Δευτέρα, Μαρτίου 30, 2009

 

Το δίστρατο του Καραμανλή (28-03-2009)

Οι χαλαρές συζητήσεις και οι, επί προσωπικού ενίοτε, εξομολογήσεις του πρωθυπουργού δεν είναι κάτι το καινούργιο. Για όσους τον γνωρίζουν καλά, το έχει κάνει με πολλούς άλλους και αρκετές φορές. Μάλιστα θα έλεγα ότι ήταν σχεδόν στερεότυπη η φιλοσοφία ζωής του: «Από τη γενιά μου εγώ έγινα πρώτος αρχηγός μεγάλου κόμματος και πρωθυπουργός. Θα κυβερνήσω επτά χρόνια και θα φύγω».

Όσοι από τους συνομιλητές του τον πείραζαν λέγοντάς του «δεν ξέρεις τι χάνεις (από τη ζωή), μ’ αυτά (τα αρχηγικά και πρωθυπουργικά καθήκοντα) που έχεις μπλέξει», τους... προειδοποιούσε: «Μετά θα σου δείξω εγώ», υπονοώντας ότι θα επανέλθει στον πρότερο ανέφελο και μποέμικο τρόπο ζωής.

Μάλιστα, αυτές του οι απόψεις είναι κοινό μυστικό για τους παροικούντες την (πολιτική) Ιερουσαλήμ, ενώ κατά καιρούς έχουν γραφτεί και στον Τύπο. Τι άλλαξε, λοιπόν, και η συνήθης «γκρίνια» του γίνεται τώρα μείζον πολιτικό ζήτημα; Απλούστατα άλλαξαν οι συνθήκες και οι πάσης φύσεως υποδοχείς των απόψεών του.

Ο Κ. Καραμανλής βρίσκεται σε φάση αποδρομής. Η κοινωνία και οι φορείς εκπροσώπησής της, καθώς και οι λεγόμενοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τον έχουν ή τον θέλουν τελειωμένο. Αυτό που πριν αντιμετωπιζόταν ως φυσικό, αθώο και παραπολιτικό εκλαμβάνεται σήμερα ως σημάδι τουλάχιστον ανικανότητας.

Ο Κ. Καραμανλής παθαίνει ό,τι έπαθε το 1989 ο Α. Παπανδρέου, το 1993 ο Κ. Μητσοτάκης, το 2004 ο Κ. Σημίτης. Όπως και τότε, έτσι και τώρα, σχεδόν όλοι, από τους απλούς πολίτες μέχρι -και κυρίως- τους λεγόμενους «νταβατζήδες», θέλουν ν’ αλλάξει βάρδια η εξουσία.

Αυτό δεν συνιστά κάποια συνωμοσία, είναι απλώς ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί ευρύτερα στην κοινωνία. Σχεδόν άπαντες ψάχνουν να βρουν κάτι για να εκδηλώσουν τη δυσφορία τους. Αυτό δεν κατάλαβε ο Κ. Καραμανλής. Μπορεί οι δημοσκόποι να επιμένουν, όπως και με τον Κ. Σημίτη, ότι είναι ο «καταλληλότερος», όμως το κλίμα στους πολίτες, τους εργαζόμενους, τους επιχειρηματίες, τα Μέσα Ενημέρωσης, ακόμη και σε σημαντική μερίδα στελεχών, αλλά και οπαδών της Ν.Δ. δεν είναι εύκρατο γι’ αυτόν.

Στην περιρρέουσα αυτή ατμόσφαιρα, κάθε αβλεψία ή λάθος μεγιστοποιείται, γιατί έτσι καταδεικνύεται η ορθότητα της γενικευμένης επιθυμίας. Και μεγιστοποιείται απ’ όλους όσοι θέλουν -για διαφορετικούς σίγουρα λόγους- να τελειώσει η «εποχή Καραμανλή».

Και θέλουν να τελειώσει επειδή είναι πεπεισμένοι ότι δεν έχει πλέον τίποτε σημαντικό να προσφέρει, ιδιαίτερα τώρα που η οικονομική και κοινωνική κρίση οξύνεται. Η στρατηγική του «μαύρου» και της «απαισιοδοξίας» που έχει επιλεγεί από το Μέγαρο Μαξίμου αποδεικνύεται ολέθρια.

Τη στιγμή που η κοινωνία χρειάζεται αισιοδοξία, η κυβέρνηση -διά του πρωθυπουργού και των υπουργών της- το μόνο που υπερτονίζει είναι «οι χειρότερες μέρες έρχονται» και «η κρίση είναι μπροστά μας». Αυτό -σε συνδυασμό με την απώλεια, λόγω σκανδάλων, της ηθικής υπεροχής, αλλά και εξαιτίας των παραλυτικών ισορροπιών στη διακυβέρνηση ένεκα της οριακότητος της δεδηλωμένης- έχει αλλάξει άρδην τον πολιτικό-εκλογικό συσχετισμό.

Η αρνητικά ιονισμένη ατμόσφαιρα για την κυβέρνηση φορτίζεται και από δύο επιπλέον στοιχεία. Πρώτον, από τον υπερβάλλοντα ζήλο των «οπορτουνιστών». Όσοι είχαν ταυτίσει τα συμφέροντά τους με την κυβέρνηση και βλέποντας ότι η νέα ερχόμενη δύναμη εξουσίας είναι το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου σπεύδουν να δώσουν ηχηρά διαπιστευτήρια. Και δεύτερον, η κομματική αναδιανομή των μεριδίων εξουσίας στη Ν.Δ. εν όψει της εικαζόμενης, αλλά και προβλεπτής διαδοχής Καραμανλή.

Και οι δύο υπερτονίζουν τα σφάλματα, τις παραλείψεις και τις αβελτηρίες του αναχωρητή ηγέτη. Κι αυτό επιτείνει και μεγιστοποιεί το πρόβλημα για τον Κ. Καραμανλή, την κυβέρνηση και τη συντηρητική παράταξη. Πλέον η συμπολίτευση πορεύεται αιχμάλωτη, σ’ έναν φαύλο κύκλο που δεν μπορεί να σπάσει. Αντίθετα, είναι όπως η κινούμενη άμμος. Κάθε κίνηση τη βυθίζει ολοένα και πιο βαθιά.

Γι’ αυτό και είναι λάθος όποιες απόπειρες γίνονται να δοθούν ερμηνείες σχετικά με την «εξομολόγηση» Καραμανλή στον Ν. Χατζηνικολάου. Οτιδήποτε λέγεται ακόμη και ως στήριξη στον πρωθυπουργό καταλήγει να διογκώνει το πρόβλημα ηγεσίας. Πλέον όλοι θεωρούν δεδομένη την ήττα και η συζήτηση έχει εκτραπεί είτε σε εκκλήσεις για να παραμείνει στο τιμόνι της Ν.Δ. ο Καραμανλής, είτε στις φιλοδοξίες και την προετοιμασία των δελφίνων του, και κυρίως της Ντ. Μπακογιάννη.

Έτσι όμως μια αδύναμη κυβέρνηση, με οριακή πλειοψηφία και εν μέσω γενικευμένης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, είναι αμφίβολο εάν μπορεί να αντέξει, χωρίς μάλιστα να προκαλέσει προβλήματα στη χώρα.

Εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα, δύο μόνο δρόμοι απομένουν στον Κ. Καραμανλή. Και οι δύο δύσκολοι. Ο πρώτος είναι μετά την πιθανολογούμενη ήττα στις ευρωεκλογές να προκηρύξει έκτακτο συνέδριο του κόμματός του. Είτε για να δρομολογήσει ο ίδιος τη διαδοχή του εφόσον η ήττα είναι μεγάλη και, ως είναι φυσικό, μη αναστρέψιμη στις εθνικές εκλογές. Είτε για να επαναβεβαιώσει το αρχηγικό του imperium εφόσον η ήττα είναι μικρή (μέχρι 3%) και άρα διαχειρίσιμη.

Στη δεύτερη περίπτωση, είναι προφανές ότι θα πρέπει να μιμηθεί τον Γ. Παπανδρέου, υιοθετώντας τη στρατηγική του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετά την ήττα του στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007.

Ουδείς, φυσικά, μπορεί να εγγυηθεί ότι και αυτή η στρατηγική θα του λύσει το πρόβλημα. Κι αυτό επειδή το οριακόν της δεδηλωμένης είναι κάτι που δεν μπορεί να αλλάξει, όπως -και το κυριότερο- δεν πρόκειται να εξαφανιστούν η οικονομική κρίση και τα μείζονα οικονομικά και δημοσιονομικά προβλήματα που υπάρχουν και τα οποία μετά το καλοκαίρι θα λάβουν εκρηκτικές διαστάσεις.

Βέβαια, η προκήρυξη έκτακτου συνεδρίου για επαναβεβαίωση της ηγεμονίας του μπορεί να αποδώσει πολύ περισσότερα εφόσον συνδυαστεί με μια προσπάθεια επανίδρυσης της δεξιάς παράταξης. Η προσχώρηση του ΛΑΟΣ και κάποιων άλλων ανένταχτων προσωπικοτήτων μπορεί να προσδώσει δυναμική σ’ ένα τέτοιο εγχείρημα, υπό την προϋπόθεση ότι τον Σεπτέμβριο θα οδηγηθούμε στις κάλπες προκειμένου να συγκρουστούν οι «δύο κόσμοι», της Δεξιάς και της Αριστεράς.

Αλλά και αυτή η στρατηγική είναι αμφίβολο αν θα διασώσει τον Κ. Καραμανλή, καθώς θεωρείται βέβαιον ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα υπάρξουν διεργασίες και στον χώρο της Αριστεράς με βασικό ωφελημένο το ΠΑΣΟΚ και τον στόχο της εκλογικής αυτοδυναμίας.

Ο δεύτερος δρόμος ίσως είναι ο πιο συνετός για τον Κ. Καραμανλή και σίγουρα πιο επωφελής για την κοινωνία και τη χώρα. Ποιος είναι αυτός; Να προκηρύξει εκλογές και να στηθούν «δίδυμες κάλπες», μαζί με τις ευρωεκλογές τον Ιούνιο. Γιατί να το πράξει αυτό, όταν γνωρίζει πως τις χάνει; Επειδή έτσι θα δοθεί μια διέξοδος στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα της χώρας.

Ας πούμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Ψυχρά. Χωρίς παρωπίδες και κομματικές προτιμήσεις. Ανεξαρτήτως του τι ευελπιστούν ή επιθυμούν τα στελέχη και οι οπαδοί της Ν.Δ., η παρούσα κυβέρνηση δεν μπορεί να φέρει εις πέρας την υπερπροσπάθεια που απαιτείται για να βγει η χώρα από την κρίση. Είναι αδύναμη, φθαρμένη και πλέον αμφισβητούνται ολοένα και πιο έντονα η συνοχή και η διαχειριστική της επάρκεια. Ταυτόχρονα θάμπωσε και αρχίζει και δύει και το άστρο του αρχηγού της, ο οποίος είναι αλήθεια επί μακρόν ήταν αυτός που τη διέσωζε και την «ξελάσπωνε» λόγω της αυξημένης δημοφιλίας που είχε και πέραν του συντηρητικού χώρου.

Τώρα αυτό δεν ισχύει. Ο Κ. Καραμανλής πλέον είναι ένας κομματικός ηγέτης, και όχι ένας ευρύτερα αποδεκτός στο εθνικό ακροατήριο πολιτικός, όπως οφείλει να είναι ένας πρωθυπουργός.

Επιπροσθέτως, τα δύσκολα με την κρίση όντως είναι μπροστά. Ο κίνδυνος κοινωνικής ανάφλεξης είναι υπαρκτός, ένεκα και των αντιδημοφιλών μέτρων που λαμβάνονται στο όνομα της δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά και για να αντιμετωπιστούν χρόνια προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, ενώ επ’ εσχάτων προσετέθη με δραματικό τρόπο και το πρόβλημα της ασφάλειας.

Η χώρα χρειάζεται να αποκτήσει άλλη ψυχολογία. Να αναπνεύσει φρέσκο αέρα προκειμένου να ριχτεί με όλες της τις δυνάμεις στον αγώνα για να ξεπεραστεί η κρίση. Η παρούσα κυβέρνηση δεν μπορεί να το κάνει. Οι δυσκολίες της είναι και υποκειμενικές και αντικειμενικές. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να διαχειρίζεται φοβικά την υπάρχουσα φθορά.

Η χώρα όμως για να αντιμετωπίσει την κρίση δεν χρειάζεται μέτρα. Χρειάζεται σχέδιο, νέες προτεραιότητες, άλλο προσανατολισμό και διαφορετικό μείγμα πολιτικής. Δεν είναι τυχαίο ότι, ενώ οι άλλες χώρες αρχίζουν και σχεδιάζουν την έξοδο από την κρίση, εμείς συζητάμε υπό το βάρος και των πρόσφατων σκληρών υποδείξεων της Κομισιόν, για την είσοδό μας στην πλέον επώδυνη φάση της.

Αν παραταθεί λοιπόν το πολιτικό και κυβερνητικό «σάρκωμα» που εμφανίζει η χώρα, ουδείς μπορεί να αποκλείσει εξελίξεις αδιανόητες μέχρι πρόσφατα, έστω και ως θεωρητικό ενδεχόμενο, την έξωσή της από την Ευρωζώνη. Τα ολοένα πυκνότερα και κάθε φορά πιο δυσοίωνα σημάδια είτε στον διεθνή Τύπο είτε στις τοποθετήσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων επιβεβαιώνουν την απειλή. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε, κατ’ αντιστοιχίαν, με τη Μικρασιατική Καταστροφή. Όσο κι αν αυτό μάς δυσαρεστεί, έτσι είναι.

Αυτή τη στιγμή δεν χρειαζόμαστε δικαιολογίες. Χρειαζόμαστε αποφάσεις και άλλη ρότα. Αυτό είναι το πολιτικό παιχνίδι. Έτσι υπαγορεύουν οι δημοκρατικοί κανόνες. Και πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στον λαό να αποφασίζει όταν οι δημόσιες υποθέσεις μπλοκάρουν.

Ο μόνος ορθός, λοιπόν, δρόμος για τον Καραμανλή είναι η προκήρυξη «δίδυμων εκλογών». Για να λυθεί αυτή η παρατεταμένη εκκρεμότητα που μόνο ζημιά κάνει στη χώρα. Αν τις κερδίσει η Ν.Δ., θα αποκτήσει τη νομιμοποίηση και τη δύναμη -και κυρίως τον διαφορετικό αέρα- για να αντιμετωπίσει την κρίση. Αν τις κερδίσει το ΠΑΣΟΚ, όπερ και το πιθανότερο, ας εφαρμόσει αυτό το σχέδιό του και ας βγάλει, όπως λέει ότι μπορεί, το... φίδι από την τρύπα. Αν πάλι ο λαός αποφασίσει ότι χρειάζονται ευρύτερες κυβερνητικές συνεργασίες, πάλι όφελος θα προκύψει για τη χώρα.

Ο δρόμος των «δίδυμων εκλογών» θα έχει και ένα πρόσθετο όφελος για τη Ν.Δ. Εάν χάσει, θα μπορέσει εν ηρεμία και χωρίς την πίεση της διακυβέρνησης να διευθετήσει τα του οίκου της. Ο κίνδυνος διάσπασης, παρά τις σημερινές Κασσάνδρες, δεν είναι πολύ πιθανός. Δεν διασπώνται έτσι εύκολα τα μεγάλα κόμματα εξουσίας. Η ιστορία το έχει αποδείξει. Ένθεν, κακείθεν.

Ταυτόχρονα όμως από μια πιθανή ήττα θα αποδεσμευτεί κομματικά και ο Κ. Καραμανλής και μπορεί έπειτα από δέκα μήνες να διεκδικήσει, με ισχυρές πιθανότητες, την Προεδρία της Δημοκρατίας.

Παραμένοντας εκτός ενεργού πολιτικής από τον Ιούνιο μέχρι τον Μάρτιο του 2010, θα έχει απαλύνει τα πολωτικά χαρακτηριστικά που εκ των πραγμάτων σωρεύει η πολιτική αντιπαράθεση. Από τη θέση αυτή μπορεί να βοηθήσει και την παράταξή του να λύσει τα προβλήματα ενότητας που εκ των πραγμάτων ανακύπτουν στο μεσοδιάστημα μιας κομματικής αλλαγής, αλλά και η Ν.Δ. θα έχει ένα «αποκούμπι» στον κορυφαίο πολιτειακό θεσμό.

Ταυτόχρονα, και το ΠΑΣΟΚ θα ήθελε έναν σοβαρό ενδιάμεσο και κατευναστή των πολιτικών παθών, αλλά και έναν έγκυρο διαμεσολαβητή με την ευρωπαϊκή λαϊκή Δεξιά τόσο για το διάστημα αντιμετώπισης της κρίσης όσο και μετά.

Οι «δίδυμες κάλπες», ίσως είναι λοιπόν το καλύτερο σενάριο για τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Ορισμένοι φανατικοί νεοδημοκράτες ίσως αντιτείνουν ότι αυτό δεν είναι καλό για το κόμμα τους. Ίσως να έχουν δίκιο. Είναι όμως ένα καλό σενάριο για τη χώρα. Κι αυτό, νομίζω, το κατανοούν και αρκετοί συντηρητικοί παράγοντες και ψηφοφόροι.

Γιατί λοιπόν να μην το αποτολμήσει ο Κ. Καραμανλής; Εκτός κι αν έχει όντως κουραστεί τόσο πολύ που θέλει να ρίξει μαύρη πέτρα στην πολιτική. Θα ήταν πάντως κρίμα για τον ίδιο, καθώς είναι και τόσο νέος, να καταγραφεί στην πολιτική ιστορία ως ο πρωθυπουργός που επί των ημερών του ουδέν το αξιόλογο συνέβη.

Ένας απλώς διατελέσας πρωθυπουργός δεν είναι και ό,τι καλύτερο για τη φήμη του, ακόμη και αν το σχέδιό του ήταν να είναι αυτός που από τη γενιά του θα γίνει αρχηγός μεγάλου κυβερνητικού κόμματος και θα κυβερνήσει τη χώρα για έξι και όχι -όπως ήλπιζε- επτά χρόνια.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]