Δευτέρα, Μαΐου 23, 2011

 

Η κοινή μοίρα (21-05-2011)

Tα ψέματα για το πολιτικό σύστημα τελείωσαν. Και μαζί και οι αυταπάτες ότι μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον το κρυφτούλι με την τρόικα. Αυτή ή το αργότερο την άλλη εβδομάδα πρέπει να ληφθούν αποφάσεις, δραματικές άμα και ιστορικές, αφού από αυτές θα εξαρτηθεί το μέλλον της χώρας τουλάχιστον για την επόμενη δεκαετία.

Αναβολή άλλη πλέον δεν χωρεί. Όσοι θεωρούν ότι μπορεί να δοθεί κι άλλη παράταση στην «ελληνική τραγωδία» είναι ή κρετίνοι ή κατώτεροι των περιστάσεων, άρα επικίνδυνοι. Οι εταίροι και δανειστές μάς έχουν βάλει το μαχαίρι στον λαιμό και είναι αποφασισμένοι να το μπήξουν βαθιά εάν εκτιμήσουν ότι η εθνική αμεριμνησία πρόκειται να συνεχιστεί.

Το τελεσίγραφο είναι λακωνικό και σαφές: Ή τώρα δεσμεύεστε εγγράφως ότι θα φανείτε συνεπείς στις υποχρεώσεις που έχετε αναλάβει και δίνετε απτά δείγματα γραφής ότι θα τηρήσετε τα συμπεφωνημένα ή αρχίστε σιγά σιγά να προετοιμάζεστε για τη διαδικασία έκδοσης του διαζυγίου με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει από έξι μήνες έως το αργότερο δύο χρόνια, και αφού στο μεσοδιάστημα υποστούμε ουκ ολίγους εξευτελισμούς και ταπεινώσεις σε πολλά επίπεδα, και όχι μόνον στο οικονομικό.

Όσοι θεωρούν ότι αυτά συνιστούν έναν ακόμη εκβιασμό από τους ξένους που θέλουν να μας αρπάξουν για ένα κομμάτι ψωμί τη δημόσια περιουσία στην καλύτερη των περιπτώσεων αυταπατώνται. Αν διακοπεί η έξωθεν βοήθεια, η χώρα θα καταρρεύσει και θα μας αγοράσουν όχι για ένα κομμάτι ψωμί, αλλά για ψίχουλα.

Όσοι νομίζουν ότι είμαστε σε θέση να εκβιάσουμε τους δανειστές μας με στάση πληρωμών, έξοδο από το ευρώ και επιστροφή στη δραχμή, είναι επιεικώς αβδηρίτες. Kαι αν μπορούσαν να σκεφτούν, θα καταλάβαιναν ότι οι περισσότεροι εύχονται να συμβεί αυτό για να τελειώνουν με το ελληνικό «σάρκωμα» πριν εξαπλωθεί και στους ίδιους.

Όσοι πιστεύουν ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, επειδή δήθεν το πρόβλημα είναι συστημικό και θα πληγούν και οι δικές τους τράπεζες, ας αναλογιστούν ότι τώρα ίσως είναι προτιμότερο γι’ αυτούς, αντί να δώσουν τα λεφτά στην Ελλάδα, να δώσουν -αν χρειαστεί- ακόμη και τα διπλά απευθείας στις δικές τους τράπεζες είτε με τη μορφή εγγυήσεων είτε ως ρευστότητα. Και λέμε «τώρα», γιατί όντως πριν από έναν χρόνο το πρόβλημα θα ήταν συστημικό. Πριν από έναν χρόνο όντως η Ελλάδα θα ήταν η Lehman Brothers της Ευρώπης κι ακόμη χειρότερα. Τώρα δεν θα πιαστούν εξαπίνης. Έχουν προετοιμαστεί και προετοιμάζονται γι’ αυτό.

Ας σταματήσουν, λοιπόν, οι εθνικοί τσαμπουκαλήδες να κοκορεύονται και να (δια)λαλούν από πρωίας έως εσπέρας, μέσω ερτζιανών και Τύπου, τις σαχλαμάρες τους. Αν οι ρεαλιστές άνευ σχεδίου βλάπτουν μια φορά την πατρίδα, οι εθναμύντορες τη βλάπτουν δύο. Αυτή τη στιγμή, η χώρα χρειάζεται σύνεση, περισυλλογή και κυνισμό. Χρειάζεται ένα εθνικό σχέδιο, που θα συμφωνηθεί από την ευρύτερη δυνατή πλειοψηφία και το οποίο θα υλοποιηθεί για όσο διάστημα χρειάζεται, με συνέπεια και αυταπάρνηση πρωτοχριστιανών.

Και γίνομαι πιο συγκεκριμένος. Αυτή τη στιγμή, η χώρα όντως βρίσκεται εν καμίνω. Αν δεν συμφωνήσουμε σ’ αυτό, δεν έχουμε λόγο να συζητάμε. Εν πάση περιπτώσει, όσοι θεωρούν ότι δεν υπάρχει πρόβλημα μπορούν να συνεχίσουν να παίζουν με τα κουβαδάκια τους. Όσοι συμφωνούμε ότι υπάρχει πρόβλημα, και μάλιστα μεγάλο, και συμφωνούμε ότι πρέπει να το λύσουμε, ας δούμε πώς μπορεί να γίνει αυτό.

Αν κάποιοι θεωρούν ότι πρέπει να αναζητήσουμε και να επιμερίσουμε τις ευθύνες, ας ξεκινήσουμε απ’ αυτό. Εγώ θα πρότεινα να το ξεπεράσουμε, γιατί στο τέλος θα διαπιστώσουμε ότι η αναζήτηση και ο επιμερισμός των ευθυνών είναι, στην κατάσταση που βρισκόμαστε, σπατάλη χρόνου.

Είναι γνωστοί οι υπαίτιοι. Αυτοί που κυβέρνησαν τη χώρα. Άλλος θα ρίξει τις περισσότερες ευθύνες στο ένα κόμμα κι άλλος στο άλλο. Θέλετε να πούμε ότι φταίει περισσότερο η Ν.Δ. και λιγότερο το ΠΑΣΟΚ ή αντίστροφα, να το πούμε. Να πούμε ότι και οι δύο έβλαψαν εξίσου τη... Συρία, να το πούμε κι αυτό. Το είπαμε, παρακάτω τι κάνουμε; Να φύγουν αυτοί και να ’ρθουν κάποιοι άλλοι. Να φύγουν. Και ποιοι να ’ρθουν; Να τους βρούμε. Πώς;

Υποθέτω ότι ένας είναι ο δρόμος: Η λαϊκή ετυμηγορία. Αυτό υπαγορεύει η δημοκρατία. Κυβερνήσεις τεχνοκρατών, προσωπικοτήτων και άλλα τέτοια, χωρίς τη λαϊκή βούληση ή και ενάντια σ’ αυτήν, πρέπει να αποκλειστούν γιατί αντιστρατεύονται τους κανόνες του δημοκρατικού παιχνιδιού. Ποιοι μπορεί να είναι αυτοί; Υποθέτω ότι και πάλι θα συμφωνήσουμε ότι δεν μπορεί παρά να είναι όσοι όντως έχουν στρατηγική εξουσία και είναι προσανατολισμένοι στην Ευρώπη, στο ευρώ και στους άλλους θεσμούς στους οποίους συμμετέχει η χώρα.

Θα μου πείτε, και ορθώς, γιατί πρέπει να αποκλειστούν όσοι ονειρεύονται μια «Κούβα της Μεσογείου» ή μια «Ρουμανία της εποχής του Ψυχρού Πολέμου»; Υποθέτω επειδή, πρώτον, οι ίδιοι δεν θεωρούν ότι οι αντικειμενικές συνθήκες είναι ώριμες για να τους δώσουν την εξουσία, άρα δεν διεκδικούν την κυβέρνηση, και επειδή, δεύτερον, σχεδόν ουδείς επιθυμεί έξοδο από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τουλάχιστον δεν το δηλώνει.

Φτάνουμε, λοιπόν, στον σκληρό πυρήνα του προβλήματος. Υπάρχει εναλλακτική στο μνημόνιο, και ποια είναι αυτή; Όχι. Παρά τα όσα λέγονται, εναλλακτική εκτός μνημονίου δεν υπάρχει. Ίσως αυτό είναι και το πρόβλημα. Ότι, δηλαδή, τα κόμματα εξουσίας πρέπει να κινηθούν ζωσμένα τον κορσέ του μνημονίου. Η μόνη εναλλακτική που έχει διατυπωθεί είναι η έξοδος από το ευρώ και η επιστροφή στη δραχμή. Το θέλουμε; Η συντριπτική πλειοψηφία λέει «όχι», επειδή όντως θα ισοδυναμούσε με καταστροφή. Το γιατί θα ήταν καταστροφή ας το αφήσουμε, επειδή θεωρώ ότι λίγο έως πολύ όλοι το έχουμε κατανοήσει.

Ψάχνουμε, λοιπόν, εναλλακτική εντός του ευρώ. Υπάρχει, με δεδομένο το μνημόνιο; Ναι, λένε κάποιοι. Είναι το «κούρεμα» και η επαναδιαπραγμάτευση των όρων του μνημονίου; Ας αφήσουμε προσώρας το «κούρεμα», επειδή αφενός το απορρίπτουν οι δανειστές μας και, αφετέρου, εάν το επιχειρούσαμε μονομερώς, θα μας δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα απ’ ό,τι θα μας έλυνε, ενώ σε κάθε περίπτωση θα μας έβγαζε εκτός αγορών για πολλά χρόνια.

Μια χώρα όπως η δική μας, χωρίς παραγωγική βάση και χωρίς πλεονάσματα στον προϋπολογισμό, θα έπρεπε να ζει με δανεικά, κάτι που δεν θα ήταν εφικτό, αφού -εκτός από τις αγορές- θα ηρνούντο να μας δανείσουν και οι της τρόικας. Άρα τι μας απομένει; Η επαναδιαπραγμάτευση των όρων του μνημονίου. Μπορεί να γίνει; «Ναι», λένε η Ν.Δ. και ο Αντ. Σαμαράς. «Όχι», τουλάχιστον αυτή τη στιγμή, λέει η κυβέρνηση. Και προτείνει ως στρατηγική εξόδου από την κρίση το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, ένα δεύτερο μνημόνιο.

Το δεύτερο μνημόνιο ξεπερνά, όμως, τον εκλογικό της κύκλο. Εκτείνεται πέραν του 2013, οπότε λήγει η θητεία της παρούσης κυβερνήσεως. Μπορεί να δεσμεύσει τη χώρα η κυβέρνηση μ’ ένα πρόγραμμα το οποίο η αξιωματική αντιπολίτευση απορρίπτει; Η απάντηση πρέπει να είναι «όχι». Όχι για συνταγματικούς λόγους, αλλά για πολιτικούς. Νομικά και συνταγματικά μπορεί το νέο μνημόνιο να ψηφιστεί από 151 βουλευτές. Πολιτικά επιβάλλεται είτε να ψηφιστεί από 180 ή ακόμη και από 200 βουλευτές είτε να υπάρξει προσφυγή στις κάλπες ώστε να αποφασίσει ο λαός εάν υιοθετεί το σχέδιο της κυβερνήσεως ή το σχέδιο της αντιπολιτεύσεως.

Είναι μάλιστα οξύμωρο που η Ν.Δ. δεν ζητά εκλογές, όταν θεωρεί ότι η πρόταση της κυβερνήσεως και το μνημόνιο ισοδυναμούν με καταστροφή. Εάν όντως καταστρέφουν την πατρίδα, πρέπει η ίδια η Ν.Δ. να απαιτήσει αυξημένη πλειοψηφία για το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα ώστε, καταψηφίζοντάς το, να οδηγηθούμε στις κάλπες. Αντ’ αυτού, βλέπουμε ότι ούτε πλειοψηφία 3/5 ή 2/3 ζητά ούτε εκλογές. Είναι προφανές ότι θέλει ν’ αφήσει το ΠΑΣΟΚ να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά και να εισπράξει τη δυσαρέσκεια. Δεν θέλει, λέει, να μπει στο «κάδρο» του μνημονίου ο Αντ. Σαμαράς. Μα, αν το θεωρεί καταστροφή, πρέπει να κάνει οτιδήποτε για να βγάλει τη χώρα από το «κάδρο» του μνημονίου, όχι να μην μπει αυτός. Αυτό θα ήταν μια πατριωτική στάση.

Το ίδιο ισχύει και για την κυβέρνηση. Όταν κατηγορείται (και πολιτικά αποδομείται και συρρικνώνεται το ΠΑΣΟΚ) ακόμη και για τη σύναψη του πρώτου μνημονίου, είναι αδιανόητο να μη ζητήσει το δεύτερο μνημόνιο -που ξεπερνά τη θητεία της κυβερνήσεως- να έχει είτε την ευρύτερη δυνατή κοινοβουλευτική αποδοχή είτε τη λαϊκή έγκριση. Εάν επιχειρήσει -και τα καταφέρει- να το περάσει με απλή πλειοψηφία, θα πρέπει τα αποτελέσματα που θα παραχθούν να είναι θεαματικά και γρήγορα. Διαφορετικά, πολύ σύντομα ο Γ. Παπανδρέου θα διαπιστώσει ότι διέπραξε ένα βαρύτατο πολιτικό και ιστορικό σφάλμα με επιπτώσεις τόσο στον ίδιο όσο και στη Δημοκρατική Παράταξη, και κυρίως στη χώρα.

Το ίδιο αδιέξοδο θα αντιμετωπίσει και ο Αντ. Σαμαράς, αν συνεχίσει να επιμένει στην αντιμνημονιακή ρητορική. Εάν πιστεύει ότι τον ωφελεί να αποδυναμωθούν, μέσω του μνημονίου, ο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ, θα διαπιστώσει ότι έσφαλε, αφού οι «αμνήμονες» θα απαιτούν εδώ και τώρα την υλοποίηση όσων αντιμνημονιακών εξαγγέλλει.

Πορεία εκτός μνημονίου όμως δεν υπάρχει, και το γνωρίζει. Γι’ αυτό, άλλωστε, υποστηρίζει ότι θα σεβαστεί τα συμφωνηθέντα με τους δανειστές, αφού το κράτος έχει συνέχεια. Αν πιστεύει ότι μπορεί να επαναδιαπραγματευθεί το μνημόνιο, οφείλει να το επιχειρήσει, μέσω εκλογών, τώρα. Όχι αύριο.
Το ίδιο οφείλει να πράξει και ο Γ. Παπανδρέου. Αν ο αντίπαλός του πιστεύει ότι μπορεί ο ίδιος να τα καταφέρει καλύτερα, πρέπει να του δώσει, μέσω εκλογών, την ευκαιρία.

Πριν όμως καταλήξουν να λύσουν τις διαφορές στην κάλπη, καλόν είναι να σκεφτούν ένα πράγμα. Η κατάσταση για τη χώρα είναι οριακή. Χωρίς εθνική συνεννόηση ή έστω συμφωνία των δύο κομμάτων εξουσίας, το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται. Δεν είναι ότι την απαιτούν οι ξένοι.

Αυτοί, από την πλευρά τους, ορθά σκέφτονται. Δεν μπορούν να κατανοήσουν γιατί αυτό που έγινε στην Πορτογαλία και στην Ιρλανδία δεν μπορεί να γίνει στην Ελλάδα, που έχει μεγαλύτερο πρόβλημα, ούτε αντιλαμβάνονται πώς είναι δυνατόν τα δικά τους Κοινοβούλια να ψηφίζουν να παρασχεθεί βοήθεια στην Ελλάδα και το ελληνικό Κοινοβούλιο να μην μπορεί να ομονοήσει. Όσο αυτό το απλό πράγμα δεν είναι κοινός τόπος στα καθ’ ημάς, το πρόβλημα θα μεγαλώνει. Όχι ότι η εθνική συνεννόηση αρκεί από μόνη της για να επιλυθεί το πρόβλημα. Όμως, σε κάθε περίπτωση, είναι πρωταρχικός όρος για οτιδήποτε άλλο.

Κατά κάποιον περίεργο τρόπο, οι δύο φίλοι από τα παλιά, ο Γ. Παπανδρέου και ο Αντ. Σαμαράς, είναι καταδικασμένοι να συνεννοηθούν, αν και σε αντίπαλα στρατόπεδα, για να μπορέσουν να επιβιώσουν πολιτικά οι ίδιοι και να σώσουν τη χώρα. Η μοίρα τα ’φερε έτσι ώστε να ’ναι αυτοί που μπορούν, συνεργαζόμενοι, να βγάλουν τη χώρα από το αδιέξοδο.

Αυτή τη στιγμή, δεν είναι η πολιτική, είναι η μοίρα που τους ενώνει. Αν αποτύχει ο ένας, θα αποτύχει και ο άλλος, και η πατρίδα θα κινδυνεύσει. Αν πετύχει ο ένας, θα πετύχει και ο άλλος, και η πατρίδα μπορεί να ελπίζει ότι θα διασωθεί. Αν συνειδητοποιήσουν ότι η μοίρα τους είναι κοινή και ενώσουν τις δυνάμεις τους, μπορούν να κερδίσουν και τα όποια προσωπικά, θεμιτά στοιχήματα έχουν βάλει και τη χώρα να βγάλουν από το αδιέξοδο.

Σε αντίθετη περίπτωση, οι... Μήδοι θα διαβούν. Και είναι πολλοί. Από τους ξένους μέχρι τους εγχώριους. Από αυτούς που θέλουν την Ελλάδα στο περιθώριο της Ευρώπης, ανίσχυρη, μέχρι εκείνους τους ιδιοτελείς που θέλουν το πολιτικό σύστημα υπηρέτη αλλότριων συμφερόντων. Το παιχνίδι μαζί μπορούν να το κερδίσουν. Διαφορετικά, είτε θα το κερδίσει κάποιος ή κάποιοι άλλοι που ποντάρουν στην αποτυχία και των δύο, είτε αυτός που έναντι του άλλου θα φανεί περισσότερον γενναιόδωρος στην παροχή συναίνεσης.

Αφ’ ης στιγμής οι προτάσεις και των δύο κομμάτων εξουσίας, σ’ ένα μεγάλο ποσοστό, έχουν κοινούς τόπους, το ευκταίο θα ήταν να συνεννοηθούν για να γίνουν αυτές πράξη. Θα ήταν κρίμα και λάθος να τους επιβληθεί έξωθεν. Είτε από το εξωτερικό είτε από εξωπολιτικές δυνάμεις του εσωτερικού.

Αν πάλι δεν μπορούν, ας γίνουν εκλογές και τη λύση ας τη δώσει ο λαός. Όμως, ακόμη και σε εκλογές να πάνε, ας έχουν συμφωνήσει εκ των προτέρων Γ. Παπανδρέου και Αντ. Σαμαράς ότι, σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας, θα στηρίξει ο ένας τον άλλον ώστε να μην μπει ο τόπος σε περιπέτειες. Το άριστο βεβαίως θα ήταν να πρότεινε ο πρωθυπουργός στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όταν θα συναντηθούν την Τρίτη, να υποβάλουν από κοινού στην τρόικα το νέο μνημόνιο.

Ένα μνημόνιο που θα είναι ο κοινός τόπος των δύο κομμάτων εξουσίας, στο πλαίσιο πάντα των στόχων που έχει συμφωνηθεί με τους δανειστές μας. Πλαίσιο που δεν αμφισβητεί ούτε το ένα ούτε το άλλο κόμμα.

Εκείνο δε που θα άλλαζε ριζικά το τοπίο θα ήταν εάν ο Γ. Παπανδρέου πρότεινε στον Αντ. Σαμαρά, και αυτός το αποδεχόταν, να σχηματιστεί μια κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, στην οποίαν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα ελάμβανε θέση αναπληρωτή πρωθυπουργού και υπουργού Οικονομικών. Η συμφωνία θα μπορούσε ακόμη και να προβλέπει ότι σε δύο χρόνια θα υπάρχει εναλλαγή στη θέση του πρωθυπουργού. Μια τέτοια συμφωνία θα άλλαζε άρδην την ψυχολογία και στους απλούς πολίτες και στην αγορά, θα δημιουργούσε ανάταση, θα έφερνε αισιοδοξία και σαφέστατα θα βελτίωνε θεαματικά την εικόνα στο εξωτερικό. Εκ παραλλήλου, θα μπορούσε να δρομολογήσει και συνθήκες ανατροπής του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος.

Θα μου πείτε ότι ονειρεύομαι. Ναι. Ίσως γιατί γνωρίζω, όπως γνωρίζουμε όλοι μας, ότι αφενός κάποια στιγμή τα όνειρα παίρνουν εκδίκηση και αφετέρου στην εποχή μας τα μόνα που δεν έχουν ακόμη φορολογηθεί είναι τα όνειρα.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]