Παρασκευή, Αυγούστου 26, 2011

 

Εθνική υπόθεση οι τράπεζες (27-08-2011)

Ένα περίεργο άμα και επικίνδυνο παιχνίδι εξελίσσεται τις τελευταίες ημέρες με επίκεντρο τις ελληνικές τράπεζες. Κρυφίως ή και φανερά, ανεπισήμως ή και επισήμως, διακινούνται φήμες, πληροφορίες και ακριτομυθίες περί επικείμενης κρατικοποίησης των μεγάλων ιδιωτικών τραπεζών! Εντέχνως διοχετεύονται πληροφορίες ότι στα χαρτοφυλάκιά τους κρύβονται... σκελετοί αξίας έως και 15 δισ. Κι όλα αυτά παρ’ ότι έχουν περάσει επιτυχώς δύο stress tests και μάλιστα το δεύτερο λίαν προσφάτως.

Το αποτέλεσμα είναι οι μετοχές των τραπεζών να υφίστανται καθημερινά μεγάλες απώλειες, σε σημείο που, αν κάποιος ή κάποιοι ήθελαν να ελέγξουν πλήρως το σύνολο του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, να μπορούσαν να το κάνουν καταβάλλοντας ένα ποσό της τάξεως των 4-5 δισ. ευρώ. Ποσό ευτελές και ασήμαντο σε σχέση όχι με την προ ετών μεγάλη κεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αλλά και με την πραγματική αξία και τα ίδια κεφάλαιά τους.

Ακόμη πιο περίεργο είναι ότι η σπερμολογία για τη δήθεν κρατικοποίηση των ελληνικών τραπεζών φέρεται να συνδέεται με δύο εκ του νόμου υπεύθυνους στυλοβάτες του πιστωτικού τομέα. Τον υπουργό Οικονομικών και τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος. Ουδέν αναληθέστερον.

Μόνον ένας ανόητος άμα και ιδιοτελής (ποιων, άραγε, συμφερόντων;) υπουργός ή κεντρικός τραπεζίτης θα μπορούσε να είναι πηγή μιας διακινούμενης τέτοιας φημολογίας, η οποία ζημιώνει τις τράπεζες, τους χιλιάδες μετόχους της και οδηγεί σε κατάρρευση το τραπεζικό σύστημα. Μόνον σχιζοφρενείς θα διοχέτευαν τέτοιες ανοησίες, αφού αυτές πρώτα απ’ όλα πλήττουν τον Ευάγγ. Βενιζέλο και τον Γ. Προβόπουλο, μιας και αυτοί εκ του νόμου έχουν την εποπτεία των ελεγκτικών μηχανισμών.

Αν υπάρχουν «σκελετοί», έπρεπε να τους έχουν εντοπίσει και τα stress tests και οι εκτενείς και σε βάθος έλεγχοι που έχουν πραγματοποιήσει τον τελευταίο χρόνο οι υπάλληλοι της Τραπέζης της Ελλάδος.

Δόξα τω Θεώ, τόσον ο Ευάγγ. Βενιζέλος όσον και ο Γ. Προβόπουλος είναι και σοβαροί και έξυπνοι άνθρωποι και, το κυριότερο, τίποτε από τη μέχρι τώρα συμπεριφορά τους δεν έχει δείξει ότι δεν φυλάττουν τις «Θερμοπύλες» της εθνικής οικονομίας και δεν υπερασπίζονται την προσπάθεια να παραμείνουν όρθιες, υγιείς και σε ελληνικά χέρια οι τράπεζες και οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις.

Γιατί, ουσιαστικά, περί αυτού πρόκειται. Αν οι ελληνικές τράπεζες κρατικοποιηθούν, θα είναι το πρώτο και ουσιαστικό βήμα για να πουληθούν σε δεύτερη φάση μπιρ παρά σε ξένους. Και μέσω αυτού του ξεπουλήματος να περάσουν και οι μεγάλες, αλλά και οι μεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις στα χέρια των ξένων.

Ας δούμε πώς μπορεί να συμβεί αυτό και γιατί συνιστά έγκλημα σε βάρος της εθνικής οικονομίας, των επιχειρήσεων, της πολιτικής εξουσίας και των απλών πολιτών, επενδυτών και καταθετών, ένας αφελληνισμός του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.

Όλα ξεκίνησαν με την απόφαση της 21ης Ιουλίου, τη συγκρότηση του Μηχανισμού Σταθερότητας, του περίφημου EFSF, και τη δυνατότητα να συνεχίζουν να αντλούν κεφάλαια για τη ρευστότητά τους οι ελληνικές τράπεζες είτε απευθείας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή μέσω του Έκτακτου Μηχανισμού Ρευστότητας (ELA), του βραχίονα, δηλαδή, της Τραπέζης της Ελλάδος. Κυρίως, όμως, λόγω της συμμετοχής των εγχώριων τραπεζών στο «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων. Η συμμετοχή τους στην εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων, στο γνωστό και ως PSI, τους οδηγεί στην ανάγκη να προσφύγουν για δανεισμό στον ELA.

Από το σημείο αυτό αρχίζει και η σπερμολογία της κρατικοποίησης, η οποία ενισχύθηκε από την εσφαλμένη δήλωση του υπουργού Οικονομικών ότι το ελληνικό Δημόσιο -σε αντάλλαγμα της βοήθειας, του δανεισμού δηλαδή, που θα προσφέρει στις τράπεζες- θα ζητήσει να λάβει όχι προνομιούχες, αλλά κοινές μετοχές τους.

Ποια είναι η διαφορά κοινών και προνομιούχων μετοχών και γιατί πυροδότησε τη φημολογία περί πιθανής κρατικοποίησης; Τις προνομιούχες μετοχές οι τράπεζες μπορούν να τις επαναγοράσουν. Αυτός που τις εκδίδει εισπράττει ένα τίμημα, τόκο δηλαδή, και μάλιστα πολύ υψηλό (στο 10% τον είχε ορίσει ο Γ. Αλογοσκούφης, όταν επί εποχής του δόθηκε η πρώτη βοήθεια), διορίζει έναν επόπτη στο Δ.Σ. της τράπεζας, αλλά η διοίκηση, η δομή και η μετοχική σύνθεση της τράπεζας δεν επηρεάζονται.

Και βέβαια, σε περίπτωση αρνητικών εξελίξεων ή και χρεοκοπίας της τράπεζας, οι προνομιούχες μετοχές αποζημιώνονται πρώτες. Ορθότατα, λοιπόν, για λόγους προστασίας του δημόσιου συμφέροντος αυτό προβλέπεται και στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που συμφωνήθηκε με την τρόικα.

Αν αντί για προνομιούχες μετοχές το Δημόσιο, έναντι της βοήθειας, του δανείου ουσιαστικά, που θα παράσχει στις τράπεζες, λάβει κοινές μετοχές, χάνει ένα σημαντικό έσοδο, αυτό του τόκου 10%, που μπορεί να ανέλθει ακόμη και σε 500 εκατ. ευρώ ετησίως, αν οι τράπεζες αντλήσουν από τον μηχανισμό στήριξης 5 δισ. ευρώ.

Δεύτερον, απεμπολεί το προτιμησιακό καθεστώς της αποζημίωσης σε περίπτωση χρεοκοπίας, άρα η ζημία που υφίσταται το Δημόσιο είναι μεγάλη. Και, τρίτον και πιο σημαντικό, οι κοινές μετοχές μπορούν να πουληθούν ανά πάσα στιγμή αν ο νέος μέτοχος, δηλαδή το Δημόσιο, δεν καταφέρει να εξυγιάνει και να διοικήσει με ορθό τρόπο και επάρκεια τις τράπεζες.

Και δυστυχώς στη χώρα μας, εξαιρουμένης της ΕΤΕ, έχουμε δει τι έχει γίνει με τις υπό κρατικό έλεγχο τράπεζες. Τα παραδείγματα της Εμπορικής, της ΑΤΕ, του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και παλαιότερα της ΕΤΒΑ μόνον υπέρ της εξυγίανσης, της ορθής και χρηστής διαχείρισης και διοίκησης δεν συνηγορούν.

Είναι εύκολο να πιθανολογήσει κάποιος ότι ύστερα από δύο χρόνια οι τράπεζες θα έχουν μετατραπεί σε προβληματικές επιχειρήσεις. Με δεδομένη, μάλιστα, την κρίση, μπορεί άνετα κάποιος να στοιχηματίσει ότι αυτό θα συμβεί γρήγορα, αφού θα επανέλθουν τα θαλασσοδάνεια, οι πολίτες -λόγω του δημόσιου χαρακτήρα των τραπεζών- θα βρίσκουν τρόπο, μέσω και του πελατειακού συστήματος, να μην πληρώνουν. Και τότε θα πρέπει να πουληθούν ή, καλύτερα, να «σκοτωθούν» μισοτιμής.

Στην περίπτωση αυτή, οι ξένοι θα τις αγοράσουν αντί πινακίου φακής. Και αγοράζοντας τις τράπεζες, τον νευρώνα δηλαδή της οικονομίας, θα αγοράσουν ή θα κλείσουν όσες ελληνικές επιχειρήσεις έχουν δάνεια. Είτε γιατί θα θέλουν να εξυπηρετήσουν ανταγωνιστές, είτε γιατί δεν θα τους ενδιαφέρει η ελληνική επιχειρηματική πραγματικότητα, είτε γιατί θα θέλουν οι ίδιες ή τα συμφέροντα που εξυπηρετούν να καταλάβουν τις καίριες και κερδοφόρες θέσεις της ελληνικής παραγωγικής δραστηριότητας.

Αν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αλωθεί, είναι σίγουρο ότι σε δεύτερη φάση θα αλωθεί και η ελληνική επιχειρηματικότητα. Εκτός από τα «ασημικά» της δημόσιας περιουσίας, θα έχουμε πουλήσει ή και ξεπουλήσει και την παραγωγική βάση της χώρας. Και βέβαια θα χάσουμε οποιοδήποτε έρεισμα έχουμε αποκτήσει τις δύο τελευταίες δεκαετίες, στις χώρες ιδίως της Βαλκανικής και ευρύτερα της περιοχής που μας ενδιαφέρει και για γεωστρατηγικούς λόγους.

Γι’ αυτό υποστηρίζω ότι είναι αστειότητες που εξισούνται με έγκλημα οι φήμες και οι πληροφορίες περί δήθεν κρατικοποίησης των μεγάλων ιδιωτικών τραπεζών.

Ο πρωθυπουργός δεν το θέλει, η κυβέρνηση δεν το θέλει. Δεν μπορεί, λοιπόν, να λέγεται δήθεν με σοβαρότητα ότι αυτό είναι κάτι που επιθυμούν ο υπουργός Οικονομικών και ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος. Ο Ευάγγ. Βενιζέλος είναι μέλος της κυβερνήσεως, σοβαρός πολιτικός και έξυπνος άνθρωπος ώστε να γνωρίζει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον τις επιπτώσεις ακόμη και στην άσκηση πολιτικής εξουσίας που μπορεί να έχει μια τέτοια ολέθρια επιλογή.

Το ίδιο ισχύει και για τον κορυφαίο θεσμικό παράγοντα του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας, τον Γ. Προβόπουλο. Είναι δε αστεία η άποψη ότι η κρατικοποίηση των τραπεζών θα ωφελήσει τους πολίτες, επειδή δήθεν θα ενισχυθεί η ρευστότητα και έτσι θα ανοίξει η κάνουλα των δανείων και των επιδοτήσεων. Το κράτος είναι βυθισμένο στα ελλείμματα και στα χρέη, και η ύπαρξή του εξαρτάται από το αν θα υπάρξει συνέχεια της δανειοδότησης από την τρόικα.

Μόνον ιδεοληπτικοί και κρατικιστές μπορούν να ονειρεύονται την επιστροφή στις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Οι τράπεζες πρέπει να εξυγιανθούν, να κάνουν αυξήσεις κεφαλαίων, να βάλουν οι μεγαλομέτοχοι το χέρι στην τσέπη, να κόψουν τα μπόνους των στελεχών, να αυξήσουν όσο μπορούν τη ρευστότητα στην αγορά, να γίνουν συγχωνεύσεις, αλλά όχι και να κρατικοποιηθούν. Να υπάρξει -αν χρειάζεται και είναι μπορετό- ισχυρός δημόσιος πυλώνας, αλλά όχι να αναλάβει το εν πολλοίς ανίκανο και διεφθαρμένο κράτος να ελέγξει και να διοικήσει το σύνολο του τραπεζικού συστήματος.

Αυτό, πέραν των άλλων, είναι επικίνδυνο και για το δημοκρατικό παιχνίδι εξουσίας. Στο τέλος τέλος, γιατί θα πρέπει το Δημόσιο να κρατικοποιήσει για μία εισέτι φορά τα χρέη ιδιωτών; Αν μάλιστα αναλογιστούμε ότι το PSI, η εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων, δεν εξελίσσεται όπως θα έπρεπε (αντί για το 90%, μόνο το 50% από τα 135 δισ. ευρώ που πρέπει να εξευρεθούν έχει δηλώσει συμμετοχή), τότε είναι φανερό ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να ρίξει εκεί το βάρος και να μην πυροβολεί η ίδια τα πόδια της, αφήνοντας να κυκλοφορούν τέτοιες ανεύθυνες φήμες.

Η σπερμολογία αποσταθεροποιεί την κατάσταση, με αποτέλεσμα να εντείνονται οι φήμες περί πιθανής ακύρωσης του δεύτερου δανείου και επικείμενης πτώχευσης. Θα πρέπει, λοιπόν, και ο υπουργός Οικονομικών και ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος να τις κόψουν με το μαχαίρι. Να μην υποκύψουν σε πιθανές πιέσεις ιδιοτελών συμφερόντων. Και, κυρίως, να μη συνηγορήσουν υπέρ της άποψης που εκπορεύεται από δυνάμεις που βρίσκονται πίσω από την τρόικα και την ΕΚΤ να αγοράσουν με την ευκαιρία της κρίσης -εκτός από τη δημόσια περιουσία- και το σύνολο της οικονομικής και παραγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας.

Ο κίνδυνος αφελληνισμού ελλοχεύει και πρέπει να αποτραπεί. Ο κ. Τρισέ μπορεί να αισθάνεται πιο ασφαλής αν βρίσκονται στα χέρια της BNP Paribas και της Deutsche Bank οι εγγυήσεις που έχουν δοθεί στις ελληνικές τράπεζες για τη ρευστότητα που άντλησαν από την ΕΚΤ ή θα δοθούν μέσω του EFSF, όμως οι Έλληνες θα πρέπει να αισθάνονται ανασφαλείς αν αυτό ήθελε συμβεί.

Δευτέρα, Αυγούστου 22, 2011

 

Μυαλά ερμητικά κλειστά (20-08-2011)

Την επομένη της επίσημης κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, στον Λευκό Οίκο έγινε ευρεία σύσκεψη επιτελικών στελεχών, προκειμένου οι ΗΠΑ να αναλύσουν τα νέα δεδομένα και να δουν πώς θα πορευτούν στη μεταψυχροπολεμική εποχή. Μεταξύ αυτών που εκλήθησαν στη σύσκεψη ήταν και ένας ζωολόγος, κορυφαίος στο είδος του και αυθεντία στη συμπεριφορά των μαϊμούδων, των χιμπατζήδων και των γοριλών. Η άποψη που ανέπτυξε ο επιστήμων ήταν ότι η κοινωνία αυτών των ζώων είναι συσπειρωμένη και ενωμένη όσο αισθάνεται την απειλή ενός εξωτερικού εχθρού. Όταν ο κίνδυνος εκλείπει, αρχίζουν οι μεταξύ τους έριδες.

Υπέρ των απόψεων του ζωολόγου τάχθηκε ένας κοινωνικός ψυχολόγος, ενώ οι υπόλοιποι έδιναν μεγαλύτερη σημασία στις οικονομικές, στρατιωτικές και διπλωματικές επιπτώσεις. Γράφουμε αυτή την ιστορία για να καταδείξουμε όχι τόσον την ορθότητα των απόψεων του ζωολόγου σχετικά με την αντιστοίχηση της ανθρώπινης κοινωνίας με αυτή των ζώων όσο για να αναφερθούμε στον διαφορετικό τρόπο σκέψης και δράσης των ΗΠΑ σε σχέση με την Ευρώπη, και ειδικότερα με την Ελλάδα.

Οι Αμερικανοί είναι υπερδύναμη επειδή, μεταξύ άλλων, έχουν οργανώσει διαφορετικά το σύστημα ανάγνωσης και ανάλυσης των εξελίξεων. Σκέφτονται ανοιχτά και εξετάζουν τα πάντα χωρίς προκαταλήψεις και στερεότυπα. Πριν λάβουν οποιαδήποτε στρατηγικού χαρακτήρα απόφαση, αφήνουν όλα τα λουλούδια ν’ ανθίσουν. Μελετούν ακόμη και την παραμικρή λεπτομέρεια, ακούν και την πιο τρελή ιδέα. Οι ελίτ τους είναι σ’ ένα συνεχές brain storming. Δεν υποστηρίζουμε ότι έχουν πάντα δίκιο στις αποφάσεις που λαμβάνουν. Κάθε άλλο. Πολλές φορές οι ενέργειές τους είναι βλαπτικές για τα συμφέροντα των άλλων λαών. Όμως, για τα πάντα έχουν ένα, δύο, τρία ή και περισσότερα σενάρια.

Κάτι που δεν συμβαίνει στη Γηραιά Ήπειρο και κατεξοχήν στην Ελλάδα. Τρανό παράδειγμα, η κρίση που βιώνει το έθνος μας. Ενώ σχεδόν ουδείς μπορεί να προβλέψει το τι θα συμβεί, εντούτοις οι πολιτικές, επιχειρηματικές, διανοητικές, συνδικαλιστικές ελίτ της χώρας είναι μονοδρομικές. Η κάθε μία, ανάλογα με τη θέση που κατέχει στη δημόσια σφαίρα και με βάση τις ιδιωτικές της προτεραιότητες, έχει τη δική της θεώρηση των πραγμάτων, η οποία ούτε καν τέμνεται με τις θεωρήσεις των άλλων και πόρρω απέχει από την πραγματικότητα.

Ο καθένας κατηγορεί τον άλλο και όλοι μαζί οικτίρουν το κακό που μας βρήκε και σιχτιρίζουν τους ξένους. Ουδεμία προσπάθεια συνεργασίας, ούτε καν συνεννόησης για εξεύρεση κοινών τόπων και κυρίως προσδιορισμού εναλλακτικών σεναρίων αντιμετώπισης της κρίσης.

Αυτό που δεν κάνουν τα κόμματα, οι επιχειρηματίες, τα συνδικάτα, οι διανοητές, οι κοινωνικές οργανώσεις και οι επαγγελματικοί φορείς ως οντότητες καθορισμού των εξελίξεων δεν το κάνει -κι αυτό είναι το πιο εξοργιστικό και ανησυχητικό- ούτε η κυβέρνηση, που όφειλε να το κάνει ως υπέρτατη Αρχή διεύθυνσης της χώρας.

Όταν δεν γνωρίζουμε τι θα συμβεί την επομένη, αν θα είμαστε μέσα ή έξω από το ευρώ, αν θα πτωχεύσουμε ή όχι, αν θα μπορέσουμε να δανειστούμε, αν η ζωή μας θα γυρίσει δεκαετίες πίσω, δεν θα έπρεπε η κυβέρνηση να έχει εναλλακτικά σενάρια για την κάθε περίπτωση; Δεν θα έπρεπε να έχουν γίνει συσκέψεις, να έχουν κληθεί ειδικοί και ειδήμονες για να εκπονήσουν σχέδια διαφορετικά για κάθε εξέλιξη;

Θα έπρεπε, αλλά δεν γίνεται. Και δεν γίνεται γιατί το ελληνικό κράτος, με πρώτες και καλύτερες τις θεσμικές του εκφράσεις, δεν είναι σοβαρό. Τυρβάζει περί άλλα. Εξαντλεί τις δυνάμεις και τις δυνατότητές του στο πώς θα τη σκαπουλάρει. Πώς θα μεταθέσει το πρόβλημα για αργότερα. Είμαστε παραδομένοι στον μύθο τού από μηχανής θεού, σύμφωνα με τον οποίο όλο κάτι γίνεται στο τέλος και τη γλιτώνουμε.

Αυτό βεβαίως μπορεί κάποιος να υποστηρίξει ότι είναι καλό, δείχνει ότι υπάρχουν ελπίδα και αισιοδοξία. Όμως εγώ, κοιτάζοντας γύρω μου, μόνο ελπίδα και αισιοδοξία δεν βλέπω. Αντίθετα, η εδραία πεποίθηση που μου δημιουργείται είναι ότι σύμπασα η χώρα βρίσκεται σε μια black hole, αυτού του είδους τη νεροτσουλήθρα που κατεβαίνεις με ταχύτητα στα σκοτεινά.

Και επανέρχομαι. Δεν θα έπρεπε η κυβέρνηση να έχει συζητήσει και επεξεργαστεί λύσεις για όλα τα πιθανά σενάρια; Αν, παρ’ ελπίδα, δεν της βγει το σχέδιο διάσωσης που λέει ότι έχει και προσπαθεί να υλοποιήσει, τι θα συμβεί; Θα σηκώσουμε τα χέρια όλοι ψηλά και θα κλαίμε στο Σύνταγμα, στην Αριστοτέλους, στην πλατεία Μπέλλου του Αγρινίου, στη Σπιανάδα της Κέρκυρας για το κακό που μας βρήκε; Ποια είναι η ευθύνη της κυβέρνησης για το μέλλον των πολιτών; Για τη νέα γενιά; Για τους ανήμπορους και αναξιοπαθούντες; Αν το δεύτερο δάνειο δεν εγκριθεί, τι θα γίνει; Θα κηρύξουμε στάση πληρωμών και θα γυρίσουμε στη δραχμή;

Αν αυτό συμβεί, το κόστος για εισαγωγές καυσίμων και φαρμάκων, για να αναφερθώ σ’ ένα εύκολο και απλό παράδειγμα, θα εκτιναχθεί στα ύψη. Πώς θα προστατευτούν οι έχοντες άμεση χρείαν τούτων;

Ναι, ξέρω, θα μου πείτε αυτό δεν θα συμβεί. Αλλά εγώ επιμένω: Εάν συμβεί, τι κάνουμε; Υπάρχει εναλλακτικό σχέδιο; Εκτός από την αβελτηρία, την καθυστέρηση, την ανικανότητα της κυβέρνησης και των κάθε ελίτ που επηρεάζουν τη δημόσια ζωή, ένας σοβαρός λόγος για τον οποίο δεν εκπονούνται εναλλακτικά σχέδια είναι ο φόβος των μέσων ενημέρωσης και του τρόπου με τον οποίο θα τα «σερβίρουν» στους πολίτες.

Αν, για παράδειγμα, γινόταν μια σύσκεψη που θα εξέταζε με σοβαρότητα και με κάθε λεπτομέρεια εναλλακτικά σενάρια για την κρίση, θα γινόταν χαλασμός. «Φεύγουμε από τη δραχμή;», θα κραύγαζαν από τηλεοράσεως και ραδιοφώνου και θα επήρχετο πανικός εάν συνεζητείτο κάτι τέτοιο.

Αυτό που κάθε στοιχειωδώς σοβαρή χώρα οφείλει να πράττει, εμείς το κάνουμε αντικείμενο διαμάχης, και κυρίως φωνή τηλεβόα. Μάλιστα ζητάμε και τα ρέστα και την κεφαλή επί πίνακι εάν ήθελε κάτι αρνητικό συμβεί και δεν μας είχαν προετοιμάσει γι’ αυτό. Βλέπετε, προτιμάμε να στήνουμε στρατοδικεία και ειδικά δικαστήρια παρά να εδραιώνουμε θεσμούς και λειτουργίες αποτροπής καταστροφών. Προτιμάμε την καταστολή από την πρόληψη. Ηδονιζόμαστε με το θέαμα και αποφεύγουμε όπως ο διάολος το λιβάνι την ουσία.

Θα μου πείτε, και γιατί δεν το κάνουν οι κυβερνώντες; Επειδή την ίδια στιγμή θα διαρρεύσει. Τόσο απλό. Βλέπετε, οι υπουργοί και οι κρατικοί αξιωματούχοι προτεραιότητα έχουν τη σχέση τους με τα μέσα ενημέρωσης, και όχι την εκ του νόμου και του συντάγματος εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Ουδείς σ’ αυτή τη χώρα μπορεί να κρατήσει μυστικό. Ή, ακόμη χειρότερα, έχουμε αναγάγει σε μυστικό κάτι που θα έπρεπε να είναι μια φυσιολογική λειτουργία της πολιτείας. Πολλοί από εσάς, ω αναγνώστες μου, θα σκεφτείτε: Μα καλά, τι έπαθε ο Φελέκης; Δεν πρόλαβε να γυρίσει από διακοπές και βρήκε ένα καινούργιο θέμα για να γκρινιάξει; Όχι, δεν είναι έτσι.

Ερχόμενος από την ανάπαυλα ενός εικοσαήμερου διακοπών έπεσα πάνω στα δραματικά γεγονότα των τελευταίων ημερών με τη «μαύρη Πέμπτη» των χρηματιστηρίων, την αδιέξοδη συνάντηση Μέρκελ - Σαρκοζί, τις εμπράγματες εγγυήσεις (ή την παροχή ασφάλειας, όπως τις ονοματίζει ο Ευάγγ. Βενιζέλος) στη Φινλανδία και τις ενστάσεις Ολλανδών, Αυστριακών και Σλοβάκων για το δεύτερο δάνειο στην Ελλάδα που συμφωνήθηκε στις 21 Ιουλίου στις Βρυξέλλες.

Και επειδή είμαι βέβαιος ότι η έκτη δόση του παλαιού δανείου δεν θα είναι η πρώτη του νέου, όπως ανεμένετο, με χαμηλότερο δηλαδή επιτόκιο και καλύτερους όρους αποπληρωμής, με έζωσαν τα φίδια.

Αφ’ ης στιγμής τα επιτόκια δανεισμού ανεβαίνουν σχεδόν για όλες τις χώρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, είναι λογικό να τίθεται εν αμφιβόλω και η απόφαση της 21ης Ιουλίου για τη χώρα μας. Όταν Ιταλία, Ισπανία και άλλοι δανείζονται με 6%, είναι περίπου βέβαιον ότι θα αρνηθούν να δανείσουν την Ελλάδα με 3,5%. Κάτι άλλο λοιπόν πρέπει να συμβεί για να μην τιναχτεί η απόφαση-σωσίβιο για τη χώρα μας στον αέρα και μείνουμε πεντάρφανοι στους πέντε δρόμους.

Κι αυτό δεν είναι ευθύνη μόνον της κυβέρνησης Παπανδρέου, αλλά και όλων των άλλων κομμάτων και δυνάμεων. Αν διακοπεί το πρόγραμμα δανειοδότησης, το να διαφωνούμε για το μείγμα οικονομικής πολιτικής είναι σαν να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας. Θα χρειαστούν δραματικές και ριζικές αλλαγές πιθανώς ακόμη και προτεραιοτήτων και προσανατολισμού της χώρας.

Επειδή, όπως και στην Ελλάδα, έτσι και στην Ευρώπη οι ηγεσίες είναι κατώτερες των περιστάσεων και πάντα ένα βήμα πίσω από τις εξελίξεις, βλέπω -παρά την παραδοσιακή και έμφυτη αισιοδοξία που διαθέτω- την καταστροφή ολοένα και να πλησιάζει. Επειδή η Ευρώπη και οι ΗΠΑ εισέρχονται, όπως όλα δείχνουν, σε ύφεση που θα παροξύνει την κρίση υπερχρέωσης, θυμήθηκα τον ζωολόγο και μελαγχόλησα για το ότι, εκτός από την Ελλάδα, στερείται και η υπόλοιπη Ευρώπη το ανοιχτό μυαλό.

Ανίκανοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες να προβλέψουν και να επεξεργαστούν σχέδια κοινής διάσωσης των κρατών-μελών της Ε.Ε. και εναλλακτικά σενάρια αντιμετώπισης της κρίσης, αντί να μας βοηθούν, μας βυθίζουν ολοένα και περισσότερο στην υπανάπτυξη, την ανεργία, τα ελλείμματα και το χρέος.

Δυστυχώς, τα σύννεφα πυκνώνουν και κάνουν πιο πιθανό έναν επερχόμενο οικονομικό και κοινωνικό κατακλυσμό. Αντί Έλληνες και Ευρωπαίοι να συναισθανθούν την ανάγκη να φτιαχτεί μια νέα κιβωτός, προτιμούν να ερίζουν για τα ελάσσονα, για το ποιος δηλαδή φταίει, ποιος θα πληρώσει φτηνότερα το μάρμαρο της κρίσης και ποιος θα βγει πρώτος από το ευρώ.

Στα καθ’ ημάς πάντως, δεν χρειάζεται κατακλυσμός για να πνιγούμε. Τον Σεπτέμβριο που έρχεται θα αποδειχτεί ότι μας αρκούν και τα ψιλόβροχα. Εδώ είμαστε και θα το δούμε...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]