Κυριακή, Δεκεμβρίου 30, 2007

 

Δεν φτάνει ν' αναπνέουμε (29-12-2007)

Είχα αποφασίσει να γράψω κάτι σχετικό με τα όσα «γρουσούζικα» πιθανολογείται ότι θα φέρει το δίσεκτο 2008. Πριν αρχίσω, όμως, τηλεφωνήθηκα μ’ έναν φίλο, όστις, ένεκα και της θέσεώς του, τυγχάνει να γνωρίζει καλά τα ντεσού της απόπειρας αυτοκτονίας του αποπεμφθέντος γενικού γραμματέα Πολιτισμού. Έπειτα από λίγο η συζήτηση ξεστράτισε. Από τον Χρήστο Ζαχόπουλο πέρασε σε υπαρξιακές αγωνίες και φιλοσοφικά, διαχρονικά, ερωτήματα για την τέχνη και τη ζωή.

Μου έκανε εντύπωση ένα απόφθεγμά του: «Δυνάμει είμαστε όλοι υποψήφιοι αυτόχειρες ή δολοφόνοι». Και μια δήλωσή του: «Το βράδυ, όταν θα τελειώσω τη δουλειά, θα ψάξω να βρω σε ποιο ποίημά του ο Εγγονόπουλος γράφει ότι η τέχνη και η ποίηση δεν μας βοηθούν να ζήσουμε, η τέχνη και η ποίησις μάς βοηθούν να πεθάνουμε».

Επειδή είχα προσφάτως διαβάσει αρκετά Εγγονόπουλο, για κάποιο κομμάτι που έγραψα, του είπα ότι ήταν στο ποίημα για τον θάνατο του Λόρκα, ο πλήρης τίτλος του οποίου είναι «Νέα περί του θανάτου του Ισπανού ποιητού Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα στις 19 Αυγούστου 1936 μέσα στο χαντάκι του Καμίνο ντε λα Φουέντε». Χάρηκε που τον απάλλαξα από τον… κόπο, αν και είμαι σίγουρος ότι γυρνώντας σπίτι του θα ψάξει να βρει το ποίημα για να θυμηθεί τη συνέχεια του στίχου: «Περιφρόνησις απόλυτη / αρμόζει / σ’ όλους αυτούς τους θορύβους / τις έρευνες / τα σχόλια επί σχολίων / που κάθε τόσο ξεφουρνίζουν/ αργόσχολοι και ματαιόδοξοι γραφιάδες / γύρω από τις μυστηριώδεις / κι αισχρές συνθήκες της εκτελέσεως…

Όχι βέβαια του αποπεμφθέντος γενικού γραμματέως Πολιτισμού, αλλά «του κακορίζικου του Λόρκα υπό των φασιστών». Κυρίως, όμως, θα το κάνει για να απολαύσει το τέλος του ποιήματος: «Μα, επιτέλους! Πια ο καθείς γνωρίζει / πως / από καιρό τώρα / - και προ παντός στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα / είθισται / να δολοφονούν / τους ποιητάς».

Κλείσαμε το τηλέφωνο λέγοντας ότι, αν υπάρξει κάποιο άλλο στοιχείο για την υπόθεση Ζαχόπουλου, θα τηλεφωνηθούμε εκ νέου. Μέχρι αυτήν τη στιγμή που η σελίδα φεύγει για το τυπογραφείο, δεν με πήρε. Είμαι σίγουρος όχι επειδή δεν έμαθε κάτι καινούργιο, αλλά επειδή δεν ήθελε να μου πει.

Ας είναι. Μου αρκούσε που μου άλλαξε τη διάθεση. Αντί για τον «γρουσούζικο» χρόνο που ήθελα να γράψω, με έβαλε να σκεφτώ για τα «σακάτικα» χρόνια. Νομίζω ότι δεν υπάρχει καλύτερος ορισμός από αυτόν του Εγγονόπουλου για τα χρόνια που ζούμε. «Σακάτικα χρόνια». Έτσι είναι.

Όχι επειδή είθισται να δολοφονούν τους ποιητάς, αλλά επειδή στη χώρα μας δεν υπάρχουν ποιητές να γράψουν γι’ αυτά και να τα γιάνουν. Λίγοι και μερικοί. Πεπερασμένοι, εγωπαθείς και ασφαλείς στις ματαιοδοξίες και τις ονειρώξεις τους. Ας με συγχωρέσουν όσοι έτσι αυτοαποκαλούνται ή έτσι θέλουν να τους ονοματίζουν, αλλά έτσι είναι. Δεν εκτείνονται στον χρόνο. Δεν τον ξεπερνούν. Δεν υψώνονται πάνω απ’ αυτόν. Δεν τον ορίζουν και δεν τον πλάθουν. Δεν τον νικούν. Τους καταπίνει. Και τους κοροϊδεύει.

Και καλά κάνει. Αφού ξέχασαν ότι οι σωστές κουβέντες δεν αφήνουν υπονοούμενα. Ίσως επειδή δεν έμαθαν ποτέ ότι οι σωστοί λογαριασμοί δεν χρειάζονται μολύβια. Και δεν το ξέχασαν ή δεν το έμαθαν ποτέ μόνον οι γραφιάδες, αλλά και σχεδόν όλοι όσοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θέλουν να «στιγματίσουν» τη ζωή μας. Όλοι αυτοί οι κακομούτσουνοι που θέλουν να μας εξουσιάζουν. Αυτοί οι βρικόλακες που τους αφήνουμε να μας ρουφούν σταγόνα σταγόνα τις χαρές της ζωής. Αυτοί που το πένθος μας το θεωρούν ευτυχία τους. Αυτοί που…

Για μια στιγμή. Τελικά η αποψινή βραδιά κρύβει πολλές εκπλήξεις. Θαρρείς και κάποιοι συνωμοτούν για να μην γράψω τίποτα δικό μου. Αυτήν τη στιγμή έρχεται στο e-mail ένα κείμενο. Το διαβάζω και το ξαναδιαβάζω. Αναρωτιέμαι ποιος το στέλνει. Αποστολέας δεν υπάρχει. Όμως, αυτά που γράφει ταιριάζουν απόλυτα μ’ αυτά που θέλω να γράψω. Και είναι σίγουρο ότι όσο κι αν προσπαθήσω, δεν θα μπορέσω ποτέ να τα εκφράσω με τα λόγια και τον τρόπο που έχουν γραφτεί.

Με βγάζει και από τον κόπο. Τελικά μού φαίνεται ότι το 2008 δεν θα είναι τόσο «γρουσούζικο» για μένα. Τόσες ευτυχείς συμπτώσεις μαζεμένες δεν μου έχουν ξανατύχει. Απολαύστε αυτό το μικρό αριστούργημα:

Αργοπεθαίνει όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας, επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές, όποιος δεν αλλάζει περπατησιά, όποιος δεν διακινδυνεύει και δεν αλλάζει χρώμα στα ρούχα του, όποιος δεν μιλεί σε όποιον δεν γνωρίζει.

Αργοπεθαίνει όποιος αποφεύγει ένα πάθος, όποιος προτιμά το μαύρο για το άσπρο και τα διαλυτικά σημεία στο «ι» αντί ενός συνόλου συγκινήσεων που κάνουν να λάμπουν τα μάτια, που μετατρέπουν ένα χασμουρητό σε ένα χαμόγελο, που κάνουν την καρδιά να κτυπά στο λάθος και στα συναισθήματα.

Αργοπεθαίνει όποιος δεν αναποδογυρίζει το τραπέζι, όποιος δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του, όποιος δεν διακινδυνεύει τη βεβαιότητα για την αβεβαιότητα για να κυνηγήσει ένα όνειρο, όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του να αποφύγει τις εχέφρονες συμβουλές.

Αργοπεθαίνει όποιος δεν ταξιδεύει, όποιος δεν διαβάζει, όποιος δεν ακούει μουσική, όποιος δεν βρίσκει σαγήνη στον εαυτό του.

Αργοπεθαίνει όποιος καταστρέφει τον έρωτά του, όποιος δεν επιτρέπει να τον βοηθήσουν, όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για την τύχη του ή για την ασταμάτητη βροχή.

Αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει μια ιδέα του πριν την αρχίσει, όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει.

Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι, για να είσαι ζωντανός, χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής.

Το κείμενο είναι του Πάμπλο Νερούδα και στο τέλος γράφει: (Μετάφραση από ιταλική δημοσίευση: Βασίλη Χατζηγιάννη). Να ’σαι καλά, Βασίλη. Όποιος κι αν είσαι, σ’ ευχαριστώ. Ήταν το καλύτερο δώρο. Μόνο που αντί να το κάνουν σε σένα για τη γιορτή σου, το έκανες εσύ σ’ εμένα, αλλά και σε όλους όσοι τα «σακάτικα» τούτα χρόνια υποφέρουν.

Και δεν μπορούν, όσο κι αν προσπαθούν, να γιατρευτούν και να σηκωθούν λίγο ψηλότερα...

Σχόλια: Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]





<< Αρχική σελίδα

This page is powered by Blogger. Isn't yours?

Εγγραφή σε Αναρτήσεις [Atom]