειρα εξωραϊσμού του προφίλ του και είναι σίγουρο ότι υπό την καθοδήγηση του Στρος-Καν θα ήθελε να φιλοτεχνήσει ένα πιο ελκυστικό πρόσωπο.

Πέμπτον, και ίσως το πιο σημαντικό, η προσφυγή γίνεται αφού προηγουμένως η κυβέρνηση έχει πάρει τα μέτρα. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις προσφυγής χωρών στο ΔΝΤ, τα μέτρα ελαμβάνοντο κατόπιν.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι αξιωματούχοι τόσο της Ε.Ε. όσο και του ΔΝΤ δηλώνουν ότι τα μέτρα που ελήφθησαν -τουλάχιστον για το 2010- είναι αρκετά.

Άρα, αυτό που απομένει είναι να εφαρμόσουμε με συνέπεια και μέχρι κεραίας το Πρόγραμμα Σταθερότητας και τα πρόσθετα μέτρα που ελήφθησαν. Εάν αυτά παραγάγουν αποτελέσματα, το τοπίο θα είναι πιο καθαρό.

Από εμάς λοιπόν εξαρτάται αν θα δώσουμε το δικαίωμα στους συνεταίρους μας να απαιτήσουν και άλλα μέτρα.
Σήμερα μπορεί να λέγονται διάφορα δραματικά και εκφοβιστικά για το μέλλον γενέσθαι.

Το πρόβλημα όμως είναι το δέον γενέσθαι. Πρέπει να συμμορφωθεί η χώρα; Πρέπει να σταματήσει να ζει πάνω από τις δυνάμεις της; Πρέπει να κόψει οριστικά τον ομφάλιο λώρο με το φαύλο παρελθόν;

Πρέπει να επανέλθει η δημοσιονομική ισορροπία; Πρέπει να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα; Πρέπει να υπάρξει παραγωγική ανασυγκρότηση; Πρέπει να επέλθει διοικητικός εκσυγχρονισμός; Πρέπει να χτυπηθεί η διαφθορά;

Πρέπει να γίνουν όλα αυτά τα οποία πλέον αποτελούν κοινό τόπο και έχουν τεθεί μετ’ επιτάσεως στον δημόσιο διάλογο ως αναγκαίες επιλογές και πολιτικές;

Αφού λοιπόν σχεδόν όλοι συνομολογούμε ότι όλα αυτά πρέπει να γίνουν, γιατί χρειάζεται να δαιμονοποιούμε τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης;

Γιατί φοβόμαστε τον «δαίμονα» που λέγεται ΔΝΤ και δεν μας τρομάζουν οι αμέτρητοι δαίμονες της καθυστέρησης, της αμεριμνησίας, της διαφθοράς, της διαπλοκής, της λαμογιάς, που μας έφεραν εδώ που μας έφεραν;

Οι δαίμονες ευρίσκονται εντός των τειχών και δεν είναι οι εκείθεν του Ατλαντικού σερίφηδες που θέλουν να μας κατακτήσουν.

Δυστυχώς, μόνοι μας φέραμε τα πράγματα σε σημείο που τώρα να χρειαζόμαστε και κάποιους «μπαμπούλες» να μας πειθαναγκάσουν για να κάνουμε το ορθό. Εάν λοιπόν κάνουμε αυτά που πρέπει, όλα θα πάνε καλά.

Σίγουρα θα είναι μια δύσκολη και σκληρή τριετία. Δεν χρειάζεται να εξωραΐζουμε τα πράγματα. Εάν όμως πορευτούμε με το καινούργιο αζιμούθιο, τότε… Τιτανικός δεν θα υπάρξει.

Εάν όμως παρεκκλίνουμε της πορείας, τότε θα προσκρούσουμε σε παγόβουνο και θα θρηνούμε για πολλά χρόνια τα θύματα της σύγκρουσης.

Όμως, όπως έλεγαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, «ανάγκα και θεοί πείθονται». Απλώς εμείς ως νεοέλληνες χρειαζόμαστε φαίνεται και κάποιους να μας το υπενθυμίζουν ή να το κάνουν αυτοί για μας.

Ούτως έχουν τα πράγματα με τον ευρωπαϊκό μηχανισμό και ελάχιστη σχέση έχουν με τα παραμύθια με τον δράκο που τον λένε ΔΝΤ, τα οποία κάποιοι μάς διηγούνται.

Και, για να σας δώσουμε ένα παράδειγμα, σας λέμε τι θα είχε συμβεί από Δευτέρα εάν δεν είχε υπάρξει προσφυγή. Θα ήταν μια κόλαση. Τα επιτόκια δανεισμού θα είχαν φθάσει στο 12%. Την υποβάθμιση της Moody’s θα ακολουθούσε υποβάθμιση από την S&P. Ο κ. Τρισέ θα μετέβαλε γνώμη για τα ελληνικά κολάτερα στην ΕΚΤ.

Η Ελλάς θα είχε κηρυχθεί σε χρεοκοπία. Οι καταθέσεις των Ελλήνων θα είχαν αποσυρθεί από τις τράπεζες. Το ίδιο θα έκαναν και οι ξένοι που έχουν καταθέσεις σε θυγατρικές ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό. Τώρα όλα αυτά απεφεύχθησαν.

Έχουμε περίπου εννιά μήνες περιθώριο για να ηρεμήσουν οι αγορές και τα spreads. Αρκεί να μην εφησυχάσουμε.

Αρκεί να υπάρξουν αναπτυξιακό τσουνάμι, διαρθρωτικές αλλαγές, ιδιωτικοποιήσεις, αλλαγές στο Ασφαλιστικό, όλα όσα εν πάση περιπτώσει έχουν ειπωθεί ότι πρέπει να γίνουν, προκειμένου όντως να επανιδρυθεί το κράτος.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]