Δευτέρα, Αυγούστου 25, 2008

 

Να διαλύσουν τα κόμματά τους (23-08-2008)

Το καλοκαίρι ουσιαστικά τελείωσε. Οι περισσότεροι την εβδομάδα που μας έρχεται θα δουλεύουν σε ρυθμούς «νέας περιόδου». Και πρώτα απ’ όλα, οι πολιτικοί.

Το επόμενο επταήμερο ο Κ. Καραμανλής πρέπει να καταλήξει για το πώς θα πορευτεί εφεξής η κυβέρνησή του. Αν θα πάει σε πρόωρες εκλογές, αν θα κάνει ανασχηματισμό, πώς θα διαχειριστεί το «αντάρτικο» των βουλευτών του και, κυρίως, πώς θα εμφανιστεί στη ΔΕΘ. Αν δηλαδή θα συνεχιστεί η ίδια οικονομική πολιτική ή θα αλλάξει το μείγμα της.

Αντίστοιχα, ο Γ. Παπανδρέου πρέπει να ετοιμαστεί για την 3η του Σεπτέμβρη, πριν πάει κι αυτός στη ΔΕΘ. Θα πρέπει να καταλήξει σε οριστικές αποφάσεις για την «επανίδρυση» ή όχι του ΠΑΣΟΚ. Αν θα συνεχίσει με τις ίδιες δομές, την ίδια πολιτική, την ίδια λειτουργία, τα ίδια πρόσωπα ή θ’ αλλάξει πορεία.

Από τις αποφάσεις που θα λάβουν οι δύο αρχηγοί θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό η εξέλιξη της πολιτικής ζωής και του δημόσιου βίου.

Αν και οι δύο συνεχίσουν την πεπατημένη και επιμείνουν στην αναβλητικότητα, ετοιμαστείτε για τη Νέα Μεταπολίτευση που θα φέρουν οι ευρωεκλογές τον Ιούνιο του 2009, αν βεβαίως αντέξει μέχρι τότε το ετοιμόρροπο πολιτικό σκηνικό.

Γιατί οι ευρωεκλογές; Επειδή τότε φαίνεται ότι εξαντλούνται ή ξεκινούν οι στρατηγικές πολλών παραγόντων, είτε κομματικών είτε κοινωνικών είτε εξωπολιτικών και επιχειρηματικών. Περιμένουν το αποτέλεσμα της κάλπης για να δρομολογηθούν οι διαδικασίες ανατροπών. Μέχρι τότε βέβαια, οι εβδομαδιαίες (!!!) δημοσκοπήσεις θα «καθοδηγούν» και θα διαμορφώνουν τις νέες (και επιθυμητές;) πραγματικότητες.

Πόσο όμως χρήσιμη και συμφέρουσα για τους πολίτες και τη χώρα μπορεί να είναι η παράταση αυτή της εκκρεμότητας για περίπου έναν χρόνο ακόμη; Ή καλύτερα, πόσο μπορεί να γίνει ανεκτή; Είναι δυνατόν η χώρα, η κοινωνία, το πολιτικό σύστημα να παραμένουν όμηροι μιας παρατεινόμενης και παρατεταμένης απαξίας; Είναι δυνατόν να είμαστε όμηροι των ζοφερών και χιλιαστικών διαπιστώσεων των δημοσκόπων, των καθ’ έξιν ψιθυριστών, των κατ’ επάγγελμα γκρινιάρηδων, των δοκησίσοφων της δημοσιογραφίας και των μωροφιλόδοξων της πολιτικής;

Τι λένε δημοσίως ή κατ’ ιδίαν, δυνατά ή σπερμολογώντας, σχεδόν όλοι; Ότι το υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό θυμίζει Καραγκιόζ μπερντέ. Ότι ο δικομματισμός έχει καταρρεύσει. Ότι η πολιτική είναι ανεπαρκής. Ότι χρειάζονται νέες ηγεσίες και νέα κόμματα. Ότι η χώρα βουλιάζει δημοσιονομικά, σμικρύνεται παραγωγικά, περιθωριοποιείται διπλωματικά, εξαντλούνται οικονομικά οι πολίτες της, καταστρέφεται η μεσαία τάξη της, εξαθλιώνεται το χαμηλόμισθο εργατικό της δυναμικό, ότι, ότι...

Ωραία. Δεκτά όλα αυτά. Έτσι είναι. Τι κάνουμε όμως; Και κυρίως, τι πράττουν αυτοί οι πολιτικοί ή οι επίδοξοι να πολιτευθούν που τα διαπιστώνουν; Αρκούνται στις διαπιστώσεις και περιμένουν τις ευρωεκλογές για να κινηθούν; Αν δεν είναι πονηροί και ιδιοτελείς, είναι ηλίθιοι. Άρα, αχρείαστοι και άχρηστοι, αφού και τα δύο βλάπτουν σοβαρά τον δημόσιο βίο και τη χώρα.

Δεν επιτρέπεται να περιμένουν κάποιοι να επαληθευτούν οι καταστροφικές τους προβλέψεις ώστε να έρθουν μετά οι ίδιοι ως δήθεν σωτήρες. Είναι απαράδεκτο, είναι ανεπίτρεπτο και θα χρεωθεί και στους ίδιους η καταστροφή. Εάν επέλθει, θα το διαπιστώσουν. Ίσως απορήσουν, αλλά να είναι σίγουροι ότι αυτό θα συμβεί.

Όσοι διαπιστώνουν το αδιέξοδο, όσοι προφητεύουν την καταστροφή οφείλουν να κινηθούν τώρα. Αν περιμένουν να πανηγυρίσουν επί των ερειπίων διεκδικώντας να είναι αυτοί οι αναμορφωτές, θα διαψευστούν. Θα θαφτούν και οι ίδιοι στα ερείπια.

Ο λόγος που αυτό θα συμβεί είναι απλός: επειδή όλοι γνωρίζουν ότι, εκτός από το να προβλέπουν, εργάζονται -ακόμα και διά της αποχής- παρασκηνιακά για να βγουν αληθινές οι προφητείες τους. Τις Κασσάνδρες μπορεί να τις ακούς, αλλά ποτέ δεν πρόκειται να τις αγαπήσεις, πόσο μάλλον να τις ακολουθήσεις στον δρόμο που οδηγεί το μοιρολόι τους.

Τούτων δοθέντων, το βάρος της ανασυγκρότησης και της αναμόρφωσης της πολιτικής ζωής πέφτει στις υπάρχουσες ηγεσίες των δύο μεγάλων κυβερνητικών κομμάτων. Στον Κ. Καραμανλή και τον Γ. Παπανδρέου. Από τη βούληση και τις αποφάσεις τους εξαρτάται κυρίαρχα το μέλλον. Και οι δύο ηγούνται δύο φθαρμένων κομμάτων. Είναι επικεφαλής αποστεωμένων μηχανισμών κατοχής και νομής της εξουσίας.

Εάν αίφνης για κάποιο σπουδαίο, άλλο όχι φυσιολογικό ή σύννομο τρόπο ετίθεντο εκτός μάχης και οι δύο, τα κόμματά τους θα απαξιώνονταν έτι περαιτέρω. Η φθορά που θα υφίσταντο Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ θα ήταν μεγαλύτερη. Οι δελφίνοι τους είναι αμφίβολο εάν θα μπορούσαν να συγκρατήσουν τις φυγόκεντρες τάσεις που θα αναπτύσσονταν. Το πιθανότερο είναι να έχουμε πολλαπλές διασπάσεις, καθώς ουδείς εκ των φιλόδοξων διαδόχων θα εδέχετο να καθίσει κάτω από τον άλλον. Αυτή τη στιγμή Καραμανλής και Παπανδρέου αποτελούν τη συγκολλητική πολιτική ουσία που κρατά ενωμένα τα ξεπερασμένα και φθαρμένα κόμματά τους.

Ο Κ. Καραμανλής βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση, επειδή είναι πρωθυπουργός. Έχει το γκουβέρνο, που από μόνο του αποτελεί συγκολλητική ουσία. Αν, όμως, για οποιονδήποτε λόγο χάσει τη δεδηλωμένη, θα βρεθεί και ο ίδιος στην ίδια δύσκολη θέση με τον Γ. Παπανδρέου. Θα βρεθεί κι αυτός ενώπιον της αμφισβήτησης από τους δελφίνους του. Τι, λοιπόν, πρέπει να κάνουν οι δύο αρχηγοί; Να περιμένουν το αποτέλεσμα της κάλπης των ευρωεκλογών για να αποφασίσουν τι θα πράξουν; Μήπως είναι πιο φρόνιμο να κινηθούν νωρίτερα;

Αντί να περιμένουν τη σχεδόν βέβαιη και προεξοφλημένη εκλογική αποτυχία των κομμάτων τους, μήπως πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες ενωρίτερον; Αντί να αναλώνουν τον χρόνο και την ενέργεια -τη δική τους αλλά και των στελεχών τους- για το τι θα πράξουν σε περίπτωση σημαντικής μείωσης της εκλογικής τους δύναμης στις ευρωεκλογές και μη αυτοδυναμίας στις εθνικές εκλογές, μήπως πρέπει να «αποδράσουν» νωρίτερα;

Αντί το αποτέλεσμα της κάλπης να καθορίσει τις ενέργειές τους, δεν θα ήταν καλύτερο να προβούν σε πράξεις που θα καθορίσουν το αποτέλεσμα; Οποιοσδήποτε νουνεχής, σοβαρός και ικανός πολιτικός αυτό θα έκανε. Αντί για άμυνα, που οδηγεί σχεδόν με μαθηματική ακρίβεια στην ήττα, θα περνούσε στην επίθεση, προκειμένου να αλλάξει τους όρους του «πολέμου». Και η καλύτερη επίθεση είναι η αιφνιδιαστική. Αυτή που ο αντίπαλος ή ο εχθρός δεν περιμένει.

Αν δεχθούμε ότι και οι δύο ηγούνται δύο κομμάτων που έχουν καταλυτική τη σφραγίδα της οικογένειάς τους και, παρά τα λάθη, τις αβλεψίες και τις αστοχίες τους, έχουν ένα αυτόνομο ειδικό προσωπικό πολιτικό βάρος στους πολίτες-ψηφοφόρους, αλλά και στην πλειονότητα των μικρομεσαίων στελεχών των κομμάτων τους, τότε, ίσως, θα έπρεπε να εξετάσουν το ενδεχόμενο να πάρουν, με πρωτοβουλία τους, διαζύγιο από τους κομματικούς μηχανισμούς τους.

Να διαλύσουν τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ και να φτιάξουν δύο κόμματα στα οποία να αποτυπώνονται κυριαρχικά η προσωπικότητά τους, οι ιδέες τους, η παράδοσή τους (η συντηρητική και η προοδευτική) και κυρίως το όραμά τους για το μέλλον. Εξάλλου, αν συνεχίσουν όπως έχουν, σύντομα (ενωρίτερον, ίσως, ο Γ. Παπανδρέου, λίγο αργότερα ο Κ. Καραμανλής) θα αντιληφθούν ότι είναι παγιδευμένοι στην παγίδα του εκλογικού νόμου.

Ο υφιστάμενος, του Κ. Σκανδαλίδη, αλλά και ο μελλοντικός, του Πρ. Παυλόπουλου, δεν δίνουν αυτοδυναμία. Είναι και οι δύο όργανα επιβολής πολιτικής και όχι συστήματα καταγραφής της επιθυμίας του εκλογικού σώματος. Σχεδιάστηκαν για να εξυπηρετήσουν συμμαχικές και όχι μονοκομματικές κυβερνήσεις.

Επειδή, όμως, αυτοδύναμη, μονοκομματική κυβέρνηση είναι σχεδόν απίθανο, με τα σημερινά δεδομένα, να υπάρξει, ίσως πρέπει Καραμανλής και Παπανδρέου να (προ)ετοιμαστούν για την επόμενη μέρα και να μην περιμένουν να δουν τι θα κάνουν όταν αυτή θα έλθει.

Μεγάλος συνασπισμός (συγκυβέρνηση, δηλαδή, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) δεν πρόκειται να υπάρξει. Ούτε κουλτούρα υπάρχει, ούτε διάθεση, ούτε μπορεί να επιβληθεί χωρίς διασπάσεις. Κυβέρνηση είτε Ν.Δ. με ΛΑΟΣ είτε ΠΑΣΟΚ με ΣΥΡΙΖΑ επίσης αποκλείεται να ευδοκιμήσει. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, θα πάμε σε ταλαιπωρία και ακυβερνησία ή σε παράταιρες συμμαχίες, που θα επιτείνουν, όμως, την απαξία του πολιτικού συστήματος.

Και επειδή θα ήταν ηλίθιο, άμα και αντιδημοκρατικό, το πολιτικό κενό να καλυφθεί από εξωπολιτικές δυνάμεις, ίσως είναι καλύτερα οι δύο αρχηγοί να σκεφτούν από τώρα -και ανάλογα να πράξουν- την «ημέρα μηδέν» της μη αυτοδυναμίας. Εξάλλου, κάτι τέτοιο θα ήταν και πιο έξυπνο και πολιτικά επωφελέστερο για τις δύο μεγάλες πολιτικές οικογένειες, την Κεντροδεξιά και την Κεντροαριστερά.

Αν υπάρχουν δύο ομοιογενείς και συμπαγείς πόλοι του δικομματισμού, ένα καραμανλικό και ένα παπανδρεϊκό κόμμα (υπό την έννοια που το περιγράψαμε πιο πάνω) και όχι αυτό το συνονθύλευμα όπως έχει εξελιχθεί η πολυσυλλεκτικότητα των δύο κομμάτων εξουσίας, είναι πιο εύκολο να υπάρξουν συμμαχικές κυβερνήσεις με άλλα «ομόδοξα» κόμματα, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν, ας πούμε, η Ντ. Μπακογιάννη και ο Ευάγγ. Βενιζέλος.

Αφού όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να ξεχάσουμε τα ποσοστά του 40-45% για τα δύο κυβερνητικά κόμματα, είναι καλύτερα να έχουμε δύο «τριαντάρια» (με ποσοστό συν-πλην 30% δηλαδή) και δύο «δεκάρια» (που θα λαμβάνουν από 8-12%) που θα μπορούν ανάλογα με τα αποτελέσματα να σχηματίζουν κυβέρνηση με σχετικά ικανοποιητική πολιτικο-προγραμματική και ιδεολογική συνάφεια.

Έτσι θα μπορούσαν να αποκλειστούν διά παντός τα άκρα (ΛΑΟΣ, ΚΚΕ) ως εταίροι σε ένα εξ ανάγκης κυβερνητικό σχήμα και να ενσωματωθούν-αμβλυνθούν η δυναμική και η φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε, αν χρειαστεί, να συμμετέχει, ανάλογα με το πού θα κινείται το πολιτικοκοινωνικό εκκρεμές, σε μια συμμαχική κυβέρνηση.

Με ποσοστό 28-32% που θα μπορούσε να λαμβάνει το κομμάτι-κορμός του ενός πόλου του συστήματος (καραμανλικό ή παπανδρεϊκό), οι έδρες που θα έπαιρνε το πρώτο κόμμα με τον νόμο Παυλόπουλου θα ήταν περίπου 120-130. Το «ομόδοξό» τους με ποσοστό από 8-12% θα ελάμβανε περίπου 20-30. Θα μπορούσαν, λοιπόν, τα δύο «ομόδοξα» κόμματα να σχηματίζουν κυβέρνηση, ενώ, εάν παρίστατο ανάγκη, θα μπορούσε στην κυβέρνηση να συμμετέχει και ένα άλλο μικρό «δεκάρι» κόμμα.

Θα μπορούσε δηλαδή -για να το πούμε σχηματικά και να γίνει κατανοητό- να φτιαχτεί μια κυβέρνηση στην οποία θα συμμετέχουν οι εξής δύο ή τρεις εταίροι: Καραμανλής - Μπακογιάννη, Καραμανλής - Μπακογιάννη - Βενιζέλος ή Παπανδρέου - Βενιζέλος, Παπανδρέου - Βενιζέλος - Μπακογιάννη, Παπανδρέου - Βενιζέλος - ΣΥΡΙΖΑ.

Όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι πιθανές εξελίξεις και απάντηση στο αδιέξοδο που διαφαίνεται, να μη συγκροτηθεί δηλαδή μετά τις επόμενες εκλογές αυτοδύναμη κυβέρνηση. Θα ήταν μια πολιτική λύση που ανταποκρίνεται και στην αναζητούμενη κουλτούρα των συμμαχικών κυβερνήσεων.

Η άλλη απάντηση είναι να συμφωνήσουν τα δύο μεγάλα κόμματα -και ενώπιον του διαφαινόμενου κυβερνητικού αδιεξόδου- να αλλάξουν τον εκλογικό νόμο, επαναφέροντας ένα σύστημα ενισχυμένης αναλογικής. Κάτι που δεν θεωρείται πιθανό, αφού επιπλέον θα προκαλούσε όξυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης, από την οποία μόνη ωφελημένη θα ήταν η Αριστερά.

Το πιθανότερο, βέβαια, είναι τα πράγματα να αφεθούν ως έχουν και οι πολιτικοί μας την «ημέρα μηδέν» να τρέχουν, όπως πάντα, ως Επιμηθείς να μαζεύουν τα ασυμμάζευτα.
Και όλα τα ανωτέρω, πάντως, θα μπορούσαν να συμβούν εάν τις πρωτοβουλίες αναλάμβαναν όχι οι αρχηγοί (Καραμανλής, Παπανδρέου), αλλά οι δελφίνοι τους (Μπακογιάννη, Βενιζέλος ή όποιοι άλλοι). Θα έπρεπε, όμως, να κινηθούν οι «αποσχιστικές» διαδικασίες ταυτόχρονα. Διαφορετικά, ο πρώτος που θα το επιχειρήσει θα αντιμετωπιστεί με καχυποψία και θα κατηγορηθεί, έστω και αδίκως, ως «αποστάτης» της παράταξής του.

Αντίθετα, εάν το κάνουν οι αρχηγοί, δεν είναι απαραίτητο να γίνει αυτό ταυτόχρονα. Μάλιστα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, όποιος προηγηθεί ίσως αποκτήσει και πλεονέκτημα. Και επειδή ο Κ. Καραμανλής είναι στην κυβέρνηση, είναι δύσκολο να προηγηθεί. Ίσως το πράξει αργότερα, εφόσον ηττηθεί ή δεν σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.

Οπότε, ο «κλήρος» πέφτει στον Γ. Παπανδρέου, που βρίσκεται στην αντιπολίτευση και έχει και τις μεγαλύτερες δυσκολίες λόγω της αμφισβήτησης που υφίσταται. Θα το επιχειρήσει; Δύσκολο. Τόσο αυτός όσο και ο πρωθυπουργός έχουν «εκπαιδευτεί» στη θεωρία των μεγάλων και πολυσυλλεκτικών κυβερνητικών κομμάτων. Από την άλλη, τα δεδομένα της μεταπολίτευσης, αλλά και αυτά στα οποία πολιτεύονταν οι πρόγονοί τους έχουν αλλάξει.

Υπάρχει, όμως, και μια άλλη παράμετρος. Και οι δυο τους είναι νέοι για να αποστρατευθούν, ενώ υπάρχει και η οικογενειακή κληρονομιά, την οποία δεν φαντάζομαι ότι θα είναι τόσο εύκολο και για τους δύο να την αποποιηθούν ή να τη χαρίσουν. Ακόμη και για προσωπικούς λόγους...

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]