Παρασκευή, Ιουνίου 03, 2011

 

Ασυνέχεια βημάτων... (04-06-2011)

Tην προηγούμενη εβδομάδα, το κεντρικό πολιτικό θέμα της δημόσιας συζήτησης ήταν η αναζήτηση συναίνεσης των κομμάτων. Γι’ αυτό έγιναν οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις του πρωθυπουργού με τις ηγεσίες των άλλων κομμάτων, γι’ αυτό συνεκλήθη το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Είναι αλήθεια ότι από μόνο του το γεγονός δημιούργησε ελπίδες. Οι πολίτες πίστεψαν πως τα κόμματα ημπορούν, λόγω της κρισιμότητος της καταστάσεως, να παραμερίσουν τις διαφορές τους και, αιρόμενα στο ύψος των περιστάσεων, να συμφωνήσουν σ’ ένα κατ’ ελάχιστον εθνικό σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης. Δυστυχώς, το «θαύμα», ως είθισται, κράτησε τρεις μέρες.

Από αυτή την εβδομάδα, η ατζέντα άλλαξε. Από την προσπάθεια εξεύρεσης των κοινών τόπων οδηγηθήκαμε στην... επανεκκίνηση των διαφορών. Η κυβέρνηση συνεχίζει μόνη της, το ίδιο και η αντιπολίτευση. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα με τα δύο κόμματα εξουσίας. Η πολιτική τους δεν έχει συνέχεια. Το επόμενο βήμα που κάνουν βρίσκεται σε αναντιστοιχία με το προηγούμενο. Όταν ο Γ. Παπανδρέου ανοίγει το κεφάλαιο της εθνικής συνεννόησης, είναι λάθος να εμφανίζεται ότι το κλείνει επειδή τα άλλα κόμματα την αρνούνται.

Αυτό που έπρεπε να κάνει για να είναι συνεπής με τη στρατηγική που επέλεξε ήταν να απευθυνθεί στον λαό και να πει ξεκάθαρα: «Περιέγραψα στους άλλους αρχηγούς πώς ακριβώς έχει η κατάσταση. Είπα τι χρειάζεται να γίνει. Πρότεινα στους αρχηγούς (και εν προκειμένω στον Αντ. Σαμαρά) αυτό κι αυτό. Να βγάλουμε μαζί τη χώρα από την κρίση. Αυτός ηρνήθη. Κατόπιν τούτων τη λύση πρέπει να τη δώσουν οι πολίτες». Είναι σίγουρο ότι θα κέρδιζε τις εντυπώσεις και θα εξέθετε τον αντίπαλό του, καθώς όντως ήταν -ιδίως στη μεταξύ τους συνάντηση- γενναιόδωρος προς τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Σε κάθε, δε, περίπτωση, θα προσήρχετο στις κάλπες με άλλον αέρα. Δεν θα εθεωρείτο αυτός ο υπαίτιος, αλλά η άρνηση του αντιπάλου του να υπάρξει εθνική συνεννόηση.

Εάν δεν ήθελε να πάει εξ αυτού του λόγου στις κάλπες, επειδή δήθεν αυτό θα εκλαμβανόταν ως αδυναμία, ας συνέχιζε την πίεση για συναίνεση, λέγοντας ότι «αυτό που δεν αντιλαμβάνονται ή δεν θέλουν οι αρχηγοί εγώ θα επιδιώξω να το κερδίσω από τη Βουλή. Θα ζητήσω το Μεσοπρόθεσμο και τα νέα μέτρα να ψηφιστούν με αυξημένη πλειοψηφία. Αν και η εθνική αντιπροσωπεία δεν μου παράσχει συναίνεση, ο μόνος αρμόδιος να αποφασίσει είναι ο λαός».

Παστρικές κουβέντες και καθαρές λύσεις. Το πρόβλημα θα μεταφερόταν στα άλλα κόμματα και ειδικότερα σε όσους βουλευτές της Ν.Δ. θεωρούν ότι ο «αντιμνημονιακός» δρόμος δεν ταιριάζει σ’ ένα συντηρητικό, κεντροδεξιό κόμμα.
Σ’ εκείνους τους βουλευτές που πιστεύουν, και ορθώς, ότι η συναίνεση συνιστά πατριωτική στάση και είναι απαίτηση του αστικού κόσμου τον οποίον υποτίθεται ότι εκφράζει η Ν.Δ. Πάντως, αυτά που λέγονται, ότι δήθεν δεν θα μας άφηνε η τρόικα να πάμε σε εκλογές, είναι λόγια του αέρα. Ακόμη κι αν η τρόικα διαφωνούσε, είναι σίγουρο ότι εντέλει θα αναγκαζόταν να το αποδεχθεί.

Εξάλλου, αν δεχθούμε ότι η τρόικα έχει λόγο και για το πότε θα γίνουν εκλογές, τότε είναι καλύτερα να της παραδοθούν και τα κλειδιά της διακυβέρνησης. Ούτε είναι επίσης σοβαρά αυτά που λέγονται, ότι οι εκλογές θα διέλυαν δήθεν το πιστωτικό σύστημα, επειδή θα υπήρχε ανησυχία για το εκλογικό αποτέλεσμα, για μια πιθανή δηλαδή ακυβερνησία. Αντίθετα, η πιθανότητα ακυβερνησίας θα οδηγούσε τους ψηφοφόρους, έστω και εκβιαστικά, να υπερψηφίσουν ένα από τα δύο μεγάλα κυβερνητικά κόμματα. Οι πολίτες μπορεί να αγανακτούν και να διαμαρτύρονται, όμως δεν είναι διατεθειμένοι και να αυτοκτονήσουν.

Προφανώς, η απόφαση του Γ. Παπανδρέου να μην κάνει, μετά την προσπάθεια επίτευξης συναίνεσης, το επόμενο λογικό βήμα, την προσφυγή δηλαδή στις κάλπες, συναρτάται και με τις δημοσκοπήσεις. Τα αρνητικά ευρήματα και η πιθανότητα να χάσει τις εκλογές απεδείχθησαν ίσως ισχυρότερο κίνητρο από τη συνέπεια σε μια στρατηγική. Εδώ απλώς σημειώνουμε ότι είναι λάθος να δίδεται στους δημοσκόπους η δυνατότητα να είναι αυτοί εμβρυουλκοί των εξελίξεων. Οι πολιτικοί με τις επιλογές και τις κινήσεις τους μπορούν να ανατρέψουν προγνωστικά και να αλλάξουν τις δημοσκοπήσεις.

Τώρα, ο Γ. Παπανδρέου αντιμετωπίζει έναν μεγαλύτερο κίνδυνο. Να αναγκαστεί να προσφύγει στις κάλπες όχι με δική του πρωτοβουλία και με ατζέντα που ο ίδιος θα θέσει, αλλά συρόμενος πίσω από γεγονότα και εξελίξεις και επί τη βάσει διλημμάτων που θα έχουν θέσει οι αντίπαλοί του.

Εάν αυτό συμβεί, θα είναι το χειρότερο για τον Γ. Παπανδρέου. Από εκεί που ήθελε και θα μπορούσε να μείνει στην Ιστορία ως ο πολιτικός που έσωσε τη χώρα από τη μεγαλύτερη μεταπολεμική κρίση και την έβαλε σ’ έναν διαφορετικό τρόπο οργάνωσης, λειτουργίας και ανάπτυξης, κινδυνεύει να του φορτώσει η Ιστορία τη χρεοκοπία της χώρας.

Όσο κι αν αυτό είναι άδικο για τον ίδιο και την προσπάθεια που κατέβαλε και καταβάλλει, εν τούτοις οφείλει να γνωρίζει ότι η Ιστορία δεν είναι άσκηση δικαιοσύνης. Σίγουρα η σωτηρία της χώρας ήταν και παραμένει ένα μεγάλο ιστορικό και πολιτικό εγχείρημα. Εάν ο Γ. Παπανδρέου κατάφερνε -ή καταφέρει τελικά- να το φέρει εις πέρας, θα ξεπερνούσε σε φήμη και αξία τους προγόνους του, και ιδιαίτερα τον πατέρα του.

Βέβαια, από αυτό το άχθος και το αδιέξοδο ενδέχεται να τον βγάλει ο Αντ. Σαμαράς. Εάν ο Γ. Παπανδρέου παίξει έξυπνα, κι όχι μπλοφάροντας, τα λίγα ρέστα του που έχει ακόμη στο τραπέζι, το πρόβλημα μπορεί να μεταφερθεί στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στον οποίον ευθύς αμέσως και θα αναφερθούμε. Ο Αντ. Σαμαράς βρέθηκε σε δύσκολη θέση από τη συναινετική στρατηγική του Γ. Παπανδρέου. Η άρνησή του να αποδεχθεί τις γενναιόδωρες προτάσεις Παπανδρέου κατάλαβε ότι μπορεί να τον φέρουν σε μειονεκτική θέση, εάν ήταν ο λόγος για τον οποίον θα στήνονταν οι κάλπες. Και γι’ αυτό στην ομιλία του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του επιχείρησε να φανεί συναινετικός. Εκτίμησε -και ορθώς- ότι η άρνηση τον έβλαπτε. Τα μηνύματα που είχε λάβει πιστοποιούσαν το γεγονός.

Αυτός ήταν και ο ουσιαστικός λόγος που οι συνεργάτες του προσπάθησαν να περάσουν παντί τρόπω, μέσω των Μέσων Ενημέρωσης, ότι έκανε δύο βήματα πίσω, ότι ήλθε πιο κοντά στη συναίνεση. Όταν, όμως, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατάλαβε ότι ο πρωθυπουργός δεν προτίθεται να πάει σε εκλογές, αλλά σε ανασχηματισμό και αργότερα πιθανώς σε δημοψήφισμα, ηρέμησε και επανήλθε, από την Κρήτη, στο αρχικό «όχι». Και μάλιστα η άρνησή του από αμυντική έγινε επιθετική.

Αυτή η στάση του Αντ. Σαμαρά είναι εξίσου προβληματική με αυτήν του Γ. Παπανδρέου. Το επόμενο βήμα και αυτού είναι αναντίστοιχο με το προηγούμενο.

Ο Αντ. Σαμαράς υποστηρίζει ότι η πολιτική της κυβερνήσεως καταστρέφει τη χώρα. Όταν έχεις μια τέτοια εκτίμηση, οφείλεις να σταματήσεις την καταστροφή. Δεν μπορείς να λες «καταστρέφετε τη χώρα, αλλά συνεχίστε μέχρι τέλους την καταστροφή». Υπεύθυνη στάση είναι να απαιτήσεις εκλογές και να τις επιβάλεις.

Και μπορεί να τις επιβάλει. Η πολιτική του σάπιου φρούτου ή του να βγάλει ο Παπανδρέου το φίδι από την τρύπα είναι επικίνδυνη για τον Αντ. Σαμαρά. Αν ο Γ. Παπανδρέου καταφέρει να βγάλει τη χώρα από την κρίση, θα κερδίσει και την παρτίδα. Χαμένος θα είναι ο Αντ. Σαμαράς. Αν αντίθετα η χώρα βουλιάξει, ο Αντ. Σαμαράς, που λογικά θα ’ναι ο επόμενος πρωθυπουργός, δεν θα ’χει παραλάβει απλώς «καμένη» γη, αλλά θα πρέπει αυτός να διαχειριστεί τη χρεοκοπία της χώρας. Η επανεκκίνηση της οικονομίας μέσω της μείωσης της φορολογίας είναι αδύνατη. Για να αποδώσει αυτή η πολιτική χρειάζονται τουλάχιστον δύο με τρία χρόνια και υπό την προϋπόθεση ότι θα συνεχιστεί απρόσκοπτα η δανειοδότηση από τους ξένους, παρ’ ότι τα ελλείμματα και το χρέος θα αυξάνονται.

Αν ο Γ. Παπανδρέου οδηγηθεί -όπερ και το πιθανότερο- σε αδιέξοδο, αυτό το αδιέξοδο θα κληθεί να το διαχειριστεί ο Αντ. Σαμαράς. Και θα ’ναι σχεδόν απίθανο να το καταφέρει. Το πιθανότερο είναι να είναι αυτός που θα πει το σύγχρονο «δυστυχώς επτωχεύσαμεν». Να είναι δηλαδή αυτός ο Χαρ. Τρικούπης του νέου 1893. Όχι ο πολιτικός που σήμερα εμείς, με απόσταση ενός αιώνα, εξυμνούμε, αλλά ο πολιτικός εκείνης της εποχής που έφυγε κακήν κακώς.

Αν εξελιχθούν έτσι τα πράγματα, ο Γ. Παπανδρέου μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι ο σημερινός Θ. Δηλιγιάννης, ο πολιτικός δηλαδή που επανέκαμψε, σε αντίθεση με τον Χαρ. Τρικούπη που εξαφανίστηκε από το πολιτικό σκηνικό. Αντίθετα, αν ο Αντ. Σαμαράς ανταποκρινόταν στο συναινετικό κάλεσμα του Γ. Παπανδρέου και η χώρα σωζόταν, η σωτηρία θα πιστωνόταν κατεξοχήν στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι πολίτες θα επικροτούσαν τη γενναία στάση του και θα επιδοκίμαζαν και με την ψήφο τους τον πολιτικό που σε μια οριακή στιγμή για τη χώρα παραμέρισε τις κομματικές διαφορές και έθεσε υπεράνω των προσωπικών και κομματικών φιλοδοξιών το εθνικό συμφέρον. Τώρα, αν ο Γ. Παπανδρέου αποτύχει, ο Αντ. Σαμαράς μπορεί να γίνει πρωθυπουργός, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιον ότι θα μακροημερεύσει.

Επιμένοντας στη σκληρή αντιμνημονιακή ατζέντα, μπορεί να κερδίσει τις εκλογές, αλλά οι πολίτες, εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, θα είναι ανυπόμονοι. Δεν θα περιμένουν σχεδόν δύο χρόνια, όπως με τον Γ. Παπανδρέου, για να δουν ν’ αλλάζει η ζωή τους. Θα θέλουν και θα απαιτούν επανεκκίνηση της οικονομίας και της ζωής τους σε δύο μήνες. Κι αυτό δεν μπορώ να καταλάβω πώς ο Αντ. Σαμαράς μπορεί να το καταφέρει. Ούτε είμαι σίγουρος ότι έχει τη μαγική συνταγή να το κάνει. Θα αναγκαστεί να προσαρμοστεί στη σκληρή πραγματικότητα και τότε θ’ αρχίσουν τα δύσκολα και για τον ίδιο. Και δεν θα ’ναι απλώς δύσκολα γι’ αυτόν. Θα ’ναι άγρια, επειδή η κοινωνία έχει αγριέψει και δύσκολα θα ανεχτεί μία ακόμα διάψευση των προσδοκιών της.

Ο Γ. Παπανδρέου διάλεξε να πάει με τους «μνήμονες», ο Αντ. Σαμαράς με τους «αμνήμονες», όμως στο μεταξύ μπήκαν στο γήπεδο οι «αγανακτισμένοι», κι αυτό αλλάζει τα δεδομένα. Κάποια στιγμή στο γήπεδο θα μπουν και οι «εχέφρονες» και τότε το παιχνίδι θα γίνει πιο ενδιαφέρον. Ήδη, στο προσκήνιο μπήκαν οι ακαδημαϊκοί και οι άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών. Θα ακολουθήσουν προφανώς κι άλλοι.

Κάποια στιγμή, όλα αυτά θα μας οδηγήσουν σ’ ένα είδος εθνικού διχασμού, που μπορεί να πάρει οξύτατη μορφή, αν στο μεταξύ υπάρξουν αρνητικές εξελίξεις -που πράγματι κυοφορούνται- και στα λεγόμενα εθνικά θέματα. Και, ως γνωστόν, στον προ αιώνος «εθνικό διχασμό» οι αδιάλλακτοι οδήγησαν σε συρρίκνωση τον ελληνισμό.

Και, δυστυχώς, Ελευθέριος Βενιζέλος στον ορίζοντα, προσώρας, δεν υπάρχει...

Σχόλια:
Ειλικρινά διερωτώμαι από που συμπεραίνετε οτι οι πολίτες ήθελαν συνέναιση.Μάλλον αποτελεί προσωπικό σας ευσεβή πόθο.Αλλά το εντυπωσιακώτερο όλων είναι που πιστεύετε ότι θα μπορούσε ο ΓΑΠ να μείνει στην ιστορία ως σωτήρας της χώρας.Ποιός?Αυτός-που μαζί με τους προκατόχους του βεβαίως-οδήγησε τη χώρα και το λαό της(οχι άμοιρο ευθυνών) στην καταστροφή,την εξαθλίωση και την υποτέλεια.Ποιά είπαμε είναι η τιμωρία για εσχάτη προδοσία?
 
Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]





<< Αρχική σελίδα

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]