Δευτέρα, Δεκεμβρίου 10, 2007

 

Τα "100.000 δεξιά παπούτσια" (08-12-2007)

Εκτός από τον πανάρχαιο πολιτισμό, οι Κινέζοι μοιάζουν και σε κάτι άλλο με τους Έλληνες. Έχουν αυτό που αποκαλείται «δαιμόνιο της φυλής».

Όταν λοιπόν ενώνουν τις δυνάμεις τους Κινέζοι και Έλληνες κατεργάρηδες, μπορούν να τινάξουν την μπάνκα στον αέρα. Όπως έμαθα, μία από τις μεγαλειώδεις κομπίνες που έχουν στηθεί, προκειμένου να μην καταβάλλονται δασμοί εισαγωγής σε διάφορα εμπορικά προϊόντα που μας έρχονται από την πάλαι ποτέ χώρα του Μάο, είναι και η εξής: Σύμφωνα με τη νομοθεσία, όταν ένα εισαγόμενο προϊόν είναι ελαττωματικό, δεν καταβάλλονται δασμοί.

Ακούγεται λογικό, αφού δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί και να εκπληρώσει τους λόγους για τους οποίους εισάγεται. Τι σκαρφίστηκαν λοιπόν οι «κίτρινοι» με τους εδώ συνεταίρους τους; Ξεφορτώνουν, ας πούμε, στο λιμάνι του Πειραιά κοντέινερ με παπούτσια. Ανοίγουν οι λιμενικοί το εμπόρευμα να το ελέγξουν και βλέπουν ότι υπάρχουν 100.000 παπούτσια. Ξαφνικά ανακαλύπτουν το «λάθος». Τα 100.000 παπούτσια δεν αντιστοιχούν, όπως είναι το φυσιολογικό, σε 50.000 ζευγάρια. Είναι 100.000 «δεξιά» παπούτσια. Τα «αριστερά» λείπουν. Το εμπόρευμα χαρακτηρίζεται σκάρτο και ο εισαγωγέας τα παραλαμβάνει χωρίς να πληρώσει δασμούς.

Έπειτα από έναν ή δύο μήνες φτάνουν, είτε στο ίδιο είτε σε κάποιο άλλο λιμάνι της χώρας, νέα κοντέινερ με 100.000 «αριστερά» παπούτσια. Παραλαμβάνονται και αυτά χωρίς δασμούς. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με άλλα εμπορεύματα, και ιδιαίτερα τα συναρμολογούμενα. Και μετά εμείς αναρωτιόμαστε γιατί τα κινεζικά προϊόντα που κατακλύζουν την αγορά είναι τόσο φθηνά. Δεν είναι μόνον το φθηνό εργατικό δυναμικό που τα παράγει, είναι και η απουσία «επιβαρύνσεων» στη μεταφορά και τη διακίνησή τους. Η κομπίνα με τα «100.000 δεξιά παπούτσια», όσο μεγαλοφυής κι αν είναι, δεν είναι η μόνη και δεν γίνεται μόνον στα εμπορεύματα ή για να αποφευχθούν οι δασμοί.

Σε άλλα προϊόντα και σε άλλα επίπεδα επιχειρηματικής δραστηριότητας οι «κομπίνες» που στήνονται είναι εξίσου, αν όχι και ανώτερες, σε σύλληψη, και τα κέρδη που αποφέρουν είναι πολλαπλάσια και σίγουρα ιλιγγιώδη όταν είναι στον χρηματοοικονομικό τομέα. Τα παραδείγματα πολλά και γνωστά, ακόμη και στα καθ’ ημάς. Το παράδειγμα των παπουτσιών δεν το αναφέρουμε για να ψέξουμε τους επιτήδειους Κινέζους και τους εδώ συνεταίρους τους -όσο κι αν η πράξη τους είναι παράνομη και καταδικαστέα- ούτε το παραθέτουμε για να επισημάνουμε την αβελτηρία των ελεγκτικών Αρχών.

Το κάνουμε μόνο και μόνο για να αναδείξουμε την επιτηδειότητα ως παράγοντα ευδοκίμησης και παραγωγής τελεσφόρου, γι’ αυτόν που την ασκεί, αποτελέσματος. Και ταυτόχρονα για να επισημάνουμε την έλλειψη καπατσοσύνης στη λειτουργία του Δημοσίου, όταν αυτό καλείται να υπερασπίσει ένα «εθνικό προϊόν» απέναντι στις κοινοτικές ή άλλες διεθνείς νόρμες. Δεν υποστηρίζουμε ότι πρέπει να βγούμε στο αντάρτικο.

Όμως, από την άλλη, δεν μπορούμε και να αποδεχθούμε αυτή την τυπολατρία που κάποιοι υιοθετούν ως εθνική στάση στις διεθνείς ή διακρατικές σχέσεις, προφανώς επειδή είτε δεν θέλουν να χαλάσουν τη ζαχαρένια τους είτε γιατί είναι οπαδοί του λεγόμενου πολίτικαλι κορέκτ. Η Ολυμπιακή είναι ένα από αυτά τα παραδείγματα. Το «Μακεδονικό» ένα δεύτερο. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ένα τρίτο. Η δημοσιονομική πειθαρχία στα πλαίσια του Μάαστριχτ ένα άλλο και πάει λέγοντας.

Σε όλες τις περιπτώσεις οι κυβερνώντες δίνουν την εντύπωση ότι πάνε με τον κοινοτικό ή τον αμερικανικό σταυρό στο χέρι. Καμία πρωτοβουλία που να φανερώνει επιτηδειότητα. Καμία προσπάθεια οι εξελίξεις να αποκτήσουν έστω και κάποιας μορφής εθνικό χρώμα. Αρκούμεθα στα τετελεσμένα που έχουν δημιουργηθεί, προβάλλοντάς τα ως άλλοθι της ανικανότητας να πράξουμε κάτι τι το διαφορετικό. Παριστάνουμε τους νομοταγείς ή τους «αστυνόμους» όταν ακόμη και αυτοί που θέτουν, λόγω ισχύος, τους κανόνες συμπεριφέρονται πολλές φορές ως «κλέφτες», προκειμένου να υπερασπιστούν τα δικά τους εθνικά συμφέροντα.

Κανείς όμως ποτέ δεν πρόκοψε, δεν αναπτύχθηκε και δεν πλούτισε ακολουθώντας πάντα τον δρόμο της αρετής. Η τυπολατρία είναι η άλλη όψη της μοιρολατρίας, που αντιστρατεύεται την πρόοδο και ανταποκρίνεται σε υπανάπτυκτες κοινωνίες.

Λέγοντάς τα όλα αυτά δεν υποστηρίζουμε ότι οι λύσεις που επιλέγονται ή οι μέθοδοι που ακολουθούνται στα τέσσερα παραδείγματα που προαναφέραμε είναι κατ’ ανάγκην λάθος. Ίσως να είναι και οι ορθότερες ή οι ολιγότερον επιζήμιες. Όμως, η εδραία πεποίθηση που δημιουργείται στους πολίτες είναι ότι αυτές υιοθετούνται επειδή δεν υπάρχει η διάθεση να αναζητηθούν άλλες.

Ας δούμε ένα ένα τα παραδείγματα. Η Ολυμπιακή μάς είπε ο υπουργός Μεταφορών θα κλείσει. Αμέσως μετά άρχισε η αναδίπλωση. «Υπάρχουν κι άλλες λύσεις. Μπορεί να (ξανα)σπάσει. Μπορεί να δημιουργηθούν μία ή δύο νέες εταιρείες. Θα υπάρξουν και νέες διαπραγματεύσεις». Και γύρευε πόσες άλλες προτάσεις θα πέσουν στο τραπέζι, μέχρι η Ολυμπιακή εν τέλει να παραμείνει υπό δημόσιο έλεγχο!

Γιατί, κύριε υπουργέ μου, αφού υπάρχουν κι άλλες δυνατότητες, επιλέγεις να τις εξετάσεις, αφού προηγηθεί η αναστάτωση; Δεν θα ήταν πιο σώφρον, αφού εξαντλήσεις αυτές τις (όποιες) δυνατότητες, να καταλήξεις στο τι μέλλει γενέσθαι; Γιατί εμφανίζεσαι ως πειθήνιος κοινοτικός υπάλληλος και όχι ως πολιτικός εθνικός διαπραγματευτής; Θέλεις να την κλείσεις; Αποφάσισέ το, ανακοίνωσέ το και κάν ’το. Πάρε την ευθύνη και το κόστος της όποιας σύγκρουσης. Μη ρίχνεις άδεια για να πιάσεις γεμάτα. Θέλεις να την πουλήσεις; Κάν ’το. Μην την απαξιώνεις προηγουμένως. Αν είναι να ανακοινώνεις ότι κλείνει και αυτό να γίνει ύστερα από δύο χρόνια, δεν θα την κλείσεις ποτέ.

Πάμε τώρα στο «Μακεδονικό». Από το 1993 παλεύουμε (;) για να το λύσουμε κι ακόμη να λυθεί. Εδώ μάλιστα που φτάσαμε κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε και σε εθνική ταπείνωση από ένα κράτος που περιφρονητικά το αποκαλούσαμε «κρατίδιο» και από έναν λαό που -επίσης περιφρονητικά- τους προσφωνούσαμε ως «γύφτους». Εμείς όλα αυτά τα χρόνια το παίζαμε Κιουταχήδες και αυτοί δούλευαν σαν τους Κινέζους με τα παπούτσια.

Εδώ που φθάσαμε μία είναι πιθανότατα η λύση που μπορεί να μας βγάλει από το αδιέξοδο και να επανατοποθετήσει το πρόβλημα εξαρχής. Ούτε αυτοί να χάσουν το όνομα που είναι η ταυτότητά τους ούτε εμείς να ταπεινωθούμε. Να απαιτήσουμε εμείς να ονομαστούν τα Σκόπια «Μακεδονία». Χωρίς ούτε άνω ούτε κάτω ούτε βόρεια ούτε νότια ούτε νέα ούτε παλιά. Να ονομαστούν νέτα σκέτα Μακεδονία και η Ελλάδα να οριστεί ως εγγυήτρια δύναμη! Όπως ήταν η Τουρκία στην Κύπρο, έτσι κι εμείς να γίνουμε η εγγυήτρια δύναμη της Μακεδονίας έναντι πιθανής αλβανικής, βουλγαρικής ή άλλης απειλής.

Ξέρω, ακούγεται ως εξτρεμισμός, αλλά εδώ που φτάσαμε μόνον εξτρεμισμοί μπορεί πιθανώς να μας βγάλουν από το αδιέξοδο. Πάντως, σίγουρα η πεπατημένη που ακολουθούμε δεν μας βγάζει πουθενά. Όπως και με το Κυπριακό ή το Βορειοηπειρωτικό, έτσι και με το Μακεδονικό, θα καταλήγουμε να λέμε «κάθε πέρυσι και καλύτερα». Σε κάθε περίπτωση, όλα αυτά τα λέω για να δείξω ότι επιτέλους κάποια στιγμή πρέπει να στύψουμε το μυαλό μας μπας και βρούμε κάποιο άλλο αζιμούθιο για να πορευτούμε σ’ αυτή την υπόθεση. Όσο απλώς περιμένουμε το μοιραίο βάζοντας κάποια προσκόμματα, αυτό θα έρθει. Κι οι Μήδοι θα διαβούν.

Το ίδιο ισχύει και με την Τουρκία. Δεν λέω, καλή η προσπάθεια… εξημέρωσης του θηρίου, αλλά γιατί το ευρωπαϊκό κοστούμι που του ράβουμε είναι καλό και για μας; Όταν οι άλλοι εταίροι μας απλώς θέλουν την αγορά τους, γιατί εμείς να θέλουμε την πλήρη ένταξή τους; Τι δύναμη θα έχουμε στο ευρωπαϊκό κλαμπ εμείς, μια χώρα 10 εκατ. κατοίκων, όταν σ’ αυτό θα είναι μέλος και μια χώρα 80 εκατομμυρίων;

Γιατί το «χριστιανικό κλαμπ» να λάβει υπ’ όψιν του ένα μικρό ομόδοξο μέλος του και να μην προσπαθήσει να ευχαριστήσει τον αλλόδοξο μουσουλμάνο συνδαιτυμόνα του που μπορεί να λειτουργήσει και ως «γέφυρα» προς τη Μέση Ανατολή και την Ασία; Ποιο συγκριτικό πλεονέκτημα θα έχουμε όταν στο Ευρωκοινοβούλιο, στην Επιτροπή και στα άλλα κοινοτικά όργανα η τουρκική συμμετοχή θα είναι πολλαπλάσια της ελληνικής; Και πολλά άλλα που δεν είναι της παρούσης. Κι ακόμη, γιατί να προσπαθούμε να τους κανακέψουμε, αντί να τους τρίβουμε στη μούρη το ευρωπαϊκό κεκτημένο;

Γιατί ο κύριος Μπαμπατζάν να επισκέπτεται -και σωστά- τη Θράκη και ένας Έλληνας πολιτικός να μην κάνει το ίδιο στην Ίμβρο και την Τένεδο; Γιατί η «σαρία» να έχει εφαρμογή στη χώρα μας, όταν μάλιστα απαγορεύεται στην ίδια την Τουρκία; Γιατί να ισχύει το τουρκικό βέτο για τα 6 ν.μ. στο Αιγαίο και η απειλή πολέμου να υποβαθμίζεται όταν αρνούνται να ανοίξουν τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, και δεν αναγνωρίζουν την οικουμενικότητα του Πατριαρχείου; Γιατί αυτοί να συμπεριφέρονται σαν πασάδες κι εμείς σαν ραγιάδες;

Να πάμε μαζί, κανείς δεν λέει το αντίθετο. Να πορευτούμε χέρι χέρι. Με ειρήνη. Ακόμη και αδελφοποιτοί να γίνουμε. Να τα ξεχάσουμε όλα. Να ρίξουμε πέτρα πίσω. Να ξαναγράψουμε ακόμη και την Ιστορία. Ναι σε όλα. Σε όλα μέσα. Όλα, όμως, να τα κάνουμε μαζί. Ταυτόχρονα. Αυτό να το απαιτήσουμε, χρησιμοποιώντας το πλεονέκτημα που μας δίνει η ιδιότητα του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν είναι να έχουμε το πλεονέκτημα απλώς για να το λέμε και να μην το ασκούμε, είναι σαν να μην το έχουμε.

Κι ερχόμαστε στη δημοσιονομική πειθαρχία. Αυτήν τη στιγμή βλέπουμε ότι για τις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης το Μάαστριχτ, και ειδικότερα τα όρια του ελλείμματος, του χρέους και του πληθωρισμού, γίνονται στενός κορσές. Κινδυνεύουν να πνίξουν τους λαούς και ειδικότερα τα λαϊκά στρώματα και τους χαμηλόμισθους. Στο όνομα των αριθμών οδηγούμε στη φτώχια και στο περιθώριο δεκάδες εκατομμύρια Ευρωπαίων.

Γιατί να μη χαλαρώσει αυτή η τόσο αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία; Γιατί να μην επαναδιαπραγματευτούμε ένα νέο πλαίσιο που θα ανταποκρίνεται στις νέες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί; Γιατί να κυριαρχεί η σιδερόφρακτη λογική των ορίων και των αριθμών και να μην είναι κανόνας το «πάντων μέτρον άνθρωπος»; Υποτίθεται ότι η Ε.Ε. δημιουργήθηκε για να εγγυηθεί την ανάπτυξη, την ευημερία και την ασφάλεια των πολιτών-μελών της και όχι για να γίνει ένα μεγάλο κολαστήριο των φτωχών, ένα σανατόριο των αδύναμων και ένα δεσμωτήριο των ελεύθερων ανθρώπων.

Δεν θα μπορούσαμε άραγε να συμμετάσχουμε σε μια κίνηση που θα απαιτήσει να ξαναδούμε το Μάαστριχτ και να θέσουμε ένα νέο πλαίσιο ανάπτυξης, ευημερίας και δικαιωμάτων; Αυτήν τη στιγμή, σε όλες τις χώρες της Ένωσης αναπτύσσεται ένας έντονος προβληματισμός για το πού οδηγείται το κοινωνικό κράτος. Γιατί εμείς να μείνουμε έξω από αυτό τον προβληματισμό; Γιατί να μην τον αιμοδοτήσουμε και με τις δικές μας απόψεις και διαθέσεις; Αν δεν θέλουμε να οδηγηθούμε εκ νέου στις εθνικές διαιρέσεις, θα πρέπει να προσπαθήσουμε για έναν νέο ουμανισμό στα πλαίσια της Ευρώπης.

Όσο απλώς αποδεχόμαστε μοιρολατρικά τις κοινοτικές νόρμες, κάνουμε κακό και στο ευρωπαϊκό ιδεώδες και στους Ευρωπαίους πολίτες. Όσο ρίχνουμε το ανάθεμα στις γραφειοκρατικές ελίτ των Βρυξελλών, τις οποίες δήθεν δεν μπορούμε να υπερβούμε, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να φουντώνουμε τον αντιευρωπαϊσμό και να ρίχνουμε νερό στον μύλο των εθνικιστών. Στο όνομα της Ένωσης, διαπαιδαγωγούμε αντιευρωπαϊκά τους πολίτες των κρατών-μελών της. Αν δεν αναληφθούν πρωτοβουλίες, αν δεν επιδείξουμε επιτηδειότητα για ένα νέο ενωσιακό πλαίσιο, ίσως πολύ ενωρίτερον απ’ ό,τι προφητεύεται θα θερίσουμε θύελλες.

Απ’ αυτή την άποψη, προτιμώ την κινεζική κομπίνα με τα «100.000 δεξιά παπούτσια» από τον κοινοτικό ορθολογισμό ορισμένων δήθεν ευρωπαϊστών.

Αυτοί είναι ικανοί, αν αύριο μας έστελναν από τις Βρυξέλλες 100.000 δεξιά παπούτσια, να κόψουν το αριστερό μας πόδι, παρά να περιμένουν ή να απαιτήσουν να μας έλθουν και τα άλλα 100.000 αριστερά παπούτσια.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]