Δευτέρα, Μαΐου 16, 2011

 

Εκλογές αλά πορτογαλικά (14-05-2011)

Eπειδή οι εκ καθήκοντος και εξ επαγγέλματος έχοντες την ευθύνη ενημερώσεως των πολιτών μάλλον επιδίδονται σε διαγωνισμό μπαλαφάρας, διανθισμένης ενίοτε με περισσή ιδιοτέλεια, παρά σε νηφάλια και αντικειμενική παράθεση των δημόσιων υποθέσεων, καλόν είναι να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα που προκαλούν θόρυβο, σύγχυση και αντιπαραθέσεις.

Ας ξεκινήσουμε από τα απλά και στη συνέχεια πάμε στα πιο σοβαρά και δύσκολα.

Πρώτον, οι δημόσιες διαφωνίες υπουργών, όπως εκφράστηκαν πρόσφατα με τις δηλώσεις Λοβέρδου, Διαμαντοπούλου και Βενιζέλου. Ανεξαρτήτως προσωπικών προτεραιοτήτων, προθέσεων και στοχεύσεων, που σαφέστατα υπάρχουν -ίσως και σε ανεπίτρεπτο βαθμό- και αφορούν είτε στο ορατό είτε στο απώτερο μέλλον τη μετά Παπανδρέου εποχή, αλλά και τη διακυβέρνηση της χώρας σε περίπτωση κυβερνητικού αδιεξόδου, ανέδειξαν δύο πραγματικότητες.

Αφενός τα μείζονα προβλήματα που αντιμετωπίζει το υφιστάμενο κυβερνητικό σχήμα και τα οποία δεν είναι άλλα από την πλημμελή υλοποίηση των δεσμεύσεων του μνημονίου, την απίσχνανση της μεταρρυθμιστικής ορμής, τον διχασμό των υπουργών σε «μνήμονες» και «αμνήμονες», την έλλειψη αλληλεγγύης και πνεύματος αγαστής συνεργασίας των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου και την απουσία ουσιαστικού συντονισμού και στιβαρής καθοδήγησης της κυβερνήσεως.

Και αφετέρου την κατεπείγουσα ανάγκη εθνικής συνεννόησης, καθώς και ευρύτερων πολιτικών συμπτώσεων και κοινωνικών συμφωνιών, προκειμένου όχι να ξεπεραστεί η οικονομική κρίση, αλλά να μην πτωχεύσει στο προβλεπτό μέλλον η χώρα.

Δεύτερον, ο ανασχηματισμός.
Ακούγεται και γράφεται, μήνες τώρα, ότι επίκειται. Παρά τις επίσημες διαψεύσεις, ακόμη και διά στόματος πρωθυπουργού, οι διασπορείς και τα χαλκεία τους επιμένουν να τον προβλέπουν και να τον αναγγέλλουν τετράκις μηνιαίως. Στην ατζέντα του Γ. Παπανδρέου, όπως αναφέρουν οι όντως έγκυρες πηγές, και όχι οι Πυθίες της εικαζόμενης βούλησής του ή οι ενδιαφερόμενοι, ουδεμία σημείωση ανασχηματισμού υπάρχει· τουλάχιστον μέχρι και τον επόμενο μήνα.

Τρίτον, οι εξαγγελίες, από Ζαππείου, του Αντ. Σαμαρά,
παρά τις όποιες αστοχίες και αδυναμίες παρουσιάζουν, εμφανίζονται να συγκροτούν μια επιμελώς επεξεργασμένη και ρεαλιστική οικονομική πρόταση, την οποίαν άλλωστε οφείλει να διαθέτει, εγκαίρως, μια στοιχειωδώς σοβαρή αξιωματική αντιπολίτευση, όχι μόνον επειδή είναι οιονεί κυβέρνηση, αλλά και για τον πρόσθετο λόγο ότι ουδείς μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια τι τέξεται η επομένη. Οι πολιτικές εξελίξεις πιθανότατα θα είναι ραγδαίες, και άπαντες πρέπει να είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν με επάρκεια στους ρόλους και στα καθήκοντα που θα κληθούν να αναλάβουν.
Σε κάθε περίπτωση, οι οικονομικές προτάσεις Σαμαρά σε πολύ μεγάλο ποσοστό μπορούν να ενσωματωθούν στην ασκούμενη κυβερνητική πολιτική, αφού σε σημαντικό βαθμό αποτελούν κεφάλαια ιδεών και προτάσεων τα οποία κατά καιρούς έχουν παρουσιαστεί, από σοβαρούς και ανεξάρτητους παράγοντες του δημόσιου βίου, στον πρωθυπουργό και στο οικονομικό επιτελείο και τα οποία, τουλάχιστον κατ’ ιδίαν και επί της αρχής, έχουν αντιμετωπιστεί θετικά.

Εάν κάποιος ήθελε να προσεγγίσει τις προτάσεις του αρχηγού της Ν.Δ. με εποικοδομητική διάθεση, και όχι με την κομματική μικρόνοια που χαρακτηρίζει το πολιτικό προσωπικό, θα κατέληγε αβίαστα στο συμπέρασμα ότι αυτές μπορούν να αποτελέσουν τμήμα της (ανα)ζητούμενης εθνικής συνεννόησης.

Αντί η κυβέρνηση να τις χαρακτηρίζει «παροχολογία και επιστροφή στο παρελθόν», θα έπρεπε να αδράξει την ευκαιρία και να καλέσει τον Αντ. Σαμαρά να παράσχει τη συναίνεσή του, ώστε να περιληφθούν στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που θα κατατεθεί προς ψήφισιν στη Βουλή.

Οι αποκρατικοποιήσεις, η αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας, η κατάργηση του πόθεν έσχες για την αγορά πρώτης κατοικίας και εισοδήματα που αποκτήθηκαν κατά το παρελθόν, η νομιμοποίηση των αυθαιρέτων, οι ρυθμίσεις για τους δημοσίους υπαλλήλους, ακόμη και η σταδιακή μείωση των φορολογικών συντελεστών, περιλαμβάνονται στις κυβερνητικές προθέσεις, απλώς καθυστερούν να αποφασιστούν.

Αν λοιπόν πρέπει να κάνει κάτι ο Γ. Παπανδρέου, είναι να δώσει εντολή στους υπουργούς του να συνεργαστούν με τους επιτελείς του Αντ. Σαμαρά και από κοινού να επεξεργαστούν τις αναγκαίες νομοθετικές πρωτοβουλίες και να κάμψουν τις όποιες συντεχνιακές συνδικαλιστικές αντιστάσεις, και να μην απορρίψει ή καταγγείλει τις προτάσεις του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως δήθεν ανεδαφικές και μαξιμαλιστικές, όπως λέγεται ότι του εισηγούνται κάποια πολιτικά μειράκια και σκιτζήδες.

Η ικανότητα ενός ηγέτη ως προς το κυβερνάν κρίνεται και από τη δυνατότητά του να ενσωματώνει τις προτάσεις των αντιπάλων του και να τις καθιστά τμήμα της δικής του στρατηγικής. Μάλιστα, εν όψει και της εξαιρετικά δύσκολης φάσης των διαπραγματεύσεων με την τρόικα στην οποία εισέρχεται η κυβέρνηση, η αναγκαιότητα να αντιμετωπιστούν οι προτάσεις Σαμαρά ως κομμάτι μιας συναινετικής εθνικής πολιτικής καθίσταται πολλαπλώς απαραίτητη.

Και ερχόμαστε τώρα στα πιο σοβαρά και δύσκολα, τα οποία συνδέονται με τα τρία προηγούμενα.

Οι επόμενες 40 ημέρες, μέχρι δηλαδή και τη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου, είναι το πιο δύσκολο test event για την κυβέρνηση. Είναι το τέταρτο στοιχείο για το οποίο πρέπει να σταματήσει παντί τρόπω η μπαλαφάρα. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα (2012-2014), τις αποκρατικοποιήσεις και τα πρόσθετα μέτρα για την κάλυψη των αναγκών του 2011.
Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα θα είναι της τάξης των 27-28 δισ. ευρώ. Οι αποκρατικοποιήσεις για τα επόμενα 5-7 χρόνια πρέπει να αποφέρουν έσοδα 50 δισ. ευρώ, ενώ για την κάλυψη των αναγκών του 2011 θα χρειαστούν επιπρόσθετα έσοδα 6 δισ. ευρώ. Από μόνα τους τα νούμερα ζαλίζουν, όμως δεν είναι τα μόνα. Υπάρχουν και χειρότερα. Ανάλογα με το τι θα συμφωνηθεί με την τρόικα, θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα χρειαστούμε και περίπου 120 δισ. ευρώ για να πληρωθούν ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου που λήγουν.

Εάν υπάρξει συμφωνία και ανοίξουν οι αγορές το 2013, το άχθος θα μετατεθεί για αργότερα, ενώ σε κάθε περίπτωση, εφόσον βγούμε στις αγορές, οι υποχρεώσεις θα καλυφθούν από δανεισμό.

Ας δούμε όμως πώς έχουν τα πράγματα και τι λύσεις υπάρχουν. Το δάνειο των 110 δισ. που συνήψαμε με την τρόικα μας φθάνει για να εξυπηρετήσουμε ανάγκες μέχρι και τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2012. Υπολογίζαμε ότι μέχρι τότε θα πήγαιναν όλα κατ’ ευχήν και οι αγορές, βλέποντας ότι μειώνονται τα ελλείμματα και ότι το δημόσιο χρέος καθίσταται βιώσιμο, θα άνοιγαν εκ νέου το πουγκί τους και θα μας δάνειζαν με λογικό επιτόκιο.

Δυστυχώς, τα spreads παραμένουν ακόμη σε απαγορευτικά επίπεδα και η εδραία εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι οι αγορές θα παραμείνουν κλειστές για την Ελλάδα και το 2012. Αμέσως ανακύπτει ένα ακανθώδες πρόβλημα. Από πού θα εξευρεθούν τα επιπλέον τουλάχιστον 30 δισ. που θα χρειαστούμε για να είμαστε εντάξει στις δανειακές μας υποχρεώσεις; Η Γερμανία και οι σύμμαχοί της (Ολλανδία, Φινλανδία) λένε να υπάρξει επιμήκυνση. Το λένε για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι πολιτικός. Υποστηρίζουν ότι δεν μπορούν να περάσουν από τα Κοινοβούλιά τους έναν νέο δανεισμό 60-100 δισ. ευρώ. Ο δεύτερος είναι επειδή θέλουν στην επιμήκυνση (που συνιστά μορφή αναδιάρθρωσης του χρέους) να συμμετέχουν και οι ιδιώτες.

Αν πετύχει, λένε, η επιμήκυνση, τα 120 δισ. συν τα 30 δισ. που θα χρειαστούν για να καλύψουμε τις υποχρεώσεις του 2012, αφού δεν θα βγούμε στις αγορές, γίνονται αυτομάτως 30-40, ενώ ταυτόχρονα μπορούμε να «σκουπίσουμε» και αυτούς που δεν θα συμμετάσχουν.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρνείται πεισμόνως. Εάν υπάρξει επιμήκυνση, λέει ο Τρισέ, αυτό θα θεωρηθεί credit default event από τους οίκους αξιολόγησης, άρα θα ωφεληθούν οι κερδοσκόποι των CDS, ενώ οι αγορές θα παραμείνουν δύσπιστες, άρα και τα spreads θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα.

Επιπροσθέτως, ο Τρισέ φοβάται ότι θα προκληθεί συστημικό πρόβλημα στην Ευρωζώνη. Αντί λοιπόν για επιμήκυνση, ο Τρισέ προτείνει να δοθεί νέο δάνειο στην Ελλάδα, με ιδιαίτερα όμως σκληρούς όρους και, κυρίως, με εγγυήσεις.

Βεβαίως, αυτές μπορεί να μην είναι εμπράγματες, αλλά σε τιτλοποιήσεις, μετοχές και ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου.

Σε κάθε όμως περίπτωση, η παροχή τέτοιων εγγυήσεων εγείρει μείζον πολιτικό πρόβλημα, το οποίο από μόνη της η κυβέρνηση Παπανδρέου είναι δύσκολο να το διαχειριστεί. Υπέρ της σύναψης νέου δανείου, εκτός από την ΕΚΤ, τάσσονται και οι Ιταλοί και οι Ισπανοί, οι οποίοι φοβούνται ότι η επιμήκυνση μπορεί να έχει επιπτώσεις και σ’ αυτούς. Θεωρούν ότι, αν υπάρξει επιμήκυνση, οι δύο επόμενοι που θα μπουν στο στόχαστρο από τους κερδοσκόπους θα είναι οι ίδιοι και γι’ αυτό αντιδρούν έντονα – οι Ιταλοί σε υπερθετικό βαθμό.

Και ερχόμαστε τώρα στο ΔΝΤ, το οποίο, για να εκταμιεύσει τη δόση του Ιουνίου στο ποσόν που του αναλογεί, θα πρέπει -σύμφωνα με τον κανονισμό του- να έχει, αν όχι επίσημη απόφαση, τουλάχιστον ισχυρή διαβεβαίωση ότι είναι διασφαλισμένη η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας για το επόμενο δωδεκάμηνο.

Αν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας συμφωνήσουν στην παροχή νέου δανείου για να καλυφθούν οι δανειακές ανάγκες της χώρας για όλο το 2012, το ΔΝΤ δεν έχει πρόβλημα να συμφωνήσει να δοθεί η πέμπτη δόση. Από τον τρόπο λοιπόν με τον οποίο η ΕΚΤ και οι χώρες της Ευρωζώνης θα συμφωνήσουν για την κάλυψη των δανειακών αναγκών της χώρας (νέο δάνειο ή επιμήκυνση) εξαρτάται και η συμπεριφορά του ΔΝΤ. Ο «σύντροφος» Στρος-Καν αναμένει, λοιπόν, την απόφαση των Ευρωπαίων για να δει αν θα δώσει ή όχι το ΟΚ για την εκταμίευση της δόσης του Ιουνίου.

Σε κάθε πάντως περίπτωση, είτε για νέο δάνειο είτε για επιμήκυνση, οι όροι που τίθενται είναι σκληροί και απαιτούν τη μέχρι κεραίας εκπλήρωση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα για να της δοθεί το υπόλοιπο του δανείου των 110 δισ. Ο κίνδυνος να μη μας δοθεί η πέμπτη δόση είναι, λοιπόν, υπαρκτός. Εάν αυτό ήθελε συμβεί, τα αποτελέσματα θα ήταν καταστρεπτικά. Άρα, από τη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου εξαρτάται το μέλλον της χώρας. Αν δεν δοθεί η πέμπτη δόση, η χώρα πέφτει στα Τάρταρα.

Για να αποφευχθεί αυτό, θα πρέπει να υπάρξει συναίνεση τουλάχιστον μεταξύ των δύο κομμάτων εξουσίας (ΠΑΣΟΚ - Ν.Δ.) ότι οι όποιες δεσμεύσεις έχουν αναληφθεί θα τηρηθούν είτε από την παρούσα είτε από μια επόμενη κυβέρνηση. Το πρόβλημα, όμως, είναι ακόμη πιο σύνθετο.

Τον Ιούνιο υποβάλλονται σε stress tests οι τράπεζες. Όσο υπάρχει αυτή η αβεβαιότητα, ο κίνδυνος να μετακυλιστεί το πρόβλημα και σ’ αυτές είναι αυξημένος. Οπότε, το πρόβλημα θα μεγιστοποιηθεί.

Ερχόμαστε έτσι στο έκτο στοιχείο που συνθέτει τη συγκυρία. Κι αυτό δεν είναι άλλο από την εθνική συνεννόηση, για την οποία το τελευταίο διάστημα μιλά κατ’ επανάληψιν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας – προφανώς επειδή είναι γνώστης της κατάστασης. Μπορεί όμως να υπάρξει εθνική συνεννόηση ή, ακόμη καλύτερα, και συναίνεση για να ληφθούν τα σκληρά μέτρα που απαιτούνται; Δύσκολο, όσο η αντιπολίτευση επιμένει στο «απεταξάμην» το μνημόνιο.

Τι θα συμβεί, λοιπόν; Θα πάρει μόνη της η κυβέρνηση τις αποφάσεις; Μπορεί; Μάλλον όχι, εκτός κι αν μέχρι τον Ιούνιο υπάρξει συμφωνία της τρόικας για το πώς θα χρηματοδοτηθεί εφεξής η Ελλάδα. Μπορεί να υπάρξει τέτοια συμφωνία; Μπορεί να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ ΕΚΤ και Γερμανών; Είναι δυνατόν να εξευρεθεί μια μέση λύση εθελοντικής διαχείρισης του χρέους χωρίς να ανατραπούν αυτά που υποστηρίζει ο Τρισέ; Ενδεχομένως ναι, αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι τον Σεπτέμβριο αποχωρεί από την ηγεσία της ΕΚΤ.

Υπάρχει περίπτωση οι εταίροι μας να απαιτήσουν συμφωνία και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως έκαναν και με την Πορτογαλία; Σαφέστατα. Ήδη λέγεται ότι, εκτός από τον Όλι Ρεν, πίεση ασκούν ή θα ασκήσουν προς τον Αντ. Σαμαρά και άλλοι Κοινοτικοί αξιωματούχοι, της ηγεσίας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος περιλαμβανομένης. Η πίεση αυτή μπορεί να γίνει ισχυρότερη αν υπάρξουν αντίστοιχες κινήσεις και από εσωτερικούς παράγοντες που επηρεάζουν και διαμορφώνουν την κοινή γνώμη.

Τούτων δοθέντων, ερχόμαστε στο έβδομο στοιχείο με το οποίο φιλοτεχνείται ο πολιτικός καμβάς· τις εκλογές. Μπορεί να γίνουν εκλογές τον Ιούνιο; Σαφέστατα και μπορεί, και πλέον υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να συμβεί αυτό. Εάν ο Γ. Παπανδρέου θεωρήσει ότι δεν μπορεί η κυβέρνηση να δεσμεύσει τη χώρα, λόγω των υπερβολικών απαιτήσεων που εγείρουν οι εταίροι και δανειστές μας, και αξιολογήσει ότι το περιεχόμενο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος είναι τόσον «βαρύ» που χρειάζεται να υπερψηφιστεί από αυξημένη πλειοψηφία της Βουλής, τότε μπορεί να ζητήσει αυτό να γίνει από 180 και όχι από 151 βουλευτές.

Εάν αποσπάσει τη σύμφωνη γνώμη των 3/5 της Βουλής, έχει καλώς. Διαφορετικά, ανοίγει ο δρόμος για πρόωρες κάλπες. Μέχρι τώρα ο πρωθυπουργός προτιμά να διαπραγματεύεται συμφερότερους όρους με τους εταίρους μας. Πιθανώς να καταλήξει κάποια στιγμή στην απόφαση ότι χρειάζεται και αυξημένη νομιμοποίηση, είτε από το Κοινοβούλιο είτε από τον λαό.

Αν του την παράσχει ο Αντ. Σαμαράς, οι εκλογές αποφεύγονται. Αν όχι, που με τα σημερινά δεδομένα είναι και το πιο πιθανό, τότε τις διαφορές θα τις λύσει η κάλπη. Υπάρχει περίπτωση ο Αντ. Σαμαράς να υποχωρήσει και να παράσχει έστω και μισή συναίνεση; Τίποτε δεν αποκλείεται. Θα μπορούσε να ψηφίσει καταρχήν «ναι» και να εγείρει ενστάσεις σε άρθρα, αφού το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα θα έλθει στη Βουλή υπό τη μορφή νόμου. Ίσως αυτό και να τον συμφέρει. Και τη διαφοροποίησή του θα έχει κατοχυρώσει και το εθνικό του καθήκον σε μια οριακή στιγμή για τη χώρα (να μην πτωχεύσει) θα έχει επιτελέσει.

Μια τέτοια υπεύθυνη στάση είναι σίγουρον ότι θα εκτιμηθεί. Διαφορετικά, εάν λόγω της άρνησής του οδηγηθούμε στις κάλπες, μπορεί να αντιμετωπίσει προβλήματα. Ακόμη κι αν δεν είναι πραγματικά ο ίδιος υπαίτιος για τις πρόωρες εκλογές, αλλά η κυβέρνηση που δεν κατάφερε να φέρει εις πέρας το εγχείρημα που πριν από 18 μήνες ανέλαβε, είναι σίγουρο ότι ο Αντ. Σαμαράς και η Ν.Δ. θα χρεωθούν μέρος της αποτυχίας.

Μάλιστα, τα πράγματα μπορεί να γίνουν ακόμη χειρότερα για την αξιωματική αντιπολίτευση αν η εκταμίευση της πέμπτης δόσης συναρτηθεί από τους εταίρους μας και με το εκλογικό αποτέλεσμα. Αν, δηλαδή, γίνει το ίδιο που έγινε με την Πορτογαλία. Μπορεί, με άλλα λόγια, οι εταίροι μας -μεσούσης της προεκλογικής περιόδου- να απαιτήσουν τουλάχιστον από τα δύο κόμματα εξουσίας να υπογράψουν τους όρους που οι ίδιοι θα θέσουν για να εκταμιευτεί η πέμπτη δόση και να συνεχιστεί, είτε με τη μορφή της επιμήκυνσης είτε με τη μορφή νέου δανείου, η παροχή της βοήθειας προς την Ελλάδα.

Αν ο Αντ. Σαμαράς αρνηθεί, τότε οι συνέπειες θα είναι ολέθριες για τη χώρα, και κατ’ επέκτασιν για τον ίδιο και το κόμμα του, όπως βεβαίως και για το σύνολο του πολιτικού κόσμου. Πάντως, ο ομοϊδεάτης και ομόλογός του στην Πορτογαλία, παρά τις αρχικές διαφωνίες του, υπέκυψε, υπέγραψε και πληρώνει τώρα τα επίχειρα. Η άρνησή του να δεχθεί την υπαγωγή της Πορτογαλίας στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Διάσωσης του έδινε σημαντικό προβάδισμα έναντι των Σοσιαλιστών του Σόκρατες. Μόλις προκηρύχθηκαν οι εκλογές, και αναγκάστηκε εκ των υστέρων να υπογράψει τα μέτρα, το κλίμα άλλαξε και πλέον φαβορί για να κερδίσει τις εκλογές θεωρείται ο Σόκρατες.

Ίσως φρόνιμο θα ήταν να το λάβει υπ’ όψιν του αυτό και ο Αντ. Σαμαράς και να δεχθεί τον συναινετικό χειρισμό που πιθανότατα θα του προτείνει κάποια στιγμή ο Γ. Παπανδρέου. Με απλά λόγια, να παράσχει συναίνεση τώρα, και όχι να αναγκαστεί να το πράξει αφού προκηρυχθούν οι εκλογές. Αν αυτό συμβεί, κινδυνεύει να πάθει ό,τι και ο Πορτογάλος. Το ευκταίο και για τους δύο θα ήταν να αλλάξει το κλίμα στην Ευρώπη και οι λύσεις που θα δοθούν να είναι συμβατές με ομαλές πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα.

Αυτό φαντάζει δύσκολο, αλλά στην πολιτική, όπως και στη ζωή, πρέπει πάντα να ελπίζεις. Αν και το καλύτερο είναι να προετοιμάζεσαι για τα χειρότερα.

Σχόλια: Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]





<< Αρχική σελίδα

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]