Δευτέρα, Αυγούστου 27, 2007

 

Τι κρίνει τις εκλογές (25-8-2007)

Oι δέκα μέρες από την προκήρυξη των εκλογών πέρασαν κιόλας χωρίς να το πολυκαταλάβουμε. Αν δεν ήταν και το πόρισμα Ζορμπά για τα ομόλογα, η κυβέρνηση θα είχε πετύχει απολύτως τον στόχο της: να έλθει η 16η Σεπτεμβρίου και να μην έχει ανοίξει ρουθούνι.

Το ΠΑΣΟΚ, αφού συγκρότησε μάλλον τσάτρα-πάτρα τους εκλογικούς του συνδυασμούς, αναζητεί ακόμη τα συνθήματα, τις κατά τόπους εκλογικές επιτροπές και το μείγμα της εκλογικής του στρατηγικής και καμπάνιας. Εάν δεν υπήρχε και η δραστηριότητα του Γ. Παπανδρέου, θα έλεγε κανείς ότι η Χαρ. Τρικούπη προσπαθεί ακόμη να συνέλθει από το σοκ ότι τελικά οι εκλογές δεν γίνονται στην ώρα τους· τον Μάρτιο του 2008. Μετά την κάλπη και ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ μάλλον πρέπει να πάρει γενναίες αποφάσεις για το κομματικό και προσωπικό του επιτελείο. Εάν καταφέρει είτε να κερδίσει -πράγμα δύσκολο- τον Κ. Καραμανλή, είτε να χάσει με μικρή διαφορά, θα είναι ένας προσωπικός θρίαμβος.

Βεβαίως, υπάρχουν και αυτοί που υποστηρίζουν -βασίμως ίσως- ότι η χαλαρότητα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι συνάρτηση της πολιτικής, των επιλογών και του τρόπου διοίκησης του κόμματος που επέλεξε ο ίδιος ο αρχηγός της. Ο αντίλογος σε αυτή την άποψη -βάσιμος επίσης- είναι ότι σχεδόν αμέσως μετά τις εκλογές του 2004 διάφορα «κέντρα», εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ, άρχισαν να υπονομεύουν τον Γ. Παπανδρέου προκειμένου να ηττηθεί στις ερχόμενες εκλογές ώστε να τεθεί θέμα αντικατάστασής του. Ασχέτως του ποια πλευρά έχει δίκιο -μάλλον και οι δύο-, το σίγουρο είναι ότι αυτή τη στιγμή η εικόνα που εμφανίζει το ΠΑΣΟΚ είναι αυτή της ασωμάτου κεφαλής. Ο στρατηγός «επελαύνει» και οι στρατιώτες ραθύμως είτε τον ακολουθούν είτε θεώνται μακρόθεν τον… μοναχικό καβαλάρη. Παρ’ όλα αυτά, η μάχη δεν έχει κριθεί υπέρ του Κ. Καραμανλή και της Νέας Δημοκρατίας. Στις 20 ημέρες που απομένουν μέχρι να πέσει, το βράδυ της Παρασκευής 14 Σεπτεμβρίου, η αυλαία της προεκλογικής αντιπαράθεσης, πολλά μπορεί να συμβούν και να ανατρέψουν την εικόνα που εμφανίζουν οι δημοσκόποι, τα κυβερνητικά στελέχη, αλλά και ορισμένοι απαισιόδοξοι πράσινοι αξιωματούχοι.

Σίγουρα το προβάδισμα το έχει η Ρηγίλλης, που πλην των άλλων διαθέτει και τα πλεονεκτήματα που της παρέχει το γκουβέρνο. Όμως, υπάρχουν μια σειρά από «περιοχές» που θα κρίνουν το αποτέλεσμα. Κατ’ αρχήν η συγκυρία. Το πόρισμα Ζορμπά επανέφερε στην επιφάνεια το πρόβλημα με τη διαχείριση των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Επειδή η σύνταξη είναι ιερό πράγμα για κάθε εργαζόμενο, αφού σ’ αυτήν συμποσούται ο κόπος μιας ολάκερης ζωής, και μόνον η υπενθύμιση της υποψίας ότι κάποιοι πήγαν να του την «κλέψουν» είναι άγνωστο πώς, εν τέλει, θα λειτουργήσει στο θυμικό και κατ’ επέκτασιν στην ψήφο ιδίως των μεγάλης ηλικίας ψηφοφόρων. Όταν, μάλιστα, αυτή η υποψία «ζυμώνεται» και με τη φυσιολογική ανασφάλεια που υπάρχει σχετικά με τον τρόπο επίλυσης του Ασφαλιστικού, τότε το μείγμα γίνεται εκρηκτικό και δύσκολα μπορεί να ξεπεραστεί από τις παρεχόμενες κυβερνητικές και πρωθυπουργικές διαβεβαιώσεις. Ας θυμηθούμε τι έπαθε η κυβέρνηση Σημίτη με το πόρισμα Σπράου. Το πήρε άρον άρον και νύχτα πίσω, όμως δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει την υποψία ότι θα αυξηθούν τα όρια ηλικίας και θα μειωθούν οι συντάξεις.

Αν, λοιπόν, το ΠΑΣΟΚ στις 20 ημέρες που απομένουν ασκήσει -σε συνδυασμό και με τις άλλες αποκαλύψεις που λέγεται ότι θα κάνει ο Γ. Ζορμπάς για άλλα ασφαλιστικά ταμεία- μια προπαγάνδα του τύπου «μην αφήσεις να σου κλέψουν τη σύνταξη», τότε η κυβέρνηση θα βρεθεί σε δύσκολη θέση, απολογούμενη. Το σύνθημα «μην αφήσεις να σου κλέψουν τη σύνταξη» είναι πολιτικά ύπουλο, αφού σ’ αυτό συνυπάρχουν αφενός η απόπειρα (με τα δομημένα ομόλογα) και αφετέρου η εικαζόμενη «κρυφή ατζέντα» για το Ασφαλιστικό. Στον τομέα αυτόν, λοιπόν, η κυβέρνηση είναι ευάλωτη αφού, ανεξαρτήτως κομματικών ή ιδεολογικών τοποθετήσεων, μάλλον δεν είναι πολλοί αυτοί που θα ψήφιζαν με ευχαρίστηση κάποιον ο οποίος ενδέχεται να τους διαταράξει τα συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά κεκτημένα. Θα χρειαστεί, λοιπόν, μεγάλη προσπάθεια ο Κ. Καραμανλής να πείσει περί των καλών του προθέσεων, ιδιαίτερα μάλιστα αν το ΠΑΣΟΚ και ο Γ. Παπανδρέου συνδέσουν το πόρισμα Ζορμπά με την επίλυση του ασφαλιστικού προβλήματος, υποστηρίζοντας μάλιστα σε υψηλούς τόνους και με λαϊκίστικες υπερβολές ότι οι ίδιοι δεν πρόκειται να θίξουν τα κεκτημένα.

Στο σημείο αυτό μπαίνουμε στη δεύτερη δύσκολη «περιοχή», όπου επίσης θα παιχτεί και θα κριθεί το αποτέλεσμα. Ο Κ. Καραμανλής το 2007 δεν προσέρχεται στις κάλπες όπως το 2004. Έχει κυβερνήσει τη χώρα τριάμισι χρόνια. Πολλές από τις υποσχέσεις που είχε δώσει δεν τις τήρησε. Οι ψηφοφόροι τώρα είναι υποψιασμένοι. Δεν θα υποδεχθούν τα λεγόμενά του με την ίδια εμπιστοσύνη που το έκαναν το 2004. Υπάρχει κρίση εμπιστοσύνης και το γνωρίζει. Όχι γενικευμένη, επειδή και το επιχείρημα περί «καμένης γης» λαμβάνεται υπ’ όψιν, αλλά και επειδή εξακολουθεί να υπάρχει κρίση εμπιστοσύνης όσον αφορά το «καθαρτήριο» του ΠΑΣΟΚ. Προσώρας η κρίση εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης δεν φαίνεται, τουλάχιστον στις δημοσκοπήσεις, να είναι σε μεγαλύτερη έκταση και βάθος από ό,τι στο ΠΑΣΟΚ. Υπόγειες διαδρομές υπάρχουν, όπως υπόκωφη είναι και η δυσαρέσκεια. Όμως, στο κοινωνικό σώμα δεν φαίνεται να υπάρχουν τέτοιες ρηγματώσεις που να απειλούν την πρωτοκαθεδρία της Ν.Δ. στο εκλογικό σώμα. Εκτός και αν το «βουβό ποτάμι» ξεσπάσει στην κάλπη και μας εκπλήξει όλους. Και πάλι όμως δεν είναι σίγουρο ότι θα διοχετευθεί το «άφρισμά» του στην κοίτη του ΠΑΣΟΚ. Πιθανότερο είναι να πάει στους μικρότερους «χείμαρρους» και να υπάρξει πρόβλημα αυτοδυναμίας. Ο νέος εκλογικός νόμος βοηθάει προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά και αποτρέπει τις «υπερχειλίσεις» με το «φράγμα»-μπόνους των 40 εδρών στο πρώτο κόμμα.

Η δύσκολη «περιοχή» της αμφισβήτησης της εμπιστοσύνης γίνεται δυσκολότερη όταν μπαίνει στα χωράφια της λεγόμενης καθημερινότητας. Η οικονομική δυσπραγία των νοικοκυριών, η κρίση στην αγορά, η ακρίβεια, όσο κι αν επιχειρείται να αμφισβητηθούν από τους αριθμούς της στατιστικής, είναι δεδομένα που έχουν πλήξει τα λαϊκά στρώματα και τη μεσαία τάξη. Η επίκληση του συνθήματος (του Ανδρέα Παπανδρέου το 1985) περί επερχόμενων «καλύτερων ημερών» δύσκολα βρίσκει αποδέκτες, καθώς δεν έχει υπάρξει όπως την περίοδο 1981-85 εκτεταμένη αναδιανομή του εισοδήματος και του πλούτου. Εξάλλου, υπάρχει και η δημοσιονομική πειθαρχία που δεν επιτρέπει τέτοια όνειρα.

Η απουσία ονείρου, συνδυαζόμενη με την απουσία ευρύτερου ιδεολογικοπολιτικού οράματος και αντίστοιχα εθνικού σχεδίου, είναι ίσως η πλέον δύσκολη να αποκρυπτογραφηθεί «περιοχή» των πολιτών-εκλογέων. Δεν είναι τυχαίο ότι, ενώ βρισκόμαστε τόσο κοντά στις κάλπες, οι συσπειρώσεις των δύο κομμάτων εξουσίας παραμένουν χαμηλές, τα λεγόμενα μικρά κόμματα (ΚΚΕ, ΣΥΝ, ΛΑΟΣ) εμφανίζονται να διαβαίνουν άνετα το κατώφλι του 3% και οι αναποφάσιστοι να κυμαίνονται μεταξύ 10% και 15%. Η τελική συμπεριφορά των αναποφάσιστων, όπου -σύμφωνα πάντα με τις δημοσκοπήσεις- το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται να έχει μεγαλύτερη δεξαμενή ψήφων, ενδεχομένως να τροποποιήσει τα δεδομένα και να οδηγηθούμε σε μια αναμέτρηση θρίλερ, όπως αυτή του 2000. Μάλιστα, και επειδή η εμφανιζόμενη απροσδιοριστία και ρευστότητα εν πολλοίς είναι απότοκο της κρίσης του δικομματικού συστήματος και της πολυσυλλεκτικότητας των κομμάτων εξουσίας, ορισμένοι δεν αποκλείουν ότι η 17η Σεπτεμβρίου θα θέσει το εγχώριο πολιτικό σύστημα σε μεγαλύτερη δοκιμασία και ενώπιον του διλήμματος συνασπισμού κομμάτων για διακυβέρνηση ή ακυβερνησία και εκ νέου προσφυγή στις κάλπες. Οι πλέον ψύχραιμοι, πάντως, υποστηρίζουν ότι τελικά με την πόλωση που θα επικρατήσει τις τελευταίες ημέρες -και δεδομένης της ιδιοσυγκρασίας των Ελλήνων- θα αποφευχθούν τέτοια φαινόμενα.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, είναι μια «περιοχή» δύσκολα ανιχνεύσιμη, αφού πλην των άλλων καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος θα έχουν οι περίπου 500.000 νέοι ψηφοφόροι. Αυτοί, εκτός από την ελάχιστη έως ανύπαρκτη σχέση που διατηρούν με τις παραδοσιακές μορφές άσκησης πολιτικής -αν δεν είναι εντελώς αδιάφοροι-, φαίνεται (σύμφωνα πάντα με τις δημοσκοπήσεις) να έλκονται περισσότερο από τη νεωτερικότητα του Γ. Παπανδρέου, ενώ στην ψήφο τους θα βαρύνει αποφασιστικά η ανεπάρκεια του κράτους στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών και ευρύτερα το οικολογικό πρόβλημα, όπως και το φάντασμα της ανεργίας, το κόστος των οποίων, ως είναι φυσικό, καλείται πάντα να πληρώσει η εκάστοτε κυβέρνηση.

Η τελευταία δύσκολη «περιοχή» είναι ο κοινωνικός διπολισμός που, παρά τα αντιθέτως λεγόμενα, υπάρχει – έστω και εν υπνώσει. Αν το ΠΑΣΟΚ καταφέρει στις επόμενες 20 ημέρες να τον μετασχηματίσει σε πολιτικό διπολισμό, θα έχει κάνει ένα αποφασιστικό βήμα να ανατρέψει τη δυσμενή γι’ αυτό εκλογική προοπτική.

Είναι δύσκολο πάντως να συμβεί, όσο κι αν ο προεκλογικός πολιτικός χρόνος είναι συμπυκνωμένος. Η απουσία ισχυρού κοινωνικού διεκδικητικού κινήματος και η διάρρηξη των δεσμών του ΠΑΣΟΚ με τη σπουδάζουσα νεολαία με αφορμή το άρθρο 16 βοηθάει την κυβέρνηση και την Αριστερά. Η δεύτερη καρπούται την αμφισβήτηση και η πρώτη, λόγω της εξουσίας, διαμορφώνει πελατειακές σχέσεις με τους εργαζομένους, ιδίως στον δημόσιο τομέα.

Εκτός από τα προαναφερόμενα, υπάρχουν και μια σειρά άλλων «περιοχών» όπου θα κριθεί το αποτέλεσμα. Από το αν οι αγρότες και η περιφέρεια θα επιμείνουν μέχρι τέλους -μην ξεχνάμε ότι είναι τα πιο ευμετάβλητα και συνάμα πιο «μοχθηρά» μεγέθη στην εκλογική περιφέρεια- στη στάση τιμωρού της κυβέρνησης, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις. Αν οι πολυπληθείς εκλογικές περιφέρειες (Β΄ Αθηνών, Αχαΐα, Αιτωλοακαρνανία, Ηλεία, Μαγνησία, Κρήτη κ.ά.) δώσουν όντως προβάδισμα στο ΠΑΣΟΚ.

Να σημειώσουμε εδώ ότι, με τον νέο εκλογικό νόμο, η μάχη δίνεται κυρίως για τον αριθμό ψήφων και όχι για τις έδρες. Άρα, όσο μεγαλύτερους σε εκλογικό πληθυσμό νομούς κερδίσει ένα κόμμα, είναι πιο εύκολο να σχηματίσει κυβέρνηση. Μπορεί δηλαδή να έχουμε το φαινόμενο το κόμμα που θα σχηματίσει κυβέρνηση να έχει πλειοψηφία σε 20 νομούς και το δεύτερο σε 36.

Επίσης, σημαντικό ρόλο θα παίξει το ποσοστό της αποχής. Όσο μεγαλύτερο είναι, τόσο περισσότερο ευνοείται το πρώτο κόμμα, που τώρα εμφανίζεται να είναι η Ν.Δ. Αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος θα έχουν οι ετεροδημότες. Για ευνόητους λόγους το προβάδισμα εδώ το έχει η κυβέρνηση.

Το εκλογικό αποτέλεσμα θα το διαμορφώσουν και τα εξής: πρώτον, αν ένας από τους δύο αρχηγούς των μεγάλων κομμάτων κάνει κάποιο σοβαρό πολιτικό λάθος είτε στο ντιμπέιτ είτε την τελευταία εβδομάδα, οπότε δεν θα έχει και τον απαραίτητο χρόνο να το ξεπεράσει. Και δεύτερον, αν παραμείνει η εκλογική στρατηγική των κομμάτων ως έχει. Είναι προφανές ότι, όσο κι αν έχει υποστεί φθορά ο Κ. Καραμανλής, μια εκλογική στρατηγική αντιπαράθεσης αρχηγών και όχι ηγετικών ομάδων δεν ευνοεί τον Γ. Παπανδρέου. Όσο κι αν τελευταία αυτός δείχνει σαφή σημάδια βελτίωσης. Επίσης, όσο η αντιπαράθεση επικεντρώνεται στο θέμα της διαφθοράς και μόνο, η κυβέρνηση ευνοείται, αφού ακόμη δεν έχει ξεχαστεί ο πρότερος «αμαρτωλός» βίος του ΠΑΣΟΚ. Η προγραμματική αντιπαράθεση και ο τονισμός της διαφορετικότητας συμφέρουν το ΠΑΣΟΚ, καθώς η Ν.Δ. έχει πλέον και αυτή κυβερνητική θητεία και μπορεί να κριθεί από τα πεπραγμένα της. Και βέβαια όσο το ΠΑΣΟΚ παραμένει ουσιαστικά απόν από τη μάχη των συνθημάτων και της προπαγάνδας, είναι δύσκολο, όσο και δυνατό φίνις να κάνει, να καλύψει τη διαφορά. Αν ο αντίπαλός σου σ’ έναν αγώνα δρόμου 3.000 μέτρων στα πρώτα 1.000 μέτρα σε έχει αφήσει πίσω μια στροφή, είναι δύσκολο να καλύψεις την απόσταση εάν ο άλλος δεν καταρρεύσει.

Στη μιντιακή εποχή και δημοκρατία που ζούμε το εκλογικό αποτέλεσμα διαμορφώνεται κυρίαρχα από τις δημοσκοπήσεις. Όσο η παράσταση νίκης παραμένει «θηριώδης» υπέρ της Ν.Δ., είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει η ψυχολογία των πολιτών, οι οποίοι σ’ ένα σημαντικό ποσοστό (περίπου 5-7%) πηγαίνουν με τον εικαζόμενο νικητή. Για να αλλάξει η ψυχολογία και η παράσταση νίκης, θα πρέπει να βρεθεί έστω και μια δημοσκόπηση που να δίνει προβάδισμα στο ΠΑΣΟΚ. Όσο αυτό δεν γίνεται, ακόμη κι αν η τάση είναι να κλείσει η ψαλίδα, οι περισσότεροι θα στοιχηματίζουν υπέρ του Καραμανλή και της Ν.Δ. Και βασίμως θα προσδοκούν να κερδίσουν το στοίχημα.

Και, τέλος, υπάρχει το απρόοπτο. Όπως αυτό των πυρκαγιών. Στην Πεντέλη σβήστηκε αυθημερόν. Ο Ταΰγετος, όμως, δεν ξέρουμε πόσο θα καίγεται και πόσο θα «τσουρουφλίσει» την κυβέρνηση...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]