Τρίτη, Φεβρουαρίου 16, 2010

 

Μονόδρομος το ΔΝΤ (13-02-2010)

Tι έγινε στο έκτακτο Συμβούλιο Κορυφής; Τι ακριβώς αποφασίστηκε; Ποια είναι τα νέα δεδομένα; Τι μέλλει εφεξής γενέσθαι;

Αυτά είναι τα ερωτήματα που απασχολούν όλους. Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν, να τα ανιχνεύσουμε και να τα αποκρυπτογραφήσουμε. Όπως πάντα, θα κινηθούμε πέρα από επίσημες δηλώσεις και ανακοινωθέντα. Θα πούμε την αλήθεια γυμνή. Και θα είμαστε κυνικοί – όσο κι αν αυτό δεν αρέσει στους περισσότερους και πιθανώς δεν ταιριάζει στον ψυχισμό και τις προσωπικές μας απόψεις.

Οφείλουμε όμως τούτες τις ώρες -τις τόσο τραγικά δύσκολες για τους πολίτες, τη χώρα και το έθνος- να είμαστε ωμοί όπως το νυστέρι ενός χειρουργού.

Έχουμε, λοιπόν, και λέμε: Πρώτον, το κλίμα ήταν ιδιαίτερα βαρύ και δυσμενές για τον πρωθυπουργό και τη χώρα. Οι πιέσεις που του ασκήθηκαν ήταν πολλές και έντονες. Οι εταίροι μας δεν πιστεύουν -λόγω του πρότερου «ανέντιμου» βίου- ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να εφαρμόσει το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ) που κατέθεσε. Θεωρούν ότι χρειάζονται κι άλλα μέτρα. Πιο σκληρά και επώδυνα. Δεν είναι διατεθειμένοι να θέσουν σε κίνδυνο το ευρώ και την Ευρωζώνη.

Ταυτόχρονα, δεν θέλουν να προσφύγει από μόνη της η Ελλάδα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Θα είναι πλήγμα για την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική και την υπόσταση της Ευρωζώνης.

Ο Γ. Παπανδρέου αναγκάστηκε να παίζει συνεχώς άμυνα. Να δηλώνει σε κάθε τόνο ότι θα υλοποιήσει μέχρι κεραίας το ΠΣΑ. Ότι διαφέρει από την προηγούμενη κυβέρνηση. Ζητά πίστωση χρόνου και στήριξη για να αποδείξει, εν τοις πράγμασι, ότι αυτά που λέει τα εννοεί.

Ως άριστος διαπραγματευτής, γνωρίζει ότι έχει στη φαρέτρα του ένα αντίβαρο στις αφόρητες πιέσεις· τη μονομερή προσφυγή στο ΔΝΤ.

Βεβαίως, αυτό το αντίβαρο είναι υψηλού ρίσκου για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή μια αυτόνομη πορεία της Ελλάδος θα εξερέθιζε τους εταίρους μας στην Ευρωζώνη, αφού θα ισοδυναμούσε περίπου με ακύρωση της τελευταίας.

Και, δεύτερον, επειδή στα καθ’ ημάς θα είχε μεγάλο πολιτικό και κοινωνικό κόστος για την κυβέρνηση, λόγω των επαχθών όρων που τίθενται από το ΔΝΤ για να παρασχεθεί οικονομική βοήθεια, κάτι που δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να το αντέξει, παρά τη νωπή ισχυρή λαϊκή εντολή και την άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία που διαθέτει.

Τελικά επιτυγχάνεται ένας συμβιβασμός. Αφού ο Γ. Παπανδρέου δεν μπορεί να αντέξει τώρα και ένα «τρίτο πακέτο» (μετά το ΠΣΑ και τη φορολογική και εισοδηματική πολιτική) και οι Ευρωπαίοι δεν επιθυμούν τη μονομερή προσφυγή στο ΔΝΤ, θα δοκιμάσουν ένα ενδιάμεσο στάδιο, έναν αρραβώνα, ο οποίος μπορεί να καταλήξει είτε σε γάμο είτε σε διαζύγιο. Θα προετοιμαστούν, όμως, και για τα δύο. Γι’ αυτό και από το παράθυρο μπαίνει δίπλα στην Κομισιόν και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το ΔΝΤ.

Οι εταίροι μας δηλώνουν την ισχυρή πολιτική τους βούληση να σταθούν αρωγοί στην Ελλάδα, και σε περίπτωση που οι κερδοσκοπικές επιθέσεις, όταν θα βγούμε εκ νέου για δανεισμό, συνεχιστούν, τότε υπάρχουν δύο επιλογές: Εάν η Ελλάδα είναι συνεπής στις δεσμεύσεις της, θα υπάρξει διμερής βοήθεια είτε με εγγυήσεις είτε με αγορά ελληνικών ομολόγων από τουλάχιστον δύο χώρες της Ευρωζώνης (απευθείας ή μέσω τραπεζών τους) οι οποίες και έχουν προσφερθεί προς τούτο. Εάν δεν είναι συνεπής και αρνηθεί να λάβει πρόσθετα μέτρα, τότε ανοίγει ο δρόμος για το ΔΝΤ με ένα είδος τραπεζικής ομπρέλας για να τηρηθούν τα προσχήματα για τους εταίρους μας και να μην τιναχθεί στον αέρα η Ευρωζώνη.

Κατά κάποιον τρόπο, η εισαγωγή του ΔΝΤ στο κάδρο της Ευρωζώνης ισοδυναμεί με ένα είδος μιθριδατικής αγωγής. Είναι το δηλητήριο σε μικρές δόσεις για να το συνηθίσει ο οργανισμός και να μην κινδυνεύσει.

Εξάλλου, εκτός της Ελλάδος, υπάρχουν και άλλες χώρες που ασθενούν, ενώ ουδείς μπορεί να αποκλείσει -στο προβλεπτό μάλιστα μέλλον- έναν νέο και γενικότερο (ευρωπαϊκό ή και παγκόσμιο) «σπασμό» της οικονομικής κρίσης που εκδηλώθηκε προ τριετίας (με τα subprime δάνεια στις ΗΠΑ) και συνεχίζεται ακόμη.

Σε μια τέτοια περίπτωση, η συνεργασία της ΕΚΤ με το ΔΝΤ στην περίπτωση της Ελλάδος αποτελεί και πειραματικό μοντέλο για το μέλλον και ίσως γι' αυτό χαιρετίστηκε με την ίδια θέρμη και από την Ευρώπη και από τις ΗΠΑ.

Τούτων δοθέντων, ας δούμε πώς έχουν μετά το Συμβούλιο Κορυφής τα πράγματα για τη χώρα μας και τι τη συμφέρει να πράξει.

Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι ευτυχώς που έγιναν εκλογές τον Οκτώβριο, ευτυχώς που τις κέρδισε το ΠΑΣΟΚ και ευτυχώς που πρωθυπουργός είναι ο Γ. Παπανδρέου. Εάν συνεχίζαμε με την ίδια κυβέρνηση και τον ίδιο πρωθυπουργό, η χώρα θα είχε ήδη πτωχεύσει και πιθανότατα θα είχαμε πεταχθεί στον κάλαθο των ευρωπαϊκών αχρήστων. Η ζημιά που έχει γίνει είναι πρωτοφανής, ανεπανόρθωτη και όντως σε άλλες περιόδους θα έχρηζε εκτελεστικού αποσπάσματος.

Η δεύτερη διαπίστωση είναι ότι και η παρούσα κυβέρνηση έχει χτυπητές αδυναμίες, τις οποίες προσώρας διασώζουν η υπερκινητικότητα, οι διεθνείς επαφές και το διαπραγματευτικό ταλέντο του Γ. Παπανδρέου.

Σίγουρα η κατάσταση που παρελήφθη ήταν απελπιστική, όμως εξίσου σίγουρο είναι ότι η απειρία των νέων υπουργών και οι καθυστερήσεις στη λήψη των αποφάσεων επιβάρυναν το τοπίο.

Αρνητικό επίσης ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι η κυβέρνηση -κι εδώ η ευθύνη είναι του πρωθυπουργού- προσπαθεί να ισορροπήσει σε δύο βάρκες. Να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και να προωθήσει καινοτόμους μεταρρυθμίσεις στο κράτος.

Σε έκτακτες περιόδους όπως η σημερινή χρειάζονται, όμως, έκτακτα μέτρα. Και το πρώτο είναι ο πλήρης έλεγχος του κράτους από την κυβέρνηση, προκειμένου να υλοποιηθεί το «σιδηρούν» πρόγραμμα εκτάκτου ανάγκης.

Ο κίνδυνος να υπάρξει υστέρηση εσόδων ή να μην ελεγχθούν όσο θα έπρεπε οι δαπάνες είναι υπαρκτός, καθώς εμφανίζεται το οξύμωρο έπειτα από πέντε μήνες άλλο κόμμα να είναι στην κυβέρνηση και ένα μεγάλο τμήμα της κρατικής μηχανής να βρίσκεται στα χέρια στελεχών της προηγούμενης διακυβέρνησης.

Ο Ελευθ. Βενιζέλος -που υπήρξε οραματιστής, μεταρρυθμιστής και καινοτόμος πολιτικός- το 1920 έριξε όλες τις δυνάμεις του στο να διεξαγάγει τον πόλεμο (ένα είδος ιδιότυπου πολέμου, οικονομικού, ζούμε και σήμερα, όπως προσφυώς είπε ο βουλευτής και πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Γ. Φλωρίδης) και περίμενε να έλθει το 1928 για να εφαρμόσει το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα. Ίσως τον ίδιο δρόμο έπρεπε κατ’ αναλογίαν να ακολουθήσει και ο Γ. Παπανδρέου.

Και ερχόμαστε τώρα στο διά ταύτα. Τι πρέπει να πράξει η κυβέρνηση. Δεν είμαστε σίγουροι ότι ορθώς επέλεξε να μπει υπό την ευρωπαϊκή ομπρέλα με το ΔΝΤ σε ρόλο, δήθεν, τεχνοκρατικού συμβούλου. Ίσως θα έπρεπε να επιμείνει μέχρι τέλους να παίξει τώρα το χαρτί του ΔΝΤ.

Μόνον μία προσφυγή στο ΔΝΤ μπορεί να μας προστατεύσει από μελλοντικές κερδοσκοπικές επιθέσεις. Μόνον ο απευθείας δανεισμός από το ΔΝΤ μπορεί αυτομάτως να μηδενίσει τα spreads. Η Ευρώπη δεν έχει τον μηχανισμό να το κάνει, ενώ στο εσωτερικό της υπάρχουν αντιτιθέμενα συμφέροντα.

Καλή η ασπίδα πολιτικής προστασίας των εταίρων μας, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι μπορούν να την προτάξουν με αποτελεσματικό τρόπο, ούτε είναι εξασφαλισμένο ότι θα το κάνουν χωρίς όρους εξίσου σκληρούς με αυτούς του ΔΝΤ.

Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος. Προσφυγή στο ΔΝΤ σημαίνει ότι αυτομάτως εξασφαλίζεις το ποσό που ζητάς με ένα spread λίαν συμφέρον και πάντως κάτω από τις 200 μονάδες βάσης. Οι όροι σίγουρα είναι σκληροί. Θα ζητηθούν νέες περικοπές μισθών, απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, «ξετίναγμα» του Ασφαλιστικού και πολλά άλλα επώδυνα μέτρα. Θα έχεις, όμως, διασφαλιστεί από τις κερδοσκοπικές επιθέσεις στον δανεισμό.

Μάλιστα, εάν ισχύει ότι το ΔΝΤ επί προεδρίας Ντομινίκ Στρος-Καν θέλει να εμφανίσει ένα πιο μετριοπαθές και «γλυκό» σε σχέση με το παρελθόν πρόσωπο, τότε ίσως θα έπρεπε να το αποτολμήσουμε, διαπραγματευόμενοι στο μέτρο του δυνατού καλύτερους όρους, καθώς θα είμαστε η πρώτη χώρα της Ευρωζώνης που το αποτολμά.

Θα μου πείτε ότι αυτό θα σήμαινε πόλεμο με τους εταίρους μας στην Ευρωζώνη και ίσως να υπήρχαν άλλες παρενέργειες. Πιθανότατα. Εάν αποϊδεολογικοποιήσουμε τις πολιτικές και σκεφτούμε εντελώς κυνικά, τότε το πρόβλημα που τίθεται είναι μάλλον απλούστερο απ’ ό,τι νομίζουμε. Εάν και με την Ευρώπη και με το ΔΝΤ οι όροι του δανεισμού είναι περίπου εξίσου επαχθείς, τότε ίσως θα έπρεπε να επιλέξουμε το πιο ισχυρό δηλητήριο.

Πιθανότατα, δε, θα αναγκαστούμε στην πορεία να το κάνουμε. Εάν τα πράγματα δεν εξελιχθούν όπως σχεδιάζονται, τότε ίσως η προσφυγή στο ΔΝΤ θα γίνει μονόδρομος. Καλύτερα λοιπόν τώρα, παρά αύριο.

Εξάλλου, ανεξαρτήτως του τι λέγεται και πώς βαφτίζεται η επιτήρηση στην οποία βρισκόμαστε, η ουσία είναι μία: καμία Κομισιόν, καμία ΕΚΤ, κανένα ΔΝΤ δεν θα μας σώσει εάν από μόνοι μας δεν εξαλείψουμε τις χρόνιες δυσπλασίες του νεοελληνικού κράτους.

Όσο κι αν περιορίσουμε μέσω φόρων ή άλλων έκτακτων μέτρων τα ελλείμματα και το χρέος, αυτά θα αναπαράγονται και θα διευρύνονται, εάν δεν εξαλείψουμε τις πρωτογενείς αιτίες παραγωγής τους.

Η μεγάλη αιμορραγία του Ασφαλιστικού, των Ταμείων, των φαρμάκων, των νοσοκομείων, των εξοπλισμών, του υπερτροφικού δημόσιου τομέα κ.ά. είναι αυτά που δεν αφήνουν τη χώρα να αναπνεύσει. Άντε και εξοικονομήσαμε 2, 3, 4 δισ. από περικοπή δαπανών και φόρων. Τι έγινε;

Αν χρειαστεί αυτά να τα ρίξουμε για να καλύψουμε τις «μαύρες τρύπες» που δημιουργούν οι προαναφερθείσες δυσπλασίες, θα έχουμε κάνει μια τρύπα στο νερό. Θα είναι ένας φαύλος κύκλος. Θα τα μαζεύουμε στη μια τσέπη και θα τα χάνουμε από την άλλη, την «τρύπια».

Και βέβαια το μεγαλύτερο από όλα τα προβλήματα είναι το αναπτυξιακό. Εάν δεν «ξεπαγώσει» τώρα το ΕΣΠΑ, εάν δεν υπάρξουν τώρα ρηξικέλευθα μέτρα για να κινηθεί η αγορά, να ξαναμπεί η χώρα στον ενάρετο κύκλο της ανάπτυξης, εάν δεν υπάρξουν τώρα αποκρατικοποιήσεις, εάν μείνουμε μόνο στον «δημοσιονομικό κύκλο», τότε η χώρα θα βυθιστεί βαθιά στην ύφεση, η ανεργία θα θεριέψει και πιθανότατα θα πέσουμε σε κατάσταση στασιμοπληθωρισμού, με ολέθριες συνέπειες για την οικονομία, την κοινωνική συνοχή, αλλά και το πολιτικό σύστημα.

Είναι, λοιπόν, ώρα για γενναίες αποφάσεις. Χωρίς ιδεολογικές παρωπίδες, πολιτικούς στραβισμούς και κοινωνικές αναστολές. Μακάρι ο δρόμος που επέλεξε ο Γ. Παπανδρέου να μας βγάλει από το τούνελ.

Εύχομαι να είναι αποτελεσματικό το επιλεγέν μείγμα της σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής με κοινωνική ευαισθησία για τους αδύναμους. Όλοι το ευχόμαστε. Καλού - κακού όμως, και εάν δούμε ότι δεν μας λύνει το πρόβλημα, ας ετοιμαστούμε για πιο ισχυρή θεραπεία.

Θα έχει σίγουρα μεγάλο πολιτικό και κοινωνικό κόστος για την κυβέρνηση. Εάν δεν μπορεί να το επωμιστεί, ας ψάξει να βρει άλλους τρόπους διευρυμένης συναίνεσης και διακυβέρνησης.

Το μόνο σίγουρο και ισχυρό χαρτί που διαθέτει αυτή τη στιγμή η χώρα κατά κοινή ομολογία (όπως αυτή συγκροτείται από εκτιμήσεις, διαπιστώσεις, δημοσκοπήσεις, περιρρέουσα ατμόσφαιρα) είναι η προσωπικότητα του πρωθυπουργού. Θα ήταν κρίμα να μην παιχτεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να κερδηθεί η παρτίδα…

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]